Σεμπαστιάο Σαλγκάδο | Αναδρομική 1944–2025
Σεμπαστιάο Σαλγκάδο | Αναδρομική 1944–2025
Φωτογραφια

Σεμπαστιάο Σαλγκάδο: Η πρώτη παγκόσμια αναδρομική έκθεση φωτογραφίας 1944-2025 στη Σαγκάη

Η ζωή, το έργο και η κληρονομιά του Βραζιλιάνου φωτογράφου, που κατέγραψε με ασπρόμαυρη μαεστρία τις κρίσεις, τη φύση και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια
ego.jpg
Πηνελόπη Μασούρη
14’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Σεμπαστιάο Σαλγκάδο: Η ζωή και το έργο του μεγάλου Βραζιλιάνου ανθρωπιστή φωτογράφου μέσα από μια αναδρομική έκθεση 1944-2025 στη Σανγκάη

Η πρώτη παγκόσμια μεγάλη αναδρομική έκθεση (1944–2025), μετά τον πρόσφατο θάνατo του Σεμπαστιάο Σαλγκάδο, θα διαρκέσει έως τις 9 Νοεμβρίου 2025 και διοργανώνεται από την Fotografiska Shanghai σε συνεργασία με το Μουσείο Σύγχρονης Εικόνας Chengdu, με την ακαδημαϊκή υποστήριξη του Ζαν Λουκ Μοντερόσο και την υποστήριξη από την Πρεσβεία της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Βραζιλίας στη Σαγκάη. Το φωτογραφικό έργο του, που εκτείνεται σε σχεδόν μισό αιώνα, περιλαμβάνει εμβληματικές θεματικές.

Αποκαλύπτοντας μέσα από τις φωτογραφίες του ανθρώπινες καταστάσεις και κοινωνικούς μετασχηματισμούς, ο Σεμπαστιάο Σαλγκάδο έχει αναγνωριστεί διεθνώς, τόσο για την αισθητική αυστηρότητά του όσο και για την επείγουσα ανάγκη που εκφράζει να περιοριστεί το αχαλίνωτο πάθος του ανθρώπου σε βάρος των άλλων ζωντανών όντων και της φύσης. Υπερβαίνοντας τα όρια της συμβατικής ντοκιμαντερίστικης φωτογραφίας, διαμόρφωσε μια οπτική γλώσσα που συνδυάζει τη δημοσιογραφική ακρίβεια με έναν βαθιά ουμανιστικό χαρακτήρα. Το έργο του, διαχρονικό και παρεμβατικό στον πολιτιστικό και πολιτικό διάλογο, χαρακτηρίζεται από καλλιτεχνική μαεστρία και γι’ αυτό έχει αναγνωριστεί ως ένα από τα σημαντικότερα στην ιστορία της φωτογραφίας.

Το έργο του έχει παρουσιαστεί σε κορυφαία καλλιτεχνικά ιδρύματα ανά τον κόσμο, γοητεύοντας εκατομμύρια επισκέπτες. Η σειρά με τίτλο Genesis, που εκτέθηκε σε χώρους όπως το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στο Λονδίνο, το Maison Européenne de la Photographie στο Παρίσι και το ICP στη Νέα Υόρκη, προσέλκυσε περισσότερους από δύο εκατομμύρια θεατές. Από τα ερημικά χωριά της Αφρικής μέχρι τους εργάτες που βίωσαν την παλίρροια της παγκόσμιας εκβιομηχάνισης, από τους αγροτικούς λατινοαμερικανικούς πολιτισμούς έως τα ανέγγιχτα θαύματα της φύσης, ο φακός του ανέδειξε ό,τι παρέμενε περιθωριοποιημένο και απειλούμενο. Τα έργα του, άμεσα και καθηλωτικά, καθαρά στις προθέσεις τους, δεν είναι μόνο επίκαιρα αλλά και υπερεπείγοντα, προκαλώντας τον θεατή να αναστοχαστεί πάνω σε κοινωνικά, περιβαλλοντικά και ηθικά ζητήματα της εποχής μας.

Με τη μνημειώδη, ποιητική και βαθιά ανθρωπιστική αισθητική του, οι ασπρόμαυρες εικόνες του αποκτούν μια διαχρονική διάσταση

Με τη μνημειώδη, ποιητική και βαθιά ανθρωπιστική αισθητική του, οι ασπρόμαυρες εικόνες του —χαρακτηρισμένες από έντονες αντιθέσεις, δραματικό φωτισμό και σχολαστική σύνθεση— αποκτούν μια διαχρονική, σχεδόν μυθική διάσταση, συνδυάζοντας τον ρεαλισμό του ντοκιμαντέρ με την προσωπική του καλλιτεχνική ματιά. Η λεπτομέρεια της υφής, η σαρωτική κλίμακα και ο τονικός πλούτος, αποτέλεσμα τεχνικών αναλογικού φιλμ και σκοτεινού θαλάμου, προσδίδουν συναισθηματική βαρύτητα, ισορροπώντας την αισθητική ομορφιά με την ενημέρωση και το κάλεσμα για διατήρηση της πανίδας και κοινωνική δικαιοσύνη.

