Κοσμος

Φιλ Σπέκτορ: Η μουσική ιδιοφυία που καταδικάστηκε για φόνο

Τα εκατομμύρια, οι εκκεντρικότητες, τα όπλα και η δολοφονία της Λάνα Κλάρκσον

Μιμή Φιλιππίδη
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Υπόθεση Φιλ Σπέκτορ: Πέθανε σε ηλικία 81 ετών η μουσική ιδιοφυία που καταδικάστηκε για τη δολοφονία της Λάνα Κλάρκσον

Ο Φιλ Σπέκτορ σε ηλικία 18 ετών ηχογράφησε το τραγούδι «To Know Him Is To Love Him», μαζί με δύο φίλους του από το σχολείο. Ήταν μια απλή εφηβική μπαλάντα που ο Σπέκτορ έγραψε παίρνοντας τον τίτλο από την ταφόπετρα του πατέρα του, που είχε αυτοκτονήσει. Έγινε μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του 1958 και του χάρισε τον τίτλο «ο πρώτος έφηβος μεγιστάνας».

Πάντα υπήρχαν παραγωγοί στη δισκογραφία, αλλά κανείς δεν είχε τον βαθμό ελευθερίας και ελέγχου που είχε ο Σπέκτορ στις παραγωγές του. Ανέπτυξε μια προσέγγιση στο ροκ εν ρολ που αποκαλούσε βαγκνερική και έμεινε γνωστή ως «Τείχος της Μουσικής». Για να πετύχει αυτόν τον χαρακτηριστικό ήχο ο Σπέκτορ συγκέντρωνε μεγάλες ομάδες μουσικών για τα ορχηστρικά μέρη (έπαιζαν μερικά όργανα που δεν χρησιμοποιούνται γενικά σε μουσικά ανσάμπλ, όπως ηλεκτρικές και ακουστικές κιθάρες) συχνά διπλασιάζοντας και τριπλασιάζοντας τα όργανα που έπαιζαν μαζί για πιο γεμάτο ήχο. Ο Σπέκτορ θεωρείται μια από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες στην ιστορία της ποπ μουσικής και ο πρώτος auter καλλιτέχνης, χάρη στον πρωτοφανή έλεγχο που είχε σε κάθε φάση της διαδικασίας ηχογράφησης.

Τη δεκαετία του ’60 έκανε την παραγωγή ή έγραψε δημοφιλή τραγούδια για τα γυναικεία γκρουπ Ronettes («Be My Baby») και Chrystalls («Then He Kissed Me», για τους Άικ και Τίνα Τέρνερ. Τον Νοέμβριο του 1963, λίγες μέρες μετά τη δολοφονία του προέδρου Τζον Κένεντι, κυκλοφόρησε το Χριστουγεννιάτικο και διαχρονικό χιτ άλμπουμ «A Christmas gift for you from Philles Records». Ο Φιλ Σπέκτορ αποσύρθηκε αρχικά από τη μουσική βιομηχανία το 1966. Το 1969 επέστρεψε κι έκανε την παραγωγή στο άλπουμ των Μπητλς «Let It Be», σόλο δίσκους όπως το «My Sweet Lord» του Τζορτζ Χάρισον, συνεργάστηκε με τους Ramones, τον Λέναρντ Κόεν, τον Ντιόν .

Η λίστα με τις 10 κορυφαίες επιτυχίες του στις ΗΠΑ περιλαμβάνει το «You Lost That Loving Feeling» που έγραψε μαζί με τους Righteous Brothers το 1964 και έφτασε στο Νο 1. Σύμφωνα με την BMI, είναι το τραγούδι που έχει παιχτεί τις περισσότερες φορές στον αέρα τον 20ό αιώνα. Το «Unchained Melody», στο οποίο έκανε την παραγωγή για το ίδιο ντουέτο, εκτός από την επιτυχία που γνώρισε το 1965, δημιούργησε και νέο κύμα θαυμαστών μετά 25 χρόνια, χάρη στην ταινία  Ghost το 1990. Σχεδόν τρεις δεκαετίες έμεινε μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και είχε τη φήμη του ερημίτη, ωστόσο το 1989 περιελήφθη στο Rock and Roll Hall of Fame.

Το 2003 ήρθε ξανά στο προσκήνιο και το όνομά του εμφανίστηκε στα πρωτοσέλιδα, όταν κατηγορήθηκε για τη δολοφονία της ηθοποιού Λάνα Κλάρκσον.

