8070-18436.jpg
Ιστορικο Μυθιστορημα

Ο άνθρωπος του Τείχους

Βερολίνο, αρχές ’90. Το Τείχος έχει πέσει. Ένας  Έλληνας, ισχυρός παράγοντας στην οικονομική και πολιτική ζωή της Ελλάδας και πράκτορας της Στάζι, βρίσκεται ξαφνικά ανάμεσα στα συντρίμμια της νέας κατάστασης. Όσα πίστεψε και υπηρέτησε δεν υπάρχουν. Υπάρχει κίνδυνος να αποκαλυφθεί. Δίνει τη μάχη της επιβίωσης με έναν τρόπο που είναι διαφορετικός. Την ίδια ώρα, ένας δημοσιογράφος στο Βερολίνο, περπατώντας ανάμεσα στα σουβενίρ του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού, θα επιχειρήσει να κάνει ένα συμβατικό ρεπορτάζ για τον κόσμο των μυστικών υπηρεσιών στην πόλη των κατασκόπων. Το ρεπορτάζ όμως αυτό θα γίνει εφιάλτης. Θα γίνει αγώνας επιβίωσης. Στο τρίτο του μυθιστόρημα «Ο Άνθρωπος του Τείχους» (εκδ. Μεταίχμιο), ο Κώστας Βαξεβάνης αξιοποιεί τις εμπειρίες του από το ψυχορράγημα του ανατολικού μπλοκ για να γράψει ένα από τα βιβλία της χρονιάς, που καταφέρνει μάλιστα να απευθύνεται στο σήμερα.

Η έρευνα για ένα βιβλίο σαν τον «Άνθρωπο του τείχους» θα κατέβαλλε ακόμη και τον πιο άοκνο ιστοριοδίφη. Εσείς ωστόσο είχατε το προνόμιο να συνδιαλεχτείτε με υπαρκτά πρόσωπα, όπως τον Μάρκους Βολφ. Πόσο δύσκολο στάθηκε να διαχειριστείτε το ρεπορταζιακό σας υλικό με τέτοιο τρόπο, ώστε να εξυπηρετεί το προϊόν της φαντασίας σας;

Κατά μία έννοια λόγω επαγγέλματος είμαι τυχερός. Δηλαδή έκανα μυθιστόρημα ένα κομμάτι της ζωής μου. Τα πράγματα που ανακάλυπτα για τις ανάγκες της έρευνάς μου, ήταν και το υλικό για το βιβλίο. Αλλά η τύχη σταματά εδώ. Δημοσιογραφία και συγγραφή είναι δυο συγγενείς που αλληλοσκοτώνονται. Είναι δύσκολο για έναν άνθρωπο που συνηθίζει να γράφει με θεό την ιστορική και δημοσιογραφική αλήθεια, να νοθεύσει τη σκέψη του με το μύθο. Στην αρχή δεν επιτρέπεις στον εαυτό σου να υποκύψει στην όποια ανακρίβεια. Μετά ωριμάζεις και βλέπεις πως μπορείς να είσαι και ακριβής στην αλήθεια και στους ανθρώπους. Έτσι δημιουργείς το «φυσικό σου περιβάλλον» που εμπεριέχει και τους πραγματικούς πρωταγωνιστές. Ο Μάρκους Βολφ, ο αρχηγός της Στάζι, υπάρχει πραγματικά ζωντανός στο βιβλίο, όπως ακριβώς τον έζησα. Και θεωρώ πιο σημαντικό να περιγράψω το χαρακτήρα ενός ανθρώπου που άλλαξε τον κόσμο από το να πω ποιες επιχειρήσεις κατασκοπίας σχεδίασε. Ξέρουμε για τους κατασκόπους ό,τι έχουμε δει στον Τζέιμς Μποντ. Οι κατάσκοποι δεν είναι έτσι. Δεν είναι πολύχρωμοι, δεν πηδάνε στον αέρα, δεν... πηδάνε γενικώς όπως ο κινηματογραφικός τους συνάδελφος. Είναι συγκροτημένοι άνθρωποι, επικίνδυνοι σίγουρα, που φέρνουν το μυαλό τους κυρίως και όχι το σώμα τους σε οριακές καταστάσεις. Θεωρητικά λοιπόν η δημοσιογραφία είναι η απόδοση, λιτά και χρήσιμα, της αλήθειας. Η λογοτεχνία πάλι μπορεί να φτιάξει τις δικές της αλήθειες χωρίς να σηκώνει το βάρος της απόδειξης.

