Κοσμος

Eitan: ο άνθρωπος που έφερε το Ολοκαύτωμα για τα καλά στο προσκήνιο

Ο κατάσκοπος της Μοσάντ που απήγαγε τον Άιχμαν και τον οδήγησε στη δίκη που έφερε στο προσκήνιο το χρονικό της Τελικής Λύσης

Χρύστα Ντζάνη
Χρύστα Ντζάνη
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
20893821.jpg
© EPA/JIM HOLLANDER

Θυμάμαι πριν κάποια χρόνια, στη Χάιφα, έναν ισραηλινό φωτογράφο, απόγονο Εβραίων της Ρουμανίας που επέζησαν του Ολοκαυτώματος, να μου λέει πως η αφήγηση της εμπειρίας τους δεν ήταν αυτονόητη για τους επιζήσαντες, αλλά χρειάστηκε να περάσουν σχεδόν δυο δεκαετίες προτού αρχίσουν να μιλούν για όσα είδαν και έζησαν.

Μέχρι τότε, οι πλείστοι ένιωθαν κάτι μεταξύ τύψεων (που επέζησαν) και φόβου (ότι μπορεί να τους ξανασυμβεί). Συν ότι κατά κάποιον τρόπο το έβλεπαν μοιρολατρικά, ότι ήταν γραφτό να γίνει. Στο μεταξύ, πολλοί απ' αυτούς έφυγαν απ' τη ζωή - άλλοι βυθισμένοι στην κατάθλιψη κι άλλοι αυτοκτονώντας. Ο Art Spiegelman (του οποίου η μητέρα επίσης αυτοκτόνησε, μην αντέχοντας τη ζωή μετά) περιγράφει εξαιρετικά αυτό το επίμονο αίσθημα του ποντικού που πιάστηκε στη φάκα, στο βραβευμένο με Pulitzer κόμικ του «Maus» – όπου οι Εβραίοι απεικονίζονται ακριβώς ως ποντίκια κι οι Γερμανοί ως γάτες που τους κυνηγούν.

Χρειάστηκε να συλληφθεί, το 1960, με αμιγώς κινηματογραφικό τρόπο από μια ομάδα πρακτόρων της Μοσάντ με επικεφαλής τον Rafi Eitan ο Συνταγματάρχης των SS και επικεφαλής του Γραφείου Εβραϊκών Υποθέσεων της Γκεστάπο, Άντολφ Άιχμαν, για να αποτινάξουν οι επιζήσαντες το βάρος της σιωπής.

maus.jpg

Στο «Maus» του ο Art Spiegelman χρησιμοποιεί ένα –όχι τυχαίο- μοτίβο εμπνευσμένο από το ζωικό βασίλειο για να περιγράψει την καταγωγή των ηρώων του: οι Εβραίοι αποδίδονται ως ποντίκια και οι Γερμανοί ως γάτες που τους κυνηγούν, οι Πολωνοί ως γουρούνια, οι Αμερικανοί ως σκύλοι κ.ο.κ.

Ο Άιχμαν στην Αργεντινή
Η Μοσάντ είχε εντοπίσει τα ίχνη του έναν χρόνο πριν στην Αργεντινή όπου είχε καταφύγει, όπως και αρκετοί άλλοι αξιωματούχοι των SS, μετά το τέλος του πολέμου, και ζούσε με ψεύτικο όνομα. Όταν βεβαιώθηκαν πως ήταν ο Άιχμαν, η ομάδα του Eitan τον απήγαγε και τον κράτησε σε κρησφύγετο, μέχρι που κατόρθωσε να τον φυγαδεύσει στο Ισραήλ, σε κατάσταση νάρκωσης, με εμπορική πτήση της ElAl, προκαλώντας την έντονη αντίδραση της Αργεντινής, που έκανε λόγο για παραβίαση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων από τη δράση των κατασκόπων. Το Ισραήλ απολογήθηκε, κάνοντας λόγο για –αυθαίρετη- δράση κάποιων πολιτών του, παρέχοντας έτσι κάλυψη στους κατασκόπους, και οδήγησε τον Άιχμαν σε δίκη, υπό το βλέμμα της διεθνούς κοινότητας.

