Ο Μελαγχολικός Εργάτης, μια σπουδαία έρευνα του Άρη Ασπρούλη για το βίωμα των μεγάλων αλλαγών
© Άρης Ασπρούλης
Βιβλιο

Ο Μελαγχολικός Εργάτης, μια σπουδαία έρευνα του Άρη Ασπρούλη για το βίωμα των μεγάλων αλλαγών

Μια συζήτηση με τον γνωστό κοινωνιολόγο και αποκλειστικές εικόνες από το οδοιπορικό του στο εργοστάσιο της Μεγαλόπολης
Γιώργος Δήμος
Γιώργος Δήμος
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Άρης Ασπρούλης - «Ο μελαγχολικός εργάτης: Η σιωπηρή πλευρά των εργασιακών σχέσεων την εποχή της Κρίσης - Το παράδειγμα της Μεγαλόπολης». Συνέντευξη για το βιβλίο που κυκλοφορεί από την Κάπα Εκδοτική

Στο βιβλίο με τίτλο «Ο μελαγχολικός εργάτης: Η σιωπηρή πλευρά των εργασιακών σχέσεων την εποχή της Κρίσης - Το παράδειγμα της Μεγαλόπολης» του κοινωνιολόγου Άρη Ασπρούλη, που κυκλοφορεί από την Κάπα Εκδοτική, εργαζόμενοι στα λιγνιτωρυχεία της ΔΕΗ, στη Μεγαλόπολη Αρκαδίας, προσέφεραν μια σειρά από προσωπικές μαρτυρίες σχετικά με τις συνθήκες εργασίας τους, τις προοπτικές τους για το μέλλον και τη θέση τους στην κοινωνία, για τις ανάγκες της επιστημονικής έρευνας του βιβλίου. Από το 2009, όταν η οικονομική κρίση άρχισε να γίνεται αισθητή σε όλους τους τομείς του ελληνικού εργασιακού χώρου, μέχρι και σήμερα, που το εργοστάσιο της Μεγαλόπολης αλλάζει, λόγω της γενικότερης στροφής της Ευρώπης σε εναλλακτικές, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, οι εργαζόμενοι ζητούσαν καλύτερες συνθήκες εργασίας και μια πιο ομαλή μετάβαση, για εκείνους και τις οικογένειές τους, προς τη «νέα εποχή». Ο στόχος αυτής της έρευνας, όπως λέει ο συγγραφέας, ήταν να ακουστούν αδιαμεσολάβητα και χωρίς «φίλτρο» οι φωνές των ανθρώπων που βιώνουν κάθε κρίση.

«Εκείνο που με ενδιέφερε περισσότερο ήταν το σιωπηρό κομμάτι της κρίσης, όχι το προφανές», λέει ο Άρης Ασπρούλης. «Να αναζητήσω και να αναδείξω το πώς έχει επηρεάσει το βίωμα της κρίσης τις ζωές των ανθρώπων, με έναν τρόπο πολύ ισχυρό, που συνήθως αποσιωπάται στον δημόσιο λόγο. Κάθε χώρος εργασίας, κάθε επάγγελμα, κάθε μορφή απασχόλησης, κάθε οργάνωση της κοινωνίας γενικότερα, εμπεριέχει ένα τυπικό και ένα άτυπο μέρος. Κάποιοι κανόνες είναι επίσημοι και κάποιοι είναι ανεπίσημοι και σιωπηροί. Όσο και αν μας φαίνεται παράξενο, στη ζωή το σιωπηρό μέρος καθορίζει το επίσημο και όχι το αντίστροφο, όπως έχει δηλώσει και ο Ζωρζ Βιγκαρελό. Αναζητώντας, λοιπόν, το case study, τον χώρο δηλαδή όπου θα γινότανε αυτή η επιτόπια μελέτη για τις σιωπηρές επιπτώσεις της κρίσης, η ιδέα τού να επιλεγεί ένας δημόσιος οργανισμός εμπεριείχε μια αντίφαση που μου φάνηκε ιδιαίτερα ικανοποιητική.

