Ο Τάσος Γιαννίτσης γράφει τις εντυπώσεις του από την επίσκεψη στο νέο Αιγυπτιακό Μουσείο

Λάκης Παπαστάθης: Ο άνθρωπος που παρατηρούσε τους ζωγράφους
Με αφορμή τη δημοπρασία 64 έργων τέχνης από τη συλλογή του Λάκη Παπαστάθη, μιλήσαμε με τους Στέφανο Δασκαλάκη, Γιώργο Ρόρρη και Λήδα Κοντογιαννοπούλου για την αγάπη του σκηνοθέτη για τη ζωγραφική και την προσωπική του σχέση με τους ζωγράφους-φίλους του.
Την Τετάρτη 9 Απριλίου στις 6 το απόγευμα, ο οίκος δημοπρασιών Βέργος διοργανώνει δημοπρασία με επιλεγμένα έργα από τη συλλογή ζωγραφικής του Λάκη Παπαστάθη, μια συλλογή που αριθμεί εν τω συνόλω 650 πίνακες και σχέδια. Φειδάκης, Μαντζαβίνος, Δασκαλάκης, Χριστόπουλος, Κοντογιαννοπούλου, Σπεράντζας, Βασιλείου, Ηλιοπούλου, Μακρής, Μαδένης και άλλοι αποζητούν νέο σπίτι, εξίσου φιλόξενο κι εκλεκτικό με το προηγούμενο, έναν άνθρωπο να τους λατρέψει και να τους εκτιμήσει όσο ο Παπαστάθης, που ήταν βαθύς γνώστης της ζωγραφικής και λάτρης της δημιουργικής διαδικασίας της.
Τα έσοδα, κατά επιθυμία εκπεφρασμένη από τον ίδιο πριν το θάνατό του το 2023, θα διατεθούν για την καταγραφή και την ψηφιοποίηση μιας άλλης, σημαντικότατης για όλους, συλλογής του: των φιλολογικών περιοδικών του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ου αιώνα.
Εξακόσια πενήντα έργα δεν είναι καθόλου λίγα για έναν άνθρωπο «τόσο σεμνό, χωρίς κανένα ύφος και καμία έπαρση» όπως μου λέει η ζωγράφος Λήδα Κοντογιαννοπούλου. Ο Παπαστάθης συνέλεγε χωρίς να το φωνάζει, και όχι μόνο ζωγραφική: η πολυσχιδής προσωπικότητά του τον έριχνε στα βαθιά νερά του κινηματογράφου, προφανώς, τον οποίο υπηρετούσε με αφοσίωση, αλλά και της συγγραφής, της λογοτεχνίας, τη βιβλιοφιλίας, της φωτογραφίας. Με τις υπόλοιπες γλυκές εμμονές του μπορεί κάποιος να γνωριστεί στην έκθεση του Μουσείου Μπενάκη «Αναζητώντας τη χαμένη εικόνα», που μόλις άνοιξε και θα διαρκέσει μέχρι τις 20 Ιουλίου. Εγώ όμως ήθελα να μάθω για την αφοσίωσή του στη ζωγραφική και τους δημιουργούς της, που κατέληγαν φίλοι του για μια ζωή.
Μίλησα λοιπόν, συντόμως, με τον στενό του φίλο και ζωγράφο Στέφανο Δασκαλάκη και με δύο ακόμα ζωγράφους και φίλους του, τον Γιώργο Ρόρρη και τη Λήδα Κοντογιαννοπούλου. Και οι τρεις έχουν φιλοτεχνήσει πορτρέτα του Παπαστάθη, μερικά εκ των οποίων εκτίθενται στην έκθεση ή είναι μέρος των 64ων της δημοπρασίας. «Ο Παπαστάθης δεν έχει ενδοιασμούς να ποζάρει» λέει ο Γιώργος Ρόρρης εν είδει εισαγωγής στη σχέση του με τον σκηνοθέτη, «γιατί του έδινε αφορμή να χωθεί μέσα στα λημέρια μας, στο εργαστήριο, και να ρουφήξει με το μάτι του ντοκιμενταρίστα όλη τη διαδικασία της δημιουργίας.»
Αυτό ακριβώς ήθελα να μάθω: Πώς ξεψάχνιζε ο Παπαστάθης τη ζωγραφική και τους δημιουργούς της; Και γιατί;
*
Ο Λάκης Παπαστάθης, τα εργαστήρια και τα πορτραίτα
«Με τον Λάκη γνωριστήκαμε με αφορμή κάτι γυρίσματα του Παρασκηνίου για τον Φειδάκη, τον ζωγράφο» μου λέει πρώτος-πρώτος ο Στέφανος Δασκαλάκης από το τηλέφωνο, για τη θρυλική πια εκπομπή πολιτισμού της ΕΡΤ, που πρωτοξεκίνησε το 1976 και κράτησε 39 ολόκληρα χρόνια. «Με είχε καλέσει να πω δυο λόγια και τα δύο έγιναν πολλά και βγήκε ένα Παρασκήνιο από μόνο του. Γίναμε φίλοι· μια φιλία που κράτησε μέχρι το τέλος της ζωής του. Ο Λάκης δεν ξεχώριζε τη δουλειά από τη φιλία και την καθημερινότητα, ζούσε μέσα σε μια συνεχή δημιουργική ένταση και η τέχνη ήταν μέρος της κάθε χειρονομίας, του κάθε λόγου του. Ήταν ένας κινηματογραφιστής που έγραφε κι αγαπούσε τη ζωγραφική με πάθος.»
«Ο ενθουσιασμός του ήταν παροιμιώδης» επιβεβαιώνει ο Γιώργος Ρόρρης. «Μπορεί να ερχόταν στο στούντιο και να έλεγε, "Βρήκα κάτι κεράσια Βοδενών, τα καλύτερα της δεκαετίας!". Κάθε τι που τον ενθουσίαζε είχε μια μοναδικότητα, ένα μεγαλείο. Θ’ ακούγαμε, ας πούμε, μόνο την 5η του Σοστακόβιτς από τον Σεργκέι Κουσεβίτσκι, και μόνον αυτή, γιατί έτσι του είχε μάθει ο Γιώργος ο Σισιλιάνος ο μουσικοσυνθέτης. Εκδήλωνε φανερά τον ενθουσιασμό του, δίχως ίχνος μεμψιμοιρίας. Κι όταν του άρεσε ένα έργο, ω, γινόταν γλέντι! Βγαίναμε για να κεράσει για την χαρά που του είχε δώσει το έργο που του άρεσε!»
Ενθουσιώδης, γενναιόδωρος αλλά κι οξυδερκέστατος κριτής, λένε οι ζωγράφοι. «Τον έτρεμα στην κρίση του» συνεχίζει ο Ρόρρης, «γιατί θυμόταν και συνέκρινε το κάθε έργο που του έδειχνα με κάποιο παλιότερο. "Εδώ έχεις παραχωρήσει μεγάλο πεδίο στην καλλιέπεια και το συναίσθημα", μπορεί να μου έλεγε, ας πούμε. Ή "δεν έχει αυτό το έργο το αδιαμεσολάβητο γράπωμα από την πραγματικότητα που είχε το τάδε άλλο". Στο τέλος έπαψα να του δείχνω τα ατελείωτα έργα μου γιατί με έβαζε στη διαδικασία να ξανασκεφτώ τι κάνω.»
«Του άρεσε να βρίσκεται μες στα εργαστήρια των καλλιτεχνών, πράγμα διόλου συνηθισμένο για έναν συλλέκτη» λέει η ζωγράφος Λήδα Κοντογιαννοπούλου. «Είχε απόλυτο σεβασμό στους ζωγράφους, ένιωθε ότι κερδίζει ο ίδιος ως άνθρωπος από την εμπειρία της παρέας μαζί τους. Είχε μια αγάπη άδολη, και πάλι πολύ σπάνια στους κύκλους των συλλεκτών. Σπάνιο ήταν και το γεγονός ότι δε μιλούσε για τον εαυτό του—οι περισσότεροι θέλουν ν’ ακούν τη φωνή τους, να λένε τα δικά τους.»
Επιβεβαιώνει ο Στέφανος Δασκαλάκης: «Τη στιγμή που πόζαρε και μιλούσαμε, ζούσαμε μία αμοιβαία κατάσταση, σχεδόν ψυχαναλυτική. Ερχόταν να ποζάρει για να έχει την ευκαιρία να βρίσκεται ν’ ανταλλάσσει κουβέντες με τους ζωγράφους, πώς ζωγραφίζουν, τι σκέφτονται..»
