Βιβλιο

Ντρορ Μισάνι: Ένας Ισραηλινός μετρ της αστυνομικής λογοτεχνίας

«Ο κόσμος δεν περιμένει το μυθιστόρημά σου. Ο κόσμος αναμένει μια νέα τηλεοπτική σειρά ή μια νέα εφαρμογή. Επομένως πρέπει να λατρεύεις αυτό που κάνεις για να το κάνεις»»

Πάρις Δόμαλης
ΤΕΥΧΟΣ 838
11’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Ντρορ Μισάνι: Μιλήσαμε με τον Ισραηλινό συγγραφέα για την αστυνομική λογοτεχνία και το νέο του βιβλίο, «Τρεις», που κυκλφορεί από τις εκδόσεις Κείμενα.

Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε η συζήτηση με τον Ντρορ Μισάνι θύμιζαν αυτές που προτιμά για να γράφει. Απομόνωση, ησυχία, βιβλία. Για να δημιουργήσει θέλει να μην τον ενοχλεί κανείς, να νιώθει άνετα στο φυσικό του χώρο. Σε δυό μικρές πολυθρόνες σε μια ήσυχη γωνιά του βιβλιοπωλείου του Public Συντάγματος, ανάμεσα σε πολλά βιβλία, μιλήσαμε για μια ώρα με τον 47χρονο Ισραηλινό συγγραφέα. Θα ακολουθούσε η παρουσίαση του διεθνούς best seller βιβλίου του «Τρεις» που κυκλοφορεί σε ελληνική μετάφραση από τις εκδόσεις Κείμενα.

Τα μυθιστορήματά του έχουν μεταφραστεί σε 20 γλώσσες ενώ έχουν μεταφερθεί στην ισραηλινή και την αμερικανική τηλεόραση καθώς και στο γαλλικό κινηματογράφο. (Tik Needar, The Missing File, Fleuve Noir). Ο ήρωάς του, ο επιθεωρητής Avraham Avraham, εμφανίστηκε στη σειρά των αστυνομικών μυθιστορημάτων του με τίτλο «The Missing File» (2011). 

Με φόντο το σκηνικό της λιθόχτιστης γειτονιάς Holon στο Τελ Αβίβ, το έξυπνο και αινιγματικό μυθιστόρημά του «Τρεις» είναι στην πραγματικότητα ένα περίπλοκο παζλ τριών γυναικών. Η Όρνα, η Εμίλια και η Έλλα, πολύ διαφορετικές και άγνωστες μεταξύ τους, έχουν κοινό στοιχείο την απελπισία που προκαλούν οι συναισθηματικές και οι υλικές δυσκολίες τους. 

Ο εξαιρετικά επίκαιρος Μισάνι υφαίνει υπομονετικά την πλοκή. Ωστόσο πρωταγωνιστικό ρόλο δεν έχει η πλοκή. Τη σκυτάλη παίρνουν οι χαρακτήρες και η ενδιαφέρουσα «ξενάγηση» που μας κάνει ο Μισάνι στον ψυχισμό τους. Ένα τολμηρό οδοιπορικό σωστών ρυθμών που δεν προσπαθεί να «αρπάξει» τον αναγνώστη. Χωρίς υπερβολές, αποκαλύπτεται ότι η εκ πρώτης όψεως ακύμαντη ζωή των τριών ηρωίδων έχει σκοτεινές πλευρές και ανατροπές που δεν περιμένουμε. Έτσι ο βραβευμένος συγγραφέας πετυχαίνει μια ρεαλιστική γραφή την οποία σφραγίζει με τη δική του πρωτοτυπία. Το «Τρεις» παρέμεινε για περισσότερο από 20 εβδομάδες στη λίστα των best seller του Der Spiegel στη Γερμανία.

Ο Μισάνι ζει με τη σύζυγό του και τα δύο τους παιδιά στο Τελ Αβίβ και διδάσκει δημιουργική γραφή και αστυνομική λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ. Και φυσικά γράφει! Έχει χαρακτηριστεί «εθνικός θησαυρός του Ισραήλ» ενώ η γαλλική εφημερίδα «Le Monde» τον έχει χαρακτηρίσει διάδοχο του Σιμενόν. Ο ίδιος είναι χαμογελαστός, όχι ιδιαίτερα εξωστρεφής, σχεδόν ντροπαλός. Ξεκινώντας τη συζήτησή μας μου λέει πως αγαπάει πολύ την Ελλάδα και θα ήθελε να περιηγηθεί σ’ αυτήν για να τη γνωρίσει καλύτερα. Μέχρι τότε εκείνος μας μίλησε για βιβλία, τη ζωή του, για το αν διδάσκεται η γραφή, τα μυστικά αυτής, την κριτική, το κοινό, την πολιτική ματιά της γραφής του…

-Είναι η πρώτη φορά που επισκέπτεσθε την Ελλάδα;

Είχα έρθει στην Αθήνα πριν από πάρα πολλά χρόνια. Πριν από 34 χρόνια για την ακρίβεια, όταν ήμουν 12 ετών. Δεν θυμάμαι τίποτα, οπότε πρακτικά είναι σχεδόν η πρώτη μου φορά. Έφτασα σήμερα το πρωί, δεν έχω προλάβει να δω πολλά. Όλοι όμως οι άνθρωποι που συνάντησα είναι πολύ γενναιόδωροι. Ο καιρός και η όλη ατμόσφαιρα θυμίζει αρκετά το Τελ Αβίβ.

-Ο ήλιος και η ατμόσφαιρα που περιγράφετε είναι και οι ιδανικές συνθήκες για να συγγράψετε; Παίζουν ρόλο οι συνθήκες για εσάς; 

Ιδανικές συνθήκες για εμένα δεν υπάρχουν. Ο καιρός δεν με επηρεάζει καθόλου. Όταν ήμουν νεότερος πίστευα ότι είναι πιο εύκολο να γράφω τον χειμώνα, χωρίς βροχή. Το «Τρεις» όμως το έγραψα ένα ζεστό καλοκαίρι στο Τελ Αβίβ.

© Ελίνα Γιουνανλή

-Ο συγγραφέας, εφόσον η «δουλειά» του είναι να γράφει, δεν θα έπρεπε να το κάνει αβίαστα; Κανονικά δεν θα έπρεπε να δυσκολεύεται στη γραφή αυτός που δεν γνωρίζει να γράφει; 

Είναι πολύ ωραία η ερώτηση. Νομίζω εξαρτάται από το βιβλίο. Υπάρχουν βιβλία που είναι πιο εύκολο να γραφτούν και βιβλία που είναι πιο δύσκολο. Η δυσκολία και η ευκολία εξαρτάται και από τα μέρη του βιβλίου. Για παράδειγμα στο «Τρεις» τα πρώτα δύο μέρη του βιβλίου τα έγραψα γρήγορα. Και μετά κόλλησα. Για τέσσερεις περίπου μήνες δεν μπορούσα να γράψω τίποτα. Πήγαινα στο γραφείο μου κάθε πρωί και το απόγευμα ήμουν απελπισμένος. Ήταν πολύ δύσκολο για εμένα, ήμουν σίγουρος ότι «έχασα» το μυθιστόρημα και ότι δεν θα μπορούσα ποτέ να το ολοκληρώσω. Επομένως όχι - ο συγγραφέας δεν γράφει απαραίτητα εύκολα.