Η επικαιρότητα σας σιγοντάρει πάντως. Η κυκλοφορία του «Ανθρώπου του τείχους» συνέπεσε με την εξάρθρωση του κατασκοπευτικού δικτύου της Ρωσίας από τη CIA. Σοβαρά τώρα, γίνονται ακόμη τέτοια πράγματα; Δεν έλαβε τέλος ο ψυχρός πόλεμος;

Η κατασκοπία είναι από τα πιο αρχαία επαγγέλματα. Και θα συνεχίσει να υπάρχει όσο και αν αναπτυχθούν τα μηχανήματα. Ξέρετε, το 1991 οι Αμερικάνοι την πάτησαν στο Ιράκ γιατί δεν έδωσαν βάση στις πληροφορίες των κατασκόπων τους και θεοποίησαν τα μηχανήματα. Τα μηχανήματα κάνουν πολλά, αλλά δεν μπορούν να ψυχολογήσουν τον άνθρωπο. Μπορούν να σου που ότι εκεί υπάρχουν 100.000 στρατιώτες, αλλά όχι τι είναι αποφασισμένοι να κάνουν. Οι κατάσκοποι είναι απαραίτητοι. Η λειτουργία των ανατολικών κατασκόπων ήταν εντελώς διαφορετική απ’ αυτή των δυτικών. Είχαν το πλεονέκτημα της ιδεολογίας. Μουτζαχεντίν της ιδεολογίας μπορούσαν εύκολα να πάρουν πληροφορίες από ομοϊδεάτες ή ακόμη και να τους στρατολογήσουν. Ο Μάρκους Βολφ είχε κατασκόπους τους γραμματείς του καγκελάριου. Η ομάδα του Κέιμπριτζ, στην οποία ανήκε ο Κιμ Φίλμπι, ένας από τους μεγαλύτερους κατασκόπους της KGB στην καρδιά των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών, έχει μέλη της που δεν έχουν συλληφθεί. Θα υπάρχουν πάντα κατάσκοποι, λοιπόν, όσο υπάρχουν γεωπολιτικά συμφέροντα. Σήμερα βέβαια υπάρχει μια άλλη κατηγορία κατασκόπων, είναι οι ύαινες που περιγράφω στο βιβλίο. Φιλόδοξοι, αριβίστες, παιδιά του συστήματος που γίνονται πράκτορες για να ανελιχθούν. Μπορεί να είναι κάποιος δημοσιογράφος, που συναντιέται με τον Αμερικανό πρέσβη, του δίνει χωρίς υποχρέωση ή αμοιβή πληροφορίες. Θεωρεί μάλιστα πως κάνει καλό, γιατί υπερασπίζεται το σύγχρονο κόσμο έναντι των μιασμάτων. Και η ανταμοιβή του μπορεί να είναι πως θα τον κάνουν διευθυντή ή υπουργό. Αδίστακτοι άνθρωποι που θεωρούν τον εαυτό τους κομμάτι μιας «δημοκρατικής συμμαχίας».

Σας αρέσει ο Τζον Λε Καρέ; Διότι έχετε κι εσείς την ικανότητα να χρησιμοποιείτε τη μυθοπλασία για να υποδείξετε την αλήθεια με τρόπο πειστικότερο από το ντοκουμέντο.

Ναι, μου αρέσει για το λόγο που λες. Η αλήθεια έχει κακοποιηθεί πάρα πολύ, κυρίως από τους προστάτες της. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται και οι δημοσιογράφοι. Ζούμε σε μια εποχή που τα ψέματα φαντάζουν μεγάλες αλήθειες. Και απ’ την άλλη ο κόσμος έχει ανάγκη το ψέμα. Είναι συγκλονιστικό το πόσοι άνθρωποι πιστεύουν σε θεωρίες συνωμοσίας. Η μυθιστορία, λοιπόν, πρέπει να είναι ο τρόπος της αλήθειας. Να τη σέβεται. Όχι να την προσβάλλει. Και μια που μιλάμε για λογοτεχνία, νομίζω πως η μυθιστορία στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία πάσχει. Θεωρούμε πως μυθιστορία είναι τα εγκεφαλικά δημιουργήματα των επιφανών ομφαλοσκόπων. Πράγματα που ίσως θα έπρεπε να εξομολογηθούν σε κάποιον ψυχίατρο και όχι να τα γράψουν σε κάποιο βιβλίο. Τα γράφουν όμως και στέκουν εκστασιασμένοι, νάρκισσοι, πάνω από την μπουρδολογία του καταθλιπτικού προσωπικού τους δράματος. Αυτός ίσως είναι και ο λόγος που τα χαζοσυναισθηματικά βιβλία κάνουν θραύση. Λένε μια απλή ιστορία με αρχή, μέση και τέλος.