Όταν ο Γιώργος Ρόρρης τού έκανε ερωτήσεις για τον κινηματογράφο, θέλοντας να μάθει κι αυτός για ταινίες που αγαπούσε, ο Παπαστάθης τού γύριζε την κουβέντα στη ζωγραφική. «Ήθελε να μιλάμε για τη διαδικασία της. Δεν απεκδυόταν ποτέ την ιδιότητά του ως καταγραφέας της στιγμής. Είχε μια μικρή φωτογραφική μηχανή, αθόρυβη, και την ώρα που εγώ τον ζωγράφιζα μπούστο, με τα χέρια του ελεύθερα έπαιρνε 50 με 60 φωτογραφίες, το έργο σε εξέλιξη και τον χώρο. Έφερνε και μαγνητοφωνάκι και κατέγραφε τι λέγαμε.»
Πολλές από αυτές τις καταγραφές έχουν μετασχηματισθεί σε διηγήματα και ιστορίες που κυκλοφορούν και από τις εκδόσεις Πόλις, το «Ο δάσκαλος αγαπούσε το βωβό σινεμά» (με εξώφυλλο του Γιώργου Ρόρρη και φωτό συγγραφέα το προαναφερθέν μπούστο του Παπαστάθη) και «Το καλοκαίρι θα παίξει την Κλυταιμνήστρα», με το μυστηριώδες Πορτραίτο της Ανδρέα του Στέφανου Δασκαλάκη στο εξώφυλλο.
«Ο Λάκης είχε γράψει διηγήματα για τους ζωγράφους-φίλους του, για τη δυσκολία του δημιουργείν, τις αμφιβολίες, τις διαγραφές με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπος ο καλλιτέχνης κατά τη διάρκεια της δημιουργίας· αυτή την «καταστροφή» του έργου, την ουσία της οποίας είχε αποδώσει εξαιρετικά κατά τη γνώμη μου» λέει ο Δασκαλάκης.
Στα διηγήματά του μπλέκεται το θέατρο, ο κινηματογράφος, η βιβλιοφιλία του—όλες οι μεγάλες του αγάπες. Όπως προαναφέρθηκε, τα έσοδα της δημοπρασίας των 64 έργων ζωγραφικής θα διατεθούν για την καταγραφή, την ψηφιοποίηση και κατόπιν τη δωρεά και τη διάθεση προς έρευνα της τεράστιας συλλογής του από φιλολογικά περιοδικά του 19ου αιώνα. Ζήτησα από τον Ανδρέα Βέργο, του ομώνυμου οίκου δημοπρασιών, μία δήλωση για τη συλλογή και τη δημοπρασία αυτή:
«Η συλλογή του Λάκη Παπαστάθη είναι πολύ περισσότερο από ένα σύνολο έργων τέχνης» γράφει. «Είναι μια καταγεγραμμένη διαδρομή ζωής. Αντιπροσωπεύει επάξια μία ολόκληρη καλλιτεχνική περίοδο και, παράλληλα, δίνει το στίγμα της προσωπικής του πορείας, αφού με όλους τους καλλιτέχνες διατηρούσε στενές σχέσεις φιλίας. Η δημοπράτηση επιλεγμένων έργων αυτής της συλλογής από τον Οίκο μας είναι μια ελάχιστη ένδειξη σεβασμού στη μνήμη ενός ανθρώπου που υπηρέτησε την τέχνη σε διάφορες μορφές της, σε όλη του τη ζωή.»
*
Το παρελθόν της πόλης ήταν παλλόμενο για εκείνον
Μανιώδης συλλέκτης έργων ζωγραφικής λοιπόν, βιβλίων, φιλολογικών περιοδικών, ταινιών μικρού μήκους, φωτογραφιών — μερικά εκ των οποίων εκτίθενται και στην έκθεση του Μουσείου Μπενάκη, «Αναζητώντας τη χαμένη εικόνα».
«Ο Παπαστάθης ήταν βαθύς γνώστης της πόλης της Αθήνας. Ήξερε απίστευτες λεπτομέρειες, ότι στο τάδε κτήριο, ας πούμε, ο Παλαμάς είχε κάνει ερωτική εξομολόγηση στη γυναίκα του επειδή το είχε διαβάσει σε κάποιο παλιό φιλολογικό περιοδικό και το είχε συγκρατήσει» λέει ο Γιώργος Ρόρρης. «Οι παλιές φωτογραφίες (από την Πανεπιστημίου, ας πούμε) του έδιναν αφορμή να δημιουργεί σενάρια. Το παρελθόν της πόλης δεν ήταν νεκρό, αλλά παλλόμενο, είχε στρώματα που έπρεπε να αποκαλυφθούν. Κάπως έτσι γίνεται κι ένας πίνακας: τα πρώτα-πρώτα στρώματα φέρουν ακέραια την ευθύνη γι’ αυτό που θα προκύψει μετά, είναι αισθητά στο αποτέλεσμα, υποτονθορύζουν. Έχω τη γνώμη ότι σε μια άλλη ζωή ο Λάκης θα ήθελε να είναι επαγγελματίας ζωγράφος. Αγαπούσε και ήξερε βαθιά τη ζωγραφική, σε κάθε της μορφή, από το πιο απλό σκαρίφημα μέχρι το πιο πολύπλοκο, πολυεπίπεδο και απαιτητικό έργο που μπορεί να έπαιρνε καιρό να ολοκληρωθεί.»
Η Λήδα Κοντογιαννοπούλου μού μαρτύρησε ότι ο Παπαστάθης ζωγράφιζε κι ο ίδιος, από πίνακες και μπλουζάκια μέχρι τις πόρτες του σπιτιού του στο Πήλιο. «Έχει ζωγραφίσει πάρα πολλά πράγματα, πάρα πολλά» επιβεβαιώνει ο γιος του, Αργύρης. «Αφού λέγαμε ότι στο τέλος μόνο πάνω μας δεν είχε ζωγραφίσει.» Ίσως αν είχε παραπάνω ώρα και δεν την είχε αφιερώσει στη συγγραφή να είχε ασχοληθεί περισσότερο, εικάζει η Λήδα Κοντογιαννοπούλου. «Όπως και να έχει, είχε πραγματική αίσθηση της σύνθεσης» μου λέει.
Της ζητώ να μου πει περισσότερες λεπτομέρειες για τη δική τους σχέση.
Λάκης Παπαστάθης: Ένας συλλέκτης-φεμινιστής
«Τον Λάκη τον ζωγράφισα συνολικά τρεις φορές» εξηγεί, «ένα από αυτά τα πορτραίτα περιλαμβάνεται και στη δημοπρασία Βέργου. Ερχόταν στο εργαστήρι με συνέπεια. Όταν έπρεπε να μείνει σιωπηλός, το έκανε με προσήλωση και σεβασμό· όταν μιλούσε, μιλούσαμε για τη ζωγραφική. Με εμπιστεύτηκε αμέσως, από το πρώτο έργο, παρόλο που δε γνωριζόμασταν καλά. Μου άρεσε πολύ που γι’ αυτόν δεν είχε καμία σημασία που ήμουν γυναίκα. Ακούγεται περίεργο και αποκρουστικό, αλλά όταν αποφοίτησα από τη σχολή Καλών Τεχνών, υπήρχαν συλλέκτες που δεν αγόραζαν έργα γυναικών γιατί «δεν ήταν καλή επένδυση»· το έλεγαν μάλιστα ανερυθρίαστα. Ο Παπαστάθης ήταν σχεδόν φεμινιστής σε αυτό το ζήτημα. Ήρθε μια μέρα και μου παρήγγειλε μια σειρά από έγχρωμα έργα βασισμένα σε ασπρόμαυρες φωτογραφίες του Θεόφιλου. Ήταν θείο δώρο. Όχι μόνο επειδή ήταν ολόκληρη σειρά, αλλά κι επειδή μού έδωσε τη δυνατότητα να ξεφύγω από την απεικόνιση, στην οποία μέχρι τότε δούλευα, και να σκεφτώ ελεύθερη για πρώτη φορά τη χρήση των χρωμάτων.»