»Σε έναν δημόσιο οργανισμό, και πόσω μάλλον σε ένα εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας, όλα –θεωρητικά τουλάχιστον– είναι πολύ τυπικά οργανωμένα. Από τους τρόπους πρόσληψης μέχρι τους τρόπους ανέλιξης, το ωράριο, τα καθήκοντα, τα μισθολογικά κλιμάκια, η ιεραρχία κ.λπ. Το να ανακαλύψει, λοιπόν, κανείς τους σιωπηρούς κανόνες σε έναν τέτοιο χώρο, ξέρουμε, από τη βιβλιογραφία της κοινωνιολογικής παράδοσης, ότι θα τον οδηγήσει στο να φέρει στο φως και τις αποκρυσταλλωμένες σχέσεις εξουσίας του χώρου. Από τη στιγμή, λοιπόν, που αποφάσισα ότι θα βασιζόμουν στο παράδειγμα ενός δημόσιου οργανισμού, το εργοστάσιο της ΔΕΗ ήταν μονόδρομος. Αφενός, γιατί από τα πρώτα φοιτητικά μου χρόνια γοητεύτηκα από τις μεγάλες έρευνες της βιομηχανικής κοινωνιολογίας, όπως το πείραμα του Χόθορν ή τον αντίκτυπο της κρίσης στου ανέργους του Marienthal, και ονειρευόμουν πάντα να μελετήσω ένα εργοστάσιο της βαριάς βιομηχανίας. Αφετέρου, και για συναισθηματικούς λόγους, διότι και οι δύο γονείς μου ήταν εργαζόμενοι της ΔΕΗ.

Υπάρχουν πολλοί άνθρωποί που εργάζονται στον δημόσιο τομέα, με μεγάλο αίσθημα καθήκοντος, υπηρετώντας το συμφέρον της κοινωνίας

»Την εποχή που οι γονείς μου εργάζονταν στη ΔΕΗ, το αφήγημα του "τεμπέλη δημόσιου υπάλληλου" ήταν πολύ διαδεδομένο στον κυρίαρχο λόγο. Ταυτόχρονα, εγώ μεγάλωσα με δύο γονείς που δούλευαν όλη τη μέρα, εξαντλητικά πολύ. Ήθελα, με κάθε τρόπο, να σπάσω το στερεότυπο και να δείξω την πραγματικότητα. Το να δουλεύει κανείς σε έναν δημόσιο οργανισμό, όπως η ΔΕΗ, δεν τον κάνει αυτόματα "τεμπέλη". Υπάρχουν πολλοί άνθρωποί που εργάζονται στον δημόσιο τομέα, με μεγάλο αίσθημα καθήκοντος, υπηρετώντας το συμφέρον της κοινωνίας. Κάποιους από αυτούς τους συνάντησα στο εργοστάσιο της Μεγαλόπολης. Πρέπει να πω ότι υπήρξα τυχερός και είμαι ευγνώμων, γιατί τόσο η διοίκηση του εργοστασίου όσο και οι εργαζόμενοι, με εμπιστεύτηκαν. Έτσι, μπόρεσε να ολοκληρωθεί κι αυτή η μελέτη».

Αριστούχος Διδάκτωρ του Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου, με γνωστικό αντικείμενο την Κοινωνιολογία της Εργασίας, ο Ασπρούλης χρησιμοποιεί το παράδειγμα των εργαζομένων στο εργοστάσιο της ΔΕΗ στη Μεγαλόπολη για να μιλήσει για την κατάρρευση, σε περιόδους κρίσης, των άτυπων κοινωνικών κανόνων μέσω των οποίων οι άνθρωποι ορίζουν την πραγματικότητα, κατανοούν τον εαυτό τους, ερμηνεύουν τον κόσμο και δημιουργούν τα κατάλληλα σενάρια επιβίωσης για τους ίδιους και τις οικογένειές τους.

