Βιβλιο

Χριστίνα Πουλίδου: Χτίζοντας έναν κόσμο

Η συγγραφέας αναπλάθει μια εξηκονταετία συριανού βίου μέσω ενός ρεαλιστικού φωτισμού των συμβάντων

Κατερίνα Σχινά
ΤΕΥΧΟΣ 703
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το καινούργιο βιβλίο της Χριστίνας Πουλίδου «Πέρα δώθε» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο

Η οικογένεια Χωρέμη φτάνει στη Σύρο το 1822, ξεριζωμένη από τη γενέτειρά της, τη Χίο, μετά τη σφαγή χιλιάδων Ελλήνων από τον οθωμανικό στρατό. Είναι αποδεκατισμένη και καταπτοημένη, μα πολύ γρήγορα θα ξαναχτίσει όσα έχασε και θα ευημερήσει. Οι άρρενες, δραστήριοι και ακαταπόνητοι προσαρμόζουν τα επιχειρηματικά τους σχέδια σε ένα πρόγραμμα ριζικού εκσυγχρονισμού, οι γυναίκες μοχθούν για την οικογενειακή ισορροπία και συνάμα αναπτύσσουν μια, μοναδικής εκλέπτυνσης, τέχνη του βίου. Η εργατικότητα και η τόλμη ζωογονούνται από τη μεταρρυθμιστική πνοή, η Σύρος, με την άφιξη των μετοίκων αλλάζει, μαζί και ο κόσμος.

Αυτός ο δυναμικός κόσμος ανασυντίθεται έξοχα από την πένα της Χριστίνας Πουλίδου, καθημερινός, απτός, γεμάτος χρώματα, μυρωδιές και γεύσεις, στο σπίτι και στο δρόμο, στο ιδιωτικό ημίφως και στο σκληρό φως της αγοράς. Καπελίνα και μποξάδες, δαντελωτά ομπρελίνα και ταφταδένιες τουαλέτες, σπίτια ψηλοτάβανα και λαμπρές βεγγέρες, οικογενειακά τραπεζώματα και παντρολογήματα, διακοπές στο Πισκοπιό και εκδρομές στο Κίνι, επιχειρηματικές δραστηριότητες και καφενειακή ραστώνη, με υπόκρουση τον ρόχθο της θάλασσας και τη βοή των γεγονότων, κοντινών και μακρινών, που ωστόσο διαμορφώνουν το πλαίσιο όπου θα δράσουν οι αδρά σκιαγραφημένοι χαρακτήρες της.

Η συγγραφέας αναπλάθει μια εξηκονταετία συριανού βίου μέσω ενός ρεαλιστικού και άκρως λεπτομερειακού φωτισμού των συμβάντων, των τόπων, των ενδυμασιών, των ηθών και των συνηθειών των Συριανών του 19ου αιώνα, συχνά επιστρατεύοντας τρόπους ομιλίας και γλωσσικούς κώδικες ανάλογους με την κοινωνική τάξη ή τη γεωγραφική προέλευση των ηρώων. Παράλληλα, εστιάζει με ακρίβεια σε ιστορικά και κοινωνικά γεγονότα της εποχής –από τη σφαγή της Χίου ως την υπόθεση Πατσίφικο και τον Κριμαϊκό πόλεμο, από τα «Κυθναϊκά», ως την Κρητική επανάσταση– για να αποκαλύψει τις περίπλοκες αντιθέσεις που σοβούν στο εσωτερικό της συριανής μικροκοινωνίας και να αναδείξει τις κρίσιμες συγκρούσεις που καθορίζουν τη ζωή των μελών της. 

