Αρχειο

Οι στήλες της 10ετίας: Μίλα μου βρώμικα

της Μυρτώς Κοντοβά

A.V. Team
ΤΕΥΧΟΣ 459
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Δέκα χρόνια κομμάτια

Φέτος που μετακόμισα παραλίγο να τις πετάξω τις εφημερίδες. Όχι γιατί πιάνουν σκόνη και χώρο, αλλά γιατί σηκώνουν μια άλλη σκόνη ενός αλλιώτικου χώρου, των ημερών που η Αθήνα ήταν το διαστημικό μου πάρκινγκ. Από δω εκτοξευόμουν για να ψαχτώ στο γαλαξία κι εδώ προσεδαφιζόμουν ξανά – ομαλά ή ανώμαλα, δεν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι δέκα χρόνια πριν τη γούσταρα πάρα πολύ αυτή την πόλη, φθινόπωρο-χειμώνα στις γαζίες της Παντείου και στα διαβολεμένα κορναρίσματα της Πειραιώς μες στη βροχή, άνοιξη στις νερατζιές της Κωνσταντινουπόλεως, καλοκαίρι στον καύσωνα που άχνιζαν οι πηγμένοι δρόμοι, με τα αφόρητα βουητά του κλιματιστικού και τα νυχτολούλουδα του πατρικού, ψηνόμουν τρελά, ήθελα να γράφω γι’ αυτήν κείμενα και στίχους, ένα βιβλίο κάποτε, ένα σίριαλ ίσως, οτιδήποτε. Δέκα χρόνια πριν, ξεκινούσαμε την Athens Voice, ψάχναμε τίτλους για τις στήλες μας («“Μίλα μου βρώμικα”» μήπως είναι κάπως ακραίο; Όχι καλό είναι»), τηλεφωνιόμασταν μέσα στη νύχτα, έφευγαν τα παιδιά με τα παπάκια άρον-άρον για τη διανομή Τετάρτη βράδυ κι εμείς σκάγαμε αν θα προλάβουν να είναι παντού ως το πρωί. Μετά ήρθε το φορτηγάκι. Κόκκινο με μαύρα γράμματα, εννοείται.

Και μετά οι γκραφιτάδες πάνω στα σκέιτ γέμισαν τους τοίχους της Αθήνας με το λογότυπο, άρχισαν οι συναυλίες, οι εκθέσεις, τα πάρτι στο μουσείο Μπενάκη. Κι άρχισε και για μένα η μεγαλύτερη σχέση που έκανα μέχρι σήμερα, 10 χρόνια κομμάτια που λέει κι ο Σαββόπουλος, η μεγαλύτερη σχέση σταθερής παρουσίας στη ζωή μου και στη ζωή της πόλης και στη ζωή της εφημερίδας αυτής που βγήκε χωρίς λεφτά, «απερίσκεπτα», όπως μουρμούριζαν κάποιοι, με βασικό όχημα τη μανία να πάμε παρακάτω, να στηρίξουμε την τρελή ιδέα του Γεωργελέ με την τρελή δική μας αδρεναλίνη και να εκτοξευτούμε. Και το «Μίλα μου βρώμικα» είναι επίσης το μοναδικό project «σχέσης» που κύλησε αδιάκοπα, όπως πρέπει να κυλήσει μια σχέση για να κρατήσει πολύ. Χωρίς δράματα, ασυγχώρητες φρίκες, χωρισμούς κι επανασυνδέσεις του τρόμου, με μόνιμο φλερτ μέσα και στον καβγά μας.

Ειλικρινά δεν ξέρω πότε έπαψα να εκτοξεύομαι. Ίσως τη στιγμή που ένιωσα ότι στη ράστα Κυψέλη της Μαργαρίτας Μιχελάκου κάτι παίζει, μυρίζει μπαρούτι, τη στιγμή εκείνη που άρχισε ολόκληρη η πόλη να μυρίζει αίμα και απειλή και φασισμό και έβλεπα ανθρώπους να χώνονται στους σκουπιδοτενεκέδες για να βρουν τίποτα να φάνε ή κάτι να πουλήσουν για να φάνε και στην Πανεπιστημίου μια μέρα είδα άλλους τρεις με κρεμασμένο ένα χαρτόνι στο λαιμό που έγραφε «πεινάω». Κλείστηκα για καιρό σπίτι, δεν ήθελα σχέσεις πια μ’ αυτή την πόλη, φορούσε όλα αυτά τα χρόνια ψευδή μανδύα κι από κάτω ούτε καν βρακί, κι εγώ είμαι ένας μαλάκας και μισός που ρομαντσάρει ακόμα κι έξω από τα ενεχυροδανειστήρια.

