Κοσμος

Λονδίνο: η μεθεπόμενη μέρα

Τα απανωτά σοκ αναστρέφουν όλα τα κλισέ και τις τυποποιημένες συμπεριφορές ενός λαού

Αργυρώ Μάντογλου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ένα διαφορετικό Λονδίνο βρήκαμε αυτόν τον Ιούνιο, λίγο μετά τις εκλογές και την έναρξη των διαπραγματεύσεων για το Brexit, το χτύπημα στο London Bridge και τη μεγάλη πυρκαγιά στον πύργο του Γκρένφελ -(ενώ την ώρα που γράφω αυτό το σημείωμα μαθαίνω και για το χτύπημα στο μουσουλμανικό τέμενος στο βόρειο Λονδίνο).  Θα έλεγε κανείς πως τα απανωτά σοκ έχουν επιδράσει στον πληθυσμό και βιώνουν το σύνδρομο όχι της επόμενης αλλά της μεθεπόμενης ημέρας –την αίσθηση πως δεν ωφελεί να είναι κανείς προετοιμασμένος, καθώς το «κακό» μπορεί να τον βρει οπουδήποτε και ανά πάσα στιγμή.  

Η  αίσθηση του επικείμενου και απροσδιόριστου κινδύνου, οι υψηλές  θερμοκρασίες, το απρόβλεπτο της κάθε στιγμής, έκαναν, κυρίως τους νεώτερους, να ξεχυθούν στους δρόμους με μια παραφορά και εξωστρέφεια στην οποία δεν μας έχουν συνηθίσει οι Λονδρέζοι. .

Φαινόμενα ασυνήθιστα για αυτή την τόσο εύτακτη πόλη με τους κλειστούς και υπεροπτικά εσωστρεφείς κατοίκους, θυμίζουν τον εκτροχιασμό που επέρχεται σε ταινίες επιστημονικής φαντασίας, μετά από μια καταστροφή. Επιπλέον, όπως όλοι γνωρίζουν, οι λονδρέζοι είναι εκκεντρικοί, οπότε δεν μπορεί παρά να είναι εκκεντρική και η  αντίδραση τους στο απρόβλεπτο.

Το κέντρο του Λονδίνου  θυμίζει εν πολλοίς εμπόλεμη ζώνη, οι σειρήνες χτυπούν αδιάκοπα μέρα και νύχτα, υπάρχουν κλήσεις για υπόπτους και φωτιά (ενίοτε έργο φαρσέρ που βάζουν αναμμένους αναπτήρες κάτω από ανιχνευτές καπνού) ώστε να αποκλείονται  ολόκληρα τετράγωνα που σε αναγκάζουν να παρεκκλίνεις μίλια ολόκληρα για να φθάσεις στον προορισμό σου.  Το παράδοξο είναι πως ταυτόχρονα κάποιοι κάνουν ανοιχτά πάρτι,  χορεύουν και τραγουδούν στους δρόμους,  κυκλοφορούν μέχρι πρωίας, σαν να θέλουν να  προκαλέσουν την  τύχη τους. «Τους έχει καταλάβει μια ομαδική έξαψη» - όπως συμβαίνει σε ταραγμένες περιόδους, μου έλεγε μια φίλη Λονδρέζα «είναι κι αυτός ένας τρόπος διαχείρισης της κρίσης  και του κινδύνου,  γυρίζεις την πλάτη στον φόβο και να συνεχίζεις τη ζωή σου κανονικά, σαν να μην συμβαίνουν αυτά που συμβαίνουν». 

Και αυτά την ώρα που ολόκληρη η πόλη έχει μετατραπεί σε πεδίο επιχειρήσεων και αυτοσχέδιων σημείων προσευχών και δεήσεων για τους νεκρούς της πυρκαγιάς και των επιθέσεων. 

Όσοι κυκλοφορούν στο κέντρο, θα έπεσαν πάνω σε διάφορα παράδοξα – λεωφορεία με τα μηχανήματα επικύρωσης εισιτηρίων εκτός λειτουργίας, συνεπώς μετακινείσαι δωρεάν. Περνάς έξω από ένα Starbucks και σε κερνάνε ένα δροσιστικό αφέψημα τσαγιού,  «για τόνωση του ηθικού».  Μπαίνεις σε ένα κατάστημα,  χτυπάει ο συναγερμός και μένεις μέσα μέχρι να σου επιτρέψουν να βγεις. Ψάχνεις ώρα τα βιβλία που θέλεις να αγοράσεις στο Waterstones, στήνεσαι στην ουρά για να πληρώσεις και μόλις φθάνεις στο ταμείο, πέφτει το σύστημα και ο υπάλληλος σε ενημερώνει πως αν διαθέσεις τον χρόνο σου έως ότου επανέλθει, θα λάβεις έκπτωση έως και σαράντα τις εκατό.  Περνάς έξω από την Όπερα,  κοντοστέκεσαι, και νά που βρίσκεται κάποιος να σου προσφέρει το εισιτήριο του για να παρακολουθήσεις την παράσταση.  Θα μπορούσα να απαριθμήσω κάμποσα τέτοια παράδοξα που δεν θα περίμενα ποτέ σε αυτό το σημείο του κόσμου. Ίσως ο εκτροχιασμός να φέρνει στην επιφάνεια και κάποιες άλλες ιδιότητες: Την ανάγκη των ανθρώπων να αφεθούν.  Ίσως η υπερδιέγερση και η οριακή ατμόσφαιρα  να βοηθάει να αντιστραφούν όλα τα κλισέ και οι τυποποιημένες συμπεριφορές ενός λαού.  Μια ατμόσφαιρα που θυμίζει ταινία επιστημονικής φαντασίας, όπου μετά από μια μεγάλη πυρηνική ή άλλη καταστροφή,  οι εναπομείναντες πενθούν μεν αλλά ξορκίζουν τον φόβο ζώντας  οριακά.

Στο Borough Market μετά το μακελειό 

 Φθάνεις στο London Bridge, στο Borough Market και τίποτα δεν θυμίζει το μακελειό, εκτός από τα  λουλούδια και τα σημειώματα που έχουν συσσωρευτεί σε διάφορα σημεία.  

Δυο βδομάδες μετά και ένα καινούργιο πνεύμα αλληλεγγύης βοηθάει τους εμπόρους στην αγορά, που βρίσκεται στο ίδιο σημείο εδώ και μια χιλιετία, να ανακάμψουν και να ξεπεράσουν τις απώλειες. Οι ιδιοκτήτες των καταστημάτων χάρισαν τα ενοίκια στους καταστηματάρχες για τις έντεκα μέρες που υποχρεώθηκαν να παραμείνουν κλειστά, τα φιλοδωρήματα αυξήθηκαν και ένας φούρνος πουλάει τον τριπλό αριθμό ντόνατς.

Τα καταστήματα της αγοράς τώρα έχουν πολύ περισσότερο κόσμο, είναι σαν κάτι που έχασαν «να τους επιστρέφεται εις διπλούν και τριπλούν».  

Κάποιοι από τους εργαζόμενους που υπέβαλαν μετά την επίθεση την παραίτησή τους, λίγες μέρες αργότερα, την αναίρεσαν και ζήτησαν να επιστρέψουν στη δουλειά τους.

Και το πλέον παράδοξο το διάβασα στους κυριακάτικους Times : Πελάτες που είχαν παγιδευτεί σε ένα εστιατόριο για δυόμιση ώρες εμφανίστηκαν λίγες μέρες αργότερα, όταν ξανάνοιξε το κατάστημα για να πληρώσουν τον λογαριασμό τους. Ο ιδιοκτήτης αρνήθηκε να πάρει χρήματα.

 Οι σειρήνες, οι ήρωες πυροσβέστες με τα πυροσβεστικά οχήματα που τρέχουν στους δρόμους, μετά από τις απανωτές κλήσεις για φωτιά, θυμίζουν την ατμόσφαιρα από το Φαρενάιτ 451 του Μπράντμπερι, ενώ η ανελλιπής παρουσία της αστυνομίας στο South Bank,  δίπλα στην Tate Modern και στο National Theatre θυμίζει σελίδες βγαλμένες από το «Τα παιδιά των ανθρώπων» της Π. Ντ. Τζέιμς και από το «Άνθρωποι του Μιλλένιουμ» του  Μπάλλαρντ, ο οποίος είχε ήδη από το 1973 στο Crash μιλήσει προφητικά για την εποχή που διανύουμε.

«Ζούμε μέσα σε ένα γιγάντιο μυθιστόρημα», είχε γράψει. «Ιδιαίτερα για έναν συγγραφέα είναι όλο και λιγότερο απαραίτητο να επινοήσει ένα  περιεχόμενο για το μυθιστόρημα του. Η μυθοπλασία υπάρχει παντού.  Η δουλειά του συγγραφέα πλέον είναι να επινοήσει την πραγματικότητα». Και αυτό μοιάζει να κάνουν πια οι Λονδρέζοι (καλλιτέχνες ή μη):  Επινοούν την πραγματικότητα, επινοώντας, ταυτόχρονα, εκ νέου και τον εαυτό τους. 

* Η Αργυρώ Μαντόγλου είναι συγγραφέας. Το νέο της μυθιστόρημα «Σώμα στη βιτρίνα» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο