Αθλητισμος

Είναι μόδα το τρέξιμο ή μήπως κινούμενος διαλογισμός;

Δεν έχετε παρά να κοιτάξετε τα πρόσωπα αυτών που τερματίζουν στον μαραθώνιο

Ελισάβετ Παπαδοπούλου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το τρέξιμο ως άσκηση διαλογισμού, τα οφέλη του και η μεγάλη πέραση που γνωρίζει στην εποχή μας

Διαλογίσου ή τρέξε. Το ίδιο είναι. Ή μάλλον το τρέξιμο αποδεικνύεται πιο αποτελεσματικό. Δεν το λέω εγώ, το λέει ο μετρ του είδους Χαρούκι Μουρακάμι (έχει τρέξει πάνω από 25 Μαραθώνιους, και τον υπερμαραθώνιο του Χοκάιντο 100 χλμ.). Τι λέει αυτός ο τύπος για τις σκέψεις που κάνει όταν τρέχει; «Τις κρύες μέρες, σκέφτομαι τι κρύο που κάνει. Τις ζεστές, παλεύω με τη ζέστη. Στ’ αλήθεια, όμως, δεν σκέφτομαι τίποτα το σημαντικό. Την περισσότερη ώρα επιπλέω στο κενό».

Το να επιπλέεις στο κενό μόνο εμένα μου ακούγεται σαν μια αταξινόμητη μορφή ευτυχίας; Καθώς το μέτρο μας για κάθε ευτυχισμένη στιγμή είναι η απόλαυση, μήπως αυτό το άδειασμα του νου, αυτό που διαολεμένα ζητάμε μερικές φορές λέγοντας «θέλω να αδειάσει το μυαλό μου», είναι η βάση για κάθε απόλαυση; Διότι τι να χωρέσει ένα βαρυφορτωμένο κεφάλι, ένας παραγεμισμένος εαυτός. Επιπλέον, όπως μας λέει άλλος ένας φανατικός του τρεξίματος ο Μαρκ Ρόουλαντς (είναι καθηγητής φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο του Μαϊάμι αυτός και μεταξύ άλλων έχει τρέξει τον υπερμαραθώνιο του Μπαντγουότερ, συνολικής έκτασης 217 χιλιομέτρων): «Απλώς τρέχω. Δεν κυνηγώ κάτι. Δεν σκέφτομαι» εξηγώντας μας παρακάτω ότι αυτό το «δεν σκέφτομαι» ουσιαστικά αποτελείται από αυτή την αίσθηση πληρότητας που έχει μερικές φορές ο άνθρωπος ο οποίος δεν χρειάζεται άλλους λόγους, πέρα από τους εγγενείς (ανασαίνω, αισθάνομαι τον εαυτό μου, ξαφνιάζομαι από μια ωραία εικόνα) για να νιώθει ευτυχής. Στο βιβλίο του μάλιστα, «Τρέχοντας με την αγέλη», μας λέει κάτι ακόμα εξίσου σημαντικό. Ότι το τρέξιμο είναι και μια μορφή αντίστασης στο σύγχρονο μοντέλο ζωής, στο οποίο πρέπει να αξιοποιούμε κάθε στιγμή.

Ε, λοιπόν τρέχοντας, σπάμε την τοξικότητα ενός πλαισίου ζωής, όπου ό,τι κάνουμε πρέπει να στοχεύει κάπου, από τότε ακόμα που είμαστε νήπια (βλέπε δομημένο παιχνίδι που έχει σκοπό κάτι να μας μάθει). Το τρέξιμο (εκτός από αυτό των αθλητών) δεν έχει σκοπό, είναι ένα παιχνίδι, ένας τρόπος να κάνουμε κάτι, μόνο και μόνο για να το κάνουμε. Εξάλλου, όπως πολύ σωστά μας λέει ο Μουρακάμι, «το τρέξιμο δεν χρειάζεται πολλά έξοδα, μπορείς να τρέξεις παντού, χωρίς κανένα σπουδαίο εξοπλισμό». Εδώ που τα λέμε δεν έχει άδικο.

