Κοσμος

Ευρώπη, quo vadis?

Η πολιτική ενοποίηση γίνεται συνεχώς περισσότερο απαραίτητη από ποτέ

Βάσω Κόλλια
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η ΕΕ καλείται να αποκτήσει μια εντονότερη πολιτική υπόσταση καθώς σήμερα παραμένει συνώνυμη με τον τεχνοκρατισμό

Σύμφωνα με μια από τις πρώτες εκλαϊκευμένες μεταφράσεις της Αγίας Γραφής στα λατινικά, ο Ζαχαρίας ρώτησε τον άγγελο που μετρούσε την Ιερουσαλήμ:

«...που πηγαίνεις; τον ρώτησα. 

Και μου αποκρίθηκε: Να μετρήσω την Ιερουσαλήμ και να δω ποιο θα είναι το πλάτος της και ποιό το μήκος της» (Ζαχαρίας 2:2)

Η πόλη του Κυρίου όμως δεν χρειαζόταν την ευτελή προστασία υλικών τειχών!

Τριακόσια χρόνια περίπου μετά την έκδοσή αυτής της Αγίας Γραφής, κατόπιν δύο πολυετών πολέμων, συστάθηκε η πρώτη συμφωνία που αναγνώρισε τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου κράτους: η Συνθήκη της Βεστφαλίας (1648). Η λεγόμενη Βεστφαλιανή κυριαρχία είναι η αρχή που καθιστά το κάθε κράτος ακέραιο, κανένα άλλο σώμα δεν έχει δικαίωμα παρέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις ενός κράτους, παρά το ίδιο. 

Αυτή η αρχή μπορεί να ακούγεται χομπσιανά διαχωριστική. Αντιθέτως, όμως, ήταν η κύρια προϋπόθεση για την ανάπτυξη πιθανής διαρκούς ειρήνης και για την συνύπαρξη των Ευρωπαϊκών κρατών. Μεσοπολεμικά, η Πανευρωπαϊκή Ένωση του Ρίχαρντ Κουντενχόβε-Καλέργκι είχε την ίδια μοίρα με την Κοινωνία των Εθνών και τη Συνθήκη Κέλογκ-Μπριάντ (η οποία καθιστούσε τον πόλεμο παράνομο). Όταν μία ιδεαλιστική βάση χτίζεται σε συνθήκες μυωπικής συμφεροντολογίας και φιλόδοξων παιχνιδιών μηδενικού αθροίσματος με νικητές και χαμένους, το μόνο που απομένει είναι ένα θεμελιωτικό απολίθωμα. 

Πέντε χρόνια μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου με τη Διακήρυξη του Γάλλου υπουργού εξωτερικών Ρομπέρ Σουμάν στις 9 Μαΐου 1950 ήταν το έτος προοπτικής. Μια διακήρυξη που  σηματοδότησε μία νέα περίοδο στην πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης που ταυτίζεται με την έναρξη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Το ίδιο και το 1992, τρία χρόνια μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου, η ίδρυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης πραγματοποιήθηκε κατόπιν πολυετούς προετοιμασίας και διαπραγμάτευσης και όχι μόνον με την ορμή του ειλικρινούς ιδεαλισμού. Όμως, το όραμα αυτό βασίστηκε – εκτός από την ακέραιη και ενθουσιώδη συναίνεση των κρατών-μελών, στη συμμετοχή και το βέλτιστο συμφέρον των Ευρωπαίων πολιτών.

Φυσικά, τα τελευταία χρόνια η στροφή της κοινής γνώμης σε σχέση με την ΕΕ δεν ήταν μονάχα φωνή επίκρισης – ή απουσίας αυτής – αλλά δραστικής αλλαγής. Ακόμα και πριν την οριστικοποίηση του Brexit, η συμμετοχή στις Ευρωεκλογές έφθινε προοδευτικά και δραστικά στις περισσότερες, αν όχι όλες, τις χώρες που αποτελούν την Ένωση. Ομολογουμένως αυτό δεν μας εκπλήσσει: ο τεχνοκρατικός μεσσιανισμός που τη χαρακτηρίζει κατάφερε να της φορέσει ακριβώς αυτή την απροσωπία του. Οι τεχνοκρατικές αρχές που μας υπηρετούν βεβαίως μας χάρισαν μερικές από τις πιο προηγμένες κοινωνικές πολιτικές και νομοθεσίες, εξασφάλισαν ίσως το καλύτερο επίπεδο ζωής σε σχέση με οποιεσδήποτε άλλες χώρες μεταπολεμικά.