Σε μια εποχή οικολογικής επισφάλειας, παγκόσμιου εκτοπισμού και κοινωνικού κατακερματισμού, το έργο του λειτουργεί ως διαχρονικός αναστοχασμός, ως μαρτυρία της ανθρώπινης ανθεκτικότητας και ως κάλεσμα για συλλογική ευθύνη. Όπως έχει πει η σύζυγός του, Λέιλα: «Ο φακός του έκανε το αόρατο ορατό και έδωσε φωνή στο άφωνο».

Η κριτικός και εκδότρια Ίνγκριντ Σίσι, σε άρθρο της, το 1991, στο The New Yorker, υποστήριξε ότι το έργο του Σεμπαστιάο Σαλγκάδο είναι «υπερβολικά απλοποιημένο», «βαρύ» και τελικά αναποτελεσματικό. «Το να αισθητικοποιείς την τραγωδία», σημείωσε, «είναι ο ταχύτερος τρόπος για να αναισθητοποιήσεις τα συναισθήματα όσων την παρακολουθούν. Η ομορφιά είναι ένα κάλεσμα για θαυμασμό, όχι για δράση». Το πώς αντιλαμβάνεται κανείς το έργο του Σαλγκάδο μπορεί να εξαρτηθεί από το αν συμφωνεί ή όχι με αυτήν την άποψη. Αν πιστεύετε ότι οι δύσκολες αλήθειες πρέπει να αποδίδονται μόνο στην πιο ωμή και άμεση μορφή τους (η οποία, βέβαια, αποτελεί και αυτή μια μορφή τεχνάσματος), τότε οι εντυπωσιακές εικόνες του Σαλγκάδο ίσως δεν σας αγγίξουν. Αν, όμως, θεωρείτε —όπως κι εγώ— ότι οι περισσότεροι θεατές είναι αρκετά ευφυείς ώστε να διαχωρίζουν το περιεχόμενο από τη μορφή, τότε το ύφος του Σαλγκάδο μπορεί να ιδωθεί ως μια ισχυρή ενίσχυση της μαρτυρίας που προσφέρει.

 Το 1994, μαζί με τη σύζυγό του, Λέλια Γουανίκ Σαλγκάδο, ίδρυσε το Amazonas Images, ένα ανεξάρτητο πρακτορείο αφιερωμένο αποκλειστικά στο έργο του

Ο Σεμπαστιάο Σαλγκάδο γεννήθηκε στο Aimorés, στη Minas Gerais της Βραζιλίας. Αφού σπούδασε οικονομικά, ξεκίνησε την καριέρα του ως επαγγελματίας φωτογράφος το 1973 στο Παρίσι, συνεργαζόμενος με κορυφαία φωτογραφικά πρακτορεία, όπως τα Sigma, Gamma και Magnum Photos. Το 1994, μαζί με τη σύζυγό του, Λέλια Γουανίκ Σαλγκάδο, ίδρυσε το Amazonas Images, ένα ανεξάρτητο πρακτορείο αφιερωμένο αποκλειστικά στο έργο του. Οι φωτογραφικές του αποστολές και τα μακροπρόθεσμα πρότζεκτ τον οδήγησαν σε περισσότερες από εκατό χώρες. Εκτός από τις πολυάριθμες δημοσιεύσεις στον Τύπο, το κύριο έργο του έχει αποτυπωθεί σε εμβληματικά φωτογραφικά λευκώματα, όπως Other Americas (1986), Sahel: l’homme en détresse (1986), Sahel: el fin del camino (1988), Workers (1993), Terra (1997), Migrations and Portraits (2000), Africa (2007), Genesis (2013), Scent of a Dream (2015) και Kuwait, a Desert on Fire (2016).

Περιοδεύουσες εκθέσεις του έργου του έχουν παρουσιαστεί —και συνεχίζουν να παρουσιάζονται— σε μουσεία και γκαλερί σε ολόκληρο τον κόσμο, ξεπερνώντας μέχρι σήμερα τους τριακόσιους χώρους. Το 2013, η Γαλλίδα δημοσιογράφος και συγγραφέας Isabelle Francq δημοσίευσε το De ma terre à la Terre (Από τη γη μου στον πλανήτη), μια αφηγηματική παρουσίαση της ζωής και της καριέρας του. Την επόμενη χρονιά, ο Σαλγκάδο αποτέλεσε το επίκεντρο του ντοκιμαντέρ Το Αλάτι της Γης, σε συν-σκηνοθεσία των Βιμ Βέντερς και Τζουλιάνο Ριμπέιρο Σαλγκάδο. Το έργο αυτό προβλήθηκε σε μεγάλα διεθνή κινηματογραφικά φεστιβάλ, κέρδισε το Ειδικό Βραβείο στο Φεστιβάλ Καννών, το 2014, και απέσπασε το βραβείο César Καλύτερου Ντοκιμαντέρ στη Γαλλία το 2015, ενώ υπήρξε και υποψήφιο για το Όσκαρ Καλύτερου Ντοκιμαντέρ.

