Αρχειο

Σαν ταινία…

…Υπάρχουν κομμάτια της Αθήνας σχεδόν ασπρόμαυρα, σαν να έχουνε βγει από ελληνική ταινία της δεκαετίας του ’60.

Μανίνα Ζουμπουλάκη
ΤΕΥΧΟΣ 328
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Υπάρχουν κομμάτια της Αθήνας σχεδόν ασπρόμαυρα, σαν να έχουνε βγει από ελληνική ταινία της δεκαετίας του ’60. Μόλις τα μοιραστείς, αρχίζουν να παίρνουν χρώμα από το πλάι. Δεν υπάρχει λογική εξήγηση (όπως για τίποτα στη ζωή).

Μια μέρα με τρελή βροχή είχα τη φαεινή ιδέα να περάσω μέσα από τον Εθνικό Κήπο: στη διαδρομή από Καλλιρρόης μέχρι Κολωνάκι, σκέφτηκα ότι μπαίνοντας στον Κήπο από το κάτω μέρος και βγαίνοντας από το επάνω, θα περάσω αξέχαστα. Τα δέντρα (σκέφτηκα) θα κόβουνε τη νεροποντή. Θα δω επιτέλους τι σκατά κάνουνε τα χρυσόψαρα όταν βρέχει. Θα στέκομαι κάτω από πλατιά φοινικόφυλλα (σκέφτηκα). Και θα είναι ωραία.

Λοιπόν τα χρυσόψαρα όταν βρέχει κάνουνε τα ίδια που κάνουν όταν δεν βρέχει (τσάρκες), ενώ οι νεροχελώνες βγαίνουν στην επιφάνεια και πλένονται (μποτέ). Ο Εθνικός Κήπος είναι έρημος, τα φοινικόφυλλα δεν σε προστατεύουν από τη βροχή, τα μονοπάτια γίνονται λάσπη και σκυλοχάνεσαι σε 30 στρέμματα πρασινάδας. Μετά τα πρώτα πέντε λεπτά ένιωθα σαν τον Γουίλεμ Νταφόε/Τομ Μπέρεντζερ/Ντένις Χόπερ/οποιονδήποτε σταρ-pothead έπαιξε μουσκεμένες σκηνές σε ζούγκλα σε οποιαδήποτε ταινία για το Βιετνάμ. Είχα γίνει παπάρα και δεν έβλεπα πού πατούσα. Οι προτομές των Ιωάννη Καπποδίστρια, Ιωάννη Γαβριήλ Εϋνάρδου και Ζαν Μωρεάς πέρασαν και ξαναπέρασαν από μπροστά μου μαζί με τον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη (επίσης σε προτομή). Αλλά… πάντα υπάρχει ένα αλλά: το δάσος μοσχομύριζε, ανάμεσα στα μονοπάτια έβλεπα ροζ κυκλάμινα και ήταν σαν να ταξίδεψα ξαφνικά στην πυκνή βλάστηση της «Μυστηριώδους νήσου».

Το πού είχα να πάω/τι είχα να κάνω μετά έσβησε στο μυαλό μου, ή ίσως παπάριασε απ’ τη βροχή. Τραγουδούσα το “Singing in the rain” και το “This is the end, my friend” με την άνεση του παράφωνου/serial killer που δεν τον ακούει κανένας. Και ήταν πράγματι υπέροχα, παρότι υγρά…

Θα μπορούσα να γράψω δέκα σελίδες για τον Εθνικό Κήπο, αλλά καταλαβαίνω ότι δεν είναι μέρος με πολλή ζήτηση τώρα. Όλοι πήγαμε εκεί ως παιδιά να ταΐσουμε τις πάπιες και όλοι σέρνουμε τα παιδάκια μας να δούνε τα λιγοστά (αληθινά!) ζωάκια του ζωολογικού κήπου. Την άνοιξη θα κάνω ρεπορτάζ, αλλά τέτοια εποχή δεν συναντάς στα μονοπάτια ούτε μισό παιδάκι. Ακόμα κι η παιδική χαρά στο κάτω μέρος είναι άδεια, με τις κούνιες να πηγαίνουν πέρα-δώθε και τις τραμπάλες να μην πηγαίνουνε πουθενά. Απλώς αν είστε ελάχιστα μανιοκαταθλιπτικό άτομο, ελάχιστα πειραγμένο από σασί, με τάσεις απομόνωσης και υπαρξιακά ερωτήματα… ο Εθνικός Κήπος το χειμώνα είναι σαν τις παραλίες της Αττικής: υπέροχος, άδειος και ίδιος με σκηνικό ασπρόμαυρης ταινίας της δεκαετίας του ’60.