Οι ευρωπαϊκές πιστοποιήσεις για τη χρήση κατάλληλων ουσιών σε γεωργικά, εργοστασιακά, οικιακά, και καλλυντικά προϊόντα έχουν σώσει χιλιάδες ζωές. Οι ευρωπαϊκές πολιτικές για την ισότητα έχουν εξασφαλίσει την ισοτιμία για εκατομμύρια ευρωπαίους πολίτες, ανεξαρτήτως φύλου, θρησκείας κλπ. Παρά όλ’ αυτά, η «ευγνωμοσύνη» ή η κατανόηση του Ευρωπαίου πολίτη για τις λιγότερο ή περισσότερο δημοφιλείς ρυθμιστικές λειτουργίες της Ένωσης δεν είναι δυνατόν να απαιτείται, πόσο μάλλον να αναμένεται. Ενόψει μιας πολιτικής συνειδησιακής κρίσης που επηρεάζει τόσο τους οικονομικούς όσο και τους πολιτικούς θεσμούς της ΕΕ, οι ηγέτες της οφείλουν να αποδείξουν δεσμευτικά και ουσιαστικά ότι δεν περιορίζεται σε αγνά εργαλεία απαραίτητης ρύθμισης, αλλά να συντάξουν μια νέα καταστατική στιγμή για την σύγχρονη ευρωπαϊκή πολιτεία.

Η ενωμένη Ευρώπη των ιδρυτών ήταν ένα όραμα που ξεκινούσε από τους στόχους της ανάπτυξης, της οικονομίας και της ασφάλειας. Αναγνώριζε, όμως, την αναγκαιότητα της πολιτικής ένωσης που δεν θα ήταν κενή ή αποξενωτική, αλλά ουσιώδης. Οι προσπάθειες δημιουργίας μιας ομοσπονδίας που αμβλύνει τον εθνικό χαρακτήρα θεωρώντας ότι εξομαλύνει διαφορές κρατικών συμφερόντων – αποσκοπώντας στην μετατροπή κάθε μέλους σε χώρα κεντροευρωπαϊκών προδιαγραφών και μεθόδων, δεν είναι πλέον βιώσιμες. Ζητούμενο δεν είναι η διάβρωση του πατριωτικού χαρακτήρα, παρά να οικοδομηθεί συλλογικά μια πολιτική σύμπνοια, διακρατικώς και διεθνώς. Σε έναν κόσμο όπου η μόνη σταθερά είναι η συνεχής κρίση, μοναδική λύση είναι η συνειδητοποίηση ότι κοινό συμφέρον της ΕΕ είναι η ακεραιότητα που εξασφαλίζεται μόνο από την πίστη στις κοινές αξίες της Ένωσης. Εφόσον ένα τέτοιο εγχείρημα επετεύχθη  αντιμετωπίζοντας πολλαπλές διεθνείς και εσωτερικές κρίσεις, η καταμέτρηση νικητών και χαμένων είναι κενή νοήματος όταν η αληθινή εγγύηση της ειρηνευτικής, πολιτικής και κλιματικής-ενεργειακής αλληλεγγύης βαραίνει την άλλη πλευρά της ζυγαριάς.

Σήμερα θα κλέψουν τις εντυπώσεις οι απόπειρες του Πούτιν να προωθήσει ένα ανιστόρητο και πολεμοχαρές υπερθέαμα σε έναν ήδη εξουθενωμένο λαό. Εμείς δεν χρειαζόμαστε κάτι τέτοιο, ούτε να πάμε πολύ μακριά: ας επιστρέψουμε στις θεμελιώδεις αξίες μας.