Πιστεύετε πως η επαγγελματική σας ιδιότητα κάνει τον αναγνώστη πιο αυστηρό ή πιο ευμενή απέναντί σας; Φαντάζομαι πως λόγω δουλειάς είστε συνηθισμένος στην πίεση, όμως μήπως η αναγνωρισιμότητά σας αυξάνει το άγχος τού να πετύχετε και σαν συγγραφέας; Το ακριβές το είχε πει ο Πέτρος Τατσόπουλος στην παρουσίαση του βιβλίου μου. Πως είχα την ατυχία να δηλώσω πρώτα δημοσιογράφος και μετά συγγραφέας. Δηλαδή, είχα την ατυχία να μπω ίσως στη λίστα των δημοσιογράφων που γράφουν και κανένα βιβλίο. Η συγγραφή για μένα είναι πιο σημαντική από τη δημοσιογραφία, άσχετα αν ξέρω πως δεν μπορώ να ζήσω χωρίς να δημοσιογραφώ, να διαβάζω αρχεία, να συναντώ ανθρώπους και να αποκαλύπτω. Χρειάστηκαν χρόνια για να πάρει το καθένα τη θέση του μέσα μου. Γιατί απ’ έξω, για τον κόσμο, ο Βαξεβάνης είναι δημοσιογράφος. Γι’ αυτό το λόγο, λοιπόν, υπάρχουν πολλοί που θα πάρουν το βιβλίο γιατί με εκτιμούν ως δημοσιογράφο ή απλώς με αναγνωρίζουν και άλλοι που θα το σνομπάρουν. Δεν έχω κανένα άγχος να πετύχω σαν συγγραφέας. Η συγγραφή είναι φύση μου. Μπορεί να είναι καλή ή κακή, αλλά είμαι εγώ.

Σκοπεύετε να αξιοποιήσετε τις πηγές σας και από άλλα πεδία δράσης, εμπλουτίζοντας τη βιβλιογραφία σας με περισσότερο πολιτικό θρίλερ;

Έχω σκεφτεί να γράψω μια τριλογία. Τρεις μεγάλες υποθέσεις στις οποίες έχω εμπλακεί δημοσιογραφικά και που βάθος τους δεν είναι σίγουρα η επιδερμική παρουσίαση της επικαιρότητας. Στο μυθιστόρημα μπορείς άλλωστε να πεις πράγματα που ξέρεις πως συνέβησαν, αλλά δεν μπορείς να τα καταθέσεις δημοσιογραφικά γιατί δεν έχεις όλα τα αποδεικτικά στοιχεία. Μπορούν να σε αμφισβητήσουν, να σε καταστρέψουν, ενώ ξέρεις πολύ καλά πως είναι αλήθεια. Μπορείς λοιπόν να περιγράψεις την αλήθεια χωρίς την ανάγκη των αληθινών προσώπων. Το κίνητρό μου, όμως, δεν είναι η «τιμωρία». Απλώς πιστεύω πως η ζωή είναι ο καλύτερος σεναριογράφος.

Δηλώσατε πως σας ενδιαφέρει να γράψετε για την υπόθεση Μέρτεν. Την ιστορία του ναζί εγκληματία που κατηγόρησε τον «εθνάρχη» Καραμανλή πως ήταν συνεργάτης των Γερμανών. Πιστεύετε πως είναι ώριμη η κοινωνία μας να αναψηλαφήσει τέτοιους φακέλους; Θα κινδυνέψετε, θα γίνει χαμός!

