Κοσμος

PLANET VOICE: Βιετνάμ γιε γιε

Η Έλενα Αγγελίδου πήγε, είδε και περιγράφει

59266-137646.jpg
Soul Team
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
13838-39387.JPG

Κείμενο, Φωτογραφία Έλενα Αγγελίδου

«Gooοd morning Vietnaaam», η φωνή του επισμηνία-dj Άντριαν Κρονάουερ αντηχεί στα αφτιά μου καθώς προσγειώνομαι στην πρωτεύουσα του πρώην Νοτίου Βιετνάμ, γνωστή ως Σαϊγκόν ή Χο Τσι Μινχ προς τιμήν του μεγάλου κομουνιστή ηγέτη. Μέσα στο μυαλό μου παλεύουν μύθοι, πραγματικότητες, Αμερικάνοι, Ρώσοι, Βιετκόνγκ, τούνελ, σπηλιές, ο Τζον Ράμπο, ποτάμια, βδέλες, δράκοι, ορυζώνες, παζάρια, γεύσεις, χρώματα, και όλα αυτά διακόπτονται άξαφνα με το που βγαίνω στον δρόμο!

Το να διασχίσεις μια οδό αποτελεί κυριολεκτικά εγχείρημα ζωής και θανάτου. Ένα επιθετικό κύμα από παπάκια, ποδήλατα, χειράμαξες, μοτοσακό, λεωφο¬ρεία και παλιά φορτηγά ρώσικης κατασκευής έρχο¬νται γοργά κατά πάνω σου, χωρίς, βέβαια, να παίζει το φρένο ως επιλογή. Ψάχνοντας απεγνωσμένα για ένα φανάρι, αντικρίζεις το σήμα του σταυρού αντί για το γνώριμο ολοστρόγγυλο κόκκινο φως, και αναφωνείς «Vaya con Dios» ή ενδεχομένως σκέφτεσαι το σήμα της Bayer διασχίζοντας ωσάν αλλόφρων κλασικός πρωτάρης τουρίστας.

Το τρικ το ανακάλυψα πολύ αργότερα στο πολύβουο Ανόι, όπου η χώρα σε θέλει πράο, αγγίζοντας τα όρια της αναισθησίας, να αφήνεις τα δίκυκλα να σε περνάνε ξυστά δίνοντάς τους χρόνο να σε αποφύγουν. Σοκ και δέος, καθώς διαισθάνομαι να κρέμονται ωσάν φίδια πάνω από το κεφάλι μου γυμνά καλώδια της ΔΕΗ, καταλήγοντας σε ένα μπέρδεμα άνευ προηγουμένου, αγκαλιάζοντας την κάθε κολώνα σαν γερασμένος κισσός. Θαρρώ πως αρχίζει όλο αυτό να μυρίζει Βιετνάμ.

Η Δύση, η Ανατολή, ο Βορράς, ο Νότος, η αμερικάνικη και γαλλική επιρροή, ο απόηχος ενός πολέμου με πολλά ερωτηματικά, η χαμηλή κάστα, που παλεύει ανάμεσα στον κομουνισμό του παρόντος και τον επερχόμενο καπιταλισμό, σχηματίζουν το σημερινό πρόσωπο του Βιετνάμ. Μπροστά μου έχω ένα εξουθενωτικό πρόγραμμα: 7 check-in, 10 πτήσεις, λεωφορειάδες, βαρκάδες και ποδαράδες έως τον βορρά, όπου και θα αποχαιρετούσα τούτη τη χώρα που γέννησε το μεγαλύτερο αντιπολεμικό κίνημα.

Πολυτελέστατα ξενοδοχεία, φιμέ τζάμια, εκλεπτυσμένα δυτικού τύπου καταστήματα, σπα, μασάζ, ανέσεις, σε αντιπαράθεση με τις υπαίθριες αγορές γεμάτες φρούτα, λαχανικά, λουλούδια, αρώματα, ρούχα, παπούτσια, πίνακες, αντικείμενα παντός τύπου σε πραγματικά εξευτελιστικές τιμές. Εκεί σου συμβαίνει το ακραίο: σε κάθε παζάρι (και χωράει πολύ) σε πιάνει μια τσιγγουνιά δίχως προηγούμενο, ακόμη και αν αφορά μισό δολάριο. Άντρες, γυναίκες, και το πιο λυπηρό, παιδιά από βρεφική σχεδόν ηλικία επιδίδονται σε εκπόρνευση της επαιτείας και σε παρακαλάνε για ένα πράσινο χαρτονόμισμα, προσπαθώντας να σε βιάσουν ψυχικά πεπεισμένοι πως στον τουρίστα δε θα λείψει. Η υγρασία σε συνδυασμό με την εγκληματικότητα δε σου δίνει πολλά περιθώρια για σουλάτσο, όμως εν τέλει η νύχτα με βρίσκει να πίνω τοπική μπίρα σε ένα εκπληκτικό jazz club παρέα με τους Έλα Φιτζέραλντ, Νίνα Σιμόν και Φρανκ Σινάτρα σε ένα live αναπάντεχα ποιοτικό.

