Κοσμος

Έλεν Μπέιλι: O πνιγμός του άντρα της και ο φονικός νέος έρωτας

Ο ναρκισσιστής απατεώνας που την παρηγορούσε και έγινε ο δολοφόνος της

Μιμή Φιλιππίδη
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Έλεν Μπέιλι: Η συγγραφέας, ο πνιγμός του άντρα της και ο φονικός νέος έρωτας με ένα ναρκισσιστή απατεώνα.

Η Έλεν Μπέιλι ήταν Βρετανίδα συγγραφέας βιβλίων για εφήβους γεννημένη το 1964. Από μικρή της άρεσε το γράψιμο και κρατούσε πάντα ημερολόγιο με τα μικρά και ασήμαντα της παιδικής και εφηβικής ζωής της. Όταν ωστόσο έφτασε σε ηλικία να σπουδάσει, διάλεξε σπουδές Φυσιολογίας σκοπεύοντας να γίνει ιατροδικαστής. Άλλαξε όμως κατεύθυνση και πάλι και ασχολήθηκε με τα ΜΜΕ. Ενώ εργαζόταν ως γραμματέας σε μια εταιρεία μάρκετινγκ, γνώρισε τον Τζον Σίφιλντ, επικεφαλής του τομέα πνευματικών δικαιωμάτων.

Ερωτεύτηκαν αμέσως και το 1996 παντρεύτηκαν. Δεν απέκτησαν παιδιά, αλλά ζούσαν μια πολύ αρμονική κι ευτυχισμένη ζωή. Η Έλεν ασχολήθηκε τελικά με τη συγγραφή βιβλίων και έως το 2010 είχε ήδη εκδώσει πέντε βιβλία για εφήβους, που είχαν μεγάλη ανταπόκριση στο αναγνωστικό κοινό και της απέφεραν μεγάλα έσοδα και μια υποψηφιότητα για το βραβείο βιβλίων για εφήβους. Στη συνέχεια εμπλούτισε με νέους ήρωες τα βιβλία της, έγραψε και παιδικά βιβλία, έχοντας συνολικά στο ενεργητικό της 22 βιβλία διηγημάτων, εικονογραφημένα παραμύθια και εφηβικές ιστορίες.

Τον Φεβρουάριο του 2011 η Έλεν κι ο άντρας της απολάμβαναν τις διακοπές τους στην Καραϊβική, στα νησιά Μπαρμπάντος όπου είχαν παντρευτεί, όταν συνέβη κάτι τραγικό. Ο Τζον μπήκε στη θάλασσα για πρωινό κολύμπι, αλλά τον παρέσυραν τα ρεύματα, κι ενώ καλούσε σε βοήθεια, ούτε οι άλλοι παραθεριστές ούτε η Έλεν κατάφεραν να τον σώσουν. Μετά από 23 χρόνια κοινής ζωής, η Έλεν ήταν μόνη της - περιέγραφε σε φίλους πόσο οδυνηρή ήταν η επιστροφή της στην Αγγλία, έχοντας μαζί της μόνο τη βαλίτσα του και όχι τον ίδιο. Έχοντας πάντα τη συγγραφή και την επικοινωνία ως καταφύγιο της, μοιραζόταν τον πόνο και τη θλίψη της με άλλα άτομα στο διαδίκτυο, τον πρώτο καιρό της χηρείας της. Το ιστολόγιό της «Planet Grief» ήταν ο τόπος όπου άτομα με κοινές εμπειρίες απώλειας και πένθους κατέγραφαν τις ιστορίες τους. Έγραψε τότε και το πρώτο της βιβλίο για ενήλικους, το οποίο παρουσιάστηκε στο The Guardian ως «μια οδυνηρή αφήγηση για τη ζωή μετά την απώλειά του αγαπημένου της συζύγου». Στο βιβλίο αυτό έκανε λόγο και για τη νέα σχέση της, μια δεύτερη ευκαιρία για ευτυχία στη ζωή της. Σχετικά με το βιβλίο και την διαδικασία του πένθους η Μπέιλι μίλησε και στην εκπομπή του BBC «Η Ώρα της Γυναίκας».

