Αθλητισμος

Μίνο Ραϊόλα: Ο ατζέντης που άλλαξε το σύγχρονο ποδόσφαιρο

O «πιτσαδόρος» που έγινε βασιλιάς

Γιάννης Μπελεσιώτης
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μίνο Ραϊόλα: Η ιστορία του Ιταλού «σούπερ ατζέντη». Η ζωή του, οι πρώτοι του πελάτες, τα μεγάλα deals και άγνωστες ιστορίες της δαιμόνιας δράσης του.

Οι ποδοσφαιρικοί ατζέντηδες μπορεί να δρουν πολλές φορές στο παρασκήνιο και να κλείνουν σημαντικά deals πίσω από κλειστές πόρτες, όμως συνεισφέρουν με τη δουλειά τους στο υψηλό ποδοσφαιρικό θέαμα που παρακολουθούν οι θεατές στα γήπεδα ή στις τηλεοράσεις τους. Ο Μίνο Ραϊόλα ήταν αδιαμφησβήτητα ένας απ' αυτούς και με τον τρόπο που διαχειριζόταν το πλούσιο πελατολόγιό του άλλαξε κατά πολύ το πρόσωπο του αθλήματος τα τελευταία χρόνια. Η είδηση του θανάτου του σκόρπισε θλίψη όλο τον ποδοσφαιρικό κόσμο και αποτελεί πρώτο θέμα σε όλα τα δημοσιογραφικά πρακτορεία.

 

Μίνο Ραϊόλα: Ποιος ήταν ο Ιταλός super agent;

Στα μέσα της εβδομάδας που πέρασε συνέβη ένα αλαλούμ σχετικά με την κατάσταση της υγείας του Μίνο Ραϊόλα. Μια ξαφνική αναφορά πως ο διάσημος μάνατζερ ποδοσφαιριστών έφυγε από τη ζωή διαψεύστηκε από τον ίδιο μέσω Twitter και έγραψε πως ήταν η τρίτη φορά σε σύντομο χρονικό διάστημα που τα μεγάλα δίκτυα τον «πεθαίνουν». Πριν μερικές όμως  ώρες η οικογένειά του έκανε γνωστό το δυσάρεστο γεγονός μέσω διαδικτύου. Ήταν κοινό μυστικό πως τα ταλαιπωρημένα πνευμόνια του 55χρονου δύσκολα θα άντεχαν για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα.

 

 

Μίνο Ραϊόλα: Η ζωή πριν το ποδόσφαιρο

Ο Κάρμινε «Μίνο» Ραϊόλα προερχόταν από μία πατροπαράδοτη ιταλική οικογένεια. Γεννήθηκε στο Σαλέρνο της Ιταλίας στις 4 Νοεμβρίου 1967 και σε ένα σπίτι που δυσκολευόταν πολύ να τα βγάλει πέρα στις υποχρεώσεις της καθημερινότητας. Αυτό οδήγησε σε μία απόφαση ζωής τους δύο γονείς του, οι οποίοι αναζήτησαν μια καλύτερη τύχη στο Χάαρλεμ στην Ολλανδία στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Άνοιξαν μία πιτσαρία με το όνομα «Napoli» και έτσι έβγαζαν τα προς το ζην. Κανείς δεν γνώριζε τότε πως αυτό το γεγονός θα γεννούσε τον μεγαλύτερο ποδοσφαρικό ατζέντη όλων των εποχών.