O Σαλγκάδο συνέβαλε στην αποκατάσταση τμήματος του Ατλαντικού Δάσους στη γενέτειρά του, Minas Gerais

Πρεσβευτής Καλής Θέλησης της UNICEF, επίτιμο μέλος της Ακαδημίας Τεχνών και Επιστημών της Μασαχουσέτης, Ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής και επίτιμος διδάκτορας σε πανεπιστημιακά ιδρύματα, ο Σαλγκάδο έχει συγκεντρώσει πληθώρα διακρίσεων. Παράλληλα, συνέβαλε στην αποκατάσταση τμήματος του Ατλαντικού Δάσους στη γενέτειρά του, Minas Gerais. Το 1998, όταν η περιοχή ανακηρύχθηκε επίσημα φυσικό καταφύγιο, ίδρυσε το Instituto Terra, αφιερωμένο στην αναδάσωση, τη διατήρηση και την περιβαλλοντική εκπαίδευση.

Στο ντοκιμαντέρ Αλάτι της Γης, οι Βιμ Βέντερς και Τζουλιάνο Ριμπέιρο Σαλγκάδο αφηγούνται την πορεία της ζωής και του έργου του, αξιοποιώντας φωτογραφίες που αποτυπώνουν τις τραγωδίες, τις ειρωνείες και τις κωμωδίες της ανθρώπινης ύπαρξης.

Στο ντοκιμαντέρ, ο Βιμ Βέντερς ξεκινά με φωτογραφίες που καταγράφουν έναν συγκλονιστικό αριθμό εργατών σε χρυσωρυχείο στη Σέρα Πελάδα της Βραζιλίας. Χιλιάδες ανθρακωρύχοι συνωστίζονται μέσα σε έναν ανοιχτό λάκκο, εκατοντάδες μέτρα κάτω από την επιφάνεια. Ο ίδιος ο Βέντερς σχολιάζει πώς οι εργάτες τρέχουν στον κατήφορο για να γίνουν μέρος της ανθρώπινης μάζας, που είναι αποφασισμένη είτε να εξορύξει χρυσό είτε να πεθάνει κατά τη διαδικασία. Οι εικόνες αυτής της κολασμένης σκηνής είναι απόκοσμα όμορφες· θυμίζουν τον Ιερώνυμο Μπος, καθώς απεικονίζουν με αξιοπρέπεια τα πρόσωπα των εργατών, ενώ ταυτόχρονα υποδηλώνουν τον εκ των προτέρων χαμένο αγώνα τους απέναντι σε ένα τοπίο που είναι βέβαιο πως θα τους καταβροχθίσει.

Κατά τη διάρκεια μιας καριέρας που εκτείνεται σε 45 χρόνια, ο Σαλγκάδο απαθανάτισε τη Ρουάντα στον εμφύλιο πόλεμο, τη Λατινική Αμερική της δεκαετίας του ’70 σε περίοδο κρίσης, την ξηρασία που έπληξε το Σαχέλ —τη νοτιότερη ζώνη της Σαχάρας—, καθώς και εργάτες που προσπαθούσαν να διατηρήσουν τις δουλειές και τον τρόπο ζωής τους μέσα σε βιομηχανίες καταδικασμένες να σβήσουν.

Όταν φωτογραφίζεις, πρέπει να ξέρεις τι φωτογραφίζεις. Όταν επισκέπτεσαι μια χώρα, οφείλεις να γνωρίζεις την οικονομία της, τα κοινωνικά κινήματα, τις συγκρούσεις, την ιστορία της.

Όταν δίδασκε, συνιστούσε στους νέους φωτογράφους να μελετούν ανθρωπολογία, κοινωνιολογία, οικονομία και γεωπολιτική, ώστε να κατανοούν καλύτερα την κοινωνία μέσα στην οποία εργάζονται. «Είχα αυτή τη μεγάλη ευκαιρία να γίνω οικονομολόγος», σημείωνε. «Αλλά τι είναι η οικονομία; Το είδος της οικονομίας με το οποίο ασχολήθηκα —μακροοικονομία, πολιτική οικονομία— είναι στην ουσία ποσοτικοποιημένη κοινωνιολογία. Αυτό με βοήθησε να κατανοήσω σε βάθος την κοινωνία. Όταν φωτογραφίζεις, πρέπει να ξέρεις τι φωτογραφίζεις. Όταν επισκέπτεσαι μια χώρα, οφείλεις να γνωρίζεις την οικονομία της, τα κοινωνικά κινήματα, τις συγκρούσεις, την ιστορία της· να γίνεσαι μέρος της. Αν στο πανεπιστήμιο έχεις την ευκαιρία να αποκτήσεις αυτή την προετοιμασία, τότε διαθέτεις πολύ καλύτερα εργαλεία από εκείνους που δεν την έχουν. Καθώς εργάστηκα για πολλά πρακτορεία Τύπου —τη Gamma, τη Sygma και για δεκαπέντε χρόνια τη Magnum— είδα πως οι συνάδελφοί μου με πανεπιστημιακό υπόβαθρο είχαν πιο ολοκληρωμένη κατανόηση των καταστάσεων που καλούνταν να αποτυπώσουν».

