Αθλητισμος

Εκατό τρόποι να κερδίσετε πέναλτι

Όταν η διαιτητολαγνεία «ταΐζει» ένα σωρό ανθρώπους, λογικό να μη θέλουν να τη ξεριζώσουν και να αλλάξουν τα μυαλά που την έχουν κάνει κυρίαρχο ζήτημα

Νίκος Ασημακόπουλος
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πριν από πολλά χρόνια, ψάχνοντας σε κάποιο βιβλιοπωλείο στο Λονδίνο, έπεσα πάνω σε ένα βιβλίο με τίτλο «Εκατό τρόποι να κερδίσετε πέναλτι»!

«Οπ! Εδώ είμαστε»... Ενδιαφέρθηκα αμέσως όχι απλώς να το αγοράσω και να το διαβάσω, αλλά να βρω τον τρόπο να εξασφαλίσω τα δικαιώματά του για την Ελλάδα. Έτσι και το έβγαζα μεταφρασμένο στα ελληνικά, θα έκανε τρελές πωλήσεις και θα γινόμουν πλούσιος! Κάθε Κυριακή βράδυ οι πανελίστες των αθλητικών εκπομπών θα είχαν ένα εκατομμύριο αφορμές να το ανοίξουν και να διαβάσουν για περιπτώσεις που θα βρίσκονταν στο κέντρο της οπαδικής αντιπαράθεσης. Τεράστια τσάμπα διαφήμιση. Δυστυχώς, με το που το ξεφύλλισα κατάλαβα ότι ήταν μυθιστόρημα και το παράτησα ήσυχο στο ράφι του...

Βρισκόμαστε σε μια χώρα όπου, αν καταργηθούν το οφσάιντ και το πέναλτι, θα σταματήσει αυτόματα το ενδιαφέρον πολλών για το ποδόσφαιρο ενώ ταυτόχρονα θα καταρρεύσει μια τεράστια βιοτεχνία ψευδαισθήσεων που αναπτύσσεται και πλουτίζει εις βάρος των αφελών.

Πρώτες απ' όλες οι ποδοσφαιρικές εκπομπές έχουν προσλάβει από έναν «καθηγητή διαιτησίας» (συνήθως μέτριο ή αποτυχημένο παλιό διαιτητή...) ο οποίος με ύφος χιλίων καρδιναλίων αναλύει κάθε φάση αφού τη βλέπει καρέ-καρέ πάνω από δέκα φορές, και αποφαίνεται αν ο ρέφερι έκανε λάθος ή όχι. Σε πολύ δύσκολες ή μπερδεμένες φάσεις, εκεί που και ο ίδιος θα τα έκανε μούσκεμα αν βρισκόταν να σφυρίζει στο γήπεδο, παίρνει κατά κανόνα θέση ανάλογα με το Μέσον που τον φιλοξενεί. Αν το κανάλι, η εφημερίδα ή το σάιτ είναι «φιλοαλαφουζικό» το δίκιο για να φωνάζει το έχει ο Παναθηναϊκός, αν είναι «φιλομαρινακικό» ο Ολυμπιακός, και ούτω καθεξής.

Υπάρχει ήδη μια ολόκληρη επιστήμη γύρω από τον όρο «αμφισβητούμενες φάσεις» που έχει γίνει πλέον μάθημα και διδάσκεται στις σχολές αθλητικής δημοσιογραφίας ώστε οι μελλοντικοί μας συνάδελφοι να έχουν όλα τα απαραίτητα εφόδια όταν βγουν στην πιάτσα, να μπουν στο λούκι της διαιτητολογίας και να μπορέσουν να κάνουν καριέρα.

Γι' αυτό, τον «καθηγητή διαιτησίας» ακολουθεί ο «έγκυρος αναλυτής» που αρχίζει να καταγγέλλει από καθέδρας για να μπουν στη συζήτηση όλοι οι φιλοξενούμενοι στο πάνελ και να αρχίσουν να τσακώνονται − πολλές φορές με το χειρότερο τρόπο.