Όπως ήταν αναμενόμενο, ο Άιχμαν καταδικάστηκε για τα εγκλήματά του και μάλιστα εις θάνατον' η τέφρα του σκορπίστηκε σε άγνωστη τοποθεσία στη Μεσόγειο, ώστε να μη βρεθεί ποτέ κάποιος να του αποδώσει τιμές. Η δίκη του όμως έφερε στο προσκήνιο για πρώτη φορά με τόση ακρίβεια το χρονικό της «Τελικής Λύσης»: του σχεδίου που είχαν με εμμονική μεθοδικότητα πλάσει οι ναζί για να εξοντώσουν κάθε ίχνος εβραϊκής παρουσίας σε όλες τις χώρες που βρίσκονταν υπό την επιρροή τους. Περισσότερο όμως κατάφερε να αναστρέψει το καλά εμπεδωμένο ως τότε κλίμα της σιωπής ανάμεσα στους επιζήσαντες: μετά τη δίκη του Άιχμαν, όλο και περισσότεροι άνθρωποι βγήκαν από το κουτί και περιέγραψαν τα όσα είχαν βιώσει στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, που για μεγάλο κομμάτι των Ευρωπαίων που έμειναν πίσω -και εκμεταλλεύτηκαν συν τω χρόνω τις εβραϊκές περιουσίες- φάνταζαν ως τότε αποκύημα της φαντασίας τους. Αναζητώντας οι ίδιοι μια κάποια λύτρωση, οι επιζήσαντες του Σοά (όπως είναι στα εβραϊκά το Ολοκαύτωμα, σημαίνοντας την καταστροφή) έδωσαν στον υπόλοιπο κόσμο να γνωρίσει και να αντιληφθεί το προσωπικό τους βασανιστήριο και πως η εξόντωση 6 εκατομμυρίων ανθρώπων με τόσο μεθοδικό τρόπο δεν είχε ψήγμα δικαιοσύνης ή λογικής, παρά ήταν ένα καλά μελετημένο, στυγνό έγκλημα κατά της ανθρωπότητας.

«Δεν ήμουν σε θέση να μιλήσω για αυτό μέχρι να βγω στη σύνταξη. Μέχρι να μεγαλώσουν τα παιδιά, εργασία από το πρωί μέχρι το βράδυ, γιατί ήταν πολύ δύσκολη η ζωή στο Ισραήλ στην αρχή και έπρεπε να εργαστούμε, δεν είχαμε τίποτα. Ο σύζυγός μου ήξερε, τα παιδιά μου δεν ήξεραν. Αλλά προσπαθούσε να μη ρωτάει, όσο μπορεί, γιατί νόμιζε πως θα ‘ρθουν στο μυαλό μου όλες οι φωτογραφίες και προτιμούσε να μη μιλάμε για αυτό. Η αλήθεια είναι πως ούτε αυτό ήταν καλό κι όταν βγήκα στη σύνταξη αισθάνθηκα σαν ένα μπουκάλι έτοιμο να σπάσει. Πήγα στο Εκπαιδευτήριο του Ολοκαυτώματος στην Ιερουσαλήμ κι εκεί κατόρθωσα σιγά σιγά να πω κλαίγοντας τι μου συνέβη, αλλά έβγαλα ό,τι ακριβώς είχα. Και αισθάνθηκα θεραπευμένη», μου είχε εξηγήσει κάποτε η κ. Άρτεμις Μπατίς Μιρόν, μια Εβραία από τα Ιωάννινα, με το νούμερο 77132 χαραγμένο στο χέρι της, που έχασε στο Άουσβιτς τη μάνα και τον εννιάχρονο αδερφό της – τον πατέρα της τον είχαν συλλάβει και εκτελέσει κάποιους μήνες πριν οι Γερμανοί. Όταν γύρισε στα Ιωάννινα, δεν βρήκε κανένα και έτσι έφυγε μόνη για την Παλαιστίνη για μια νέα ζωή.

neonazi.jpg

«Ο Άιχμαν καθησυχαζόταν στην ιδέα ότι γύρω του δεν υπήρχε κανείς, απολύτως κανείς, που να εναντιώνεται στην Τελική Λύση» γράφει η Χάνα Αρέντ στην «Κοινοτοπία του κακού», εξιστορώντας το χρονικό του Ολοκαυτώματος.