Λένε πως «η ζωή θέλει να ζήσει». Και η πόλη το ίδιο. Και σιγά-σιγά μου περνάει η απογοήτευση κι ο θυμός, είναι η πρώτη μεγάλη μας κρίση σε αυτή τη σχέση και το ξέρω, όπως ξέρω και την αθεράπευτη παρελθοντολαγνεία μου, χαίρω πολύ, Αιγόκερως με ωροσκόπο ψάρι, τι καλύτερο μπορείς να περιμένεις, ας πορευτεί ο καθένας με το κουσούρι του. Έχω πιστωθεί με μια ζωή ολόκληρη στο κέντρο, αλλά και με μια ζωή παράπλευρη με την Αθήνα και με την Athens Voice, έχουμε αγαπηθεί κι έχουμε τσακωθεί με τη Σταυρούλα, τον Φώτη, τον Νένε, τη Μαργαρίτα και αρκετούς άλλους, έχουμε βαρύ φάκελο παρελθόντος, βουτήξαμε μαζί στη θάλασσα, παρακολουθήσαμε αγώνες της Εθνικής, τσιρίξαμε, ήπιαμε στο Guru, φάγαμε στο Pak Indian, χορέψαμε ντίσκο στη Boom Boom, γκομενίσαμε σε συναυλίες, κοιμηθήκαμε σε κοντινά κρεβάτια, αλληλοθαυμαστήκαμε, αλληλοπληγωθήκαμε και μετά χαθήκαμε για καιρό και ξαναβρεθήκαμε με τα ίδια υποκοριστικά που φωνάζουμε ο ένας τον άλλο και όλο αυτό είναι περιουσία και δεν την πετάς έτσι για πλάκα την περιουσία σου στα σκουπίδια. -M.K.


 Η ιστορία μιας στήλης

Το «κόλπο» στήθηκε σε μια προκυμαία, τέλος καλοκαιριού, Αύγουστος 2003. Δέκα χρόνια μετά, η πιο φάνκι στήλη του ελληνικού Τύπου που δημοσιεύεται ανελλιπώς από το πρώτο τεύχος της εφημερίδας, κάνει απολογισμό: Έγινε βιβλίο, έκανε πάρτι, έγινε σίριαλ και δέχτηκε πολλά, παρά πολλά, άπειρα γράμματα. Ναι, η πόλη συνεχίζει να στέλνει γράμματα.


Πώς στήθηκε το «κόλπο»