-Ως φοιτητής είχατε παρακολουθήσει μαθήματα γραφής;

Όχι. Τότε δεν υπήρχαν μαθήματα γραφής στο Ισραήλ. Η δημιουργική γραφή είναι κάτι νέο. Έλαβα το πτυχίο μου στη νομική και τη λογοτεχνία, μεταπτυχιακό στη λογοτεχνία και ξεκίνησα ένα διδακτορικό στη λογοτεχνία το οποίο σταμάτησα στη μέση για να γράψω το πρώτο μου μυθιστόρημα. Είχα σπουδάσει λογοτεχνία και είχα ασχοληθεί πολύ εντατικά μ’ αυτήν προτού αρχίσω να γράφω.

-Ωστόσο διδάσκετε δημιουργική γραφή και αστυνομική λογοτεχνία. Υπάρχει κάποια τεχνική στο γράψιμο;

Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορεί να πει κανείς. Η βραβευμένη με Όσκαρ Πολωνή ποιήτρια Σιμπόρσκα έγραφε σ’ ένα βιβλίο της ότι «μπορείς να μάθεις μουσική σ’ ένα ωδείο, μπορείς να μάθεις σινεμά σε μια σχολή κινηματογράφου, μπορείς να μάθεις ζωγραφική σε μια σχολή καλών τεχνών αλλά το γράψιμο δεν μπορείς να το μάθεις πουθενά». Είναι το DNA που μετράει, το οποίο είναι μια πολύ σκληρή πρόταση είτε πεις σε κάποιον ότι έχει ταλέντο είτε ότι δεν έχει. Έχεις ευθύνη. Παρ’ όλα αυτά νομίζω ότι δεν είναι απολύτως αλήθεια ότι είναι μόνο θέμα ταλέντου. Μπορεί κάποιος να γράψει, να διαβάσει και να επηρεαστεί, να μάθει από τους άλλους συγγραφείς αν τους μελετήσει καλά ακόμα και να «κλέψει» από μερικούς. Ωστόσο ένα ταλέντο φαντασίας και αφήγησης δεν μπορεί να διδαχθεί.

-Ποιο είναι το πιο σημαντικό που προσπαθείτε να διδάξετε στους μαθητές σας;

Ότι πρέπει να διαβάζουν πολύ και να είναι παθιασμένοι με το γράψιμο. Πρέπει να είσαι παθιασμένος με τα βιβλία και τη λογοτεχνία και να θες να μάθεις πολύ καλά το είδος που θες να γράψεις. Πρέπει να μάθουν από τους μεγαλύτερους συγγραφείς του είδους. Τους λέω «αν θέλετε να γράψετε αστυνομικό μυθιστόρημα, διαβάστε τα καλύτερα αστυνομικά, τους καλύτερους αστυνομικούς συγγραφείς, δείτε πώς γράφουν». Συνήθως ένα αστυνομικό μυθιστόρημα παίρνει ένα με δύο χρόνια για να γραφτεί. Ο κόσμος δεν περιμένει το μυθιστόρημά σου. Ο κόσμος αναμένει μια νέα τηλεοπτική σειρά ή μια νέα εφαρμογή. Επομένως πρέπει να λατρεύεις αυτό που κάνεις για να το κάνεις.

-Ήσασταν δάσκαλος δημιουργικής γραφής προτού ξεκινήσετε να γράφετε; 

Ήμουν λέκτορας στο πανεπιστήμιο, δίδασκα τακτικά μαθήματα για τη θεωρία της λογοτεχνίας για την αστυνομική λογοτεχνία. Αφότου έγραψα το πρώτο μου μυθιστόρημα μου ζήτησαν να αρχίσω να διδάσκω δημιουργική γραφή.