Ο Σπέκτορ έμενε σε μια έπαυλη στην περιοχή Αλάμπρα του Λος Άντζελες, στο εντυπωσιακό Γαλλικό σατώ του 1926 «Ο Πύργος των Πυρηναίων», κτισμένο σε οικόπεδο περίπου 10 στρεμμάτων στην κορυφή ενός λόφου. Περίοικοι τον έβλεπαν να ανεβαίνει τον λόφο με τα πολυτελή αμάξια του και τον παρομοίαζαν με «φεουδάρχη άρχοντα μεταξύ σκλάβων». Ένας από τους λόγους που ο Σπέκτορ είχε γίνει ερημίτης, σύμφωνα με τον βιογράφο του Ντέιβ Τόμσον, είναι ίσως και το σοβαρό τροχαίο ατύχημα που είχε το 1974 στο Χόλιγουντ, όταν πετάχτηκε έξω από το παρ μπριζ του αυτοκινήτου του και τραυματίστηκε σοβαρά στο κεφάλι. Σώθηκε χάρη στον αστυνομικό που ανίχνευσε τον εξασθενημένο παλμό του και δεν τον δήλωσε νεκρό επιτόπου. Υποβλήθηκε σε πολύωρη χειρουργική επέμβαση που τον άφησε με 300 ράμματα στο πρόσωπο και 400 στο πίσω μέρος του κεφαλιού - σύμφωνα με τον Τόμπσον είναι ο λόγος που ξεκίνησε να φοράει περίεργες περούκες μετά από αυτό.

Στις 2 Φεβρουαρίου 2003 έκανε τη βόλτα που συνήθιζε με τη λιμουζίνα του σε γνωστά εστιατόρια του Λος Άντζελες (παράγγελνε μια σαλάτα που συχνά δεν έτρωγε, αλλά έπινε αφήνοντας πάντα γενναιόδωρα φιλοδωρήματα) και κατέληξε στο «House of Blues», στο Δυτικό Χόλιγουντ, όπου εργαζόταν η 40χρονη ηθοποιός Λάνα Κλάρκσον.

Η Κλάρκσον είχε γεννηθείστη Νότια Καλιφόρνια, ήταν μια όμορφη ξανθιά και από 20 ετών είχε εργασθεί ως μοντέλο και ηθοποιός. Τη δεκαετία του ’80 έπαιζε μικρούς ρόλους στην τηλεόραση και στον κινηματογράφο, όπου ξεκίνησε αρχικά σε ρόλους κομπάρσου (όπως στο «Scarface» που φαίνεται να χορεύει στο κλαμπ δίπλα στη Μισέλ Φάιφερ), και μετά οι εμφανίσεις της ήταν κυρίως σε b-movies, όπου υποδυόταν μια πολεμίστρια ντυμένη με σέξι ρούχα που αποκάλυπταν το καλοσχηματισμένο κορμί της (τύπου «Ζήνα η Βασίλισσα της Ζούγκλας»). Ενώ οι ταινίες της είχαν αποκτήσει ένα καλτ κοινό και η Κλάρκσον αρκετούς θαυμαστές, οι κινηματογραφικές προτάσεις μετά την ηλικία των 30 ήταν σχεδόν ανύπαρκτες και 40 ετών πια, εργαζόταν ως οικοδέσποινα  στο «House of Blues» για βιοπορισμό. Ο Φιλ Σπέκτορ την κάλεσε στον Πύργο του εκείνο το βράδυ, όπου πήγαν με τη λιμουζίνα του.

Αφού έμειναν μόνοι για μια ώρα, και ενώ ο σοφέρ περίμενε έξω, ξημερώματα της 3ης Φεβρουαρίου, ο Σπέκτορ βγήκε από την πίσω πόρτα κρατώντας όπλο και λέγοντας «νομίζω ότι τη σκότωσα». Ο σοφέρ έκανε την κλήση έκτακτης ανάγκης και όταν ήρθε η αστυνομία, η Λάνα Κλάρκσον ήταν νεκρή σε μια καρέκλα, με ένα όπλο στο στόμα και σπασμένα δόντια, που είχαν σκορπιστεί  στο χαλί. Αργότερα, σε συνέντευξή του ο Σπέκτορ είπε ότι ήταν αυτοκτονία και ότι η Κλάρκσον «φίλησε το όπλο». Φυσικά, ο Σπέκτορ κατηγορήθηκε για τον θάνατο της Κλάρκσον, αλλά παρέμεινε ελεύθερος με εγγύηση 1 εκατομμυρίου δολαρίων εν αναμονή της δίκης, η οποία ξεκίνησε στις 19 Μαρτίου 2007. Ο προεδρεύων δικαστής επέτρεψε την τηλεοπτική κάλυψη της δίκης, που στις 26 Σεπτεμβρίου 2007 έληξε με κακοδικία γιατί οι ένορκοι δεν κατέληξαν σε ομόφωνη απόφαση για την ενοχή του.