«Μετά, ήρθε κι αγόρασε έργα από παλιότερές μου εκθέσεις, που δεν είχαν πουληθεί. Η γενναιοδωρία του, σε όλες τις εκφάνσεις, ήταν συγκινητική· είχε απόλυτη κατανόηση, ας πούμε, της οικονομικής δυσπραγίας των καλλιτεχνών. Όταν βγαίναμε έξω πάντα μάς κερνούσε γιατί ήξερε πόσο δύσκολο ήταν για τους ζωγράφους να ζήσουν από τη δουλειά τους.»
Λάκης Παπαστάθης: Ήρωας του Τόμας Μπέρνχαρντ
«Θα τολμούσα να πω ότι ο Λάκης μού έδινε την εντύπωση λογοτεχνικού ήρωα του Τόμας Μπέρνχαρντ» λέει ο Γιώργος Ρόρρης. «Ήταν ένας άνθρωπος αφοσιωμένος στο υψηλό, που ποτέ του δε σου έλεγε ο ίδιος τι ζόρια τραβούσε. Προτιμούσε να μιλάει για το πώς ο Χαλεπάς, ας πούμε, βγαίνοντας από το ψυχιατρείο έφτιαχνε έργα αντίστοιχα του ευρωπαϊκού μοντερνισμού χωρίς ο ίδιος να έχει ποτέ επαφή με τους ευρωπαίους μοντερνιστές. Διψούσε για ιστορίες που αποκάλυπταν τα θαύματα της καλλιτεχνικής δημιουργίας.»
«Θυμάμαι να ζωγραφίζω και ν’ ακούω 3ο πρόγραμμα κι αν έπαιζε κάτι ωραίο, του έστελνα αμέσως μήνυμα» λέει η Λήδα Κοντογιαννοπούλου. «Κι απαντούσε πάντα με κάποια ενδιαφέρουσα πληροφορία· είχε βαθιές μουσικές γνώσεις. Και πάντα μού έδινε μια πολύτιμη συμβουλή: δε φτάνει να είναι κανείς ζωγράφος. Πρέπει να έχεις, δηλαδή, σφαιρικές γνώσεις γύρω από την τέχνη, μόνο έτσι γίνεσαι καλύτερος. Εγώ έλεγα από μέσα μου, πού να προλάβω τώρα να βρω χρόνο για θέατρο, με παιδιά και με τρεχάλα. Αλλά είχε απόλυτο δίκαιο: η ζωγραφική είναι μόνο το πρώτο άλογο στο άρμα.»
«Σε μια στιγμή ενθουσιασμού, μου είχε πει: "Η ζωγραφική είναι η μεγαλύτερη των τεχνών!"» κλείνει ο Στέφανος Δασκαλάκης τη συζήτησή μας. «Είναι μια δήλωση ίσως υπερβολική, αλλά ενδεικτική για το πόσο ο Λάκης δινόταν ολάκερος στην κάθε στιγμή που ζούσε, τη ρουφούσε και τη γλεντούσε.»
Κι ενδεικτική του πόσο αγαπούσε τη ζωγραφική, εξάλλου.
*
«Η σκηνοθεσία μιας συλλογής»: δημοπρασία έργων από τη συλλογή του Λάκη Παπαστάθη. Τετάρτη, 9 Απριλίου 2025, στις 6μ.μ. Συμμετοχή με τρεις τρόπους: τηλεφωνικά, με γραπτή προσφορά, online ζωντανά μέσα από την ιστοσελίδα του Οίκου δημοπρασιών Βέργος.
«Αναζητώντας τη χαμένη εικόνα»: έκθεση για τη ζωή και το έργο του Λάκη Παπαστάθη στο Μουσείο Μπενάκη, Πειραιώς, 3/4/2025 – 20/7/2025
Δειτε περισσοτερα
Σε Ομόνοια και Μοναστηράκι, οι υπαίθριοι μικροπωλητές φρούτων μιλούν για ένα από τα πιο γραφικά επαγγέλματα της «παλιάς Αθήνας» που εξαφανίζεται
Γνωρίζοντας Ουκρανούς ήρωες του πολέμου
Η κλιμάκωση των διαδηλώσεων και το σύνθημα «η φαντασία στην εξουσία» στην πρώτη γραμμή των κοινωνικών διεργασιών
Μεταξύ άλλων, δημιούργησε το χαρακτηριστικό πανκ οξυζεναρισμένο χτένισμα και εφηύρε τον πηλό για τα μαλλιά
35 χρόνια πορείας γεμάτη τόλμη και φαντασία