Κοσμος

Τίμοθι Σπένσερ: Ο σίριαλ κίλερ και η υπόθεση ορόσημο των ΗΠΑ

Η πρώτη καταδίκη ενός εγκληματία και η αποφυλάκιση ενός αθώου με βάση στοιχεία DNA

Μιμή Φιλιππίδη
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Υπόθεση Τίμοθι Σπένσερ: Η ιστορία του σίριαλ κίλερ που καταδικάστηκε με βάση στοιχεία DNA και εκτελέσθηκε στην ηλεκτρική καρέκλα στις 27 Απριλίου 1994.

«Η Σιωπή των Αμνών», το βιβλίο του Τόμας Χάρις που εκδόθηκε το 1988 και μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο, έχει αφήσει ανεξίτηλα στη μνήμη μας τον ανθρωποφάγο σίριαλ κίλερ Χάνιμπαλ Λέκτερ. Στο βιβλίο υπάρχει και ο «Μπάφαλο Μπιλ», ο σίριαλ κίλερ που κυνηγάει η πράκτορας του FBI (Τζόντι Φόστερ). Ο Χάρις δημιούργησε αυτή τη μορφή εγκληματία συνδυάζοντας στοιχεία από διαβόητους σίριαλ κίλερ όπως οι Τεντ Μπάντι, Εντ Γκάιν, Τζέρι Μπρούντος κ.ά. Ο Τίμοθι Σπένσερ που άρχισε την εγκληματική δράση του στις αρχές της δεκαετίας του ’80 ήταν ένας τέτοιος τύπος σίριαλ κίλερ. Και ακόμη πιο τρομακτικός. 

Το 1987 οι δολοφονίες ήταν σπάνιες στο Άρλινγκτον της Βιρτζίνια. Η αστυνομία είχε να ασχοληθεί κυρίως με ληστείες και επιθέσεις. Αλλά λίγο μετά τη γιορτή των Ευχαριστιών, την 1η Δεκεμβρίου, κάποιος είχε καλέσει την αστυνομία σχετικά με μια γειτόνισσα που αγνοούνταν. Ανησυχούσε γιατί το παράθυρο του υπνοδωματίου της ήταν μέρες ανοιχτό και η κουρτίνα ανέμιζε, ενώ ο άντρας της έλειπε σε επαγγελματικό ταξίδι στην Ευρώπη. Σύντομα οι αστυνομικοί βρήκαν τη Σούζαν Τάκερ, μια 44χρονη συγγραφέα, ξαπλωμένη στο κρεβάτι της γυμνή, με τα πόδια και τα χέρια δεμένα πίσω από την πλάτη. Είχε βιαστεί και είχε στραγγαλιστεί με το κορδόνι από τις περσίδες που ήταν ακόμη στον λαιμό της. Ήταν νεκρή 4-5 μέρες και το πτώμα βρισκόταν σε κατάσταση σήψης. Ήταν μια πολύ τρομακτική σκηνή που φανέρωνε ένα σαδιστικό σεξουαλικό έγκλημα. Το σκοινί ήταν έτσι δεμένο, ώστε ο δράστης να το σφίγγει ή να το χαλαρώνει κατά βούληση. Άφηνε το θύμα να πάρει ανάσα και ακολούθως το έσφιγγε, παρατείνοντας σαδιστικά την επιθανάτια αγωνία και νιώθοντας σαν Θεός που έχει τον έλεγχο ζωής και θανάτου.

Ο δολοφόνος είχε μπει σπάζοντας το παραθυράκι του υπογείου και μάλλον είχε περάσει πολλή ώρα στο σπίτι ψάχνοντας για χρήματα και αιφνιδιάζοντας τη Σούζαν όταν επέστρεψε. Κανείς δεν είχε δει κάποιον παράξενο τύπο στην περιοχή. Οι εγκληματολόγοι συνέλεξαν δείγμα από το σπέρμα που βρέθηκε σε μικρή ποσότητα στο θύμα και σε μεγάλη ποσότητα πάνω στο κρεβάτι. Ο δολοφόνος δεν είχε αφήσει δακτυλικά αποτυπώματα ή ίνες πίσω του και είχε σκουπίσει τις επιφάνειες που άγγιξε. Είχε σκουπίσει ακόμη και το αποτύπωμα του παπουτσιού του από το πλυντήριο όπου πάτησε μπαίνοντας στο υπόγειο. Αυτό έδειχνε ότι είχε γνώση των στοιχείων που θα αναζητούσε η αστυνομία και πιθανώς είχε εμπειρία από διαρρήξεις.