 

Η κοινοτοπία του κακού
Η επική δίκη του Άιχμαν έχει απεικονιστεί ποικιλοτρόπως σε αρκετές ταινίεςτου Χόλιγουντ («Eichmann», «Hannah Arendt», «Operation Eichmann» κ.ά.), εσχάτως και στη σειρά «Operation Finale» του Netflix. Περισσότερο όμως έμεινε στην ιστορία μέσα από το μνημειώδες βιβλίο της Αμερικανοεβραίας φιλοσόφου Χάνα Αρέντ «Η Δίκη του Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ», που περιγράφεται κυρίως από τον υπότιτλό του: «Η κοινοτοπία του κακού». Η Αρέντ παρακολούθησε και κατέγραψε τη διαδικασία ως ανταποκρίτρια του The New Yorker, όμως η διεισδυτική της ματιά στα γεγονότα -όπου, μεταξύ άλλων, επισήμανε την ευθύνη των κατά τόπους εβραϊκών συμβουλίων που δεν διέγνωσαν εγκαίρως τις πραγματικές προθέσεις των ναζί, ώστε να προστατέψουν τις εβραϊκές κοινότητες από τον διωγμό- ενόχλησε, στρέφοντας μεγάλη μερίδα της εβραϊκής κοινότητας εναντίον της.

Περισσότερο, η Αρέντ εστίασε σε αυτό ακριβώς που περιγράφει ο υπότιτλός της – στην κοινοτοπία του κακού. Πίσω από το προφίλ ενός πρωτεργάτη της «Τελικής Λύσης» η φιλόσοφος είδε έναν άντρα αμφιβόλου ευφυίας, έναν μάλλον «σοκαριστικής μετριότητας» νομοταγή πολίτη της δεδομένης εποχής που απλώς πίστεψε στη ναζιστική προπαγάνδα όπως εκατομμύρια άλλοι Γερμανοί και, ευρισκόμενος σε καίριο πόστο, κατάφερε να φέρει σε πέρας το «καθήκον» που του είχε ανατεθεί («ποτέ στο παρελθόν δεν υπήρξε συνωμοσία με λιγότερους συνωμότες και περισσότερους εκτελεστές», γράφει σε κάποιο σημείο του βιβλίου της). Έναν άνθρωπο που καθησυχαζόταν στην ιδέα ότι γύρω του δεν υπήρχε κανείς, απολύτως κανείς, που να εναντιώνεται στην Τελική Λύση.

Μέσα από την πολύκροτη δίκη του Άιχμαν, η Χάνα Αρέντ κατέγραψε την ηθική κατάρρευση ενός ολόκληρου έθνους, τα ψέματα με τα οποία πείστηκε ένας ολόκληρος λαός, διερωτήθηκε «πόσο καιρό χρειάζεται ο μέσος άνθρωπος για να ξεπεράσει τη φυσική του αποστροφή για το έγκλημα και τι ακριβώς του συμβαίνει όταν φτάσει στο σημείο αυτό». Ωστόσο, η ίδια εντέλει επικρίθηκε πως υποβάθμισε τη δράση του Συνταγματάρχη των Ναζί, παρουσιάζοντάς την περίπου ως κάτι απλό. Αν όμως για τη φρίκη του Ολοκαυτώματος έχουν από τη δίκη του Άιχμαν και μετά πολλά γραφτεί και ειπωθεί, για την πραγματική διάσταση και την κοινοτοπία, όπως εύστοχα την περιγράφει, του κακού και του Ολοκληρωτισμού έχουν στην πραγματικότητα πολύ λίγα μελετηθεί σε βάθος.

Τα θυμήθηκα όλα αυτά με αφορμή τον θάνατο, στις 23 Μαρτίου, σε ηλικία 93 ετών, του πράκτορα Rafi Eitan, χωρίς τη δράση του οποίου ενδεχομένως να μη γνωρίζαμε όσα ξέρουμε για το Ολοκαύτωμα. Και σήμερα που η εθνικιστική προπαγάνδα αποκτά όλο και περισσότερα ερείσματα στην πολιτική σκηνή της Ευρώπης και τα ναζιστικά σύμβολα βγαίνουν με όλο και λιγότερη συστολή από το ντουλάπι, νομίζω πως η Χάνα Αρέντ είναι περισσότερο από ποτέ επίκαιρη, ως προς την κοινοτοπία του κακού.

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