-Μπορεί να διδάξει κάποιος που δεν γράφει;

Αυτή είναι μια πολύ καλή ερώτηση! Νομίζω αν κάποιος είναι πολύ καλός αναγνώστης και ξέρει πώς κάνουν ό,τι κάνουν οι συγγραφείς μπορεί να διδάξει κιόλας. Φέτος κάνω ένα ειδικό εργαστήριο δημιουργικής γραφής γύρω από ένα Γάλλο φιλόσοφο. Αυτός λίγο προτού πεθάνει είπε «Δεν θέλω να είμαι πια φιλόσοφος, δεν θέλω να είμαι πια ακαδημαϊκός, θέλω να γράψω ένα μυθιστόρημα». Έδωσε λοιπόν ένα σεμινάριο με τίτλο «προετοιμασία του μυθιστορήματος». Η ιδέα είναι πώς προετοιμάζεται κανείς για να γράψει ένα μυθιστόρημα βάσει των όσων κάνουν οι σπουδαίοι συγγραφείς. Νομίζω λοιπόν πως μπορεί να μας διδάξει και αυτός χωρίς να κατόρθωσε να το γράψει εν τέλει.

© Ελίνα Γιουνανλή

-Γράψατε για πρώτη φορά σε ηλικία 35 ετών, το 2011. Μέχρι τότε προσπαθούσατε να σκεφτείτε τι θέλατε να γράψετε;

Δημοσίευσα μερικά διηγήματα όταν ήμουν περίπου στην ηλικία σου. 20 χρονών κέρδισα έναν πολύ γνωστό διαγωνισμό του Ισραήλ. Και αφού πήρα το βραβείο με προσέγγισαν διάφοροι εκδότες και μου είπαν «θέλουμε να εκδώσουμε το βιβλίο σου». Εγώ όμως δεν είχα βιβλίο! Στα 23 μου λοιπόν πήγα στο Παρίσι για δύο χρόνια και προσπάθησα να γράψω ένα μυθιστόρημα. Δεν τα κατάφερα. Δεν μπορούσα να γράψω, δεν ήμουν αρκετά ώριμος, δεν είχα ιστορία να πω, δεν ήξερα τι είναι μυθιστόρημα. Όταν επέστρεψα στο Ισραήλ μιλούσα καλά γαλλικά, αρχικώς έκανα μεταφράσεις, εργαζόμουν σε εκδοτικούς οίκους, έκανα τις σπουδές που σου ανέφερα πριν και ύστερα δίδασκα. Έγραψα όταν γεννήθηκε ο πρώτος μου γιος. Είναι λίγο παράδοξο καθώς όταν αποκτάς παιδί κανονικά δεν έχεις χρόνο και δεν κοιμάσαι τα βράδια. Όμως όταν γεννήθηκε κατάλαβα ότι αλλάζω φάση, είμαι μεγαλύτερος, και ότι ήρθε η ώρα να κάνω αυτό που τόσα χρόνια ονειρεύομαι. Διέκοψα το διδακτορικό μου και άρχισα να γράφω.

-Όταν γράφετε φαντάζεστε την αντίδραση του αναγνώστη; Απογοητεύεστε αν μετά σας μεταφέρουν διαφορετικά την εμπειρία τους από την ανάγνωση;

Ναι. Το κάνω πολύ αυτό. Οι αντιδράσεις που αγαπώ περισσότερο είναι από τους ανθρώπους που για το «Τρεις» μου είπαν ότι διάβασαν το πρώτο μέρος και σοκαρίστηκαν τόσο πολύ που έκλεισαν το βιβλίο. Το άφησαν στην άκρη και επέστρεψαν στην ανάγνωση μετά από μερικές μέρες. Ήταν τόσο μεγάλο το σοκ τους. Στη Γαλλία βέβαια θυμάμαι έναν αναγνώστη που μου είπε «διάβασα το βιβλίο σας, μου άρεσε πολύ, το απόλαυσα, ήταν πολύ διασκεδαστικό!». Απογοητεύτηκα… ένιωσα σχεδόν προσβεβλημένος (γέλια)

© Ελίνα Γιουνανλή

-Από τι πρέπει να κρίνεται ένας συγγραφέας; 

Eίναι μεγάλο ερώτημα αυτό. Πιστεύω ότι τα βιβλία μπορούν να είναι καλά για διαφορετικούς λόγους. Νομίζω ότι πρέπει να κοιτάμε εάν ανανεώνουν το είδος, εάν ελκύουν το ενδιαφέρον του αναγνώστη, εάν στέλνουν κάποιο μήνυμα σ’ αυτόν… Πάντως σίγουρα θα έλεγα ότι πρέπει να κρίνεται από το εάν δημιουργεί ένα πρωτότυπο έργο τέχνης και εάν έχει κάτι να πει στον κόσμο.

