Αθλητισμος

Τάκης Λουκανίδης in memoriam

Δεν έλειψαν και οι ροζ πινελιές από τον πολυτάραχο γηπεδικό βίο του μεγαλύτερου ίσως ταλέντου που ανέδειξε ποτέ το ελληνικό ποδόσφαιρο

Ανδρέας Παππάς
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πρόσφατα διάβασα ότι πέθανε, σε ηλικία 81 ετών, ο Τάκης Λουκανίδης, θρυλική ποδοσφαιρική μορφή των νεανικών μου χρόνων. «Τάκαρε, Λουκανίδαρε, τι είναι αυτά που κάνεις, Κόκκινους και Κίτρινους, εσύ θα τους τρελάνεις», έλεγαν οι οπαδοί του Παναθηναϊκού, σε μια εποχή όπου τα γήπεδα δεν είχαν ακόμη μετατραπεί σε εστίες ανεξέλεγκτης βίας και γενικότερης καφρίλας. Τότε που οι θεατές, οι διπλανοί σου, έρχονταν στο γήπεδο λίγο πριν αρχίσει ο αγώνας, αγόραζαν εισητήριο απέξω, από κάτι αυτοσχέδια κασελάκια που έστηναν οι υπεύθυνοι του Παναθηναϊκού, και ήταν ντυμένοι ακόμα και με κοστούμι πρενς ντε γκαλ!

Μάλιστα, believe it or not, με τον Τάκη Λουκανίδη είχαμε υπάρξει (άπαξ, βέβαια...) και συμπαίκτες. Εκεί γύρω στο 1965, η ομάδα μου, της οποίας ετύγχανα αίλουρος τερματοφύλακας, είχε κλείσει φιλικό αγώνα με τους εφήβους του Παναθηναϊκού. Στο γήπεδο της λεωφόρου ήταν και ο Τάκης Λουκανίδης, καθώς είχε μόλις τελειώσει η προπόνηση της ομάδας με τον Μπόμπεκ. «Ρε παιδιά, άντε, θα παίξω κι εγώ μαζί σας», είπε. Όπερ και έπραξε, για ένα διάστημα του αγώνα τουλάχιστον.

Πώς να μη συγκινηθώ, λοιπόν, με το άγγελμα του θανάτου ενός τέτοιου παιχταρά, αλλά και ευκαιριακά (πιο ευκαιριακά δεν γίνεται) συμπαίκτη μου. Για να αφήσω όμως για λίγο την πλάκα, θα έλεγα πως κατά τη γνώμη μου ο Τάκης Λουκανίδης υπήρξε πράγματι το μεγαλύτερο ταλέντο που ανέδειξε το ελληνικό ποδόσφαιρο. Σήμερα, με τα μέσα που υπάρχουν και με τον τρόπο με τον οποίο προπονούνται οι ποδοσφαιριστές, θα έπαιζε ασφαλώς σε μια από τις κορυφαίες ομάδες της Ευρώπης. Τότε όμως, άλλες καταστάσεις. Τον είχα ακούσει, μάλιστα, να λέει κάποτε σε μια συνέντευξη, με αυτοσαρκαστική διάθεση: «Με είχε ζητήσει η Γιουβέντους. Όμως εγώ δεν ήθελα να πάω. Δεν ήξερα λέξη ιταλικά. Με ποιον θα μίλαγα εκεί; Ένα βλαχάκι ήμουν εγώ τότε». Μακάρι και άλλοι σημερινοί αθλητές (και όχι μόνο αθλητές, θα έλεγα) να είχαν τέτοιο γνώθι σαυτόν και τέτοια υγιή προσέγγιση στα πράγματα.

Ο Λουκανίδης ήταν, κατά κάποιον τρόπο, ο ιδεώδης παίκτης για το total football που λανσάρισε λίγα χρόνια αργότερα ο Άγιαξ. Τα έκανε όλα: έκοβε, μαρκάριζε, κέρδιζε όλες τις αμφισβητούμενες μπαλιές σε ακτίνα ενός μέτρου, ήταν ασυναγώνιστος στο ψηλό παιχνίδι, έβαζε γκολ με κεφαλιές, χτύπαγε εξαιρετικά τα φάουλ έξω από την περιοχή του αντιπάλου, έκανε ό,τι άλλο μπορούσε να περιμένει κάποιος, προπονητής ή και απλός φίλαθλος, από έναν ποδοσφαιριστή.