Τέσσερα χρόνια νωρίτερα, σε ένα σπίτι λίγα τετράγωνα μακριά, η 32χρονη δικηγόρος Κάρολιν Χαμ είχε βιαστεί και στραγγαλιστεί με τον ίδιο τρόπο. Η Χαμ ζούσε μόνη της και είχε βρεθεί στις 25 Ιανουαρίου 1984 με τα χέρια και τα πόδια δεμένα. Ο δράστης είχε μπει στο σπίτι από το παραθυράκι του υπογείου. Δύο εβδομάδες αφότου ανακαλύφθηκε το πτώμα της Χαμ, η αστυνομία είχε συλλάβει τον Ντέιβιντ Βασκέζ, θυρωρό στο τοπικό ΜακΝτόναλντς, ο οποίος είχε ομολογήσει. Ο Βασκέζ είχε καταδικαστεί σε φυλάκιση 35 ετών, αν και η αστυνομία είχε αμφιβολίες για τον ρόλο του στη δολοφονία της Χαμ αφού είχε πολύ χαμηλό δείκτη νοημοσύνης, κάτω από 70. Υποψιαζόταν ότι ο Βασκέζ δεν ήταν ικανός να διαπράξει ένα τέτοιο έγκλημα μόνος του και ίσως είχε συνεργό που ήταν ακόμα ελεύθερος. Ο ντετέκτιβ Χόργκας της αστυνομίας του Άρλιγκτον, που είδε τα κοινά στοιχεία στις δολοφονίες της Τάκερ και της Χαμ, τον επισκέφτηκε στη φυλακή, όπου είχε ήδη περάσει τριάμισι χρόνια, με την ελπίδα ότι θα του φανέρωνε τον συνεργό του. Ο Βασκέζ φαινόταν μπερδεμένος, ανακάλεσε την ομολογία του, επέμεινε ότι δε μπορούσε να έχει σκοτώσει τη Χαμ γιατί δεν οδηγούσε και δε μπορούσε να έχει φτάσει στο σπίτι της Χαμ την ώρα που έγινε ο φόνος μετά το τέλος της βάρδιας του στα ΜακΝτόναλντς. Αν και ήθελε απελπισμένα να βγει από τη φυλακή, ο Βασκέζ δε μπόρεσε επίσης να κατονομάσει έναν συνεργό του. Ο ντετέκτιβ Χόργκας όμως είχε πεισθεί ότι ο Βασκέζ ήταν αθώος και ότι αυτός που δολοφόνησε τη Σούζαν Τάκερ είχε δολοφονήσει και την Κάρολιν Χαμ.

Ελέγχοντας τα αρχεία, ο Χόργκας βρήκε ότι περίπου την ίδια περίοδο, μια γυναίκα που ζούσε κοντά στη Χαμ δέχτηκε επίθεση από έναν άντρα που εισέβαλε από το παράθυρο - έναν άντρα που η αστυνομία αποκάλεσε τότε «μαύρο βιαστή με μάσκα». Από τον Ιούνιο του 1983 έως τον Ιανουάριο του 1984 εννέα γυναίκες στο Άρλινγκτον είχαν δεχθεί επίθεση από έναν μαύρο άνδρα ηλικίας 20-25 που κρατούσε μαχαίρι και φορούσε μάσκα. Ο τελευταίος βιασμός είχε συμβεί τη ημέρα που βρέθηκε το πτώμα της Χαμ.

