Βιβλιο

Είναι η Εντομολογία κλάδος της Πεζογραφίας;

Η Δήμητρα Κολλιάκου μιλάει για το εξαίρετο «Αλφαβητάρι εντόμων» της (Πατάκης)

Δημήτρης Φύσσας
ΤΕΥΧΟΣ 708
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Δήμητρα Κολλιάκου μιλάει στην Athens Voice για το καινούργιο της βιβλίο «Αλφαβητάρι εντόμων» (εκδ. Πατάκης).

Με έξι βιβλία πεζογραφίας (μυθιστορήματα και νουβέλες) σε είκοσι  χρόνια, η Δήμητρα Κολλιάκου έχει καθιερωθεί σαν συγγραφέας με πρωτότυπη θεματολογία, με λογοτεχνία που  εμπεριέχει ποικιλία στοιχείων εκτέλεσης, με εξωστρέφεια (με την έννοια ότι είναι από τις λίγες λογοτεχνικές φωνές που δεν εστιάζουν στην ελλαδική μιζέρια), με ακριβή και αυστηρό σχεδιασμό στη δόμηση των έργων της. Καθόλου τυχαία, επομένως, τα τέσσερα σημαντικά βραβεία που έχει κερδίσει μέχρι τώρα (ΕΚΕΒΙ, περιοδικό «(Δέ)κατά», Ακαδημία Αθηνών και το φετινό βραβείο διηγήματος του «Αναγνώστη»). Στον ένα χρόνο από την κυκλοφορία του πρόσφατου «Αλφαβητάρι εντόμων» (εκδόσεις «Πατάκη») και λίγες μέρες μετά τη βράβευσή του, η συγγραφέας μίλησε στην A.V.

Το βιβλίο τυπώθηκε δίχως χαρακτηρισμό πεζογραφικού είδους, ενώ πολλές από τις κριτικές που διάβασα αντανακλούν τη σχετική αμηχανία. Είναι το «Αλφαβητάρι εντόμων» συλλογή διηγημάτων με συνεκτικό ιστό μια μεγάλη ή μικρή σχέση με κάποια εντομολογική πλευρά;
Προτίμησα να μην μπει ειδολογικός χαρακτηρισμός στο εξώφυλλο και συμφώνησε σε αυτό και η εκδότριά μου Άννα Πατάκη. Η κριτική επιτροπή του «Αναγνώστη» το συγκατέλεξε στα διηγήματα, αλλά υπήρξαν άνθρωποι στην απονομή των βραβείων που μου είπαν ότι το διάβασαν σαν μυθιστόρημα. Το βιβλίο έχει τους κεντρικούς θεματικούς άξονες ενός μυθιστορήματος και τα αφηγήματα που το απαρτίζουν είναι στενότερα δεμένα μεταξύ τους απ' ό,τι συνήθως τα διηγήματα μιας συλλογής. Ένα πρώτο συνδετικό σχήμα είναι η παρουσία των εντόμων, που διασταυρώνονται με τους ήρωες με ποικίλους τρόπους, κι ένα δεύτερο η θεματολογία, που είναι εμπνευσμένη από τα καίρια ζητήματα της σύγχρονης Ευρώπης.