Maalox blues

Μια «βαρκάδα» με το πρώτο φως του ηλίου στην καρδιά του δέλτα του ποταμού Μεκόνγκ, στην πλωτή αγορά Κάι Μπε, εντείνει το σφίξιμο στο στομάχι μου όσον αφορά τις άθλιες συνθήκες ζωής. Το 80% των Βιετναμέζων κατοικούν στα δέλτα των ποταμών σε πλωτές κατοικίες πάνω σε πασσάλους και τα πάντα συμβαίνουν πάνω, δίπλα και μέσα στο ποτάμι. Φάρμες όπου εκτρέφονται φίδια για παρασκευή φαρμάκων και τονωτικών κρασιών δε λείπουν από το πρόγραμμα, όπου τσιμπάω μια κρέμα Cobratox για τις θλάσεις - κάποιοι λένε πως κάνει δουλειά. Ίδωμεν!

Τα φίδια αποτελούν γευστική πανδαισία, όμως το λυπηρό είναι πως οι Βιετναμέζοι έχουν ως έδεσμα πρωτοκλασάτων περιπτώσεων μια συγκεκριμένη ράτσα σκύλων, κάτι που μου γυρνάει το στομάχι. Το Καν Το, γραφικό, με αγκαλιάζει για μια βραδιά γεμάτη υγρασία. Την επομένη, λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Σαϊγκόν άγγιξα για λίγο το ανατριχιαστικό συναίσθημα της κυνηγημένης ζωής των Βιετκόνγκ στο τούνελ Κου Τσι. Σπηλιές, λαγούμια και ένα υπόγειο σύστημα επικοινωνίας 250 χιλιομέτρων μέσω τούνελ που χρησιμοποιούσαν οι Βορειοβιετναμέζοι για να διεισδύσουν πίσω από γραμμές του εχθρού με έβαλαν στο κλίμα. Με 20 δολάρια επέλεξα το όπλο της αρεσκείας μου (είχα επιλογή ανάμεσα σε αμερικάνικο ή βιετναμέζικο) και μύρισα ανεπαίσθητα το μπαρούτι του πολέμου. Ένα Καλάσνικοφ (ΑΚ47) και 10 σφαίρες αποκάλυψαν ένα νέο ταλέντο που με τρόμαξε ιδιαιτέρως. Το Πολεμικό Μουσείο, με το συγκλονιστικό φωτογραφικό υλικό, ωθούσε τους τουρίστες σε αγορές ανάμεσα από πολεμικά λάφυρα τύπου κράνη, ταυτότητες, αξεσουάρ των νεκρών αμερικανών στρατιωτών, με τους αναπτήρες Zippo να κάνουν θραύση.

Μετά την άφιξη στο αεροδρόμιο του Ντανάνγκ, μια υπέροχη διαδρομή στην εξοχή του Βιετνάμ με προορισμό τη Χόι Αν, ένα μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO, η οποία υπήρξε κατά τον 16ο αιώνα το μεγαλύτερο αποικιακό κέντρο, με μαγεύουν κυριολεκτικά. Αρχιτεκτονική με έντονες κινέζικες επιρροές, λαϊκές αγορές με γοητευτικά πρόσωπα σκαμμένα από την κούραση, λυγερόκορμες νέες με το μεταξωτό «άου γιάι»( το παραδοσιακό γυναικείο ντύσιμο), τουρίστες να περιφέρονται στα γραφικά σοκάκια ψάχνοντας για μοναδικά κομμάτια βιετναμέζικης παράδοσης είτε να ράβουν το απόλυτο κουστούμι, ενώ εγώ ακόμα χτυπάω το κεφάλι μου για κάτι ζευγάρια Nike τύπου Jordan-Patchwork σε σχέδια που δεν υπάρχουν αλλού στον κόσμο.

