Βιβλιο

Μαθήματα ανθρώπινης ιστορίας

Μια μυθιστορηματική ανάπλαση της βιογραφίας των αδελφών Κόλλυερ από τη Νέα Υόρκη

Δημήτρης Καραθάνος
ΤΕΥΧΟΣ 492
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο E.L. Doctorow ξεδιπλώνει μια αφοπλιστική παραβολή του δυτικού πολιτισμού στο «Χόμερ και Λάνγκλεϋ» (μτφ. Μαργαρίτα Ζαχαριάδου, εκδ. Πατάκη), μια μυθιστορηματική ανάπλαση της βιογραφίας των διαβόητων αδελφών Κόλλυερ από τη Νέα Υόρκη.

Μια αληθινή ιστορία της οποίας οι εξωπραγματικές διαστάσεις ξεπερνούν τη φαντασία. Οι Χόμερ και Λάνκγλεϋ, οι αδελφοί Κόλλυερ του μυθιστορήματος, υπήρξαν. Διατηρείται μάλιστα και ένα μικρό παραλληλόγραμμο πάρκο προς τιμή τους στην καρδιά του Χάρλεμ, στη γωνία της πέμπτης λεωφόρου με την 128η οδό, εκεί που έστεκε έως το 1947 το πελώριο αρχοντικό τους, στο οποίο συσσώρευσαν 140 τόνους αντικειμένων στη διάρκεια της κοινής ζωής τους. Προς τι αυτή η μανιακή συγκομιδή και ποιο το δόγμα πίσω από την επιδίωξή της;
Ας ρίξουμε μια ματιά στο υπόβαθρο και την εποχή των Κόλλυερ. «Είμαι ο Χόμερ, ο τυφλός αδελφός» εξομολογείται ο αφηγητής στις πρώτες αράδες του μυθιστορήματος. «Δεν έχασα την όρασή μου μονομιάς, έγινε λίγο όπως στις ταινίες, σαν αργό σβήσιμο».

Και έτσι όπως η πραγματικότητα που περιβάλλει τον Χόμερ γίνεται σταδιακά άυλη, ομοίως βιώνει και μια αποκλίνουσα σχέση με τον κόσμο των ανθρώπων. Οι εύποροι κοσμοπολίτες γονείς των Κόλλυερ πεθαίνουν κατά την επιδημία πυρετού το 1918. Το ίδιο διάστημα, ο Λάνγκλεϋ επιστρέφει από τη θητεία του στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο καταρρακωμένος, αν όχι ανεπανόρθωτα ανισόρροπος. Καθώς η σχέση των δύο αδελφών με τον περίγυρο εμφορείται από ολοένα εντονότερα αισθήματα αναδίπλωσης και πικρίας, παράλληλα εκδηλώνεται η «Θεωρία περί Αντικαταστάσεων» του Λάνγκλεϋ. Τα πάντα στη ζωή αντικαθίστανται, σύμφωνα με τις ιδέες του. Υπάρχει πρόοδος, χωρίς τίποτε να αλλάζει. Ακόμη και στην περίπτωση των μεγαλοφυϊών, λόγου χάρη Μπετόβεν, το θέμα δεν είναι τόσο τα ίδια τους τα επιτεύγματα όσο η θέση τους σε σχέση με εμάς τους υπόλοιπους.

n

Πρόκειται για κοινωνικές κατασκευές, διατείνεται ο πρεσβύτερος αδελφός, προορισμένες να δημιουργούν συνθήκες πολιτισμικής κοινωνικοποίησης. Συνεπαρμένος από τη νιτσεϊκή του κοσμοαντίληψη σχετικά με την επανάληψη των γεγονότων του ανθρώπινου βίου στο διηνεκές, ο Λάνγκλεϋ αποφασίζει να δημιουργήσει μια δική του εκδοχή ειδησεογραφίας, θέλοντας «να βάλει επιτέλους την αμερικανική ζωή σε μια έκδοση, την αενάως επίκαιρη άχρονη εφημερίδα του Κόλλυερ, τη μοναδική εφημερίδα που θα χρειαζόταν ποτέ κανείς».
Το σχέδιό του συνίστατο στην καταμέτρηση και καταχώριση ειδήσεων ανά κατηγορίες: εισβολές, πόλεμοι, μαζικές δολοφονίες, φόνοι, λιντσαρίσματα, πολιτικές ατασθαλίες, επενδυτικές απάτες, επιδημίες, σεισμοί, τυφώνες. Και το εφαρμόζει στοιβάζοντας ωκεανούς έντυπης ειδησεογραφίας από τις οποίες σταχυολογεί καθημερινά προκειμένου «ο αναγνώστης, έναντι πέντε σεντς, να έχει υπό τύπον ειδήσεων ένα πορτρέτο της ζωής μας στη γη».

Όλα αυτά ενόσω ο 20ός αιώνας προελαύνει με το ένα κοσμογονικό γεγονός να διαδέχεται το άλλο και η γαργαντουική τάση συσσώρευσης του Λάνκλεϋ επιτείνεται, μετατρέποντας το σπιτικό των Κόλλυερ σε μαυσωλείο ντοκουμέντων που αψηφούν το νόμο της φθοράς, ωστόσο επισπεύδουν την εκτροπή των αδελφών προς το κοινωνικό περιθώριο. Ο ένας Κόλλυερ εξακολουθεί να χρονογραφεί, ο άλλος να συλλέγει. Και όταν το άλλοτε επιβλητικό τους ενδιαίτημα μετατρέπεται σε αχούρι δίχως ύδρευση και ρεύμα, και οι δυο τους ακολουθούν αντίστοιχα την ερείπωσή του εξελισσόμενοι σε παρίες, αποδέκτες μηνύσεων και στόχοι λιθοβολισμών, τότε το μυθιστόρημα αυτό αγγίζει την ελάσσονα κλιμάκωσή του. «Το κακό είναι ότι αν όντως φύγουμε από τη Γη, θα μολύνουμε και το υπόλοιπο σύμπαν με την ηθική μας ανεπάρκεια» αποφαίνεται κάποτε ο Λάνγκλεϋ, αξιολογώντας την κατάκτηση του διαστήματος.

Στα χέρια ενός συγγραφέα σαν τον Doctorow, η βιογραφική ανάπλαση της περίπτωσης των Κόλλυερ μετατρέπεται σε μια παραβολή για ολόκληρο τον 20ό αιώνα. Όπως όμως και για τον 21ο, όπως και για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον σε οποιαδήποτε εκδοχή του, για την αμερικανική ζωή αλλά και για το δυτικό κόσμο γενικότερα, για τον τρόπο που ζούμε τις ζωές μας δίνοντας τοτεμικές ιδιότητες στην ύλη, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να μην αποκοπούμε από το αμείλικτο πέρασμα του χρόνου.