«Προέρχομαι από μια υπανάπτυκτη χώρα, με τεράστια κοινωνικά προβλήματα και πολλή αδικία. Δεν είχαμε καμία δυνατότητα να προστατεύσουμε τα προϊόντα της παραγωγής μας. Κατάγομαι από μια περιοχή που παράγει σιδηρομεταλλεύματα· η Βραζιλία είναι μια απέραντη χώρα με πλούσιους φυσικούς πόρους. Όταν ήμουν παιδί, εβδομήντα τόνοι σιδηρομεταλλεύματος εξάγονταν για εβδομήντα δολάρια. Σήμερα η τιμή για έναν τόνο φτάνει περίπου τα ογδόντα δολάρια, και πριν από λίγες μέρες ήταν εκατόν είκοσι δολάρια ο τόνος. Μπορεί αυτό να συγκριθεί με την τιμή του πετρελαίου; Για ένα κιλό καφέ υπάρχει κάποιος που εργάζεται σκληρά, ξυπνά στις έξι ή επτά το πρωί, δουλεύει δώδεκα ώρες την ημέρα, συχνά και περισσότερο, χωρίς παπούτσια, με παιδιά χωρίς εκπαίδευση, χωρίς σωστή στέγαση, χωρίς αυτοκίνητο ή τραπεζικό λογαριασμό — κι όμως εργάζεται αδιάκοπα, ίσως πιο σκληρά από πολλούς άλλους.

Πήγα στην Παραγουάη, στη Βολιβία, στο Περού, στον Ισημερινό, στη Γουατεμάλα, στο Μεξικό, σε όλη τη Λατινική Αμερική. Έζησα με τους κατοίκους τους, περιηγήθηκα στα βουνά και τις κοιλάδες, χωρίς χρήματα.

Η διαφορά είναι ότι το προϊόν που παράγει δεν έχει αξία. Η αξία του δεν καθορίζεται στον τόπο παραγωγής, αλλά στο Σικάγο ή στο Λονδίνο. Οι άνθρωποι πληρώνουν με την υγεία τους, με την εκπαίδευση των παιδιών τους, ζουν χωρίς στοιχειώδεις συνθήκες. Όταν φωτογραφίζω αυτούς τους αδικημένους, αποτυπώνω την αξιοπρέπειά τους. Δείχνω ότι εργάζονται όπως εργαζόμαστε κι εμείς, ότι αγαπούν όπως αγαπάμε, ότι έχουν όμορφες ζωές όπως και οι δικές μας· ότι είμαστε ίδιοι», έλεγε.

Το έργο Άλλες Αμερικές γεννήθηκε όταν αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Βραζιλία το 1969, καθώς η δικτατορία του κατέσχεσε το διαβατήριο και του απαγόρευσε την επιστροφή. «Είχα διακαή επιθυμία να επιστρέψω στη Βραζιλία, αλλά δεν υπήρχε τρόπος. Έτσι, άρχισα να επισκέπτομαι τις γειτονικές χώρες, που δεν ήταν ίδιες με τη Βραζιλία, αλλά της έμοιαζαν. Πήγα στην Παραγουάη, στη Βολιβία, στο Περού, στον Ισημερινό, στη Γουατεμάλα, στο Μεξικό, σε όλη τη Λατινική Αμερική. Έζησα με τους κατοίκους τους, περιηγήθηκα στα βουνά και τις κοιλάδες, χωρίς χρήματα για ενοικιαζόμενο αυτοκίνητο ή για πολυτελή ξενοδοχεία· ταξίδευα με λεωφορεία. Δούλεψα όσο πιο εντατικά μπορούσα, περνώντας μήνες χωρίς τη δυνατότητα να επιστρέφω συχνά, γιατί δεν το επέτρεπαν τα οικονομικά μου».

«Όταν ήμουν παιδί, η Βραζιλία βίωσε τεράστιο πληθωρισμό — 2.000 τοις εκατό ετησίως, ένα ασύλληπτο ποσοστό. Πολλοί αγρότες πούλησαν τα κτήματά τους, και δύο ή τρία χρόνια αργότερα τα χρήματα που έλαβαν δεν επαρκούσαν ούτε για να αγοράσουν ένα ποδήλατο. Κάποια στιγμή ο πατέρας μου μου είπε: “Σεμπαστιάο, αν είχα πουλήσει το αγρόκτημα όταν ήσουν παιδί, δεν θα ήσουν σήμερα διάσημος φωτογράφος στο Παρίσι· πιθανότατα θα ζούσαμε σε παραγκούπολη στο Μπέλο Οριζόντε”».