Στο μεταξύ, σε μια κοντινή πόλη της Βιρτζίνια, στο Ρίτσμοντ, η αστυνομία ερευνούσε τρεις πρόσφατες δολοφονίες γυναικών και ενημέρωσε όλα τα Αστυνομικά Τμήματα της πολιτείας. Στις 19 Σεπτεμβρίου 1987 η Ντέμπι Ντέιβις, μια λογίστρια που έμενε μόνη της, είχε βρεθεί νεκρή στο διαμέρισμά της στη γειτονιά του Σάουθ Σάιντ. Στην ίδια γειτονιά στις 3 Οκτωβρίου είχε δολοφονηθεί η νευροχειρουργός δρ Σούζαν Χελμς. Το πτώμα είχε βρει ο άντρας της. Και τα δυο θύματα είχαν βιασθεί, είχαν δεθεί και είχαν στραγγαλιστεί με το κορδόνι από τις περσίδες. Ο δράστης μετά τον βιασμό είχε ντύσει ξανά τη Ντέιβις, ενώ είχε ξυλοκοπήσει άγρια την Χελμς. Δεν υπήρχαν δακτυλικά αποτυπώματα ούτε τρίχες ούτε μάρτυρες. Μόνο σπέρμα σε μικρή ποσότητα πάνω στα θύματα και σε μεγάλη ποσότητα πάνω στο κρεβάτι, που έδειχνε ότι ο δράστης είχε αυνανιστεί. Μετά τον δεύτερο φόνο ήταν σαφές ότι ένας κατά συρροή δολοφόνος κυκλοφορούσε στο Ρίτσμοντ. Οι εφημερίδες τον αποκαλούσαν «Ο Στραγγαλιστής του Σάουθ Σάιντ» και ο κόσμος είχε τρομοκρατηθεί. Ο τρίτος φόνος διαπράχθηκε στις 21 Νοεμβρίου 1987 και φανέρωσε το θράσος του δολοφόνου. Μια αριστούχος 15χρονη μαθήτρια λυκείου είχε δολοφονηθεί μέσα στο διαμέρισμα της οικογένειάς της, ενώ οι γονείς και ο αδελφός της κοιμόντουσαν στα διπλανά υπνοδωμάτια. Ο δολοφόνος είχε μπει από ένα παράθυρο δεύτερου ορόφου, είχε δέσει τα πόδια και τα χέρια της, τη βίασε και τη στραγγάλισε.

Ο Χόργκας βλέποντας τις ομοιότητες στους βιασμούς και στραγγαλισμούς μεταξύ Άρλινγκτον και Ρίτσμοντ ήταν βέβαιος ότι ο δράστης ήταν ο ίδιος, αν και οι αστυνομικοί στο Ρίτσμοντ πίστευαν ότι δράστης ήταν κάποιος ντόπιος. Ο Χόργκας απευθύνθηκε τότε στη Μονάδα Επιστημών Συμπεριφοράς του FBI που του παρείχε το προφίλ του εγκληματία: Για να επιτίθεται στα θύματα μέσα στο σπίτι τους, πρώτα τα παρακολουθούσε και ήξερε πότε να χτυπήσει. Πρέπει να ήταν ηλικίας 18-30, μοναχικός τύπος που είχε προβληματική σχέση με τη μητέρα του και είχε αρχίσει τη δράση του μικρός με εμπρησμούς. Ζούσε και εργαζόταν κοντά στο σημείο που διέπραξε τον πρώτο φόνο, εκεί που ένιωθε άνετα. Με βάση αυτό το ψυχολογικό προφίλ, ένας τέτοιος δράστης δε θα σταματούσε να επιτίθεται σε γυναίκες παρά μόνο αν πέθαινε ή αν έμπαινε στη φυλακή. Συμβούλεψαν τον Χόργκας να αναζητήσει κάποιον που είχε συλληφθεί πιθανώς για διάρρηξη λίγο μετά τη δολοφονία της Χαμ τον Ιανουάριο του 1984 και αφέθηκε ελεύθερος λίγο πριν τον πρώτο φόνο στο Ρίτσμοντ τον Σεπτέμβριο του 1987.

