Αθλητισμος

Ναι ρε, ΠΑΟΚ

O Ιβάν Σαββίδης απέκτησε τον έλεγχο στη μεγαλύτερη ψύχωση αυτής της πόλης

Κώστας Γιαννακίδης
ΤΕΥΧΟΣ 693
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Αν πανηγυρίσεις η ευθύνη θα είναι αποκλειστικά δική σου» με προειδοποίησε ο βάζελος φίλος λίγο πριν μπούμε στο ΟΑΚΑ για το παιχνίδι ανάμεσα στον ΠΑΟ και στον ΠΑΟΚ. Του εξήγησα ότι όλα έρχονται πλέον τόσο εύκολα για τον ΠΑΟΚ, ώστε δεν πανηγυρίζω τα γκολ. Και είναι αλήθεια. Με τον Ολυμπιακό πανηγύρισα μόνο το πρώτο και το τρίτο επειδή ήταν γκολάρες. 

Λίγο αργότερα επιβεβαιώθηκα. Ο ΠΑΟΚ πέτυχε γκολ στο πρώτο λεπτό και εγώ έμεινα με τα χέρια στις τσέπες, άντε και με ένα χαμόγελο φυλακισμένο στο στόμα. Μετά έμεινα να χαζεύω την όμορφη, είναι η αλήθεια, παρέα των Παναθηναϊκών φίλων στη Θύρα 23 του ΟΑΚΑ. Για να σηκωθείς και να βρίσεις ως «κομιτατζή» έναν Βρετανό και μάλιστα μαύρο, δεν κουβαλάς καφρίλα, αλλά τόνους αναξιοποίητου χιούμορ. Επίσης οφείλω να ομολογήσω ότι διέκρινα μία απολαυστική διάθεση αυτοσαρκασμού για την κατάσταση του Παναθηναϊκού. Και εδώ που τα λέμε, όταν η ομάδα έχει αυτή την εικόνα και εσύ πηγαίνεις να φας κρύο στο ΟΑΚΑ, ξέρεις ότι η απόλαυση είναι σε αυτά που ακούς στην κερκίδα, όχι σε εκείνα που βλέπεις στο γήπεδο.

Που λέτε, στο τελευταίο πρωτάθλημα που πήρε ο ΠΑΟΚ ήμουν πρωτοετής φοιτητής. Σε αυτό το πρωτάθλημα είναι ο γιος μου δευτεροετής φοιτητής. Το ξέρω ότι κάτι θέλετε να πείτε για το εγγόνι μου. Αλλά δεν θα σας κάνω τη χάρη. Διότι ο ΠΑΟΚ, που μεγαλώνει με γεωμετρική πρόοδο, είναι το σημερινό και αυριανό Big Thing στην Ελλάδα, ενδεχομένως και η πιο ενδιαφέρουσα προσθήκη στους μικρομεσαίους της Ευρώπης. Ναι, ξέρω, έμεινε 35 χρόνια χωρίς πρωτάθλημα. Έτσι πάνε αυτά τα πράγματα. Όταν ο ΠΑΟΚ είχε πρόεδρο τον Γιώργο Παντελάκη, έναν έμπορο ειδών υγιεινής, οι ανταγωνιστές του είχαν Νταϊφά, Μπάρλο, Βαρδινογιάννη. Όταν είχε πρόεδρο έναν έμπορο φρούτων από τη Βέροια, τον Χάρη Σαββίδη, οι άλλοι είχαν πάλι Βαρδινογιάννη, Κοσκωτά, Κόκκαλη. Τώρα έχει τον Ιβάν Σαββίδη και παίρνει κεφάλι. Και, να με συγχωρείτε, όταν μπλέκονται τόσοι πλούσιοι, προσωπικά δυσκολεύομαι να ξεχωρίσω τους καλούς από τους κακούς, τους ολιγάρχες από τους υγιείς businessmen. 

Υπάρχουν δύο πράγματα που αξίζει να εστιάσετε κοιτάζοντας προς τον ΠΑΟΚ. Το πρώτο είναι η αντοχή του λαϊκού ερείσματος. Το δεύτερο έχει να κάνει με την ψύχωση της πόλης για αυτή την ομάδα ή, αν θέλετε, την καταπίεση που ασκεί ένα μεγάλο κομμάτι της τοπικής κοινωνίας προς όσους δεν ενδιαφέρονται ή αδιαφορούν. Συχνά λέω ότι ο πόνος, η αποτυχία και η πικρή γεύση της ήττας είναι για τον ΠΑΟΚ ό,τι και η ξενιτιά στα τραγούδια του Καζαντζίδη. Πρόκειται για μία ομάδα που ενώ έμεινε 35 χρόνια χωρίς πρωτάθλημα, είδε τις τάξεις των οπαδών της να πυκνώνουν, δημιουργώντας μία εμμονική κατάσταση στην πόλη.

Όταν ανεβαίνω στη Θεσσαλονίκη αισθάνομαι ότι η πόλη δίνει περισσότερα από την αναπνοή της στον ΠΑΟΚ. Δίνει και την ψυχή της. Το ακούς στα καφέ, το φωνάζουν τα αθλητικά ραδιόφωνα που είναι πρώτα σε ακροαματικότητα, στο λέει ο ταρίφας που έχει τον Παΐσιο κρεμασμένο στον καθρέφτη να πηγαίνει νευρικός πέρα-δώθε. Για ποιο λόγο συνέβη αυτό; Νομίζω ότι έχει να κάνει με εκείνο το σύνδρομο του αδικημένου με το οποίο μεγαλώνουμε εμείς οι Θεσσαλονικείς, τουλάχιστον η δική μου γενιά. Αυτό, αν το ζευγαρώσεις με τον έντονο τοπικισμό, θα γεννήσει την ανάγκη για κάτι που προσδίδει υπερηφάνεια και αίσθηση υπεροχής στην πόλη. Αυτή τη δουλειά, για ένα κυρίαρχο κομμάτι της τοπικής κοινωνίας, την κάνει ο ΠΑΟΚ. Όταν ο Ιβάν Σαββίδης αποφάσισε να αγοράσει την ομάδα, δεν πήρε μόνο ένα δημοφιλές σωματείο, απέκτησε τον έλεγχο στη μεγαλύτερη ψύχωση αυτής της πόλης. Και το έκανε καλά. Επένδυσε 100 εκατ. ευρώ και έχτισε μία ομάδα που χαίρεσαι να τη βλέπεις με το όμορφο ποδόσφαιρο που παίζει. Και ας λένε ότι ο ΠΑΟΚ ευνοείται. Πείτε μου αν αυτό το πρωτάθλημα είναι προϊόν εύνοιας. Αν υποστηρίζετε κάτι τέτοιο, ο φθόνος σας είναι πιο δυνατός από τη λογική σας.