Η μετέπειτα σύζυγός του σπούδαζε στην École des Beaux-Arts στο Παρίσι, στη σχολή αρχιτεκτονικής, όπου ήταν απαραίτητο να διαθέτει φωτογραφική μηχανή. Όταν απέκτησαν επιτέλους την πολυπόθητη μηχανή, η ζωή του Σαλγκάδο άλλαξε ριζικά. Ήταν 27 ετών όταν κοίταξε για πρώτη φορά μέσα από το σκόπευτρο της μηχανής.

«Δούλευα με Leica: μια μικρή κάμερα, λίγοι φακοί. Δεν χρειάζεσαι πολλούς με τη Leica· είχα έναν 28, έναν 35 και έναν 50 χιλιοστών. Δύο κάμερες, τρεις φακοί, το φιλμ μου — αυτό ήταν όλο. Ένιωθα ελεύθερος για μήνες, κουβαλώντας ένα μεγάλο απόθεμα φιλμ. Αγόραζα τα κουτιά κινηματογραφικού φιλμ Tri-X 35mm, καθένα με 22 ρολά. Έτσι έπαιρνα μαζί μου δεκάδες ρολά φιλμ. Μετά τα γεγονότα της Νέας Υόρκης το 2001, η ασφάλεια των αεροδρομίων άλλαξε, μέσα σε έναν μήνα έγινε πραγματική κόλαση. Θυμάμαι μια φορά, επιστρέφοντας από τη Γουατεμάλα, έχασα 52 ρολά φιλμ εξαιτίας των ακτίνων Χ στο αεροδρόμιο. Έτσι πέρασα στη ψηφιακή φωτογραφία. Όταν κάνω την τελική μου επιλογή, παράγουμε πλέον ένα αρνητικό από το ψηφιακό αρχείο, με ποιότητα καλύτερη από το παραδοσιακό φιλμ. Εισάγουμε μάλιστα τον κόκκο του Tri-X, ώστε να δημιουργηθεί αρνητικό 4×5 ιντσών, το οποίο εκτυπώνεται με την υφή που πάντα χαρακτήριζε τη δουλειά μου».

«Όταν δούλευα στο Workers, ήμουν οικονομολόγος και μαρξιστής. Η εργατική τάξη για μένα αποτελούσε το σημαντικότερο στοιχείο της βιομηχανικής και γεωργικής παραγωγής. Στην οικονομία, η παραγωγή προκύπτει από τη συνάρτηση κεφαλαίου, τεχνολογίας και εργασίας. Όμως η εργασία είναι αυτή που δημιούργησε το κεφάλαιο και η τεχνολογία αποτελεί την υλοποίηση εκατομμυρίων —δισεκατομμυρίων— ωρών κίνησης των εργατών. Τι είναι ένα ρομπότ; Όταν ένα ρομπότ τοποθετεί ένα εξάρτημα, η κίνηση του βραχίονα του εργάτη είναι αυτή που γέννησε τη μηχανή. Η τεχνολογία γεννιέται από τον εργάτη· ο εργάτης είναι το πιο σημαντικό μέρος της παραγωγικής διαδικασίας.

Καθώς οι “έξυπνες” μηχανές έκαναν την εμφάνισή τους στη γραμμή παραγωγής, όλα άρχισαν να μεταβάλλονται στην παραγωγή. Δεν ήταν ότι η εργατική τάξη εξαφανίστηκε, απλώς δεν ήταν πλέον η ίδια.

»Κάποια στιγμή διαπιστώσαμε ότι η ποιότητα της εργασίας άρχισε να αλλάζει, καθώς οι “έξυπνες” μηχανές έκαναν την εμφάνισή τους στη γραμμή παραγωγής. Τι είναι τα ρομπότ; Υπολογιστές. Από τότε όλα άρχισαν να μεταβάλλονται στην παραγωγή. Δεν ήταν ότι η εργατική τάξη εξαφανίστηκε, αλλά ότι δεν ήταν πλέον η ίδια· η εργασία γινόταν ολοένα πιο εξειδικευμένη, οι εργάτες νεότεροι και εκπαιδευμένοι για να χειρίζονται αυτές τις μηχανές. Παρατηρούσαμε, για παράδειγμα, στη Γαλλία, ότι ένα μεγάλο τμήμα της χαλυβουργίας εξαφανιζόταν και μεταφερόταν στην Κίνα ή στη Βραζιλία. Στην αυτοκινητοβιομηχανία, εκεί που κάποτε ένα αυτοκίνητο ήταν χειροποίητο αντικείμενο, συναρμολογημένο βίδα προς βίδα, τώρα κατασκευαζόταν από μηχανές με τον άνθρωπο να επιβλέπει τη διαδικασία.

»Παρακολουθώντας αυτές τις αλλαγές, συνέλαβα την ιδέα ενός βιβλίου που θα αποτελούσε φόρο τιμής στην εργατική τάξη — σε μια εποχή που δεν ήταν πλέον δυνατό να δεις την ίδια την εργασία που απαιτείται για την παραγωγή ενός σχοινιού, χωρίς αυτή να έχει ήδη μετακινηθεί γεωγραφικά στην Ινδία, την Κίνα ή τη Βραζιλία. Δούλεψα πέντε χρόνια για την υλοποίηση του έργου αυτού, ταυτιζόμενος ολοκληρωτικά μαζί του, πάντοτε με μια ριζοσπαστική κριτική ματιά».

Αφού πέρασε χρόνο σε καταυλισμούς προσφύγων στη Ρουάντα, ο Σαλγκάδο άρχισε να έχει σοβαρά σωματικά και ψυχικά προβλήματα. Επισκέφθηκε έναν γιατρό στο Παρίσι, ο οποίος του είπε ότι, παρότι δεν είχε οργανικό πρόβλημα, αν συνέχιζε να εργάζεται με τον ίδιο τρόπο, η υγεία του θα κατέρρεε και τελικά θα πέθαινε. «Ήμουν τόσο απογοητευμένος που είμαι άνθρωπος», είπε αργότερα. «Είδα το μέγεθος της βίας που είμαστε ικανοί να προκαλέσουμε. Είμαστε ένα απαίσιο είδος. Εγκατέλειψα τη φωτογραφία. Είπα: “Ποτέ ξανά στη ζωή μου δεν θα ασχοληθώ με φωτογραφίες”».

Το Instituto Terra είναι μια καταπράσινη Εδέμ, με περισσότερα από δυόμισι εκατομμύρια δέντρα και πλούσια άγρια ζωή

Ο Σαλγκάδο άφησε την κάμερά του και με τη σύζυγό του επέστρεψαν στη Βραζιλία, στο οικογενειακό ράντσο βοοειδών που είχε κληρονομήσει από τον πατέρα του. Όταν έφτασαν, αντίκρισαν μια γη σχεδόν απογυμνωμένη από ζωή. Η Λέλια πρότεινε να επιχειρήσουν την αναβίωσή της, τόσο ως μορφή θεραπείας όσο και από οικολογική ανησυχία. Δεκαετίες αργότερα, το κτήμα αυτό μεταμορφώθηκε στο Instituto Terra: μια καταπράσινη Εδέμ, με περισσότερα από δυόμισι εκατομμύρια δέντρα και πλούσια άγρια ζωή. Σήμερα λειτουργεί ως εργαστήριο αναδάσωσης και πηγή έμπνευσης για παρόμοια έργα σε όλο τον κόσμο.

«Η επιστροφή αυτού του δάσους μου έδωσε ξανά τεράστια επιθυμία να φωτογραφίσω», είχε πει ο Σαλγκάδο. «Υπάρχει η λανθασμένη αντίληψη ότι η φύση και η ανθρωπότητα είναι διαφορετικές. Στην πραγματικότητα, αυτός ο διαχωρισμός αποτελεί μεγάλη απειλή για εμάς. Νομίζουμε ότι μπορούμε να ελέγξουμε τη φύση, αλλά ξεχνάμε ότι τη χρειαζόμαστε για την ίδια μας την επιβίωση».

Το οκταετές πρότζεκτ Genesis αποτέλεσε έναν ύμνο στα φυσικά τοπία και στους τρόπους ζωής των ιθαγενών, από την Ανταρκτική μέχρι το τροπικό δάσος του Αμαζονίου. Σε αυτό διακρίνεται μια συγκρατημένη νότα αισιοδοξίας, καθώς οι φωτογραφίες του υπενθυμίζουν ότι ένα μεγάλο μέρος της Γης παραμένει ακόμη ανέγγιχτο, παρότι η ανθρωπότητα συχνά αδιαφορεί για την προστασία του. Όταν η εποχή των μεγάλων, πολυετών έργων έφτανε στο τέλος της, ο Σαλγκάδο στράφηκε και στη χρήση drone· ωστόσο, σε όλη του τη ζωή προτιμούσε να προσεγγίζει τη φύση, τα ζώα και τους ανθρώπους με άμεσο, προσωπικό τρόπο. «Μόνο προσφέροντας τον εαυτό σου τόσο ανυπεράσπιστο όσο και οι άνθρωποι που φωτογραφίζεις, μπαίνοντας στον κόσμο τους ως ευάλωτος ξένος, όχι μόνο θα ανεχθούν αλλά και θα καλωσορίσουν την παρουσία σου. Δεν έχει σημασία αν φωτογραφίζω ένα άτομο ή εκατό μαζί· γνώριζα όλους αυτούς τους ανθρακωρύχους, έζησα ανάμεσά τους, ήταν όλοι φίλοι. Με μερικά από τα ζώα που φωτογράφισα, έπεσα στα γόνατα για να βρεθώ κοντά τους, στο επίπεδό τους, για τρεις ή τέσσερις ώρες», είχε πει.