Υπήρξαν, μάλιστα, και ροζ πινελιές στην καριέρα του Τάκη Λουκανίδη, όπως υπήρχαν άλλωστε και γενικότερα στο ποδόσφαιρο εκείνης της εποχής. Έτσι, κάποιοι παλαιότεροι θα θυμούνται ίσως το σκάνδαλο που είχε ξεσπάσει με τον Λουκανίδη. Πρέπει να ήταν το 1962 όταν, παραμονές ενός ντέρμπι Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού, μάθαμε ότι ο Τάκαρος δεν θα έπαιζε, γιατί υπήρχε καταγγελία και δίωξη εναντίον του για «αποπλάνηση ανηλίκου». Τελικά βέβαια έπαιξε, αν θυμάμαι καλά, αφού πρώτα δεσμεύτηκε ότι θα παντρευόταν την αποπλανηθείσα. Έτσι και έγινε, με τον γάμο βέβαια να διαλύεται πολύ σύντομα. Χρόνια αργότερα, τον είχα ακούσει να μιλάει για το συμβάν στην τηλεόραση. Ισχυριζόταν, λοιπόν, ότι του την είχε ψιλοπέσει (όπως θα λέγαμε σήμερα) η παθούσα, όντας μεταξύ άλλων και θαυμάστριά του, κι εκείνος την πήγε σ’ ένα ξενοδοχείο κάπου προς την Ομόνοια, που το ήξερε από την εποχή «που μέναμε εκεί με τη Δόξα Δράμας, όταν ερχόμασταν να παίξουμε στην Αθήνα».

Τι καιροί κι εκείνοι! Σήμερα ασφαλώς ο αντίστοιχος Λουκανίδης θα πήγαινε την αντίστοιχη θαυμάστρια που θα «του την έπεφτε» σε κάποιο σούπερ ξενοδοχείο, εντός ή και εκτός Αθηνών. Μάλιστα, αν θυμάμαι καλά και πάλι, στην ίδια συνέντευξη είχε πει πως, πριν πάνε στο ξενοδοχείο, την είχε πάει στον κινηματογράφο, σε κάποιο από τα τότε σινεμά της οδού Πανεπιστημίου, στο  «Ιντεάλ», στο «Ρεξ», ή στην «Τιτάνια»! Άλλοι πάλι λέγουν –ή, τουλάχιστον, έλεγαν τότε– πως την όλη ιστορία με την ανήλικη την είχαν στήσει «ολυμπιακοί κύκλοι» προκειμένου να μην παίξει ο Λουκανίδης στο επικείμενο ντέρμπι. Όπως επίσης λεγόταν πως «παναθηναϊκοί κύκλοι» είχαν στήσει μια αντίστοιχη ιστορία, με πρωταγωνιστές ποδοσφαιριστές του Ολυμπιακού αυτή τη φορά, δυο-τρία χρόνια αργότερα, πάλι πριν από ντέρμπι των «δύο αιωνίων». Μάλιστα, οι κατηγορούμενοι παίκτες του Ολυμπιακού είχαν κρατηθεί για λίγες μέρες στις φυλακές Αβέρωφ, εκεί όπου σήμερα είναι ο Άρειος Πάγος, με αποτέλεσμα να οργανωθεί μπροστά στις φυλακές συγκέντρωση οπαδών του Ολυμπιακού με αίτημα την άμεση αποφυλάκιση των παικτών ώστε να παίξουν στο ντέρμπι.

Αρκετά όμως με τις ροζ πινελιές. Στο κάτω κάτω, ένας θάνατος υπήρξε αφορμή για το κείμενο. Αν και υπάρχει, βέβαια, και η άποψη, την οποία συμμερίζομαι εν πολλοίς, πως ο καλύτερος τρόπος να αποχαιρετίσεις έναν εκλιπόντα είναι θυμίζοντας χαριτωμένες, ή ακόμα και σκαμπρόζικες, στιγμές από τη ζωή του.