Στο ίδιο πνεύμα (Παπαμιχαήλ/Φούντας/Σακελλάριος κ.λπ.) με τράβηξαν ένα βράδυ στη Δραπετσώνα, σε εστιατόριο που λέγεται «Ο Στόλος ο Πολεμικός». Ο συνειρμός μετράει, ίσως για πρώτη φορά εδώ και χρόνια, επειδή και ο «Στόλος ο Πολεμικός» είναι επίσης σαν σκηνικό ανάλογης ταινίας: παλιά πλακάκια, ντεκόρ «Τα παιδιά του Πειραιά», όμορφα τραπεζομάντιλα και πίνακες με (παλιά) πλοία στους τοίχους. Οι ψητές σαρδέλες ήταν τέλειες, οι τιμές επίσης (€ 20 περίπου), τα μεζεδάκια νόστιμα, το σέρβις φιλικό. Δηλαδή ενώ στην αρχή κλωτσούσα που θα τρώγαμε σε πολεμοχαρές περιβάλλον, μετά περίμενα ότι θα ανοίξει η πόρτα και θα μπει ο Βασίλης Αυλωνίτης. Ή ότι στο διπλανό τραπέζι θα καθίσει η Σπεράντζα Βρανά

Από δω και πέρα ξεφεύγουμε όμως, γιατί πήρα σερραϊκή μπουγάτσα από το «Χρυσό» στην πλατεία Βικτωρίας και την έφαγα σ’ ένα παγκάκι έξω από το σταθμό του τρένου, κοιτάζοντας τους άνεργους αλλοδαπούς να καπνίζουν σκοτώνοντας την απόγνωσή τους. Μαμάδες με μαντίλες στα μαλλιά κυνηγούσαν παιδάκια, που κι αυτά με τη σειρά τους κυνηγούσαν περιστέρια. Τα δέντρα στην πλατεία Βικτωρίας είναι χλωμά, κιτρινιάρικα και χιλιοκατουρημένα, κι όταν τα κοιτάζεις σε πιάνει μελαγχολία. Τα κοιτάζεις ωστόσο, γιατί κάλλιο τα παλιόδεντρα παρά η μιζέρια της πλατείας της ίδιας. Που σαν εικόνα την έχω στο μυαλό μου αόριστα αριστοκρατική, φωτεινή και ευάερη – ίσως από ταινίες της δεκαετίας του ’60, με γκρίζες Βόλβο να παρκάρουν στην Αριστοτέλους και κυρίες με καπελάκια να κάνουν βόλτες δύο-δύο κάτω από τα (τότε) φουντωτά δέντρα…

Στο πλάι της πλατείας Βικτωρίας, η οδός Ελπίδας, σημαδιακά κατά κάποιον τρόπο, έχει πεζοδρομηθεί. Είναι ένας ωραίος δρόμος με παλιά σπίτια γύρω-γύρω και έναν αέρα… ναι, σωστά το σκέφτεστε: λες κι έχει βγει (τόπους-τόπους) από ταινία της δεκαετίας του ’60.

Άλλωστε παραδίπλα είναι και η Φυλής, για την οποία έγραψε ο Λευτέρης Παπαδόπουλος το κλασικό «κύλαγε το τσέρκι στην οδό Φυλής». Τις Πέμπτες έχει ωραία λαϊκή, που ίσως κι αυτή να θυμίζει δεκαετία του ’60, αλλά μας έχει βγει από τη μύτη πια ο μεμουαρισμός – μια λαϊκή αγορά είναι, ιδανική για να ψωνίσεις χόρτα σήμερα, το 2010. Άντε και το ’11, με το καλό…  

Ο Στόλος ο Πολεμικός, Εθνικής Αντιστάσεως 29-31, Δραπετσώνα, 210 4632.597

Χρυσό, σερραϊκή μπουγάτσα-σνακς, πλατεία Βικτωρίας 2