Ο ανθρωπισμός του είναι αδιαμφισβήτητος στις φωτογραφίες του, οι οποίες αποτυπώνουν κρίσεις και απειλούμενους τρόπους ζωής. Ο ίδιος, ωστόσο, επιμένει ότι δεν παρακινείται από τον «ακτιβισμό», αλλά από την καθαρή απόλαυση της πράξης της φωτογραφίας. Η φωτογραφική του πορεία τον ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο, έγινε το διαβατήριό του για να γνωρίσει ανθρώπους, τόπους και γεγονότα μοναδικής σημασίας. Συχνά θυμόταν την έρημο του Κουβέιτ, όπου αποτύπωσε τις φλεγόμενες πετρελαιοπηγές μετά τον Πόλεμο του Κόλπου.

Η εικόνα δεν δημιουργείται από μια παθητική μηχανή, αλλά από το άτομο που κρατά την κάμερα

Όταν ρωτήθηκε για το πώς συλλαμβάνονται οι αποφασιστικές στιγμές, απαντούσε πως «χρειάζεσαι πολύ χρόνο». Περιμένεις εκεί όπου πρόκειται να συμβούν τα πράγματα και κάποια στιγμή εισέρχεσαι στη ροή τους, στη διάθεση των ανθρώπων. Αν και σχεδόν πάντα γνωρίζεις πού θα πας, δεν γνωρίζεις ποτέ τι θα φέρεις πίσω. Όταν το θέμα εμφανιστεί ξαφνικά, πρέπει να βρίσκεσαι σε διαρκή εγρήγορση. Στη φωτογραφία, που καταγράφεται στο 1/250 του δευτερολέπτου, τόσα πολλά μπορούν να πάνε στραβά: χρειάζεται φως, δύναμη, και στην περίπτωση των πορτρέτων, προσωπικότητα. Η εικόνα δεν δημιουργείται από μια παθητική μηχανή, αλλά από το άτομο που κρατά την κάμερα.

Το διδακτορικό του στα οικονομικά, ο πολιτικός του ιδεαλισμός, η σύνδεσή του με τη φύση και το βίωμα της παιδικής του ηλικίας μέσα στο δάσος διαπνέουν τις φωτογραφίες του. Είναι σαν να καταθέτει την ψυχή του σε κάθε εικόνα, να ενσωματώνει σε αυτήν την προσωπική του ιστορία.

«Δουλεύω πάντα με πολύ γρήγορο φιλμ. Κλείνω το διάφραγμά μου για να δώσω τεράστιο βάθος πεδίου· οι όγκοι για μένα είναι εξαιρετικά σημαντικοί. Η πραγματικότητα είναι γεμάτη βάθος. Θυμάμαι κάποτε, όταν δούλευα στην Αλάσκα, στην οροσειρά Μπρουκς. Είχα ένα μικρό αεροπλάνο που με άφησε σε ένα σημείο και γύρισε να με πάρει έπειτα από μία εβδομάδα ή δέκα μέρες. Στην Αλάσκα δεν μπορείς να πετάς πάντα· ήταν Ιούνιος, και εκείνη την περίοδο ο κρύος αέρας από την Αρκτική συναντά τον ζεστό αέρα από το εσωτερικό της χώρας, δημιουργώντας πολλά μικροκλίματα. Εκείνον τον Ιούνιο είχα χιόνι, βροχή, ζέστη και κρύο, όλα μαζί. Καθόμουν όλη μέρα μπροστά στο βουνό. Εκεί ταυτίζεσαι με τα στοιχεία της φύσης, γίνεσαι μέρος του πλανήτη. Βλέπεις τον άνεμο να κόβει τα βουνά σαν μαχαίρι, να δημιουργεί άμμο που γίνεται χώμα, τη μικρότερη βλάστηση να παλεύει να επιβιώσει. Είναι εκπληκτικό!

Αν θέλουμε να επιβιώσουμε ως είδος, πρέπει να αλλάξουμε τη συμπεριφορά μας

»Δεν αποτελούμε κίνδυνο για τον πλανήτη· αποτελούμε κίνδυνο για τον εαυτό μας. Το τέλος του είδους μας θα προέλθει από εμάς τους ίδιους. Από τη στιγμή που θα εξαφανιστούμε, ο πλανήτης θα ανανεωθεί. Ίσως χρειαστούν πεντακόσια ή χίλια χρόνια, αλλά πάντοτε έτσι γίνεται· τα δάση επιστρέφουν. Τίποτα δεν είναι τόσο καταστροφικό για τον πλανήτη όσο είναι για εμάς. Αν θέλουμε να επιβιώσουμε ως είδος, πρέπει να αλλάξουμε τη συμπεριφορά μας.

»Οι χημικές ουσίες που εισάγουμε με τον πόλεμο, τα δηλητήρια και κάθε καταστροφή είναι απλώς συγκεντρωμένες ποσότητες ουσιών που ο πλανήτης μπορεί, μακροπρόθεσμα, να απορροφήσει. Εκείνος θα αντέξει. Το ζήτημα είναι ότι εμείς ζούμε περισσότερο και ζούμε έξω από τη φύση. Είμαστε το μόνο είδος με πραγματική συνείδηση του θανάτου μας· όλοι οι άλλοι οργανισμοί απλώς ζουν. Αυτή η επίγνωση ότι θα πεθάνουμε γεννιέται μέσα στη σύγχρονη αστικοποίηση. Αν όμως συνεργαστείς με τους ιθαγενείς στον Αμαζόνιο, σε εντυπωσιάζει η σχέση τους με το σώμα τους: αν τραυματιστούν, ζουν με τον τραυματισμό· αν σπάσουν ένα πόδι, το αποδέχονται· αν γεράσουν, αποσύρονται μόνοι τους στο δάσος για να πεθάνουν».