© NurPhoto / Getty Images

Ο νεαρός τότε Ραϊόλα ξεκίνησε να δουλεύει στην οικογενειακή πιτσαρία από πολύ μικρή ηλικία και, στην προσπάθεια να έρθει πιο κοντά με τον πατέρα του, πέρναγε μεγάλο μέρος της ημέρας στην επιχείρηση. «Ο πατέρας μου δούλευε πολλές φορές 18 με 20 ώρες και από τα 11 μου ξεκίνησα να πλένω πιάτα δίπλα του» ανέφερε σε παλαιότερη συνέντευξη. Η συνεχομένη αλληλεπίδραση με πελάτες της περιοχής βελτίωσαν κατά πολύ τις επικοινωνιακές του δεξιότητες και, όταν ενηλικιώθηκε, ανέλαβε την ευθύνη και ξεκίνησε να λύνει τα οικονομικά προβήματα που προέκυπταν στο μαγαζί με τις τράπεζες. Στη «Napoli» γαλουχήθηκε το τεράστιο ταλέντο τού να κλείνει μεγάλες συμφωνίες.

Σε ηλικία 20 ετών είχε ήδη στον τραπεζικό του λογαριασμό το πρώτο του εκατομμύριο και σύντομα αγόρασε ένα κοντινό κατάστημα ΜακΝτόναλτς. Πριν καλά-καλά κλείσει τα 22 του χρόνια είχε λύσει το βιοποριστικό του, όμως στην πραγματικότητα ήθελε να ασχοληθεί με το μεγάλο του απωθημένο που δεν ήταν άλλο από το ποδόσφαιρο. Σαν νέος έπαιζε μπάλα στην τοπική ομάδα της Χάαρλεμ και ήρθε σε έπαφη για πρώτη φορά με το άθλημα της στρογγυλής θεάς από διοικητική θέση όταν ανέλαβε τεχνικός διευθυντής στον τοπικό σύλλογο.

Τα πρώτα deals του Μίνο Ραϊόλα

Ο μετέπειτα διάσημος ποδοσφαιρικός ατζέντης δεν είχε ιδέα για το πώς «τρέχει» μία επαγγελματική ομάδα και τι χρειάζεται το πόστο του τεχνικού διευθυντή. Αυτό δεν εμπόδισε τους παράγοντες της Χάαρλεμ να του δώσουν τη θέση, να εμπιστευτούν τον τρόπο που δούλευε - κάτι που τον έκανε επιτυχημένο στην περιοχή. Λίγο καιρό μετά διαφώνησε έντονα με μερικά στελέχη του συλλόγου και έφυγε, όμως είχε πάρει ήδη τις γνώσεις που χρειαζόταν για να ασχοληθεί περισσότερο με το μεγάλο του πάθος.

© NurPhoto / Getty Images

Η τροπή που πήρε η δουλειά στη Χάαρλεμ του έδωσε την ευκαιρία να αφοσιωθεί στην εταιρεία του, την Intermezzo, η οποία βοηθούσε ολλανδικές επιχειρήσεις να λειτουργούν στην Ιταλία. Μέσω αυτής έκανε το πρώτο του deal παίζοντας σημαντικό ρόλο στη μεταγραφή του Ολλανδού Μπράιαν Ρόι από τον Άγιαξ στη Φόγγια. Ο Ραϊόλα του έδειχνε για περισσότερο από ενα εξάμηνο πράγματα για την Ιταλία, ενώ τον βοήθησε να βάψει μέχρι και το σπίτι του. Ο διάσημος μάνατζερ Ρομπ Γιάνσεν άκουσε για τη μεταγραφή του Ρόι και του ζήτησε να αναλάβει χρέη διερμηνέα για χάρη της μετακίνησης του Ντένις Μπέργκαμπ στην Ίντερ το 1993. Η επιτυχία αυτή έκανε τον Γιάνσεν να του προσφέρει μία θέση στην εταιρεία του. Ούτε εκεί έμεινε για μεγάλο διάστημα, διότι ήθελε να δουλέψει μόνος του. 