Τον Οκτώβριο του 2011 συνδέθηκε μέσω του ιστολογίου της με τον Ίαν Στιούαρτ, που ήταν χήρος και πατέρας δυο αγοριών. Η γυναίκα του είχε πεθάνει ξαφνικά και πρόσφατα, όπως και ο άντρας της Έλεν, και το κοινό πένθος ήταν αυτό που τους έδεσε από την αρχή. Ένα χρόνο αργότερα αρραβωνιάστηκαν και αποφάσισαν να αγοράσουν ένα σπίτι στο Ρόιστον, μια γραφική πόλη βόρεια του Λονδίνου, αξίας 1.500.000 λιρών (η Έλεν είχε επίσης ένα μικρό εξοχικό στο Κεντ). Όταν μετακόμισαν, η Έλεν γνωστοποίησε την παρουσία τους στη μικρή πόλη προσφέροντας καφέ και γλυκά στους γείτονες και κέρδισε αμέσως τη συμπάθειά τους με την εξωστρέφεια και την ευγένειά της. Στο σπίτι έμεναν και τα δυο αγόρια του Ίαν καθώς και ο Μπόρις, το σκυλάκι ράτσας Ντάσχουντ – «Λουκάνικο» - της Έλεν που είχαν αποκτήσει με τον άντρα της και δεν αποχωριζόταν ποτέ. Οι απογευματινοί περίπατοι με τον τετράποδο Μπόρις στη γειτονιά ήταν καθημερινοί. Όλα στη ζωή της έμοιαζαν ειδυλλιακά σε αυτή τη φάση, καθώς ετοιμαζόταν για τον δεύτερο γάμο της, ώσπου πάλι συναντήθηκε με την τραγωδία.

Την Παρασκευή 15 Απριλίου 2016 ο Ίαν Στιούαρτ κάλεσε την αστυνομία για να δηλώσει ότι η μνηστή του ήταν εξαφανισμένη από τη Δευτέρα. Του είχε γράψει ένα σημείωμα λέγοντας να μην την αναζητήσει γιατί είχε την ανάγκη να μείνει για λίγο μόνη της και θα πήγαινε στο εξοχικό της. Αλλά τώρα, τέσσερις μέρες μετά, ανησυχούσε καθώς η Έλεν δεν είχε επικοινωνήσει με κανέναν συγγενή ή φίλο, ούτε είχε πάει στο εξοχικό στο Κεντ, ούτε απαντούσε στο κινητό της – έβγαινε αμέσως ο τηλεφωνητής. Στο εξοχικό είχε ελέγξει ο αδερφός της, είχε μιλήσει με τους γείτονες, αλλά κανείς δεν είχε δει την Έλεν. Η τελευταία φορά που την είδαν με το σκυλάκι της στο Ρόιστον ήταν στις 11 Απριλίου 2016, αλλά από τότε είχε εξαφανιστεί και εκείνη και το σκυλάκι. Ο Ίαν ανέφερε ότι η Έλεν ανησυχούσε για την υγεία της και διάφορα πράγματα τελευταία, αλλά ήταν δυναμικός άνθρωπος (αργότερα η μητέρα της είπε ότι ανησυχούσε που κοιμόταν πολύ - ερευνούσε σχετικά και στο Google). Στην κλήση του στην αστυνομία, όταν του ζητούσαν στοιχεία της Έλεν –βασικά στοιχεία, όπως η ημερομηνία γέννησής της- εκείνος δε θυμόταν, δήλωσε ότι ήταν ταραγμένος και έπρεπε να κοιτάξει.

Η αστυνομία κατέγραψε τη δήλωση εξαφάνισης και άρχισε τις έρευνες. Οι φίλοι και οι γείτονες δήλωσαν ότι η σχέση της με τον Ίαν ήταν πολύ καλή και θερμή – κυκλοφορούσαν πάντα πιασμένοι χέρι από το χέρι – και η Έλεν ήθελε να είναι ευτυχισμένος εκείνος όσο κι εκείνη. Ο Ίαν Στιούαρτ συμμετείχε στις έρευνες και έκανε εκκλήσεις για να βρεθεί η σύντροφός του. Αλλά καθώς οι μέρες περνούσαν χωρίς κανένα ίχνος της, ο κόσμος στο Ρόιστον είχε αρχίσει να ανησυχεί. Είχε αυτοκτονήσει, είχε δολοφονηθεί, είχε απαχθεί; Η περιουσία της υπολογιζόταν στα 4 εκατομμύρια λίρες και ήταν πιθανό να την απήγαγαν για να ζητήσουν λύτρα.

Μια βδομάδα μετά την εξαφάνισή της, αστυνομικοί επισκέφτηκαν τον Ίαν Σιούαρτ στο σπίτι. Όσα τους είπε ήταν γενικά και ασαφή. Το σημείωμα που ανέφερε και στο οποίο η γυναίκα του έγραφε ότι ήθελε να μείνει για λίγο μόνη δε μπορούσε να το βρει - δεν υπήρχε. Σύμφωνα με όσα δήλωσε αργότερα ένας αστυνομικός: «Φαινόταν να νοιάζεται πιο πολύ για εκείνον και όχι για την Έλεν και τι μπορεί να της είχε συμβεί. Μας μιλούσε μέχρι που πεινούσε και ήθελε να φάει ή βαριόταν και ήθελε ένα διάλειμμα». Η έρευνα της αστυνομίας αποκάλυψε ότι το κινητό της Έλεν είναι συνδεθεί στο wi-fi, στο εξοχικό της στο Κεντ, στις 16 Απριλίου 2016, πέντε μέρες μετά την εξαφάνισή της. Άρα, υπήρχε περίπτωση να ήταν σώα και απλώς να κρυβόταν από όλους.

Στη συνέχεια έγινε έρευνα για να βρεθεί το «ψηφιακό αποτύπωμα» της Έλεν – η δραστηριότητά της στα κοινωνικά δίκτυα, στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο της, στους τραπεζικούς λογαριασμούς της. Η πάγια εντολή της Έλεν, ώστε κάθε μήνα να μεταφέρονται 600 λίρες από τον προσωπικό της λογαριασμό στον κοινό λογαριασμό που είχε με τον Ίαν, είχε αλλάξει: το ποσό είχε αυξηθεί σε 4.000 λίρες. Επίσης είχαν αγοραστεί εισιτήρια διαρκείας για την ομάδα της Άρσεναλ. Ο Ίαν είχε χρησιμοποιήσει το πληρεξούσιο που είχε από την Έλεν για αυτές τις συναλλαγές. Η αστυνομία τον αναζήτησε αμέσως, αλλά δεν τον βρήκε. Ο Ίαν Στιούαρτ είχε πάει για διακοπές στην Ισπανία. Ήταν ένα πακέτο διακοπών για δυο άτομα που είχαν κλείσει από καιρό με την Έλεν, αλλά τώρα, παρά την αγωνία και την οδύνη για την εξαφάνισή της, είχε αποφασίσει να πάει μόνος του.

Η έρευνα για αγνοούμενο άτομο μετατράπηκε σύντομα σε έρευνα για φόνο. Μετά από διακοπές δυο εβδομάδων, ο Ίαν Στιούαρτ επέστρεψε στο σπίτι του. Η αστυνομία τον υποδέχτηκε με ένταλμα προσωρινής κράτησης και τον συνέλαβε ως ύποπτο για τη δολοφονία της Έλεν Μπέιλι, τρεις μήνες ακριβώς μετά την εξαφάνισή της και παρότι δεν έχει βρεθεί το πτώμα της. Είχε βρεθεί όμως το κίνητρο: Η Έλεν άφηνε στη διαθήκη της μοναδικό κληρονόμο της περιουσίας της τον Ίαν Στιούαρτ. Επίσης, τη μέρα που εξαφανίστηκε η Έλεν, ο Ίαν πήγε στον δικηγόρο τους και, ισχυριζόμενος ότι εκείνη είναι άρρωστη, προσπάθησε να πουλήσει ένα ακίνητό της χρησιμοποιώντας το πληρεξούσιο του.

