Αρχειο

Το Ελ Κλάσικο στην Καισαριανή

Κοινό στοιχείο όλων ήταν ότι έχουν απογοητευθεί και βαρεθεί (έως σιχαθεί) το ελληνικό ποδόσφαιρο

Αλέξανδρος Γαγλίας
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τρεις μέρες πριν το ισπανικό (και παγκόσμιο εσχάτως..) Ελ Κλάσικο της περασμένης Κυριακής μεταξύ των δύο μεγαλύτερων ομάδων ποδοσφαίρου στον κόσμο, Μπαρτσελόνα και Ρεάλ Μαδρίτης, οι Έλληνες οπαδοί τους και μέλη των συνδέσμων τους (penas) στην Αθήνα, συναντήθηκαν για πρώτη φορά σε μια ελληνοισπανική φιλική «ρέπλικα» του απόλυτου ματς ποδοσφαίρου στη σύγχρονη εποχή. Ο τίτλος είναι δικός τους- «το Ελ Κλάσικο στην Καισαριανή» ονόμασαν γουστόζικα το event τους, που παρότι οι penas τους μετράνε κοντά στα δέκα χρόνια ζωής και είναι πολύτροπα δραστήριες, πρώτη φορά διοργανώθηκε. Όχι στο επιβλητικό Καμπ Νου αλλά σε 5x5 γηπεδάκι μέσα στο καταπράσινο πάρκο του Σκοπευτηρίου.

Η ατμόσφαιρα ήταν αφάνταστα φιλικότερη από ότι συνήθως στο πραγματικό ντέρμπυ. Ανέκαθεν ο ποδοσφαιρικός ισπανικός «εμφύλιος», φορτισμένος από τα χρόνια του Φρανκισμού, οπότε οι Καταλανοί συγκεντρώνονταν στο Καμπ Νου, όχι μόνο για να δουν την αγαπημένη τους Μπάρτσα αλλά και να μιλήσουν την- τότε απαγορευμένη από το καθεστώς- γλώσσα τους. Αλλά τα τελευταία χρόνια, με αποκορύφωμα τις περσινές τους αναμετρήσεις, τα ντέρμπυ Μπαρτσελόνα- Ρεάλ και αντίστροφα, έγιναν άγρια παιχνίδια.

Ο Μουρίνιο άναβε το φυτίλι με τον με το «νεύρο» του στον πάγκο και τον χειμαρρώδη αυθορμητισμό του στις συνεντεύξεις τύπου, ο Πέπε και ο Πουγιόλ μεταμορφώνονταν σε δρεπανηφόρα άρματα στον αγωνιστικό χώρο, οι ποδοσφαιριστές της Ρεάλ κατηγορούνταν ως αντιαθλητικοί και οι Καταλανοί για υπερβολικά «θεατρίνοι». Και αν τους τελευταίους μήνες οι δύο σύλλογοι φαίνεται να συνειδητοποίησαν πως αυτή η αντιπαλότητα καταντά αντιεπαγγελματική και μειωτική για την εμπορική αξία του προϊόντος που παράγουν- με δυο ομάδες που αποτελούν τουριστική ατραξιόν για τις πόλεις που εδράζουν αλλά και εξαγώγιμη «αθλητική καινοτομία» της ισπανικής οικονομίας- οι κοινωνικοπολιτικές αναταράξεις της χώρας, που ειδικά στην περιφέρεια της Καταλονίας εκφράζονται με την ενδυνάμωση των αποσχιστικών τάσεων- αντικατοπτρίζονται, συμβολικά αλλά δυναμικά, ολοένα περισσότερο στο Καμπ Νου. Στο πρόσφατο παιχνίδι «αναρτήθηκε» το μεγαλύτερο «κορεό» όλων των εποχών, μια εντυπωσιακή «χορογραφία με χαρτόνια» στα εθνικά χρώματα της Καταλονίας, ακριβώς στο 17: 14, υπενθυμίζοντας τη μάχη του 1714 οπότε η Καταλονία έχασε οριστικά την ανεξαρτησία της.

Στην Αθήνα ήταν ένα παιχνίδι μεταξύ φίλων, ενάντια στην αθλητική βία και τα φαινόμενα του χουλιγκανισμού. Άλλωστε η βία που μαστίζει κάθε τρεις και λίγο το ελληνικό ποδόσφαιρο, σε όλες του τις κατηγορίες και τα επίπεδα, ήταν και από τους κυριότερους λόγους που τους απομάκρυναν από τους ελληνικούς συλλόγους μέσω των οποίων πρωταγάπησαν το ποδόσφαιρο. «Στην Ισπανία δεν αστειεύονται. Όποιος κινηθεί επιθετικά προς αντίπαλο οπαδό συλλαμβάνεται αμέσως, πριν προλάβει καν...», λέει ο Νίκος, που δηλώνει ΑΕΚτζης αλλά φανατικός οπαδός της Ρεάλ από το 1998. «Και κάθε μέρα που περνάει, μετά από κάθε νίκη της Ρεάλ, μετά από κάθε επανάληψη της εμπειρίας του Μπερναμπέου, γίνομαι όλο και περισσότερο οπαδός της», τονίζει. Σχεδόν όλοι τους, «Καταλανοί» και «Μαδριλένοι» υποστηρίζουν και κάποια ελληνική ομάδα. Ο «αστικός μύθος» που θέλει τους περισσότερους Έλληνες οπαδούς της Ρεάλ να είναι πρώην (και νυν) φίλοι του Παναθηναϊκού, ενώ η Μπαρτσελόνα είναι οπαδικά περισσότερο πολυσυλλεκτική αλλά πολιτικά προς τα «αριστερά» μετατοπισμένη, μάλλον επιβεβαιώνεται σαν τάση.

Κοινό στοιχείο όλων όμως είναι ότι έχουν απογοητευθεί και βαρεθεί (έως σιχαθεί) το ελληνικό ποδόσφαιρο. «Στις μικρές κατηγορίες στήνουν αγώνες για 1.500 ευρώ», μου λένε. «Και ενώ ακόμα και στο κυπριακό πρωτάθλημα πέντε και έξι ομάδες ξεκινάνε επί ίσοις όροις να διεκδικούν το πρωτάθλημα, η Σούπερλίγκα γίνεται όλο και πιο μονότονη, προβλέψιμη και στάνταρ, με αγώνες χωρίς ρυθμό και θέαμα, σε γήπεδα «μελαγχολικά», όπου το ποδόσφαιρο μόνο γιορτή δεν είναι». Ανάμεσα στους παίκτες, με τη φανέλα του Μέσι, του Ρονάλντο και του Πουγιόλ, αρκετοί υπήρξαν δραστήριοι οπαδοί όλων των μεγάλων ελληνικών συλλόγων. Τώρα τους απαξιούν. Η τηλεόραση και το διαδίκτυο, ακόμα και τα φτηνά αεροπορικά εισιτήρια, τους δίνουν τη δυνατότητα να ξεφύγουν από τον μικρόκοσμο της Σούπερλίγκα. Έως ότου το ελληνικό ποδόσφαιρο μεταμορφωθεί ριζικά οι οπαδοί της Ρεάλ, της Μπαρτσελόνα και των υπόλοιπων μεγάλων ευρωπαϊκών συλλόγων στην Ελλάδα θα συνεχίσουν να αυξάνονται. Και δεν θα μπορεί να λογιστεί αυτή η τάση σαν μια ακόμα ελληνική «ξενομανία», παρά μόνο σαν απόπειρα επανασύνδεσης με την «παιδική αγάπη» για έναν τίμιο σύλλογο και τις αξίες του ποδοσφαίρου.

Οι τρεις πιτσιρικάδες που μαζί τους παρακολούθησα στα σύρματα το συναρπαστικό πρώτο ημίχρονο (για την ιστορία 2-1 στο ημίχρονο και 2-6 τελικά με μεγάλη ανατροπή των Μαδριλένων στο β΄μέρος…) δεν έβγαλαν άχνα για ελληνική ομάδα- και ας μιλούσαν τόση ώρα μόνο για ποδόσφαιρο. Μόνο για ελληνικό ποδόσφαιρο δε μιλούσαν.