Το παρακολουθούμε και στις μεταδόσεις των αγώνων: «Παίρνει την μπάλα ο Φορτούνης από αριστερά, δεν είναι οφσάιντ...». Ο σπορτκάστερ θεωρεί απολύτως απαραίτητο να ενημερώσει πρώτα για το αν υπάρχει παράβαση και μετά για την ίδια τη φάση. Ένα μικρόβιο που έχει σφηνώσει στο μυαλό ειδικά των νέων αθλητικών συντακτών και τους κατατρώει.

Μόλις την Κυριακή έγινε στο ΟΑΚΑ το χορταστικό ντέρμπι ΑΕΚ - Παναθηναϊκού 2-3. Επειδή είχα πάει στο γήπεδο, με το που τελείωσε το παιχνίδι κανένας δεν είχε διάθεση να ασχοληθεί με τη διαιτησία. Όλοι μιλούσαν για τη ματσάρα που είδαν. Ώσπου έμπαιναν στο αυτοκίνητο και έπιαναν «Σπορ fm» ή έφταναν στο σπίτι και άνοιγαν τηλεόραση. Εκεί οι διάφοροι κόρακες, που έχουν μοναδικό σκοπό να δηλητηριάζουν τις Κυριακές του κόσμου για συμφέροντα, άρχισαν να ασχολούνται "εξονυχιστικά" με φάσεις στις οποίες μετά το τέταρτο ριπλέι θα μπορούσες να διακρίνεις λάθη που στη ροή του αγώνα είχαν περάσει απαρατήρητα και από τους θεατές και από τους ποδοσφαιριστές, και σφυρίζονται από το 90% των διαιτητών σε όλα τα γήπεδα του κόσμου.

Άλλο παράδειγμα: Πριν από λίγο καιρό έγινε στο Λονδίνο το παιχνίδι Άρσεναλ - Μπάγερν Μονάχου για το Champions League, με διαιτητή τον δικό μας, τον Σιδηρόπουλο. Αν το facebook είναι πράγματι καθρέφτης της ελληνικής κοινωνίας, τη νύχτα του αγώνα δεν υπήρχε ούτε ένα ποστ που να αναφέρεται στο ίδιο το ματς. Όλοι (μα όλοι!) ασχολήθηκαν με τον διαιτητή και τα πέναλτι που έδωσε ή δεν έδωσε. Μια μέρα μετά είχαμε την επική (με όλη τη σημασία της λέξης) ανατροπή, όπου το 4-0 της Παρί έγινε 6-1 υπέρ της Μπαρτσελόνα στη ρεβάνς. Πολλοί εδώ στην Ελλάδα στάθηκαν στα δύο, πράγματι, ανύπαρκτα πέναλτι που έδωσε ο διαιτητής στην Μπάρτσα και... ξέχασαν το υπόλοιπο συγκλονιστικό ματς. Παράνοια!

Τις βάσεις για τη σημερινή κατάσταση τις είχε βάλει παλιότερα η «Αθλητική Κυριακή», όταν στη χειρότερη περίοδο της ιστορίας της πλήρωνε κιόλας έναν παλαίμαχο ποδοσφαιριστή από κάθε μεγάλη ομάδα και τους έβαζε να πλακώνονται από την αρχή ως το τέλος όχι μόνο για το ποια ομάδα ήταν η καλύτερη αλλά και ποια είχε σφάξει περισσότερο ο διαιτητής.

Ο Πέτρος Μίχος, ο Βασίλης Κωνσταντίνου και άλλοι παρόμοιοι παρέδιδαν κάθε Κυριακή, ο καθένας με το «κύρος» του, δωρεάν μαθήματα ποδοσφαιρικού ξεκατινιάσματος στα νέα παιδιά που παρακολουθούσαν με προσοχή τη συμπεριφορά τους και φρόντιζαν πολύ σύντομα να τους μοιάζουν, να τους αντιγράφουν και να τους ξεπερνούν.