-Δημιουργείτε χαρακτήρες που σας αρέσουν;

Μερικοί μου αρέσουν, άλλοι όχι, για τους περισσότερους έχω ανάμικτα συναισθήματα. Για να γράψω ένα χαρακτήρα πρέπει να με ιντριγκάρει και όχι απαραιτήτως να μου αρέσει.

-Με μια λέξη, τι είναι αυτό που σας απασχολεί στο «Τρεις»;

Ο θάνατος.

-Έχετε επιλέξει τρεις πρωταγωνίστριες, ενώ οι άνδρες παίζουν δευτερεύοντα ρόλο. Πώς καταλήξατε σ’ αυτή την απόφαση;

Η ιδέα για το βιβλίο γεννήθηκε μετά από ένα φεστιβάλ στη Γαλλία. Ύστερα από συνεχείς συζητήσεις μεταξύ συγγραφέων για τέσσερεις μέρες συνέλαβα την ιδέα. Πήρα το αεροπλάνο για το Τελ Αβίβ και ήξερα τι ήθελα. Ένα βιβλίο με τρεις γυναίκες, έναν άνδρα, τρία μέρη, τρεις διαφορετικές διαδικασίες ανάγνωσης. Δεν ήξερα όμως κάτι άλλο, τα υπόλοιπα τα βρήκα σταδιακά όσο έγραφα και κυρίως πριν αρχίσω να γράφω. Δεν ήξερα πότε θα συμβεί κάποιο έγκλημα, πότε θα έρθει ο ντετέκτιβ ή εάν δεν θα έρθει…

-Τι συμβολίζουν οι ηρωίδες σας;

Θέλησα να υπάρχουν τρεις ηρωίδες που δεν γνωρίζονται, δεν συναντιούνται. Βοηθά όμως η μια την άλλη σαν αλυσίδα. Ήθελα να συμβολίσω έτσι τη σύνδεση των ανθρώπων, τη συνέχεια που έχουμε οι άνθρωποι ακόμα και όταν δεν γνωριζόμαστε. Οι άνθρωποι - ακόμα και μετά τον θάνατό μας - παραμένουμε ζωντανοί αφού υπάρχουν άνθρωποι που μας θυμούνται, μας συζητούν.

© Ελίνα Γιουνανλή

-Επηρεάζουν οι πολιτικές σας απόψεις τη γραφή σας;

Οι πολιτικές μου απόψεις στο συγκεκριμένο βιβλίο συμπυκνώνονται στο εξής: η βία είναι σπάνια ατομική, σχεδόν πάντα είναι κοινωνικό φαινόμενο. Ακόμα και αν το θύμα είναι μόνο ένα άτομο, η βία είναι αποτέλεσμα μιας νοσηρής κοινωνικής κατάστασης. Οι ξένοι άνθρωποι για παράδειγμα στο Ισραήλ, είναι άνθρωποι ευάλωτοι, χωρίς δίκτυα, χωρίς ένταξη. Νιώθουν πραγματική μοναξιά. Και αυτό δεν είναι η «μεταφυσική» μοναξιά ενός λογοτεχνικού ήρωα. Όποιος διαβάσει το «Τρεις» θα καταλάβει σε τι αναφέρομαι. Οι πράξεις βίας λοιπόν και ειδικά η θανατηφόρα βία είναι κοινωνικοπολιτικά φαινόμενα. Είναι δύσκολο πάντως να μην επηρεαστεί η γραφή σου από τις πολιτικές σου απόψεις. 