Ποιο ρόλο παίζει το αλφάβητο –και ποιο ακριβώς αλφάβητο– στη δόμηση του βιβλίου;
Το αλφάβητο είναι ένας ακόμη συνεκτικός ιστός, το σύστημα που τα περιλαμβάνει όλα, από το Α ως το Ω. Αλφαβητάρι όμως λέμε μεταφορικά και το βιβλίο που περιέχει τα βασικά για ένα αντικείμενο μελέτης. Μου άρεσε αυτή η αντιδιαστολή ανάμεσα στο «πλήρες» και το «στοιχειώδες». Χρησιμοποίησα το ελληνικό αλφάβητο, που είναι από τα αρχαιότερα και πολύ όμορφο. Έχω «κλέψει» και λίγο όμως, για να μπουν τόσο τα έντομα όσα και τα θέματα που ήθελα. Τη μέλισσα, για παράδειγμα, την έβαλα στο (λατινικό) Β, γιατί παίζω με τη φράση «to bee or not to bee» (sic). Το Μ το κράτησα για το μυρμήγκι, σε ένα αφήγημα με θέμα το σχολείο και τις αναζητήσεις μιας μαθήτριας που την απασχολούν ζητήματα φύλου και gender. Η μύγα μπήκε στο Ζ, από την εβραϊκή λέξη «ζβουβ», που είναι και το δεύτερο συνθετικό του Βεελ-ζεβούλ (ο Σατανάς, και κατά λέξη, ο Άρχοντας των μυγών). Ο θεματικός πυρήνας εδώ είναι ο φόνος μιας νεαρής Αμερικανίδας που φιλοξενεί έναν παράνομο μετανάστη. Στο Π έβαλα την πασχαλίτσα, την πυγολαμπίδα στο Φ (κωλο-φωτιά), ενώ το ελληνικό Ρ αντιπροσωπεύεται από το λατινικό Ρ (Praying mantis), το δικό μας Αλογατάκι της Παναγίας. Με ενδιέφερε ως έντομο (την ώρα της σεξουαλικής πράξης το θηλυκό στρέφεται και επιτίθεται στο αρσενικό), αλλά μπόρεσα και να το εντάξω στην ιστορία ενός σπουδαίου νευρολόγου. Το όνομα του τελευταίου έχει συνδεθεί τόσο με κάποιες νευροεκφυλιστικές νόσους του εγκεφάλου και τις (παθογόνες) πρωτεΐνες «Prion», όσο και με την παιδεραστία.

Η αφιέρωση γίνεται σαν προσφώνηση σε γράμμα ή μέιλ: «Αγαπημένη μου Ευρώπη», με κόμμα, σαν το βιβλίο που ακολουθεί να απευθύνεται στην ήπειρό μας. Ποιες ευρωπαϊκές αξίες ή απαξίες υποβόσκουν στο βιβλίο, στο βαθμό που είναι επισημάνσιμες;
Η Ευρώπη ενσαρκώνει τις ανθρωπιστικές αξίες που απειλούνται ή  χάνονται, τις αξίες του δυτικού πολιτισμού που βασίστηκε και σε αρχαίους πολιτισμούς, όπως ο ελληνικός. Μια τέτοια αξία είναι η ανοχή, η προστασία της πολυπολιτισμικότητας, η αναγνώριση του Άλλου (του διαφορετικού) ως ισότιμου. Προφανώς έχει πολλές και διάφορες μορφές η ετερότητα, όσες και τα πρόσωπα και τα έντομα σε αυτό το αλφαβητάρι. Γι' αυτό τα «γράμματα» εδώ θα μπορούσαν να διαβαστούν και σαν ανοιχτά γράμματα (επιστολές) σε μια Ευρώπη που είναι ευάλωτη, που της λείπει η ανοιχτωσιά, και που με τη σύγχρονη και λίγο παλαιότερη Ιστορία της μου έδωσε την έμπνευση και το υλικό γι' αυτό το βιβλίο.

Υπάρχει πλήθος αναφορών σε άλλα κείμενα (λογοτεχνικά, βιογραφίες κ.λπ.), σε Μυθολογία, σε ιστορικά γεγονότα από το μακρινό παρελθόν (π.χ. Περσικοί Πόλεμοι) μέχρι το εντελώς σύγχρονο παρόν (π.χ. «Ζούγκλα του Καλέ»), σε άλλες Τέχνες και προφανώς σε επιστημονικά ή διεπιστημονικά στοιχεία (Εντομολογία, Ανθρωπολογία, Γλωσσολογία - κορυφαίο το Η) και άλλα. Με ποιο κριτήριο επέλεξες δέκα απ' όλα αυτά, για να τα «κάνεις λιανά» στο Επίμετρό σου; 
Τα περισσότερα στοιχεία στο Αλφαβητάρι Εντόμων είναι αληθινά, κι όχι επινοημένα. Η επινόηση και η μυθοπλασία ξεκίνησαν όταν, γράφοντας, άρχισα να ξεδιαλέγω, να συνδυάζω και να χρησιμοποιώ τις πληροφορίες που είχα συγκεντρώσει. Όταν ολοκληρώθηκε το βιβλίο, θέλησα να δώσω στο Επίμετρο κάποιες διευκρινίσεις για τις αληθινές «πηγές», όπου αυτό ήταν σκόπιμο, απλώς και μόνο για τον περίεργο και πολυπράγμονα αναγνώστη.

Θαύμασα το πλήθος των αφηγηματικών τρόπων, από τις μίνι ψηφίδες μέχρι τη σεναριακή γραφή κι από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση μέχρι το ενσωματωμένο δοκίμιο ή ξένο κείμενο (σχεδόν πάντα ωστόσο με «ξερό» τρόπο, αλά Σταντάλ). Θαύμασα και την ποικιλία του αφηγηματικού «ψαχνού», τις επιμέρους πλοκές των κομματιών, όπου υπάρχουν. Το είδος της εκάστοτε πλοκής υπαγορεύει τον αντίστοιχο αφηγηματικό τρόπο, πρόκειται για ποίκιλμα για χάρη του αναγνωστικού κοινού ή και τα δύο;
Δεν είναι τόσο ξεκάθαρα στο μυαλό μου αυτά από την αρχή, ποιος αφηγηματικός τρόπος θα ήταν καλύτερος για τι είδους πλοκή. Δοκιμάζω διάφορα κι αυτό παίρνει χρόνο. Άλλωστε και η πλοκή συνήθως προκύπτει γράφοντας. Σε αυτό το βιβλίο, συγκεντρώνοντας υλικό, προσπαθούσα να βρω την άκρη ενός «νήματος» που θα μπορούσε να με οδηγήσει σε μια ιστορία. Κάποιες φορές μου έδωσε έμπνευση ακόμη και το γράμμα ή το έντομο που θα μπορούσε να του αντιστοιχεί. Αυτή ήταν η περίπτωση του Ω, που φιλοξενεί το «Ωρολόγιο του θανάτου», κοινώς σαράκι. Επιδίωξα όμως συνειδητά απ' την αρχή την ποικιλία όχι μόνο στους αφηγηματικούς τρόπους, αλλά και στη μέθοδο, στον τρόπο με τον οποίο θα χειριζόμουν το υλικό μου: οι «συναντήσεις» που έχουν οι ήρωες με τα έντομα είναι όλες πολύ διαφορετικές μεταξύ τους, ενώ το έντομο είναι οργανικά ενταγμένο κάθε φορά κι όχι ένα στοιχείο επιφανειακό. Αυτά, για την τέρψη όχι μόνο  του αναγνώστη, αλλά και για τη δική μου.

Ακόμα,  θαύμασα τον κοσμοπολιτισμό σου, τη σχεδόν πλήρη απουσία ελληνοπρέπειας, ελληνικότητας και όλης της συναφούς θεματολογίας ή και μιζέριας. Υπήρξαν αρνητικές αντιδράσεις εξαιτίας αυτών των επιλογών σου είτε από την κριτική είτε και/ή από αναγνώστες/ώστριες;
Δεν έχω εισπράξει κάτι αρνητικό. Οι κριτικές ήταν ιδιαίτερα θερμές αυτή τη φορά, κι όσοι θέλησαν να μου γράψουν προσωπικά ήταν επειδή τους άρεσε το βιβλίο. Ο κοσμοπολιτισμός έρχεται από τη ζωή που έκανα τόσα χρόνια – άλλαξα κάμποσες πόλεις στην Ευρώπη. Η μιζέρια πάλι δεν έχει εθνικότητα, αν μιλάμε για ψυχική μιζέρια και μικροπρέπεια, για διανοητική φτώχεια που περνάει και στη γραφή. Θέλει δουλειά για να την πολεμήσει κανείς – το είδος της δουλειάς που κάνει κανείς με τον εαυτό του, και που μπορεί να κρατήσει χρόνια. Όσο για την ελληνικότητα, εξαρτάται πώς ορίζεται. Δεν υπάρχει μία και μόνη ελληνικότητα. Έχω δει να κακοποιείται η φράση του Διονύσιου Σολωμού, που την παραλλάζω ελάχιστα εδώ: Πρέπει να μάθουμε να θεωρούμε ελληνικό ό,τι είναι αληθινό. Το να υπάρχει αλήθεια στη μυθοπλασία είναι για μένα το πρώτο ζητούμενο.

Γράφοντας απαιτητική και μη εύπεπτη λογοτεχνία, απαιτείς φυσικά και αυξημένη συμμετοχή του/της αναγνώστη/ώστριάς σου, έτσι δεν είναι; 
Απαιτεί μια κάποια προσπάθεια το να μπει κανείς στο σύμπαν ενός λογοτεχνικού βιβλίου. Αν δεν υπάρξει επένδυση και συμμετοχή από μέρους του αναγνώστη, δεν θα μπορέσει και να γευτεί αυτή τη βαθιά οικειότητα που νιώθουμε κάποιες φορές με ορισμένους χαρακτήρες, τον αφηγητή/την αφηγήτρια, και εμμέσως με τον/τη συγγραφέα – μια οικειότητα που οφείλεται στην αναγνώριση κάποιου στοιχείου του εαυτού μας ή της πραγματικότητας, έτσι όπως την αντιλαμβανόμαστε, μέσα στον (επινοημένο) άλλον ή τον κόσμο του βιβλίου. Για μένα, το να μπορεί να δώσει αυτή τη χαρά ένα βιβλίο είναι πιο ουσιαστικό από το πόσο «καλή» ή «υψηλού επιπέδου» είναι η τεχνική.

Υπάρχουν σπέρματα από το «Αλφαβητάρι εντόμων» σε προηγούμενα βιβλία σου;
Κάποιος μου υπενθύμισε πως το πρώτο μου μυθιστόρημα («Το Μαγείο», εκδόσεις Εστία) ξεκινάει με ένα όνειρο όπου ο παππούς έχει γίνει τζιτζίκι. Πριν από χρόνια είχα γράψει κι ένα διήγημα με τίτλο «Έκδυση», εμπνευσμένο από τον Σάμσα του Κάφκα (που δεν εμφανίζεται ούτε καν «μεταμορφωμένος» στο Αλφαβητάρι.) Αλλά και θεματολογικά επανέρχονται κάποια πράγματα, όπως η ταυτότητα του «ξένου», όπου το «ξένος» επιδέχεται διάφορες ερμηνείες. Έχω ζήσει σαν ξένη για πάρα πολλά χρόνια, επιλογή που τελικά δεν μπορεί να ήταν τυχαία.

Ποιους λογίζεις λογοτεχνικούς σου προγόνους και δασκάλους;
Θα σταθώ εδώ σε κάποια βιβλία που ξεφεύγουν απ’ τη φόρμα του κλασικού μυθιστορήματος και τα ημι-αυτόνομα μέρη τους απαρτίζουν ένα ενιαίο όλο: τα μυθιστορήματα του Ρομπέρτο Μπολάνιο, «Οι ξεριζωμένοι» του Ζέμπαλντ, «Ζωή, οδηγίες χρήσης» του Ζορζ Περέκ, «Στοιχεία για τη δεκαετία του ’60»  του Θανάση Βαλτινού. 

Τι σχεδιάζεις / ετοιμάζεις τώρα, αν ετοιμάζεις;
Σιγά-σιγά μπαίνω σε κάτι καινούργιο, μυθιστόρημα ίσως, αλλά θα πάρει καιρό. Έχω έναν τίτλο, αλλά βρίσκομαι σε πολύ πρώιμο στάδιο εγκυμοσύνης και γι’ αυτό δεν είναι ανακοινώσιμος.