Έτσι φτάσαμε στο σημερινό κατάντημα παραγόντων και οπαδών από το οποίο η επιστροφή θα είναι πολύ δύσκολη − ως αδύνατη. Μεγάλα γκρουπ φανατικών κοιτάζουν συνεχώς τον διαιτητή και όχι το ματς, ενώ συνηθίζουν να αμφισβητούν ακόμη και τις πιο καθαρές φάσεις όταν τα σφυρίγματα δεν βολεύουν την ομάδα τους.

Οι φετινές διαιτησίες είναι γενικά καλές. Τα όποια παράπονα υπάρχουν κυρίως από τους πλαϊνούς. Οι «παράγκες» έχουν ξηλωθεί ως νοοτροπίες και οι ορισμοί των διαιτητών από τη νέα επιτροπή, που έχει πλέον την προστασία της FIFA, δεν αντιμετωπίζονται με καχυποψία. Μάλιστα ο Ολυμπιακός, εκεί που έλεγε τα προηγούμενα χρόνια ότι... «δεν ασχολείται» επειδή «για τους διαιτητές φωνάζουν μόνο οι μικρές ομάδες» και το έπαιζε υπεράνω, άρχισε να ουρλιάζει κι αυτός για... σφαγές! Και επειδή πρώτα φεύγει η ψυχή κι ύστερα το χούι, όλοι γκρινιάζουν στην παραμικρή εις βάρος τους απόφαση και το βουλώνουν μεγαλοπρεπέστατα μόλις πάρουν ένα μαϊμού πέναλτι ή βάλουν γκολ από οφσάιντ.

Θυμάμαι κι ένα περιστατικό στο 1-1 του Παναθηναϊκού με τα Γιάννενα. Ο ένας βοηθός δεν εκτίμησε σωστά μια φάση και άφησε να μετρήσει ένα γκολ οφσάιντ υπέρ του ΠΑΣ. Στο τέλος, βγήκε και παραδέχτηκε δημόσια το λάθος του ζητώντας συγγνώμη. Η αντίδραση των παραγόντων του Παναθηναϊκού ήταν το λιγότερο μικροπρεπής. Τον αποπήραν με χαρακτηρισμούς του στιλ «να τη βράσω τη συγγνώμη σου», μάλλον επειδή οι ίδιοι δεν έχουν κάνει ως τώρα το παραμικρό λάθος στην ομάδα που δουλεύουν, όπως δείχνουν και τα αποτελέσματα των τελευταίων χρόνων.

Σε μια ποδοσφαιρική κοινωνία, λοιπόν, που έμαθε να ποινικοποιεί ακόμη και τα ομολογημένα ανθρώπινα λάθη, είναι δύσκολο να αλλάξει η κατάσταση αφού απλά δεν το θέλει και δεν το επιδιώκει κανένας. Όταν η διαιτητολαγνεία όχι μόνο βολεύει αλλά και «ταΐζει» ένα σωρό ανθρώπους, λογικό να μη θέλουν να τη ξεριζώσουν και να αλλάξουν τα μυαλά που την έχουν κάνει κυρίαρχο ζήτημα στο ποδόσφαιρό μας. 

Προσωπικά, θα πρότεινα έναν τρόπο απεξάρτησης από τέτοιου είδους παραισθησιογόνα που μπορεί να αποδειχθεί αποτελεσματικός: όταν αρχίζει να αγορεύει ο Βαρούχας στον ΣΚΑΪ ή μόλις ξεκινάει την κριτική του ο Βασιλάκης στην ΕΡΤ να αλλάζουμε κανάλι. Αν έχουμε συνδρομητικό υπάρχουν την ίδια ώρα ματσάρες από Ισπανία. Η μόνη αντίδραση για όσους επιμένουμε να αγαπάμε σοβαρά το ποδόσφαιρο...