-Γιατί ο κόσμος διαβάζει τόσα αστυνομικά μυθιστορήματα;

Νομίζω ότι το αστυνομικό μυθιστόρημα διαφύλαξε αρετές της σπουδαίας λογοτεχνίας του 19ου αιώνα και γι’ αυτό αρέσει στον κόσμο. Δηλαδή δίνει σημασία στην ιστορία, την πλοκή και κυρίως στους χαρακτήρες. Ενώ συχνά στη σύγχρονη γραφή αυτά δεν παίζουν τόσο μεγάλο ρόλο και το ενδιαφέρον και η πρωτοτυπία στρέφεται αλλού. Ως άλλο λόγο θεωρώ ότι η αστυνομική λογοτεχνία απεικονίζει μ’ έναν πολύ ωραίο τρόπο -όχι πάντα- την κοινωνία. Εκτός από αμιγώς αστυνομικό δηλαδή ενδιαφέρον έχει και κοινωνικό και πολιτικό.

-Μπορείτε να μου περιγράψετε τον τρόπο που γράφετε; 

Αρχικά δεν γράφω συνέχεια. Για παράδειγμα τώρα δεν γράφω. Γράφω όταν βάζω όλες τις υπόλοιπες δραστηριότητές μου στην άκρη. Όταν έχω μια ιδέα την αφήνω πρώτα να ψηθεί λίγο χωρίς να γράφω κάτι. Κρατώ σημειώσεις μόνο. Και όταν η ιδέα μεγαλώσει πολύ, πρέπει να κάνω ένα διάλειμμα από τη διδασκαλία, από την τηλεόραση, απ’ όλα και να αρχίσω να γράφω. Μπαίνω στο δωμάτιο μελέτης και δουλεύω κάθε μέρα από τις οκτώ το πρωί ως το απόγευμα. Ξεκινάω με τον χάρτη του κειμένου, να ξέρω περίπου τι θα συμβεί στο κάθε κεφάλαιο. Και μετά ψάχνω να βρω τη σωστή φωνή, τον τόνο, τον ρυθμό. Αυτό κρατάει αρκετά. η αλήθεια είναι. Και έτσι φτάνω μέχρι το τέλος.

© Ελίνα Γιουνανλή

-Όσο γράφετε διαβάζετε παράλληλα;

Αναλόγως. Κανονικά πρέπει να διαβάζω όλη την ώρα. Για μένα το διάβασμα είναι σαν το νερό. Μερικές φορές ο συγγραφέας είναι σε κακή φάση και δεν μπορεί να το καταλάβει. Πρέπει να το καταλάβει ότι είναι «πεσμένος» και δεν μπορεί να γράψει. Εάν δεν μπορώ να διαβάσω παράλληλα με το γράψιμό μου καταλαβαίνω ότι κάτι δεν πάει καλά. Οπότε -όσο είμαι καλά- διαβάζω και γράφω και αντιστρόφως.

-Το διάβασμα κάνει τη ζωή μας καλύτερη;