Όσο ήταν στη Φόγγια ο Ραϊόλα, ήρθε σε επαφή με δύο πολύ σημαντικούς ανθρώπους για τη μετέπειτα ζωή του. Αρχικά γνώρισε τον προπονητή Ζντένεκ Ζέμαν και λίγο καιρό αργότερα τη μέλλουσα σύζυγό του. Με τον Ζέμαν ανέπτυξε μία δυνατή φιλία, η οποία αποτελούταν από ατελείωτες ποδοσφαιρικές συζητήσεις. Εκεί ο Ραϊόλα του έλεγε πως έψαχνε τον «τέλειο ποδοσφαιριστή», δηλαδή έναν που δεν διαθέτει μόνο τις τεχνικές αρετές αλλά και την οξυδέρκεια να γίνει κορυφαίος. Για πολλά χρόνια πίστευε πως δεν υπάρχει αυτός, μέχρι που γνώρισε τον Τσέχο Πάβελ Νέντβεντ, ο οποίος αποτέλεσε τον πρώτο του πολύ σημαντικό πελάτη και εκείνον που τον τοποθέτησε στις συνειδήσεις ολόκληρου του ποδοσφαιρικού πλανήτη.

© Toni Garigga / EPA

Μίνο Ραϊόλα: Ένα πελατολόγιο γεμάτο αστέρια

Η μεταγραφή του Νέντβεντ από την Σπάρτα Πράγας στη Λάτσιο ήταν η πρώτη μεγάλη κίνηση της καριέρας του. Άλλωστε μιλάμε για ένα μεγάλο ποδοσφαιριστή και μελλοντικό νικητή της «Χρυσής Μπάλας» το 2003. Για χάρη του είπε στη διοίκηση της Γιουβέντους λίγα χρόνια μετά πως «Θέλω να αμοίβεται με όσα ακριβώς λαμβάνει ο Ζινεντίν Ζιντάν». 

Λίγο αργότερα μπήκε στη ζωή του ο επόμενος μεγάλος του πελάτης, ο Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς. Ο Σουηδός έψαχνε καινούργιο ατζέντη και τον έφεραν σε επαφή με τον Ραϊόλα. Η πρώτη τους γνωριμία δείχνει και πολλά κομμάτια της προσωπικότητας του Ιταλού. Η συνάντηση είχε κανονιστεί σε ένα εστιατόριο ιαπωνικής κουζίνας στο Άμστερνταμ, στο οποίο ο «Ίμπρα», αν και νεαρός τότε, εμφανίστηκε με κοστούμι και ένα πανάκριβο χρυσό ρολόι. Ο Ραϊόλα έκανε την εμφάνισή του με ένα απλό μπλουζάκι, ένα σκισμένο τζιν και, αφού κάθισε μαζί του στο τραπέζι, είπε στον Σουηδό «Αυτή δεν είναι εικόνα ποδοσφαιριστή. Θες να είσαι ο καλύτερος στον κόσμο ή να επιδεικνύεις την περιουσία σου; Άσε τα χρυσά ρολόγια και αφοσιώσου στην προπόνηση, γιατί τα στατιστικά σου είναι απαράδεκτα». Ο Ιμπραΐμοβιτς έμεινε για λίγο αποσβολωμένος και έπειτα συμφώνησε μαζί του. Ο Σουηδός σέντερ φορ είχε βρει τον ατζέντη που ταίριαζε στον εκρηκτικό χαρακτήρα του.

© VI-Images / Getty Images

Από το πελάτολόγιό του πέρασαν πολύ μεγάλοι αστέρες του αθλήματος. Μάριο Μπαλοτέλι, Ματίας Ντε Λιχτ, Τζίτζι Ντοναρούμα, Λορένζο Ινσίνιε, Τζέσι Λίνγκαρντ, Έρλινγκ Χάλαντ, Ρομέλου Λουκάκου, Μάρκο Βεράτι και φυσικά ο Γάλλος Πολ Πογμπά, με τον οποίο έσπασε το ρεκόρ μεταγραφής χάρη στο ποσό των 105 εκατομμυρίων ευρώ που δαπάνησε η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ για να τον κάνει δικό της. Ο εκκεντρικός μάνατζερ έβγαλε 25 εκατομμύρια από αυτή τη συμφωνία και το γιόρτασε αγοράζοντας τη βίλα του Αλ Καπόνε στο Μαϊάμι.

Η διαφορετική σχέση ατζέντη - ποδοσφαιριστή με τους πελάτες του

Δεν είναι τυχαίο πως όλοι όσοι εκπροσωπούσε στο παρελθόν, τον λατρεύουν μέχρι σήμερα. Ο δαιμόνιος Μίνο Ραϊόλα είχε τον τρόπο να πείθει τις ομάδες πως η δική του πρόταση για τον ποδοσφαιριστή ήταν και η καλύτερη. Πάντα ήταν με την πλευρά του αθλητή και, πριν κλείσει μία μεταγραφή, προσπαθούσε να εξασφαλίσει όσα περισσότερα χρήματα μπορούσε πρώτα για εκείνον και έπειτα για τον ίδιο. Όλοι τον αγαπούσαν γι' αυτό, όμως οδήγησαν ανθρώπους όπως ο Άλεξ Φέργκιουσον να τον απεχθάνονται. 

Το όνομα του Ολλανδού ποδοσφαιρστή Ροντρίκ Τουρπίν μπορεί να μην λέει σε πολλούς κάτι, όμως πρόκειται για έναν παίκτη που έγραψε μερικές συμμετοχές με τον Άγιαξ τη δεκαετία του 1990 και έπειτα μεταγράφηκε στη Ντε Γκράαφτσαπ σε ηλικία 20 ετών. Αγωνίστηκε εκεί για 4 σεζόν και σταμάτησε το ποδόσφαιρο μόλις στα 25 του χρόνια. Το παράξενο αυτής της απόφασης ήταν πως οι χειρισμοί του ατζέντη του εξασφάλισαν στον ίδιο ένα πλουσιοπάροχο συμβόλαιο. Ο μάνατζερ του Τουρπίν σηκώθηκε και έφυγε από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τη Ντε Γκράαφτσαπ, καθώς απαιτούσε ο πελάτης του να αμοίβεται με το ίδιο ακριβώς ποσό που έπαιρνε και στον Άγιαξ. Η διοίκηση της ολλανδικής ομάδας τελικά δέχτηκε και μάλιστα έδωσε και πολλά μπόνους στον παίκτη. Ο ατζέντης αυτός δεν ήταν άλλος από τον Μίνο Ραϊόλα.

© Alessandro Di Marco / EPA
 

Ο ίδιος ο Τουρπίν πριν μερικά χρόνια έγραψε ένα άρθρο γι' αυτή την ιστορία με τίτλο «Σε ευχαριστώ για όλα, Μίνο», καθώς ο Ιταλός σούπερ ατζέντης τον απεκατέστησε οικονομικά για μια ζωή. Αυτός ήταν και ο τρόπος που λειτουργούσε. Για τους πελάτες του πάντα διεκδικούσε το καλύτερο και επέμενε μέχρι να το πάρει. Θεωρούσε για τον εαυτό του πως είναι το αουτσάιντερ και ήθελε να κερδίζει το σύστημα. Οι ατζέντηδες παρουσιάζονται πολλές φορές σαν εχθροί ή προσωπικότητες που δουλεύουν πίσω από κλειστές κουρτίνες. Ο Ραϊόλα ήταν διαφορετικός και αυτό ήταν που τον ξεχώρισε. Ανέπτυξε φιλίες με τους πελάτες του, έκανε τη ζωή που ήθελε και ασχολήθηκε με αυτό που αγαπούσε.

Η είδηση του θανάτου του είναι λογικό να σκορπίζει με θλίψη τον κόσμο του ποδοσφαίρου. Ο Μίνο Ραϊόλα ήταν ο κορυφαίος ποδοσφαιρικός ατζέντης και με τον τρόπο που δούλευε άλλαξε το σύγχρονο ποδόσφαιρο.