Όσο τα χιλιόμετρα στο κοντέρ αθροίζονται, μια ουσία που λέγεται ντοπαμίνη και μια άλλη που λέγεται σεροτονίνη αρχίζουν να κόβουν βόλτα σε όλα τα κύτταρα και όργανά μας, χαρίζοντάς μας χαρά. 

Για να τρέξεις χρειάζεσαι µονάχα ένα ζευγάρι παπούτσια, έναν δρόµο και τον εαυτό σου. Εκεί στον δρόμο ύστερα συμβαίνουν πράγματα μαγικά. Δεν είναι τυχαίο που κολλάνε με το τρέξιμο όλο και πιο πολλοί, όλο και πιο πολύ. Όταν τρέχεις, ακόμα και να το θέλεις δεν μπορείς να κάνεις δύσκολες σκέψεις. Επιπλέον, δεν μπορείς να λύσεις κανένα πρόβλημα επειδή πολύ απλά όταν το σώμα κινείται με ένταση, η σκέψη αδρανεί (δεν το λέω εγώ, το λέει η επιστήμη). Ταυτόχρονα όσο η ώρα περνάει και τα χιλιόμετρα στο κοντέρ αθροίζονται, μια ουσία που λέγεται ντοπαμίνη και μια άλλη που λέγεται σεροτονίνη (υπεύθυνες κι οι δύο για το αίσθημα ευφορίας) αρχίζουν με τη βοήθεια των νευροδιαβιβαστών να κόβουν βόλτα σε όλα τα κύτταρά και όργανά μας, χαρίζοντάς μας χαρά. Αναίτια χαρά, χαζή χαρά, χωρίς εξήγηση χαρά. Αν αναλογιστούμε μάλιστα ότι το βασικό ζητούμενο σε αυτή τη δραστηριότητα είναι η φυγή προς τα εμπρός, μπορούμε να καταλάβουμε πόσο εξαγνιστικά λειτουργεί το τρέξιμο σε σχέση με όσα δυσάρεστα κουβαλάμε και θέλουμε να  αφήσουμε πίσω. Δεν έχετε παρά να ρωτήσετε έναν δρομέα, τι νιώθει όταν καταπίνει το ένα μετά το άλλο τα χιλιόμετρα. Δεν έχετε παρά να κοιτάξετε τα πρόσωπα αυτών που τερματίζουν στον μαραθώνιο. Είναι πολλά τα συναισθήματα (αυτό μπορώ να το πω και εκ πείρας αφού αξιώθηκα να κάνω έναν και μοναδικό μαραθώνιο). Είναι πολλά. Είναι μια αίσθηση θριάμβου. Μάλιστα πρόκειται για έναν θρίαμβο που έχει μοναδικό αποδέκτη τον εαυτό.

Ποιος άλλος θρίαμβος στον κόσμο στ’ αλήθεια δεν έχει ανάγκη το θεατή; Κι αν υπέφερες για να τα καταφέρεις δεν έχει σημασία. Διότι όπως λέει ένα βουδιστικό ρητό «Ο πόνος είναι αναπόφευκτος. Το μαρτύριο εθελοντικό». Το ξέρεις πριν ξεκινήσεις ότι θα πονέσεις. Το επιλέγεις. Είναι κι αυτό ένα θέμα προς διερεύνηση. Σε μια κοινωνία της απόλαυσης  επιλέγεις τον πόνο για να φτάσεις σε μια κορύφωση χαράς. Είναι μια παραβατικότητα κι αυτό, σε σχέση με την κρατούσα αντίληψη που θέλει να αποφεύγουμε πάση θυσία τον πόνο, ακόμα και τον κόπο. Οι απολαβές να μας χαρίζονται. Ακόμα και συμβολικά αν το δει κανείς στο τρέξιμο δεν σου χαρίζεται τίποτα. Για την ελαφράδα που νιώθεις στο τέλος, έχεις πληρώσει το κάθε λεπτό. Όμως τίποτα δεν συγκρίνεται με το να τρέχεις ασταμάτητα «μες στο δικό σου, οικείο, χειροποίητο κενό» όπως λέει ο Μουρακάμι, και προφανώς το ασπάζονται πολλοί, αν κρίνουμε από την πέραση που έχει το τρέξιμο μεγάλων αποστάσεων.