Στους 36 δρόμους

Επόμενος σταθμός η Χουέ, πρωτεύουσα του Βιετνάμ στο διάστημα 1802 - 1945, κάνοντας μια πραγματικά υπέροχη διαδρομή, γνωρίζοντας τη βιετναμέζικη ύπαιθρο, όπου κυριαρχούν ορυζώνες, νεροβούβαλα, ποτάμια και ζούγκλες, με εναλλαγή τοπίων βουνού και θάλασσας. Έπειτα από μία βαρκάδα στο ποτάμι των αρωμάτων (το ταξίδι έσφυζε από περιηγήσεις στο νερό), ανάμεσα από γραφικές παγόδες και στούπες, τοπικές αγορές, και κατευθύνομαι για την πρωτεύουσα του Βορρά και της χώρας, το Ανόι. Έπειτα από 33 χρόνια, το κορμί του Χο Τσιν Μινχ ακόμη βρίσκεται μέσα σε μια κρύπτη στο μαρμάρινο μαυσωλείο, στο κέντρο της πόλης.

Με την πρωινή ψύχρα βρίσκομαι ήδη να κωπηλατώ στο Ταμ Κοκ μέσα στον Κόκκινο Ποταμό με απίστευτες τοιχογραφίες και ιερά σπήλαια, με απεγνωσμένους μικροπωλητές να με πλευρίζουν με βάρκες προσπαθώντας να με πείσουν να αγοράσω τοπικές κατασκευές και λιχουδιές. Με το που μεσημεριάζει, ξεχύνομαι ανάμεσα στα κορναρίσματα και το χάος φορώντας τη δικιά μου χρωματιστή trendy μάσκα για το καυσαέριο, στους 36 δρόμους του Ανόι, την «πόλη που κυκλώνεται από τα νερά». Ο δρόμος του μεταξιού, του ρυζιού, του χάρτου, του βραστού ψαριού και πολλά σοκάκια της παλιάς γραφικής συνοικίας έχουν ακόμη τα ίδια ονόματα από τον 18ο αιώνα και αποπνέουν τη γαλλική εσάνς. Αναψοκοκκινισμένοι δυτικοί βολεμένοι στα φαρδιά καθίσματα των δικύκλων κάνουν προκάτ βόλτες στα στενά, ηλικιωμένοι στην άκρη του δρόμου καπνίζουν περίεργες πίπες, πιθανόν με όπιο, λουλούδια, μπαμπού, υφάσματα, υαλικά και διάφορα είδη πορσελάνης, έπιπλα, ακόμα και μουσικά όργανα, και σε κάθε γωνιά ξεπροβάλλουν Βιετναμέζες με τα χαρακτηριστικά στρογγυλά καπέλα να πωλούν διάφορα εξωτικά φρούτα και λαχανικά. Κάποιο παιδί με φυλλάδια για τις «Μαριονέτες στο νερό» (must ατραξιόν) με αποσυντονίζει, όμως το μυαλό μου ήδη βρίσκεται στην επόμενη τελευταία μέρα στο Χάλονγκ Μπέι.

Φωτογραφίες και φυλλάδια με είχαν προετοιμάσει πλήρως. Ο μαγευτικός κόλπος Χαλόνγκ Μπέι περιλαμβάνει περίπου 3.000 νησιά από ασβεστόλιθο. Ένα τύπου παλαιό πειρατικό πλοιάριο, λες και ξεπήδησε από κάποια ταινία επιστημονικής φαντασίας, ξεγλιστρούσε μαλακά ανάμεσα στις μικρές και γραφικές νησίδες και το μόνο που ακουγόταν ήταν το «τσαφ τσαφ» των φωτογραφικών μηχανών. Οι περισσότεροι βολεύτηκαν μέσα στο πλοίο να απολαύσουν το εκλεπτυσμένο μενού. Σβέλτα τσίμπησα κάτι και ανέβηκα μόνη στο κατάστρωμα δίπλα στον καπετάνιο να αποχαιρετίσω τούτο τον τόπο καταλλήλως. Το κρύο ήταν αφόρητο, το iPod αναβόσβηνε στα χέρια μου και, καθώς οι Film γήτευαν τη στιγμή με το «Alarm», αναφώνησα αποσβολωμένη: Gooodbyyye Vietnaaam!

 

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