Η Βίλμα Παπασάββα γράφει για τη στροφή στην καριέρα της και το πώς από δημοσιογράφος έγινε μεταπτυχιακή φοιτήτρια Ψυχολογίας
Μετά από δεκαπέντε χρόνια επαγγελματικής ενασχόλησης στη δημοσιογραφία και στον ευρύτερο χώρο της επικοινωνίας, αποφάσισα να στρέψω το τιμόνι προς άλλη κατεύθυνση. Ας πούμε πως πήρα ένα λελογισμένο ρίσκο: αν και στο δρόμο υπήρχε το σήμα απαγόρευσης για αναστροφή, κοίταξα προσεκτικά για να αποφύγω το τρακάρισμα, πήρα γρήγορα τη στροφή και πάτησα το γκάζι.
Ήθελα από μικρή να σπουδάσω ψυχολογία, αλλά όπως φαίνεται δεν ήμουν ακόμη έτοιμη. Υπάρχουν άνθρωποι που στα δεκαεπτά τους γνωρίζουν καλά τι θέλουν από τη ζωή τους και οι αιτήσεις στα Πανεπιστήμια δεν τους δημιουργούν πιεστικά διλήμματα. Εγώ δεν ήμουν ένας από αυτούς, απλώς ήμουν τυχερή γιατί μου άρεσαν πολλά και διαφορετικά. Έτσι μετά από τα μεταπτυχιακά μου, ξεκίνησα να δουλεύω σαν δημοσιογράφος στα περιοδικά και την τηλεόραση, γιατί όπως έλεγαν τότε οι παλαιότεροι «η δημοσιογραφία ανοίγει πολλούς δρόμους». Δεν μετανιώνω ούτε στιγμή από όλα αυτά τα χρόνια. Μου χάρισαν φίλους, εμπειρίες, ερεθίσματα, ταξίδια, ανοιχτούς ορίζοντες. Μου έμαθαν να αρθρώνω τη δική μου φωνή. Μου έδωσαν την ευκαιρία να εξασκήσω την πένα μου, συστηματικά και συχνά υπό πίεση.
Τι συνέβη λοιπόν και σήμερα αισθάνομαι περισσότερο ικανοποιημένη ως θεραπεύτρια στη συνεδρία, παρά σε μια εταιρία επικοινωνίας ή στα γραφεία ενός περιοδικού; Αρχικά ανεπαίσθητα, αργότερα εντονότερα, η δουλειά μου έπαψε να αποτελεί πηγή ευχαρίστησης και δημιουργικότητας. Ίσως το ξεπέρασα, ίσως, πάλι, με ξεπέρασε. Όταν μάλιστα περιοδικά, εφημερίδες και γραφεία επικοινωνίας άρχισαν να κλείνουν το ένα μετά το άλλο, και ο βιοπορισμός από αυτά γινόταν όλο και πιο δύσκολος, ξεκίνησα σοβαρή και ενδελεχή έρευνα για το ποιος είναι ο πιο αξιόπιστος δρόμος για να γίνω ψυχοθεραπεύτρια. Εξάλλου, στην έρευνα ήμουν καλή: Έτσι κάθισα πάλι στα θρανία. Το ήθελα πολύ και έπρεπε να το κάνω σοβαρά.
Ζούμε σε μια εποχή που η ευελιξία και η προσαρμοστικότητα κατέχουν δεσπόζουσα θέση στο σύστημα αξιών. Μπορεί στην Ελλάδα η συζήτηση να έχει μόλις αρχίσει, αλλά έστω και ακροθιγώς, αν παρακολουθεί κανείς τα “ professional programs” που απευθύνονται σε επαγγελματίες και τα μεταπτυχιακά των πιο μεγάλων και περιζήτητων πανεπιστημίων στη Βρετανία και τις ΗΠΑ (όπως, Consulting and Coaching for Change, Leadership and Innovation), την αρθογραφία σε ηλεκτρονικό τύπο και περιοδικά, (όπως, Harvard Business Review) και τα δεκάδες bestseller παγκοσμίως, αντιλαμβάνεται ότι στη νέα πραγματικότητα οι προκλήσεις στην ενήλικη ζωή περιλαμβάνουν –και- επαγρύπνηση, (επαν)εκπαίδευση, πολλές φορές επανεφεύρεση του «επαγγελματικού εαυτού». Για κάποιους αποτελεί θετική εξέλιξη-πρόκληση, για άλλους είναι μια επώδυνη συνειδητοποίηση. Δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Άλλωστε, η ανθρώπινη φύση αντιστέκεται στις αλλαγές. Όχι μόνο σε αυτές που προέρχονται από εξωτερικές, μη ελεγχόμενες αιτίες, αλλά και σε όσες προκύπτουν ως αποτέλεσμα προσωπικής επιλογής. Οι αλλαγές σηματοδοτούν την είσοδο σε μια terra incognita.
Πολλοί με ρωτούν πως και γιατί το αποφάσισα. Κάποιοι μου ζητούν και συμβουλές, κυρίως γιατί η ψυχολογία είναι ένας γοητευτικός χώρος και πολύ δημοφιλής, ιδιαίτερα στην εκλαϊκευμένη εκδοχή της. Αποφεύγω τις συμβουλές, ακόμη περισσότερο τώρα. Από τις βασικές αρχές της θεραπείας και της συμβουλευτικής (παρά το παιχνίδι της γλώσσας) είναι ότι δεν είναι οι συμβουλές που βοηθούν τους ανθρώπους, αλλά η αναγνώριση των προσωπικών αναγκών και επιθυμιών μέσα από τη θεραπευτική σχέση που οδηγούν στις αλλαγές.
Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να μοιραστώ κάτι από τη δική μου εμπειρία. Η αλλαγή καριέρας δεν είναι (και δεν πρέπει να είναι) μια απόφαση της στιγμής, ένα καπρίτσιο της μόδας. Είναι ουσιαστικά μια δεύτερη ευκαιρία για την πραγμάτωση κάποιων στόχων ζωής, που συνδέονται με την ύπαρξη, την ταυτότητα, το εγώ. Το γεγονός ότι συνήθως συμβαίνει περίπου στα μέσα του επαγγελματικού βίου έχει θετικές και αρνητικές πλευρές. Από τη μια έχει κατακτήσει κανείς ένα βαθμό ωριμότητας για να απαντήσει στο «τι θέλω, τι μπορώ, τι αντέχω, ποια είναι τα δυνατά μου σημεία», από την άλλη όμως στερείται τον ανυποψίαστο ενθουσιασμό του νεοφώτιστου. Ακόμη, καλείται κανείς να διαχειριστεί το πένθος της απώλειας: για να προχωρήσεις μπροστά, πρέπει κάτι να αφήσεις πίσω σου. Χρειάζεται χρόνος για να έρθει η απαρτίωση και να ενταχθούν οι παλαιότερες εμπειρίες στο υπό διαμόρφωση αφήγημα. Ίσως να μην συμβαίνει πάντα, αλλά ιδιαίτερα η ψυχολογία απαιτεί μια νέα στάση ζωής σε έναν καινούριο κόσμο.
Η κατάκτηση του καινούριου αυτού κόσμου προϋποθέτει συνεχή και επίπονη προσπάθεια. Οι σπουδές και οι εκπαιδεύσεις που δεν σταματούν ποτέ, χρειάζονται αφοσίωση. Όμως, κάτι που δεν πίστευα ότι θα μου συνέβαινε προτού ξεκινήσω είναι ότι σε αρκετά σύντομο χρονικό διάστημα, οι συσσωρευμένες γνώσεις που έμοιαζαν αποσπασματικές, συνδέονται και αποκτούν βιωματική υπόσταση. Δεν είναι μόνο δική μου εντύπωση. Είναι κάτι στο οποίο συμφωνούμε σχεδόν όλοι από τους «ώριμους φοιτητές» στο πρόγραμμα, και δεν είμαστε λίγοι.
Η Βίλμα Παπασάββα είναι δημοσιογράφος και φοιτήτρια του προγράμματος MS in Counseling Psychology and Psychotherapy, Deree School of Graduate and Professional Education.