Ακολουθώντας τη θεωρητική και ερευνητική παράδοση της Κοινωνιολογίας της Εργασίας, μέσω των τεσσάρων βασικών σχολών προσέγγισης –Λειτουργισμός, Σχολή του Σικάγο, Μαρξισμός, Βεμπεριανή Σχολή–, και πραγματοποιώντας επιτόπια ποιοτική έρευνα πεδίου, με καθημερινή παρατήρηση, σαράντα συνεντεύξεις σε βάθος και συλλογή σπάνιου οπτικού υλικού, διαβάζοντας το βιβλίο βλέπουμε ότι ο συγγραφέας γίνεται μάρτυρας του πώς, σαν αποτέλεσμα του ριζικού βιώματος της κρίσης στον άνθρωπο, πολλές από τις βεβαιότητες της εργασιακής ζωής μετατρέπονται σε ένα τεράστιο ερωτηματικό. «Στο βιβλίο ασχολήθηκα με τρεις βασικές κατηγορίες που αφορούν στο σιωπηρό φάσμα της εργασίας μέσα στο εργοστάσιο: το κομμάτι της υγείας, είτε με την πρακτική του διάσταση είτε ως νοοτροπία, το εργασιακό ήθος και τις κοινωνικές του προεκτάσεις (όπως το κοινωνικό στίγμα του "Δεητζή") και τις προοπτικές ζωής των ανθρώπων (ελπίδες, όνειρα, φιλοδοξίες, αλλά και φόβοι ή ματαιώσεις). Το πώς όλα αυτά αλλάζουν κατά τη διάρκεια της κρίσης και, κυρίως, τι σημαίνει το βίωμα αυτών των αλλαγών».

Οι λεγόμενες «ανέντιμες πρακτικές επιβίωσης» έχουν μια πολύ μεγάλη σιωπηρή παράδοση σ’ αυτά τα εργοστάσια

Στην περίπτωση των εργαζομένων του εργοστασίου της ΔΕΗ το πρόβλημα του κοινωνικού στίγματος του «Δεητζή» ως συνώνυμο του «βολεμένου» από την υπόλοιπη κοινότητα της Μεγαλόπολης –και όχι μόνο– είναι μια σκληρή πραγματικότητα. «Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι έχει επικρατήσει η αντίληψη ότι στο εργοστάσιο, για να μπεις ή για να πας μπροστά, πρέπει να έχεις μέσο ή να διατηρείς καλές σχέσεις με τη διοίκηση. Αυτό δεν είναι κάτι σημερινό, ούτε κάτι που βρήκαμε επί κρίσης. Οι λεγόμενες "ανέντιμες πρακτικές επιβίωσης" έχουν μια πολύ μεγάλη σιωπηρή παράδοση σ’ αυτά τα εργοστάσια από την ίδρυσή τους, και με διάφορα ονόματα ανθρωπότυπων: ο ρουφιάνος, ο γλείφτης, ο τεμπέλης, το βύσμα, το λαμόγιο κ.λπ.

»Η δύναμη αυτού του αφηγήματος είναι ότι γεννά στερεότυπα. Ανεξάρτητα σε ποιο βαθμό ισχύει κάθε φορά, αποκτά μια οριζόντια μορφή στην κοινή συνείδηση. "Όλοι έτσι είναι". Αυτή είναι η δύναμη των στερεοτύπων ούτως ή άλλως. Να γενικεύουν. Άρα ο "Δεητζής"  είναι ο βολεμένος. Το στίγμα αυτό, εντατικοποιήθηκε την περίοδο της κρίσης, γιατί οι κοινωνίες έγιναν πιο σκληρές με τον εκάστοτε "απέναντι" στην προσπάθειά τους να αναζητήσουν απαντήσεις στο ερώτημα ποιος φταίει για την κρίση. Αυτό οδήγησε σε μεγαλύτερη κοινωνική απομόνωση τους εργαζόμενους του εργοστασίου, τους περιόρισε κοινωνικά και τους οδήγησε στην ανάπτυξη ισχυρών συναισθημάτων αποξένωσης και ενοχής».

Πλέον βλέπουμε ανθρώπους να μεγαλώνουν χωρίς να έχουν τη δυνατότητα δημιουργίας σεναρίων επιβίωσης

Έπειτα από τόσα χρόνια κρίσης, τα οικονομικά και κοινωνικά αδιέξοδα στα οποία έχουν περιέλθει οι εργαζόμενοι, μαζί με το γενικότερο αίσθημα απογοήτευσης, ενοχής, απόγνωσης και κυνισμού στο οποίο έχουν βυθιστεί, οδηγούν σιωπηλά στη δημιουργία μιας νέας εργασιακής ταυτότητας. Της ταυτότητας του μελαγχολικού εργάτη. «Στην κρίση, τα μοτίβα επιβίωσης που είχαν καθιερωθεί αναιρούνται και οι άνθρωποι μένουν μετέωροι. Αυτό στην εποχή μας τείνει να παγιωθεί. Πλέον βλέπουμε ανθρώπους να μεγαλώνουν χωρίς να έχουν τη δυνατότητα απόκτησης προσδοκιών, χωρίς τη δυνατότητα δημιουργίας σεναρίων επιβίωσης. Έτσι δημιουργείται μια νέα κανονικότητα, όπου η ζωή είναι συνεχώς αβέβαιη και χαρακτηρίζεται από μια διάχυτη επισφάλεια».

Όσον αφορά την έρευνα, ο συγγραφέας επισημαίνει πως πρόκειται για μια μεταμορφωτική εμπειρία: «Η έρευνα είναι "ζωντανή" διαδικασία και πολλές φορές σε οδηγεί σε διαφορετικά συμπεράσματα από αυτά που περίμενες. Κάτι το οποίο παρουσιάζεται με έναν τρόπο, στην πραγματικότητα μπορεί να είναι τελείως αλλιώς. Για παράδειγμα, μπαίνεις στο εργοστάσιο και αναρωτιέσαι γιατί οι εργάτες δεν φοράνε, με μεγαλύτερη σχολαστικότητα, τα μέσα ατομικής προστασίας. Η πρώτη απάντηση που λαμβάνεις, αν ρωτήσεις, είναι ότι το κάνουν για "μαγκιά" ή από μια κακώς εννοούμενη "εμπειρία" ή "ελληνική νοοτροπία". Σταδιακά, όταν μιλάς μαζί τους, αρχίζεις να βλέπεις ότι υπάρχουν κι άλλα ζητήματα, που δεν έχουν ειπωθεί ποτέ: Από το ότι τα μέσα ατομικής προστασίας δυσκολεύουν στην κοινωνικοποίηση των εργαζομένων –δεν υπάρχει δουλειά που να μπορείς να βγάλεις 8ωρο χωρίς να κοινωνικοποιηθείς, πόσω μάλλον μια τέτοια δουλειά– μέχρι το γεγονός ότι δεν έχουν προβλεφθεί βασικοί παράμετροι, όπως το ότι ο τορναδόρος που χρειάζεται γυαλιά πρεσβυωπίας δεν μπορεί να τα φοράει ταυτόχρονα με τη μάσκα του.

Τα κοινωνικά προβλήματα πρέπει να λύνονται με τη συμμετοχή εκείνων που τα περνούν, όχι ερήμην τους

»Άρα, για καθετί που συζητάμε υπάρχει μια επίσημη διάσταση με εύκολες και στερεοτυπικές απαντήσεις, υπάρχει όμως και μια ανεπίσημη-σιωπηρή διάσταση, που χρειάζεται περισσότερο εμβάθυνση και ενδιαφέρον για να την ανακαλύψεις. Αυτή τη σιωπηρή διάσταση οφείλουμε να αναζητήσουμε και να φέρουμε στο φως, για να μπορούμε να είμαστε πιο δίκαιοι, να βρίσκουμε πιο σωστές λύσεις στα προβλήματα των ανθρώπων και να μπορούμε, μέσα από τη δική τους φωνή, να εντοπίσουμε το πραγματικό πρόβλημα. Τα κοινωνικά προβλήματα πρέπει να λύνονται "από τα κάτω", δηλαδή με τη συμμετοχή εκείνων που τα περνούν, όχι ερήμην τους».

Ύστερα από δεκαπέντε χρόνια προετοιμασίας, επιτόπιας, πολύμηνης μελέτης (που πραγματοποιήθηκε κυρίως τα έτη 2016 και 2017), ενδελεχούς ανάλυσης των αποτελεσμάτων και πολλαπλών διορθώσεων, ο «Μελαγχολικός εργάτης» κυκλοφόρησε από την Κάπα Εκδοτική, τον Ιανουάριο του 2024, και σήμερα βρίσκεται ήδη στη δεύτερη χιλιάδα κυκλοφορίας του.

Όπως γράφει και η καθηγήτρια Ευαγγελία Καλεράντε στον πρόλογο του βιβλίου, η επιτυχία του έγκειται στο γεγονός ότι: «Είναι ένα επιστημονικό ντοκουμέντο της εποχής μας και ταυτόχρονα ένα εγχειρίδιο για μελλοντικές έρευνες, σχετικά με το πώς μελετάμε μια κοινωνία όταν περνά από τις βεβαιότητες στην αποσταθεροποίηση, πώς μελετάμε το βίωμα αυτής της μετάβασης και, κυρίως, πώς μελετάμε το αποτύπωμα που το βίωμα αυτό αφήνει στους ανθρώπους και στην κοινωνία. Η μελέτη του κοινωνιολόγου Άρη Ασπρούλη έρχεται να μας υπενθυμίσει κάτι πολύ θεμελιώδες. Δεν υπάρχει Ιστορία χωρίς ιστορικό υποκείμενο. Δεν υπάρχει Επιστήμη του Ανθρώπου χωρίς τον άνθρωπο».

Ο Μελαγχολικός Εργάτης, μια σπουδαία έρευνα του Άρη Ασπρούλη για το βίωμα των μεγάλων αλλαγών
© Άρης Ασπρούλης

© Άρης Ασπρούλης

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα Άρη Ασπρούλη

Ο Άρης Ασπρούλης είναι κοινωνιολόγος της εργασίας. Αριστούχος Διδάκτωρ του Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου, στο οποίο, το τρέχον ακαδημαϊκό έτος, δίδαξε Κοινωνιολογία της Εργασίας και Ψηφιοποίηση & Νέες Μορφές Εργασίας. Στον τομέα του πολιτισμού εργάζεται ως θεατρικός συγγραφέας, με διεθνή παρουσία, ενώ διατελεί Διευθυντής Επικοινωνίας του Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν από το 2014 και του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά από το 2024, καθώς και Σύμβουλος Επικοινωνίας του Πολιτιστικού Οργανισμού «Λυκόφως» από το 2015. Η έρευνά του «Μελαγχολικός εργάτης: Η σιωπηρή πλευρά των εργασιακών σχέσεων την εποχή της Κρίσης - Το παράδειγμα της Μεγαλόπολης» κυκλοφορεί από την Κάπα Εκδοτική, σε πρόλογο της καθηγήτριας Ευαγγελία Καλεράντε.

Δειτε περισσοτερα

Φραντσέσκα Ντιοταλέβι
Φραντσέσκα Ντιοταλέβι: Το να γράψω για τη Βίβιαν Μάιερ υπήρξε άσκηση λεπτότητας, σεβασμού και θάρρους

Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση