Βιβλιο

Μαρία Φακίνου: Η μνήμη οφείλει συχνά να μας ξεβολεύει

Η «Κλίμακα Μπόγκαρτ» μετράει την ένταση της ανάμνησης και η συγγραφέας και μεταφράστρια μιλάει για το καινούργιο ομώνυμο βιβλίο της.

Γιώργος Φλωράκης
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη: Η συγγραφέας και μεταφράστρια Μαρία Φακίνου μιλάει για το νέο της βιβλίο «Κλίμακα Μπόγκαρτ» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αντίποδες.

Ξεκινάς να διαβάζεις τις πρώτες γραμμές ενός βιβλίου για να δεις περί τίνος πρόκειται και στην τρίτη παράγραφο σ’ έχει πάρει τόσο έντονα μαζί του ο ρυθμός, που δυσκολεύεσαι να το αφήσεις από τα χέρια σου. Και υπάρχει πολύ σοβαρός λόγος να το αφήσεις: θέλεις να το κρατήσεις κοντά σου, όσο το δυνατόν περισσότερο. Η Μαρία Φακίνου διαβάζει, μεταφράζει, ακούει μουσική, βλέπει ταινίες, συγκεντρώνει ερεθίσματα για το επόμενο βιβλίο της κι έχει γράψει ένα από τα πιο εντυπωσιακά βιβλία της χρονιάς που διανύουμε, την «Κλίμακα Μπόγκαρτ» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αντίποδες.

Πόσο εύκολη είναι η ζωή για κάποιον/α που δηλώνει συγγραφέας στην Ελλάδα σήμερα;
Μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού είναι οι συγγραφείς που βιοπορίζονται μόνο από τη συγγραφή. Αρκετοί απασχολούνται στον ευρύτερο χώρο του βιβλίου (μεταφράσεις, επιμέλειες, κ.ά), πολλοί έχουν ένα επάγγελμα τελείως διαφορετικό. Το πρόβλημα και στις δύο περιπτώσεις είναι ο χρόνος και το χρήμα. Χρειάζεται χρόνος για να γράψεις, άρα πρέπει να δημιουργήσεις αυτό τον χρόνο και κάποια πράγματα να πάνε πιο πίσω, και χρειάζεται σε αυτό το διάστημα να έχεις εξασφαλίσει με κάποιον τρόπο ότι δεν θα σε φάει το άγχος του βιοπορισμού. Γίνεται, αλλά εύκολο δεν το λες.

Πόσο εύκολο είναι για έναν/μία συγγραφέα να προέρχεται από μια οικογένεια συγγραφέων;
Να πω καταρχάς ότι μια «οικογένεια συγγραφέων» είναι μια οικογένεια όπως όλες. Δεν συμβαίνει κάτι διαφορετικό απ’ ό,τι στις περισσότερες οικογένειες. Κληρονομείς ένα όνομα, ναι, αλλά αυτό δεν συνεπάγεται ταλέντο ή κλίση. Δοκιμάζεσαι και κρίνεσαι κάθε φορά όπως όλοι.

Πόσο σε έχει βοηθήσει και πόσο σε έχει δυσκολέψει η πορεία σου ως μεταφράστρια στο να κατακτήσεις ένα προσωπικό λογοτεχνικό ύφος;
Πρωτίστως είμαι αναγνώστρια. Αυτό καθορίζει το προσωπικό λογοτεχνικό ύφος. Όταν μεταφράζω, η συγγραφική μου φωνή πέφτει και κοιμάται. Είναι το κείμενο ενός άλλου συγγραφέα και πρέπει να το σεβαστώ. Έχω, πια, την τύχη να μεταφράζω βιβλία με τα οποία κάπως ταυτίζομαι. Δεν θα τα έγραφα εγώ έτσι, απαραιτήτως, αλλά δεν μου είναι και τελείως ξένα. Αυτό βοηθάει πολύ.

Ποιες είναι κατά τη γνώμη σου οι ομοιότητες και ποιες είναι οι διαφορές στο στυλ γραφής της «Κλίμακας Μπόγκαρτ» από την «Ανατομία Κόρης»;
Νομίζω η πιο χτυπητή διαφορά είναι ότι στην «Κλίμακα Μπόγκαρτ» κυριαρχεί ο μακροπερίοδος λόγος, ανά σημεία η συνειδησιακή ροή ως τρόπος αφήγησης και ένα πιο ρεαλιστικό, απτό, χωροχρονικό πλαίσιο. Ο πειραματισμός στο ύφος και τη γλώσσα, η εμμονή στη λεπτομέρεια, η ανάδειξη του μικρού, είναι κοινά στοιχεία και στα δύο βιβλία, μόνο εδώ λίγο πιο έντονα και, ελπίζω, πιο εξελιγμένα.