Σίγουρα. Προσωπικά δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς διάβασμα. Όταν βλέπω ανθρώπους γύρω μου να μην διαβάζουν, για παράδειγμα τα παιδιά μου δεν διαβάζουν τόσο πολύ, ανησυχώ και νιώθω ότι η ζωή τους θα είναι φτωχή. Τα παιδιά μου προτιμούν να βλέπουν τηλεόραση. Και μπορεί να πει κανείς «τι σημασία έχει; Μια ιστορία λέει και η τηλεόραση και το βιβλίο». Νομίζω ότι έχει μεγάλη σημασία γιατί μόνο το βιβλίο κάνει τον αναγνώστη συγγραφέα. Αυτό που γράφει ο συγγραφέας είναι μόνο η βάση πάνω στην οποία ο αναγνώστης φαντάζεται. Είναι στο χέρι του αναγνώστη εάν  θα ολοκληρώσει την ιστορία που λέει ο συγγραφέας. Είναι και σκηνοθέτης και φωτογράφος και υπεύθυνος κάστινγκ. Στην τηλεόραση δυστυχώς δεν ενεργοποιείται η φαντασία. Βλέπεις χαρακτήρες αλλά δεν εμπλέκεσαι στη διαδικασία διαμόρφωσής τους. Αυτό είναι κατ’ εμέ το πλεονέκτημα του βιβλίου ή και το μειονέκτημά του γιατί οι άνθρωποι σήμερα δεν θέλουν να δουλέψουν καθόλου. Προτιμούν να τους ταΐζουν την ιστορία χωρίς αυτοί να συμμετέχουν. Χωρίς την λογοτεχνία η ικανότητά μας να φανταζόμαστε τα πράγματα θα μένει απροπόνητη.

-Πότε υποφέρει περισσότερο ένας συγγραφέας;

Όταν δεν γράφει! (γέλια). Υποφέρω βέβαια και όταν γράφω γιατί δυσκολεύομαι αλλά όταν δεν γράφω νιώθω ότι είναι τόσο χάσιμο χρόνου για εμένα… Νιώθω γεμάτος ενοχές που δεν γράφω και στερούμαι κάτι τόσο ζωτικό για τη ζωή μου. Είναι βέβαια υπέροχο να έχεις χρόνο για να είσαι με φίλους, με την οικογένειά σου, να ταξιδεύεις, να πηγαίνεις σε φεστιβάλ αλλά σου λείπει το πιο σημαντικό για την ύπαρξή σου. 

-Έχετε καταλήξει γιατί η γραφή είναι τόσο σημαντική για εσάς; 

Μου αρέσει πολύ να μένω μόνος μου για αρκετές ώρες της ημέρας. Μου αρέσει πολύ η διαδικασία του γραψίματος, θέλω να πηγαίνω στις οκτώ το πρωί στο γραφείο μου, να κλείνω τις πόρτες και μέχρι το απόγευμα να είμαι μόνος και να γράφω. Ελεύθερος, χωρίς κανείς να μου λέει τι να γράψω, με όλη την άνεση να φανταστώ τα πράγματα όπως θέλω.

-Αν έπρεπε να σας θυμούνταν μόνο από ένα βιβλίο ποιο θα διαλέγατε;

Αυτό που δεν έχω γράψει ακόμα! (γέλια). Σίγουρα αυτό, ναι…

© Ελίνα Γιουνανλή

-Τι ονειρεύεστε τώρα;

Ονειρεύομαι να επιστρέψω στη σπηλιά μου και να γράψω (γέλια). Είμαι ενθουσιασμένος γιατί έχω αρχίσει ένα νέο μυθιστόρημα, έχω γράψει το πρώτο κεφάλαιο. Θέλω να δουλέψω πάνω σ’ αυτό.

-Ποια είναι η φιλοσοφία σας για τη ζωή;

Προσπάθησε να φανταστείς έναν καλύτερο κόσμο και αναζήτησέ τον.

-Ήταν μεγάλη χαρά που μίλησα μαζί σας.

Ευχαριστώ. Και δική μου.

Η συνέντευξη φτάνει στο τέλος της. Μετά και την ολοκλήρωση της παρουσίασης ο Ντρορ Μισάνι μιλά με τον αγαπημένο του φίλο και συνάδελφο, κορυφαίο Έλληνα συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων Πέτρο Μάρκαρη. Ξεκλέβω μια στιγμή και τον ευχαριστώ ξανά, λέγοντάς του πόσες ακόμα ερωτήσεις θα ήθελα να του θέσω και να συζητήσουμε… Ανανεώνουμε το ραντεβού μας για το Τελ Αβίβ!