Ο Χόργκας, έχοντας το προφίλ του δράστη, εστίασε την έρευνά του στην περιοχή των δολοφονιών στο Άρλινγκτον. Ένα μαύρο αγόρι είχε βάλει φωτιά στο αμάξι της μητέρας του και είχε παραβατική συμπεριφορά στη διάρκεια της εφηβείας του. Θυμόταν μόνο το μικρό του όνομα, «Τίμι». Ερευνώντας τους αστυνομικούς φακέλους ανακάλυψε ότι λεγόταν Τίμοθι Σπένσερ και είχε φυλακιστεί για διάρρηξη λίγο μετά τη δολοφονία της Χαμ. Είχε αποφυλακιστεί πρόσφατα και διέμενε σε κέντρο επανένταξης στο Ρίτσμοντ - κοντά στην περιοχή που είχαν γίνει οι τρεις δολοφονίες γυναικών! 

Στις 20 Ιανουαρίου 1988 η αστυνομία συνέλαβε τον Τίμοθι Σπένσερ ως ύποπτο διάρρηξης. Μέσα σε λίγες ώρες, οι εγκληματολόγοι είχαν συλλέξει αίμα, τρίχες και κράτησαν τα ρούχα του για εξέταση στα εργαστήρια. Ο Σπένσερ δεν κατάλαβε ότι μια εξέταση αίματος μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ώστε να συγκριθεί το DNA με δείγμα σπέρματος. Σε 6 βδομάδες τα αποτελέσματα εξετάσεων DNA έδειξαν ότι ο Τίμοθι Σπένσερ ήταν ο άνθρωπος που είχε βιάσει και σκοτώσει τις 5 γυναίκες.

Μέχρι τότε κανείς στις ΗΠΑ δεν είχε χρησιμοποιήσει τεστ DNA σε έρευνα ανθρωποκτονίας (πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκε το 1986 στη Βρετανία, οπότε βρέθηκε και καταδικάστηκε ο βιαστής και δολοφόνος δυο 15χρονων κοριτσιών). Όλα αυτά άλλαξαν με την υπόθεση του Τίμοθι Σπένσερ. Η επιστήμη ήταν τόσο νέα, που ο δικαστής της υπόθεσης χρειάστηκε να συμβουλευθεί επιστήμονες για να καθορίσει εάν τα αποδεικτικά στοιχεία DNA ήταν νομικά αποδεκτά. Ήταν η πρώτη υπόθεση στη χώρα στην οποία ένα άτομο κρίθηκε ένοχο για δολοφονία και έλαβε τη θανατική ποινή με βάση στοιχεία DNA.

Ο Τίμοθι Σπένσερ καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέσθηκε στην ηλεκτρική καρέκλα στις 27 Απριλίου 1994, σε ηλικία 32 ετών.

Ο Βασκέζ αθωώθηκε και στις 4 Ιανουαρίου 1989 αποφυλακίστηκε, αφού είχε παραμείνει άδικα 5 χρόνια στη φυλακή. 

Μέχρι σήμερα η εξέταση DNA έχει αθωώσει 329 άτομα που φυλακίστηκαν στις ΗΠΑ για εγκλήματα που δεν διέπραξαν. 

Η υπόθεση ήταν ορόσημο στις τακτικές επιβολής του νόμου. Το 1989, η Βιρτζίνια έγινε η πρώτη πολιτεία που δημιούργησε εγκληματολογικό εργαστήριο για στοιχεία DNA και η πρώτη πολιτεία που δημιούργησε βάση δεδομένων DNA.

Ένα χρόνο αργότερα, κυκλοφόρησε το πρώτο μυθιστόρημα της Πατρίσια Κόρνγουελ «Postmortem» που έγινε μπεστ σέλερ. Η Κόρνγουελ είχε εργαστεί στο γραφείο του επικεφαλής ιατροδικαστή στο Ρίτσμοντ το 1987 και αργότερα επικρίθηκε για τις ομοιότητες της πλοκής με την υπόθεση δολοφονιών του Σπένσερ.