«Αν δεν αλλάξουμε τη συμπεριφορά μας, θα εξαφανιστούμε πολύ γρήγορα ως είδος. Υπάρχουν είδη που έζησαν εκατόν πενήντα εκατομμύρια χρόνια· ήταν πολύ πιο ισχυρά από εμάς, όπως οι δεινόσαυροι, κι όμως εξαφανίστηκαν πριν από εκατό εκατομμύρια χρόνια. Εμείς υπάρχουμε μόλις μερικές εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια και ήδη καταστρέφουμε, με τρομακτική ταχύτητα, τα δέντρα, που θα μπορούσαν να μας βοηθήσουν να σωθούμε. Αν χαθούμε, πολλά είδη θα χαθούν μαζί μας. Αλλά θα υπάρχουν και άλλα που θα επιβιώσουν, όπως τα είδη που ζουν στον ωκεανό.

Έχουμε χρήματα, έχουμε τεχνολογία. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι πνευματικότητα, σεβασμό· να νιώσουμε ότι αποτελούμε μέρος του πλανήτη. Ελέγχοντας την πλειοψηφία των εκπομπών άνθρακα, μπορούμε να τις μειώσουμε. Μπορούμε να αξιοποιήσουμε την ηλιακή ενέργεια, την κίνηση του κόσμου, τον άνεμο· τόσες πολλές δυνατότητες για να παράγουμε ενέργεια και να αλλάξουμε τελικά την αντίληψή μας για την κατανάλωση», έλεγε.

Ο θάνατός του από λευχαιμία έχει συνδεθεί με το ταξίδι του, το 2010, στη Νέα Γουινέα της Ινδονησίας, όπου προσβλήθηκε από ελονοσία falciparum — μια ασθένεια που πιθανότατα επηρέασε μόνιμα τη λειτουργία του μυελού των οστών του.

Ο ίδιος πίστευε ότι για να αναχθεί ένα έργο σε τέχνη, πρέπει να είναι μακροπρόθεσμο και να ενσαρκώνει μια ιστορική στιγμή

Ο Σεμπαστιάο Σαλγκάδο με τις φωτογραφίες του έχει συνεπάρει τον κόσμο. Το σύνολο του έργου που δημιούργησε τον τελευταίο μισό αιώνα είναι αξιοσημείωτο όχι μόνο για το τεράστιο εύρος του —με σκηνές απίστευτης ομορφιάς και τρόμου, από τον Αμαζόνιο και την Ανταρκτική έως τον λιμό της Αιθιοπίας και τις φλεγόμενες πετρελαιοπηγές του Κουβέιτ—, αλλά και για τη σταθερά αριστουργηματική του ποιότητα. Πρόκειται για ένα μαγευτικό, ασπρόμαυρο opus, χτισμένο πάνω στο φως, τη σύνθεση και την «καθοριστική» στιγμή. Ο ίδιος πίστευε ότι για να αναχθεί ένα έργο σε τέχνη, πρέπει να είναι μακροπρόθεσμο και να ενσαρκώνει μια ιστορική στιγμή. Γι' αυτό δίκαια θεωρείται ίσως ο τελευταίος σπουδαίος φωτογράφος της κλασικής, ανθρωπιστικής παράδοσης, που παραμένοντας πιστός στο ασπρόμαυρο μετέφερε μέσα από αυτό βαθιές και διαχρονικές αλήθειες.

Σεμπαστιάο Σαλγκάδο
Σεμπαστιάο Σαλγκάδο © Thomas Lohnes/Getty Images

Σεμπαστιάο Σαλγκάδο © Thomas Lohnes/Getty Images

«Οι καλύτερες στιγμές της ζωής μου ήταν οι στιγμές που έμπαινα σε νέους κόσμους, που γνώριζα ανθρώπους, ανακάλυπτα, έβλεπα πράγματα που δεν είχα ξαναδεί. Αυτή ήταν, για μένα, η μεγαλύτερη ευχαρίστηση. Και η δεύτερη μεγάλη ευχαρίστηση ήταν πάντα η τελευταία μέρα, όταν έπαιρνα το ταξί για να πάω στο αεροδρόμιο ώστε να επιστρέψω στην οικογένειά μου, στη γυναίκα μου και τα παιδιά μου».

— Σεμπαστιάο Σαλγκάδο

Δειτε περισσοτερα

Φραντσέσκα Ντιοταλέβι
Φραντσέσκα Ντιοταλέβι: Το να γράψω για τη Βίβιαν Μάιερ υπήρξε άσκηση λεπτότητας, σεβασμού και θάρρους

Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση