Κινηματογραφος

Γιάννης Οικονομίδης: Το Σινεμά της Σκληρότητας

«Η ανάλυση του Αρτώ γύριζε στο μυαλό μου σε σχέση με την κινηματογραφική οπτική του»

Γιώργος Φλωράκης
ΤΕΥΧΟΣ 862
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Γιώργος Φλωράκης γράφει για τις ταινίες του Γιάννη Οικονομίδη και την κινηματογραφική του οπτική, με αφορμή την προβολή τους στο Ertflix.

Ομολογώ ότι έχω υπάρξει εθισμένος στη σκληρότητα της μουσικής. Πριν απ’ οτιδήποτε άλλο, στους πρώτους δίσκους των Einstuerzende Neubauten, στα πρώιμα live των Psychic TV, στη διονυσιακή παράνοια της σκηνικής παρουσίας των Virgin Prunes, σε πειραματικές οπτικές όπως αυτές των Minus Δt, των Zero Κama ή των Zoviet France. Την ίδια ακριβώς εποχή που έπεφτα με τα μούτρα στα παραπάνω και σε μερικά ακόμη αντίστοιχα, εκεί στα μέσα της δεκαετίας του ’80, διάβαζα και τα βιβλία του Αντονέν Αρτώ. Ανάμεσα στα πιο σημαντικά του –αν όχι το πιο σημαντικό απ’ όλα– ήταν για μένα «Το θέατρο και το είδωλό του», που είχε κυκλοφορήσει από τις Εκδόσεις Δωδώνη σε μετάφραση Παύλου Μάτεσι. Στο βιβλίο αυτό και ειδικότερα στα κεφάλαια που αφορούσαν το «Θέατρο της σκληρότητας» έβρισκα τις απαντήσεις σχετικά με τη γοητεία που μου ασκούσαν τότε οι σκληρότερες όψεις της τέχνης και ειδικά της μουσικής. Γράφει ο Αρτώ: «Στο σημείο της κατάπτωσης που έχει φτάσει η ευαισθησία μας, είναι σίγουρο πως, πάνω απ’ όλα, έχουμε ανάγκη από ένα θέατρο που θα μας ξεκουνήσει νεύρα και καρδιά. Στην καταστροφική, γεμάτη αγωνία εποχή που ζούμε, νιώθουμε την επείγουσα ανάγκη ενός θεάτρου που τα γεγονότα να μην το ξεπερνούν, που η απήχησή του μέσα μας να είναι βαθειά, να κυριαρχεί στην αστάθεια των καιρών. Ο πολύχρονος εθισμός μας σε ψυχαγωγικά θεάματα, μας έκανε να ξεχάσουμε την ιδέα ενός σοβαρού θεάτρου που, ανατρέποντας όλες μας τις παραστάσεις, να μας εμφυσά τον φλογερό μαγνητισμό των εικόνων. Κάθε τι που δρα, συνιστά σκληρότητα. Και ακριβώς αυτή η ιδέα μιας δράσης τραβηγμένης ως τα άκρα, μέχρι το τέρμα, πρέπει να αποτελέσει τη βάση για την ανανέωση του θεάτρου».

Στον τρόπο με τον οποίο εκφραζόταν ο Αρτώ για το θέατρο, διάβαζα όλη την ουσία της σκληρότητας στη μουσική εκείνης της εποχής, τη σκληρή μουσική των επόμενων εποχών, όψεων της τέχνης με την ευρύτερη έννοια αλλά και του κινηματογράφου. Μάλιστα, όλη αυτή η ανάλυση του Αρτώ γύριζε στο μυαλό μου σε σχέση με την κινηματογραφική οπτική του Γιάννη Οικονομίδη. Την πρώτη φορά που είδα το «Σπιρτόκουτο» έμεινα καρφωμένος στην καρέκλα μου, ακίνητος, σχεδόν τρέμοντας. Το ίδιο συνέβη και με την «Ψυχή στο στόμα». Ο Αρτώ ήδη από το 1938 το είχε θέσει με σαφήνεια: «Αν το θέατρο θέλει να μας ξαναγίνει αναγκαίο, πρέπει να μας δώσει όλα αυτά τα στοιχεία που υπάρχουν στον έρωτα, στο έγκλημα, στον πόλεμο ή στην τρέλα. Θέλουμε να κάνουμε το θέατρο μια πιστευτή πραγματικότητα, που να μεταδίδει στην καρδιά και στις αισθήσεις εκείνη τη συγκεκριμένη δαγκωματιά που πρέπει να έχει κάθε αληθινός ερεθισμός. Γι’ αυτό και τούτη η επίκληση προς τη σκληρότητα και τον τρόμο, σε κλίμακα όμως τεράστια, που η έκτασή της να βυθομετράει ολόκληρη τη ζωτικότητά μας και να μας φέρνει αντιμέτωπους με όλες μας τις δυνατότητες».

Την ώρα που τα πιο προχωρημένα ελληνικά τηλεοπτικά σίριαλ χρησιμοποιούσαν μια γλώσσα που μιλιόταν κυρίως από εβδομηντάρηδες αστούς και ασχολούνταν με ερωτικές ιστορίες που έφταναν το πολύ μέχρι μια ανώδυνη σύγκρουση ή μια ερωτική απιστία, ο Οικονομίδης έστηνε λυσσαλέες προσωπικές μάχες, άρρωστημένες ερωτικές σχέσεις, ακραίες απάτες, άγριες δολοφονίες και παιδικούς βιασμούς. Για να μπορέσεις να ξεφύγεις από τη ζοφερή πραγματικότητα που παρουσίαζαν οι ταινίες του και που αποδεικνύεται όλο και πιο κοντά μας μέρα με τη μέρα, επιστράτευες το μαύρο χιούμορ που ενδεχομένως κι ο ίδιος επικαλείτο μέσα από τις σκληρές ατάκες των ταινιών του. Από το «Φέρε μια μπίρα» και το «Τι θα κάνεις με τη Λίντα, Βαγγέλη;» μέχρι το «Φωτεινούλα-Σκοτεινούλα», το «Γιατί ρε μαλάκα πώς μοιάζουν οι φύλακες σκύλων;» κι άλλα ακόμη πιο σκληρά.

Έργο μεικτής τεχνικής του Γιώργου Φλωράκη για τη στήλη του Σημειώσεις Ενός Μονομανούς

Παρακολούθησα ξανά αυτές τις μέρες το «Σπιρτόκουτο», τον «Μαχαιροβγάλτη» και την «Μπαλάντα της τρύπιας καρδιάς», που ανέβηκαν στο Ertflix με έντονη την αίσθηση του μαύρου χιούμορ, με τον ίδιο τρόμο κάποιες φορές και με τη σκέψη μου στον Αρτώ: «υπάρχει η ανάγκη για απότομα κι έντονα σοκ για να αναζωογονηθεί η προσληπτικότητα του μυαλού μας».