Τον Δεκέμβριο του 2007 παραβρέθηκε στην κηδεία του Άικ Τέρνερ και στον επικήδειο που εκφώνησε, αντί να αναφερθεί στη συνεργασία τους, σχολίασε την αυτοβιογραφία της Τίνα Τέρνερ που μόλις είχε εκδοθεί. Ισχυρίστηκε ότι «ο Άικ έκανε την Τίνα το κόσμημα που είναι» και ότι ο Άικ ήταν ο ταλαντούχος του ντουέτου, ένα μοναδικό ταλέντο, ενώ υπήρχαν εκατομμύρια σαν την Τίνα.

© EPA/AL SEIB/LOS ANGELES TIMES

Η δεύτερη δίκη του Σπέκτορ, αυτή τη φορά με την κατηγορία της ακούσιας ανθρωποκτονίας, άρχισε στις 20 Οκτωβρίου 2008 με το ίδιο δικαστή χωρίς  τηλεοπτική κάλυψη και τον Μάρτιο του 2009 ήταν η ώρα να αποφασίσουν οι ένορκοι. Χρειάστηκαν 18 ημέρες και τελικά, στις 13 Απριλίου, τον έκριναν ένοχο. Καταδικάστηκε σε κάθειρξη 19 ετών.

Στη δίκη του, η υπεράσπιση αναφέρθηκε το σχεδόν μοιραίο τροχαίο που τον τραυμάτισε σοβαρά στο κεφάλι. Μία από τις πιο βαριές παρενέργειες των τραυματισμών αυτών είναι η στροφή στη βία. Ο Σπέκτορ είχε τη συνήθεια να τραβάει όπλο στις γυναίκες που τον ενδιέφεραν ερωτικά, για να τις αποτρέψει, αν εκείνες εκδήλωναν την πρόθεση να φύγουν. Η δεύτερη σύζυγός του η Ρόνι Σπέκτορ (η μικρόσωμη, σέξι τραγουδίστρια των Ronettes, που την είχε ερωτευθεί και χώρισε την πρώτη γυναίκα του για να την παντρευτεί) στο βιβλίο της ανέφερε ότι ο Σπέκτορ την κρατούσε κοντά του ασκώντας ψυχολογική βία και για να ξεφύγει από τον ασφυκτικό του έλεγχο, χρειάστηκε να το σκάσει από το σπίτι ξυπόλητη, με τη βοήθεια της μητέρας της. Ωστόσο, ο Σπέκτορ δεν είχε τραβήξει ποτέ τη σκανδάλη εναντίον οποιασδήποτε γυναίκας. Είτε έφταιγε ο συνδυασμός αλκοόλ και συνήθειας, είτε το τραύμα στο κεφάλι, δεν υπάρχει δικαιολογία για ό,τι έκανε ο Σπέκτορ στην Κλάρκσον.

Το 2013 προβλήθηκε από το HBO η τηλεοπτική ταινία «Phil Spector», βασισμένη στις δίκες του Φίλ Σπέκτορ. Το σενάριο και η σκηνοθεσία ήταν του Ντέιβιντ Μάμετ και πρωταγωνιστούσε ο Αλ Πατσίνο ως Φιλ Σπέκτορ, ενώ η Έλεν Μίρεν υποδυόταν τη δικηγόρο του. Η ταινία ήταν αμφιλεγόμενη επειδή επινόησε πτυχές της υπόθεσης, ενώ παρέλειψε σημαντικά αποδεικτικά στοιχεία της δίωξης, προκαλώντας τη δυσαρέσκεια της οικογένειας Κλάρκσον και δημιουργώντας την ψευδή εντύπωση ότι δημιουργήθηκε ως κομμάτι συνηγορίας υπέρ του Σπέκτορ – πράγμα που ο ίδιος και οι δικηγόροι του διέψευσαν. 

Ο Φιλ Σπέκτορ διαγνώσθηκε με Covid-19 πριν από τέσσερις εβδομάδες και μεταφέρθηκε από το κελί της φυλακής, όπου εξέτιε 19χρονη ποινή φυλάκισης για τον φόνο της Λάνα Κλάρκσον, σε νοσοκομείο. Ο θάνατός του, σε ηλικία 81 ετών, ανακοινώθηκε την Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2021.