Κατά την κράτηση και την ανάκρισή του ο Ίαν δεν αποκάλυψε τίποτα και σύμφωνα με τη βρετανική νομοθεσία δε μπορούσε να κρατηθεί περισσότερο από 96 ώρες, οπότε η αστυνομία έκανε μια δεύτερη ενδελεχή έρευνα του σπιτιού και του οικοπέδου που ήταν οκτώ στρέμματα – με πισίνα, ανεξάρτητο ξενώνα, γκαράζ. Αλλά δεν βρέθηκε τίποτα και ο Ίαν Στιούαρτ θα έπρεπε να αφεθεί ελεύθερος. Ενώ οι αστυνομικοί μάζευαν τα εργαλεία κι αποχωρούσαν, η γειτόνισσα από το απέναντι σπίτι τους ρώτησε αν είχαν ερευνήσει και τον βόθρο στο γκαράζ. Η αστυνομία είχε αδειάσει και ερευνήσει τον σηπτικό βόθρο του κυρίως σπιτιού. Υπήρχε όμως και ένας μικρός βόθρος στο γκαράζ. Ο Ίαν δεν τον είχε αναφέρει. Αντίθετα, τον έκρυβε παρκάροντας από πάνω το τζιπ της Έλεν. Η αστυνομικοί τον εντόπισαν, τον άδειασαν και μέσα σε δυο ώρες είχαν βρει τα λείψανα της Έλεν και του Μπόρις, του σκύλου της.

Η νεκροτομή έδειξε ότι στο σύστημά της υπήρχαν δυνατά υπνωτικά χάπια Zopiclone – που ο Ίαν έπαιρνε με δική του συνταγή. Η Έλεν πέθανε από ασφυξία, αλλά ο ιατροδικαστής δεν ήταν βέβαιος αν ήταν ακόμη ζωντανή όταν την πέταξε στον βόθρο. Ήταν ένας φόνος καλά σχεδιασμένος για πολύ καιρό, εκτελεσμένος με υπολογισμό και κυνισμό, με κίνητρο το χρήμα, την απληστία. Ο Ίαν γνώρισε την Έλεν σε μια στιγμή της ζωής της που ήταν ευάλωτη, τη βομβάρδισε με εκδηλώσεις αγάπης (υπήρχαν αμέτρητα μηνύματά του στο κινητό της), κέρδισε την εμπιστοσύνη της ώστε να μοιράζονται τα πάντα, σχεδιάζοντας όλον αυτόν τον καιρό πώς θα τη βγάλει από τη μέση για δικό του όφελος. Η επιτομή της ναρκισσιστικής διαταραχής προσωπικότητας.

Στις 22 Φεβρουαρίου 2017 ο Ίαν Στιούαρτ κρίθηκε ένοχος για τη δολοφονία της Έλεν Μπέιλι. Καταδικάστηκε σε ισόβια, με ελάχιστη ποινή 34 ετών. Θα είναι 90 ετών όταν θα έχει δυνατότητα αναστολής.

Μετά την καταδίκη του Στιούαρτ, η αστυνομία άρχισε να επανεξετάζει τον θάνατο της πρώτης του συζύγου, Νταϊάν, το 2010. Στις 21 Αυγούστου 2018 ο Στιούαρτ συνελήφθη και ανακρίθηκε ως ύποπτος και στη συνέχεια του απαγγέλθηκε κατηγορία για τη δολοφονία της.

Ο Ίαν Στιούαρτ ήταν το θέμα του πρώτου επεισοδίου της σειράς αληθινών εγκλημάτων «What The Killer Did Next».