Πρόσωπα επινοημένα και πρόσωπα πραγματικά περνούν από τις σελίδες της, γνέφοντας από το παρελθόν προς ένα μέλλον που θα μπορούσε να κερδηθεί αν η χώρα κατάφερνε να υπερβεί τις εσωτερικές διχογνωμίες της. Όλα τους συνθέτουν έναν κόσμο με πλούσιες αποχρώσεις, οι αντινομίες του οποίου εξουδετερώνονται, εν πολλοίς, από το κοινό όραμα της προόδου. Όχι πάντα, ωστόσο: ένας από τους ήρωες του βιβλίου της Χριστίνας Πουλίδου, ο Αντώνης Ξυφάς, δεμένος με στενούς συγγενικούς δεσμούς με τους Χωρέμηδες, αιώνια τραυματισμένο παιδί και γι’ αυτό παρερμηνευτής της οικογενειακής ιστορίας, ανταγωνιστικός, ζηλόφθονος, κυνικός, θα λειτουργήσει ως επιταχυντής της φθοράς και θα ανοίξει με τις δόλιες πράξεις του έναν νέο κύκλο περιπλανήσεων για την οικογένεια Χωρέμη.
Όμως αυτή η οικογένεια «παρεπιδημεί αλλά δεν αποδημεί», όπως λέει ο νηφάλιος ευπατρίδης Στέφανος Χωρέμης – έστω κι αν οι εφορμήσεις της προς το άγνωστο δεν υπαγορεύονται μόνο από την ανήσυχη φύση όσων τις αποτολμούν, αλλά και από την ανάγκη. Δεν διαφέρει, δηλαδή, από τον εκπατρισμό που βιώνουν οι ξένοι «εξ Αυστρίας, εξ Ουγγαρίας, εκ Γαλλίας και Ιταλίας» οι οποίοι εγκατέλειψαν τις εστίες τους και κατέφυγαν στη Σύρο για να σωθούν από πολέμους, εξεγέρσεις, από τη λεπίδα της μισαλλοδοξίας, με αποκορύφωμα την άφιξη στο νησί μιας χούφτας Σύρων προσφύγων από τη Δαμασκό, μετά τη σφαγή που εξαπέλυσαν οι Δρούζοι κατά των Μαρωνιτών το καλοκαίρι του 1860.

Η οικογένεια Χωρέμη που δεν λησμονεί το προσφυγικό της παρελθόν, ανοίγει τις πόρτες της στους φυγάδες και ανοίγεται και η ίδια σε νέες, γόνιμες επιμειξίες. Και μαζί, ολόκληρο το νησί. Η Σύρος γίνεται τόπος γόνιμης ώσμωσης αυτοχθόνων και μετοίκων και η συριανή ζωή ένα πολύχρωμο μωσαϊκό.

«Πέρα Δώθε», Χριστίνα Πουλίδου, εκδ. Μεταίχμιο

Ο μυθιστορηματικός κύκλος κλείνει όταν ο Ζαννής Χωρέμης, γερμένος στην κουπαστή του πλοίου που θα τον φέρει στον Πειραιά στο τέλος της συριανής περιπέτειας της χιώτικης οικογένειάς του, θα δει την προκυμαία της Σύρου να κατακλύζεται από μια νέα φουρνιά Χιωτών, τσακισμένων από τον φονικό σεισμό του 1881 που μετέτρεψε σε ερείπια τα τρία τέταρτα του νησιού. «Εδώ ήρθαμε», θα μονολογήσει. Και είναι αυτό το «εδώ ήρθαμε» ένα έμμεσο, πικρό σχόλιο στην αέναη περιπέτεια του εκπατρισμού και της προσφυγιάς. Εδώ που ήρθαμε κάποτε, τώρα έρχονται άλλοι∙ μακάρι σ’ αυτή την παλίρροια και την άμπωτη των αναχωρήσεων και των αφίξεων, των ανταλλαγών και των πολιτισμικών δανείων να γεννηθεί μια νέα πατρίδα που θα γονιμοποιείται από το έτερο και το διαφορετικό και θα πλαταίνει αξιοποιώντας το ανεκτίμητο κεφάλαιό του.