Η «Κλίμακα Μπόγκαρτ» είναι ένα έντονα ρυθμικό κείμενο. Ποιο είναι το κεντρικό στοιχείο που σε κάνει να επιλέγεις μια τόσο έντονα ρυθμική προσέγγιση στο θέμα σου;
Κάθε φορά σε καθοδηγεί το ύφος που έχεις διαλέξει να αφηγηθείς την ιστορία σου. Στην «Κλίμακα Μπόγκαρτ» είναι έντονη η προφορικότητα επειδή, με κάποιον τρόπο, μπήκα σε μια μορφή διαλόγου με τον κεντρικό ήρωα, ή μάλλον αυτός μπήκε μαζί μου. Δημιουργήθηκε έτσι μια ροή στην αφήγηση που έπρεπε να είναι σαφής, να ακολουθεί έναν ειρμό. Διαβάζω φωναχτά και τις μεταφράσεις και τα δικά μου κείμενα και μάλλον αυτό δίνει την αίσθηση της ρυθμικότητας.

Τι ρόλο πιστεύεις ότι παίζει η προσωπική ιστορία των ανθρώπων, ειδικά όταν έχει σκοτεινά στοιχεία, στη μετέπειτα ζωή τους; Πόσο επηρεάζει τον πατέρα της «Κλίμακας…» και πόσο επηρεάζει τους άλλους απέναντί του;
Όλοι μας έχουμε σκοτεινά στοιχεία στη ζωή μας. Το θέμα είναι όταν αυτά αποσιωπώνται. Δημιουργείται τότε ένα μάγκωμα, ένα κράτημα, κάτι ασαφές που εμποδίζει τη σχέση μας με τους άλλους. Ο πατέρας του βιβλίου αισθάνομαι ότι βρίσκεται σε μια διαρκή επιφυλακή, να μην αποκαλυφθεί το παρελθόν του, γι’ αυτό και έχει ένα πολύ συγκεκριμένο πλαίσιο ζωής, χωρίς κοινωνική ζωή και φίλους, επειδή πώς να δημιουργήσεις σχέσεις αν δεν ανοιχτείς κι εσύ, άρα να μιλήσεις για σένα; Έτσι ο πατέρας έχει ένα διαρκές βουητό στο κεφάλι του που του υπενθυμίζει να μην αφήνεται και, όταν η κόρη του ανακαλύπτει τυχαία το μυστικό του, ό,τι γνώριζε και εμπιστευόταν ως εκείνη τη στιγμή καταρρέει για εκείνη. Απομακρύνεται μέχρι να νιώσει έτοιμη ότι μπορεί να το αντιμετωπίσει. Καθορίζει τη σχέση της με τον εαυτό της και τους άλλους. Η αναπόφευκτη σύγκρουση θα λειτουργήσει σαν μία ώθηση προς τα μπροστά. 

Θίγεις σε πολύ μεγάλο βαθμό το ζήτημα του σχήματος του ανθρώπινου σώματος. Ειδικά του γυναικείου. Βρίσκεις να έχουν αλλάξει προς το καλύτερο τα πράγματα ως προς την αποδοχή της διαφορετικότητας στο ζήτημα αυτό στην ελληνική κοινωνία;
Έχουν αλλάξει προς το καλύτερο αλλά έχουμε ακόμα δρόμο μπροστά μας. Έχουμε γίνει πιο προσεκτικοί και ευαίσθητοι στον τρόπο που εκφραζόμαστε για το σώμα, στην ορολογία που χρησιμοποιούμε γι’ αυτό, στην παγιωμένη εικόνα του. Κάποια σώματα που ήταν αποκλεισμένα επειδή δεν ανταποκρίνονταν σε συγκεκριμένες προδιαγραφές είναι πλέον πιο ορατά. Σώματα με αναπηρίες πρωταγωνιστούν σε θεατρικές παραστάσεις, σώματα που θεωρούνταν πιο χυμώδη ή όχι τέλεια μπαίνουν σε εξώφυλλα περιοδικών και διαφημίσεις. Σίγουρα ακόμα κάποιοι ξινίζουν τα μούτρα τους όμως οι αλλαγές γίνονταν πάντα με μια μεγάλη έκρηξη και μετά με μικρά βήματα.