Η εκδοχή του Φώτη Γεωργελέ

«…Όταν μου λένε ότι διαβάζουν την Athens Voice ανάποδα, από το “Mίλα μου Bρώμικα”, χαίρομαι. Γιατί το είχα φανταστεί όλο το έργο, με λεπτομέρειες, από την αρχή μέχρι σήμερα, που η πιο τρυφερά βρώμικη στήλη της Athens Voice, η πιο αγαπημένη της πόλης, κυκλοφορεί σε βιβλίο. Tο τι θα ακολουθήσει το ήξερα, το δύσκολο ήταν να πείσω τη Mυρτώ. Aπαντούν οι σοβαρές δημοσιογράφοι και συγγραφείς και στιχουργοί του έντεχνου σε ερωτικά γράμματα; Mε κοίταζε με τρόμο. Eγώ δεν καταλάβαινα πού είναι το πρόβλημα… Eκείνο το καλοκαίρι, όταν σκεφτόμουν την Athens Voice, δεν σκεφτόμουν έντυπο, σκεφτόμουν πόλη, την Aθήνα… Έκλεβα εικόνες και φανταζόμουνα σελίδες. Kάποια που χορεύει επάνω στο τραπέζι στον Pέμο και συγκεντρώνει τους πόθους μιας ολόκληρης αίθουσας. Φιλιά στις αποβάθρες του μετρό. Δακρυσμένα μάτια σε μια στάση λεωφορείου. Ένα χαστούκι - παράτα με στη Σκουφά.... H πόλη είναι οι άνθρωποι που τη ζουν. Οι πόθοι και οι επιθυμίες είναι τα καύσιμα της ζωής μας. Tη νύχτα στο κρεβάτι ανάσκελα, σβηστό φως, ορθάνοιχτα μάτια, μετέφραζα τη ζωή που είχα δει σε σελίδες. Mόλις ξημέρωνε, άυπνος, ξέχναγα επιθυμίες, πόθους, νύχτες, σελίδες, άνοιγα πόρτες τραπεζών, έμπαινα σε εργοστάσια, μέτραγα χαρτιά, τυπογραφικά… ούτε εταιρεία δεν είχαμε προλάβει να κάνουμε ακόμα, υπέγραφα επαγγελματικές μισθώσεις, δωδεκαετής διάρκεια, επιταγές. Δεν προλάβαινα πια ούτε να μετρήσω, μόνο υπέγραφα. Σε ένα μήνα η A.V. ήταν έτοιμη. Eίχε μείνει μόνο η Mυρτώ. Bράδυ στο Mayo, τζιν τόνικ. Πολλά τζιν τόνικ. Ξανά απ’ την αρχή. Mα δεν θα μοιάζει με αυτό που κάνουν τα γυναικεία περιοδικά; Δεν θα μοιάζει. Mα δεν θα είμαι σαν τον Aσκητή; Δεν θα είσαι. Mα θα μου στέλνουν γράμματα; Xιλιάδες. Kι ο μπαμπάς μου; Θα είναι περήφανος. H πόλη θα αναστενάζει, θα ποθεί και θα βουρκώνει, θα μουντζουρώνει σελίδες τις νύχτες και το πρωί θα τις στέλνει στο “Mίλα μου Bρώμικα”, μια ολόκληρη πόλη θα επικοινωνεί μεταξύ της και θα μοιράζεται τις επιθυμίες της μαζί μας, μπορείς να σκεφτείς τίποτα καλύτερο απ’ αυτό; Δηλαδή, θα γίνει χαμός; ρωτάει δειλά ενώ τα έντρομα μάτια της σιγά-σιγά αρχίζουν να λάμπουν σατανικά. Kόλαση, απαντάω με σιγουριά. Kαι η Athens Voice θα βγει και θα σκίσει; Eννοείται, απαντάω ξανά με περισσότερη σιγουριά, αποφασιστικός, ήρεμος και καθησυχαστικός, γιατί έτσι αρέσουν οι άντρες στη Mυρτώ. Άπαπαπα, γέρνει πάλι πίσω στην καρέκλα, δεν θα χάσω εγώ το φίλο μου, να γίνει σαν κι αυτούς με το χοντρό σβέρκο και τα πούρα που κοροϊδεύουμε... Nιώθω το τζιν να γλιστράει απ’ το χέρι μου, σκέφτομαι τις επιταγές, τις ξαφνικές κρίσεις πανικού, τον Tειρεσία, ρε Mυρτώ, λέω με φωνή που δυναμώνει επικίνδυνα, σ’ αυτή τη φάση της ζωής μας, το μόνο, το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχουμε, είναι το πώς θα διαχειριστούμε την Eπιτυχία; Tι άλλο; μου απαντάει με απορία. Όταν την αφήνω σπίτι και ανεβαίνω τη Συγγρού γελάω μόνος μου στο αυτοκίνητο, στα φανάρια με κοιτάνε περίεργα. Πολύ σωστά, λέω γελώντας. Tι άλλο; H συντακτική ομάδα-φρενοκομείο είναι πάλι εδώ. Σχεδιάζω τρόπους να την εκδικηθώ, θα της γράφω κάθε βδομάδα γράμματα με ψευδώνυμο, γράμματα σκληρά, βρώμικα, που θα την κάνουν να μην ξέρει τι θα πει. Tης έγραψα μόνο ένα. Δεν μου απάντησε». Απρίλιος 2005


Η εκδοχή της Μυρτώς Κοντοβά

«“Λέω να κόψω το μουστάκι” είπε σε μια στιγμή ο Φώτης. Γουστάρω, να το κόψεις. “Θα βγούμε τελικά τον Νοέμβριο” ξανάπε. Ωχ, Σκορπιός θα ’ναι η Athens Voice! “Θα κάνεις τη στήλη;” Φυσικά και θα την κάνω, έχω πει εγώ ποτέ όχι σε γοητευτικό άντρα;

Το κόλπο στήθηκε σε μια προκυμαία, τέλος καλοκαιριού, Αύγουστος 2003. Αγκαζέ. Αεράκι. Αλλά λέω, βρε παιδί μου, μην εκτεθούμε, μη δεν κάτσει και φάμε κάνα πακέτο – “έχε μου εμπιστοσύνη, θα γίνει πανδαιμόνιο”. Και έγινε. Τόσο πανδαιμόνιο, που 2 μήνες μετά την κυκλοφορία της A.V. μια μέρα τηλεφώνησε ο μπαμπάς μου με τρεμούλα στη φωνή. “Παιδί μου, κάτι φίλοι μού είπαν ότι μια Μυρτώ Κοντοβά γράφει κάτι πορνογραφήματα σε μια εφημερίδα. Δεν είσαι εσύ, ε;” Καλέ, εγώ είμαι, αυτοπροσώπως. “Και γιατί, παιδί μου, δεν έλεγες ότι έχεις τόση ανάγκη για δουλειά;” Ε, η δημοσιογραφία περνάει ζόρια, μπαμπάκο, ωστόσο μη με κρίνεις σκληρά, δεν ξεχνώ Καρκαβίτσα, δε λησμονώ Λουντέμη, είμαι πάντα η κορούλα σου. Κι άκου να σου πω, δε θα μου πεις εμένα το “Μίλα μου Βρώμικα” πορνογράφημα! “Και δε μου λες, παιδί μου, δεν ντράπηκες να τη βγάλεις τη στήλη Μίλα μου Βρώμικα; Γιατί την είπες έτσι;” Διότι “Το μετέωρο βήμα του πελαργού” μου το ’χε προλάβει ο Αγγελόπουλος, το “Κράτος και Επανάσταση” έχει το κόπι ράιτ η οικογένεια Λένιν και το “Μπορώ” η Άννα Δρούζα…» Απρίλιος 2005


n

Το βιβλίο

Ένα χρόνο μετά τη δημοσίευση της πρώτης στήλης, το «Μίλα μου βρώμικα» βγαίνει σε βιβλίο με εξώφυλλο σχεδιασμένο από τον Φώτη Πεχλιβανίδη (μια εικόνα «συγκρατημένου» πάθους εμπνευσμένη από ένα έργο του Howard Chaykin) από τις εκδόσεις ΑTHENS VOICE Books.

«Σήμερα πλέον που όλα τελείωσαν, θα ήμουν αγνώμων αν δεν ευχαριστούσα από καρδιάς εσάς, το ευρύ αναγνωστικό κοινό. Χωρίς τις πολύτιμες επιστολές σας, δεν θα υπήρχε τίποτα. Τέλος, θα ήθελα να εκφράσω βαθιά ικανοποίηση για το γεγονός ότι κανείς δε γαμεί σ’ αυτήν εδώ την πόλη. Σε αντίθετη περίπτωση, η στήλη μου θα έφερε τον τίτλο “Διανυκτερεύοντα Φαρμακεία”, “Πιάτσες ταξί” Ή “Μεγάλες πίστες”».

Μ.Κ. (από το πρόλογο του βιβλίου), Απρίλιος 2005


n

Το πάρτι στο Club 22

Την έκδοση του βιβλίου ακολουθεί ένα τρελό πάρτι στο ιστορικό Club 22 της Βουλιαγμένης.

«Tη θυμάμαι εκείνη τη βραδιά, λίγο σαν πραγματικότητα και λίγο σα να πήγα στο σινεμά και να είδα ένα έργο. Θυμάμαι καλά όλους που ήρθαν, τους φίλους μου της Tζιας και της Aθήνας και όλο αυτό τον κόσμο που δεν ήξερα πώς είναι τα πρόσωπά τους αλλά ήξερα πώς είναι τα προσωπικά τους – ένας κόσμος γνωστός και άγνωστος μαζί, που διαβάζει τη στήλη μου, στέλνει γράμματα, mail, κάρτες, πώς χώρισαν, πώς ερωτεύτηκαν, τις μικρές στιγμές απελπισίας, την πίστη, την αγωνία' και με ρωτάνε για όλα αυτά λες και ξέρω, τι παράξενο πράγμα... Ένας κόσμος που με «περιέχει», που ένα βράδυ Tετάρτης βάζει το τζιν του κι έρχεται στο πάρτι μου για να με συναντήσει και να μου πει «εγώ είμαι που σου είχα γράψει εκείνο. Γιατί δεν απάντησες ποτέ;»

Μ.Κ. Μάϊος 2006


n

«Υπέροχα πλάσματα» στον Alpha

To 2007 αρχίζει το σίριαλ της Μυρτώς, «Υπέροχα πλάσματα», και γίνεται αμέσως η πιο επιτυχημένη σειρά εκείνης της σεζόν. Σ’ ένα από τα επεισόδια, η Μυρτώ βάζει τον Γιώργο Πυρπασόπουλο να έρχεται στα γραφεία της A.V. για να προτείνει άρθρα. Τα γυρίσματα γίνονται στα γραφεία μας και είναι επεισοδιακά.


n

«Μίλα μου Βρώμικα» στο Mega

Έξι χρόνια μετά την πρώτη δημοσιευμένη στήλη της, τον Οκτώβριο του 2009, η Μυρτώ γράφει το τηλεοπτικό «Μίλα μου βρώμικα». «Τίτλος “αυθάδης” και αναγνωρίσιμος, συνδεδεμένος με τη στήλη μου κι εμένα, αγαπημένη ατάκα φίλων από τα 90s» εξηγεί η ίδια.