Η υπόθεση Μέρτεν είναι μία από τις δύο υποθέσεις που ψάχνω επί 10 χρόνια. Τους τελευταίους μήνες κατάφερα να βρω κάποια πράγματα από τα αρχεία του ΥΠΕΞ και είμαι στην τελική ευθεία για ένα δημοσιογραφικό-ιστορικό βιβλίο. Ο Μέρτεν ήταν ο χασάπης της Θεσσαλονίκης. Μετά τον πόλεμο επέστρεψε στην Ελλάδα και συνελήφθη. Ο Καραμανλής την εποχή που ο Μέρτεν ήταν προφυλακισμένος έκλεισε δύο ανεξήγητες συμφωνίες με τους Γερμανούς. Πρώτα ότι θα παραδώσει στη Γερμανία όλους τους εγκληματίες πολέμου, δηλαδή τον Μέρτεν και μόνο. Και δεύτερο πως η Ελλάδα δεν διεκδικεί ούτε αποζημιώσεις πολέμου ούτε καν το δάνειο που μας ανάγκασε η χιτλερική Γερμανία να δώσουμε στον πόλεμο. Ο Μέρτεν απελευθερώθηκε και κατηγόρησε τον Καραμανλή, δύο υπουργούς του και τη γυναίκα του ενός, ως συνεργάτες των Γερμανών στην Κατοχή. Στις αρχές της δεκαετίας του ’60, η πολιτική σκηνή στην Ελλάδα είχε αναστατωθεί. Το θέμα, όμως, έκλεισε. Υπήρξαν οι εκλογές της νοθείας, ο ανένδοτος και μετά η χούντα. Ο Μέρτεν έμοιαζε παρωνυχίδα. Νομίζω πως ήρθε η ώρα να γραφτούν κάποια πράγματα. Δεν ξεκινάω ποτέ από το ποια είναι η θέση της κοινωνίας, αλλά από το τι συνέβη. Όταν έβγαλα το σκάνδαλο του Βατοπαιδίου, η κοινωνία δεν ήταν έτοιμη κατά μία έννοια να ενοχοποιήσει μια κυβέρνηση. Δύο χρόνια μετά όμως οι ίδιοι οι βουλευτές της ΝΔ ψηφίζουν την παραπομπή των υπουργών τους. Το επιχείρημα της κοινωνικής ωριμότητας κρατά την κοινωνία σε ομηρία. Η κοινωνία ωριμάζει όταν έρχεται απέναντι στην αλήθεια. Έστω και επεισοδιακά...

Πιστεύετε πως η οικονομική κρίση θα ανεβάσει τις πωλήσεις των βιβλίων; Κάποιοι λένε πως παραείναι ακριβά. Από την άλλη, ξοδεύουμε τόσα πολλά για καπνό και αλκοόλ…

Υπάρχουν πολλά που δεν μπορώ να καταλάβω για το βιβλίο. Ένας συγγραφέας παίρνει μόλις 10-15%. Πού πάνε τόσα λεφτά; Τα λιγότερα τα παίρνει ο δημιουργός. Γιατί δεν μπαίνει μια τάξη με τους μεσάζοντες και τους μεταπράτες; Επίσης δεν καταλαβαίνω γιατί δεν εφαρμόζεται όπως στην Ιταλία το σύστημα με τα υδατογραφήματα. Στην Ελλάδα, αν ένας εκδότης πει έβγαλα 20.000 βιβλία, δεν ξέρεις αν λέει αλήθεια. Θα μπορούσαν να βάζουν ένα στικάκι, ένα υδατογράφημα, αλλά περιέργως δεν γίνεται. Οι ενώσεις συγγραφέων δεν ασχολούνται με αυτά, υποθέτω. Η Ελλάδα είναι πολύ μικρή αγορά για τόσα βιβλία που βγαίνουν. Και επιπλέον οι Έλληνες δεν διαβάζουν. Το βιβλίο χρειάζεται αλλαγή νοοτροπίας. Δεν είναι εμπόρευμα που το αφήνουμε μισό χρόνο και αν δεν πουλήσει το κάνουμε πολτό.

Ποια αναγνώσματα θα περιέχει η βαλίτσα των διακοπών σας;

Δεν ξέρω, θα γίνει την τελευταία στιγμή. Θα πάρω όμως σίγουρα το laptop.    

Κώστας Βαξεβάνης, Ο άνθρωπος του τείχους, εκδ. Μεταίχμιο, σελ. 512