Advertorial

Είναι η φιλία ο πιο δυνατός έρωτας;

Κάποια πράγματα δεν ξεχνιούνται ποτέ

Φίλιππος Κόλλιας
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το νησί μας δεν ήταν ποτέ ομορφότερο την άνοιξη. Οι πλαγιές φούντωναν με «Μη με λησμόνει», οι πλατείες από οικογένειες που έρχονταν για το Πάσχα με το καράβι. Εγώ και ο αδερφός μου ήμασταν πάντα σε αυτό το καράβι και από το κατάστρωμα προσπαθούσαμε να εντοπίσουμε την παρέα που ήδη μας περίμενε στην αποβάθρα. Η Ελένη, ο Γεράσιμος, ο Γρηγόρης, η Αγγελική, ο Παναγιώτης, η Βασιλική και τόσοι άλλοι που τα ονόματά τους χάθηκαν στα χρόνια.

Γέλια, αγκαλιές και φιλιά και δακρυσμένα βλέμματα που έλεγαν «μου έλειψες» ή «κοίτα πόσο ψήλωσες!». Τα βράδια του Σαββάτου στην Ανάσταση άλλαζαν ανάλογα με την ηλικία. Στα 5 παίζαμε κυνηγητό στο προαύλιο της εκκλησίας. Στα 10 κρυβόμασταν για να πετάξουμε βεγγαλικά. Στα 15 κρυβόμασταν για να ανταλλάξουμε τα πρώτα μας φιλιά. Μεγάλοι έρωτες γεννήθηκαν σε εκείνα τα χρόνια, κανείς όμως ποτέ δεν επισκίασε τον πιο δυνατό έρωτα απ’ όλους: τη φιλία μας.

Έπειτα μεγαλώσαμε. Δεν ξέρω να πω ακριβώς τι άλλαξε. Δεν ξέρω καν γιατί σταμάτησα να πηγαίνω στο νησί μας. Υποθέτω ότι ήθελα να εξερευνήσω και άλλα νησιά, να περάσω το Πάσχα σε μέρη εξωτικά, να γνωρίσω καινούργιους φίλους. Δεν πίστευα ότι θα υπάρχει κανένας από τους παλιούς να με περιμένει όταν πέρυσι αποφάσισα μετά από 15 χρόνια να περάσω το Πάσχα στο νησί.

Στην αποβάθρα κοίταζα με ζήλια μια παρέα εφήβων που αγκαλιάζονταν. Στην Ανάσταση χαμογέλαγα με νοσταλγία στα παιδιά που πέταγαν βεγγαλικά. Την ημέρα του Πάσχα όμως, τη Λαμπρή όπως την έλεγε η γιαγιά μας, στην πλατεία του χωριού είχε στηθεί μεγάλο γλέντι, κάτω από τον μεγάλο πλάτανο, ακριβώς όπως το θυμόμουν. Σε ένα μεγάλο τραπέζι ήταν μαζεμένη όλη η παρέα μου. Κάποιοι είχαν τα δικά τους παιδιά, κάποιοι άλλοι βαθιές ρυτίδες. Ήταν όμως όλοι ίδιοι. Πλησίασα διστακτικά. Δεν ήξερα τι να πω. Κάθισα στο πίσω τραπέζι. Και τότε, ένιωσα κάτι παγωμένο να με ακουμπάει στον ώμο. Γύρισα και είδα ένα γυάλινο μπουκάλι Fix. Ήταν πάντα η αγαπημένη μας μπίρα. Η χαρακτηριστική μπλε ετικέτα της ήταν η σημαία της φιλίας μας. Τώρα την κράταγε ο κολλητός μου. «Σου θυμίζει τίποτα;», είπε χαμογελώντας. «Εμάς», ψιθύρισα ενώ εκείνος μου γέμιζε το ποτήρι.
Φέτος το Πάσχα ξέρω ότι τα παιδιά θα με περιμένουν στην αποβάθρα. Μερικές φορές οι άνθρωποι χάνονται και άλλες περνάνε χρόνια για να ξαναβρείς τους παιδικούς σου φίλους. Η αληθινή φιλία όμως δεν σταματά εκεί. Σε κάθε γιορτή, μικρή ή μεγάλη, θα είμαστε εκεί, γύρω από ένα τραπέζι στρωμένο με λευκό τραπεζομάντιλο, τσουγκρίζοντας τα μπουκάλια με την μπλε ετικέτα. Αυτή είναι η μπίρα μας, αυτή είναι η ιστορία μας.