Θίγεις επίσης και το ζήτημα της φασιστικής ιδεολογίας. Βλέπεις ότι υπάρχουν πιθανότητες να ξανανέβουν τέτοιες αντιλήψεις;
Δεν πιστεύω ότι έχουν εκλείψει αυτές οι αντιλήψεις μόνο και μόνο επειδή μπήκε στη φυλακή μία ναζιστική εγκληματική οργάνωση. Ίσως οι φωνές τους να μην ακούγονται τόσο δυνατά όσο πριν δέκα χρόνια, αλλά είναι αντιλήψεις βαθιά ριζωμένες που εξακολουθούμε να τις συναντούμε, συγκαλυμμένα ή απροκάλυπτα, σε πολλά ζητήματα, και θα τις συναντούμε ακόμα πιο έντονα όσο γινόμαστε πιο συντηρητικοί ως κοινωνία.

Θα ήθελα να μου μιλήσεις για το κοτσύφι ως σύμβολο. Τελικά, συνδέει μ’ έναν τρόπο πατέρα και κόρη μέσα στο βιβλίο;
Το κοτσύφι για μένα συμβολίζει κάτι πολύ συγκεκριμένο. Και ναι, συνδέει πατέρα και κόρη, ο πρώτος το πιάνει στα χέρια του, η δεύτερη το παρατηρεί από απόσταση. Από κει και πέρα όμως, ο καθένας διαβάζει ένα βιβλίο με τον δικό του τρόπο. Το αντιλαμβάνεται διαφορετικά απ’ αυτόν/αυτήν που το έχει γράψει. Κι αυτό είναι και το γοητευτικό. Κάποια πράγματα να μένουν ανοιχτά στην ερμηνεία του κάθε αναγνώστη.

Φαίνεται ότι θυμάσαι πολύ καλά πράγματα που έχουν συμβεί στην ελληνική κοινωνία. Από τον σεισμό του 1981 μέχρι τα γεγονότα της οδού Νιόβης (με τη χειροβομβίδα). Τι είδους γεγονότα σε υποχρεώνουν να τα συγκρατείς και γιατί;
Είναι γεγονότα που τα έχω ζήσει, γι’ αυτό είναι έντονα, έχω μνήμη απ’ αυτά. Ειδικά, η υπόθεση της οδού Νιόβης φέρει πολλά στοιχεία μιας μεγάλης κοινωνικής αλλαγής που συνέβαινε τότε. Ιδιωτική τηλεόραση, το άνοιγμα των συνόρων, ρατσιστικά και ξενοφοβικά αντανακλαστικά που βρήκαν το χώρο να εκτονωθούν. Η εικόνα είναι πολύ ισχυρό μέσο. Μέσα από την τηλεόραση γίναμε για πρώτη φορά κοινωνοί σε κάτι πρωτόγνωρο που συνέβαινε εκείνη τη στιγμή. Θεατές, ναι, αλλά με την επίφαση κάποιας δύναμης επειδή με κάποιον τρόπο ήμασταν κι εμείς εκεί. Δεν το διαβάσαμε την επόμενη μέρα στις εφημερίδες. Στο συγκεκριμένο βιβλίο, διάλεξα γεγονότα που ερέθιζαν την ιδεολογία του ήρωα.

Πόσο σημαντική πιστεύεις ότι είναι η μνήμη για τον/την συγγραφέα;
Η μνήμη δεν είναι κάτι μονοσήμαντο, ούτε θυμόμαστε όλοι το ίδιο πράγμα. Η μνήμη είναι θραυσματική, συχνά επιλεκτική. Διαλέγουμε πλευρές. Τι μας βολεύει να θυμόμαστε. Η μνήμη οφείλει να είναι και αυτό που μας ξεβολεύει να θυμόμαστε. Αυτό που μας φέρνει σε δύσκολη θέση, που μας κάνει να αντικρίζουμε τη σκοτεινή ή και τερατώδη μορφή μας. Διαφορετικά απομένει μία ιλουστρασιόν εκδοχή της η οποία μπορεί να είναι και επικίνδυνη επειδή μας καθησυχάζει. Μία μνήμη που θυμάται μόνο τις νίκες, τους θριάμβους, τους ήρωες, που επιβραβεύει με άλλα λόγια μόνο το καλό και ανθρώπινο και ιδεώδες είναι μία μνήμη προβληματική, αναληθής.

Τι βιβλίο έχεις στη μέση αυτήν την εποχή;
Το γεγονός της Ανί Ερνό.

Ποιες είναι οι αγαπημένες σου διαδρομές στην πόλη;
Το Μεταξουργείο και τα Πέτρινα.

Τι να περιμένουμε στο άμεσο μέλλον;
Τώρα αγρανάπαυση. Διαβάζω, μεταφράζω, κρατάω σημειώσεις, βλέπω ταινίες, ακούω μουσική, ερεθίσματα που σιγά σιγά κάποια στιγμή παίρνουν μορφή.