Ο διάσημος Ελληνο-αμερικανός καλλιτέχνης μιλά για τη σειρά «Portraits», την τεχνική superdots, αλλά και την ιδιαίτερη σχέση του με τη μαγειρική
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
14°
Γιάννης Δήμου: Ο φωτογράφος που αποτύπωσε μοναδικά τα ελληνικά πανηγύρια
John Demos: Συνέντευξη με τον διεθνούς φήμης φωτογράφο που απαθανάτισε τα ελληνικά πανηγύρια από το 1970.
Η φωτογραφία, σύμφωνα με τον διακεκριμένο κριτικό John Berger, είναι ένα «ενθύμιο μιας ζωής που βιώνεται». Με αυτήν την σκέψη ως βάση, το έργο του Γιάννη Δήμου στέκεται ως μία ζωντανή, πολυδιάστατη καταγραφή της «Ελλάδας που φεύγει», μέσα από το φακό του χρόνου και του μυστικισμού. Οι εικόνες του δεν παγώνουν απλά στιγμές, αλλά αφήνουν την κίνηση να κυριαρχεί, μεταμορφώνοντας τους χορευτές σε απόκοσμα πλάσματα, όπως ακριβώς περιγράφει ο Mark Mallett σε μια σπάνια συνέντευξη που έδωσε ο Δήμου στην Athens Star το 1986. Τα πανηγύρια του ελληνικού καλοκαιριού, εκεί όπου η μουσική, ο χορός και η κοινότητα συνυπάρχουν σε μια βαθιά τελετουργική εμπειρία, αποτέλεσαν για τον John Demos έναν φωτογραφικό τόπο αποκάλυψης.
Μέσα από τη σειρά Panigiria (1975–1994), ο καταξιωμένος φωτογράφος διερεύνησε το όριο ανάμεσα στο στιγμιαίο και το αιώνιο, στο φως και το σκοτάδι, στην κίνηση και τη μνήμη. Στην παρακάτω συνέντευξη μάς μιλά για την αφετηρία, το όραμα και την ψυχή πίσω από τις φωτογραφίες του, πάντα μέσα από τον φακό μιας βαθιά προσωπικής, αλλά και συλλογικής ελληνικής εμπειρίας που έζησε φωτογραφίζοντας τα πανηγύρια στην Ήπειρο.
Κύριε Δήμου, τι σας οδήγησε να επιλέξετε τα πανηγύρια της Ηπείρου ως κεντρικό θέμα της δουλειάς σας;
Βασικά, η ανακάλυψη του χωριού Πάπιγκο στην Ήπειρο και η αγορά ενός σπιτιού εκεί το 1972, ήταν η αφετηρία για εμένα και τη σύζυγό μου, και οι δύο εκπαιδευτικοί, να περνάμε τα καλοκαίρια μας εκεί με τα τρία παιδιά μας. Τα καλοκαίρια ήταν η περίοδος που οι Ηπειρώτες γιόρταζαν τους προστάτες αγίους του κάθε χωριού με πανηγύρια γεμάτα κλαρίνα, παραδοσιακά τραγούδια και χορούς.
Ο Mark Mallett, σε συνέντευξη που δώσατε το 1986 στην εφημερίδα Athens Star, επισημαίνει πως αυτές οι στιγμές δεν παγώνουν απλά την κίνηση αλλά επιτρέπουν στην κίνηση να κυριαρχεί, μετατρέποντας τον χορό σε μια σχεδόν μεταφυσική πράξη, όπου οι μορφές γίνονται «ουσίες» που στροβιλίζονται γύρω από τους μουσικούς.
Περιγράφετε πως «η μουσική παρήγαγε τις φωτογραφίες». Πώς λειτουργεί αυτή η εμπειρία για εσάς την ώρα της λήψης;
Η θεματική προσέγγιση δημιουργήθηκε όταν ανακάλυψα στο βιβλίο μου «Η Ελλάδα που Φεύγει» (εκδόσεις 1976) δύο φωτογραφίες όπου χρησιμοποίησα αργό κλείστρο για να αποτυπώσω τους χορευτές να κινούνται γύρω από τους μουσικούς. Μία από αυτές είναι η πλέον γνωστή φωτογραφία από το Πάπιγκο, 1975, που αποτέλεσε και την πρώτη εικόνα της έκθεσης στη Σόφια και το εξώφυλλο του επερχόμενου βιβλίου.
Με εντυπωσίασε το πώς οι ανθρώπινες μορφές των χορευτών γίνονταν ουσίες που στροβίλιζαν γύρω από τους μουσικούς, έγιναν ο χορός. Την ίδια περίοδο διάβαζα πολύ Καζαντζάκη και με είχε επηρεάσει βαθιά η σκέψη του για τον ανθρώπινο αγώνα να μεταβούμε από το υλικό σώμα σε πνευματικό επίπεδο.
Ταυτόχρονα, γνώριζα καλά πώς αποτυπώνεται η κίνηση στη φωτογραφία και πώς η κάμερα μπορεί να κρατήσει στιγμιότυπα κίνησης που το μάτι δεν μπορεί να συλλάβει ή να ελέγξει. Αυτό με τράβηξε να εξερευνήσω το θέμα του χορού στις γιορτές.
Όπως αναφέρει και ο Mark Mallett, «μόνο όταν η μουσική είχε αιχμαλωτίσει τον Δήμου, μπορούσε να αποτυπώσει τον χορό». Αυτό το στοιχείο καθιστά τη μουσική όχι απλώς συνοδευτικό στοιχείο αλλά ενεργό παράγοντα παραγωγής της φωτογραφίας.
«Εδώ είναι ο τρελός του χωριού που είναι μόνος του, εξοστρακισμένος και παρακολουθεί τι κάνουν οι άλλοι. Ήταν συνταρακτικό, γιατί τη στιγμή που τον φωτογράφισα όλο το χωριό γλεντούσε κι αυτός παρακολουθούσε από απόσταση, ολομόναχος. Έχω τραβήξει τέσσερις φωτογραφίες νομίζω, περιμένοντας αυτή την στιγμή. Ήμασταν μόνο αυτός κι εγώ και θυμάμαι ότι έκλαιγα».
Πώς συνδέετε τη μουσική με τη φωτογραφική σας πρακτική;
Πάντα θεωρούσα τη μουσική ανώτερη τέχνη από τη φωτογραφία, εν μέρει λόγω της άυλης φύσης της και της ικανότητάς της να μεταφέρει σύνθετα και βαθιά συναισθήματα. Ακρόαση κλασικής και άλλης μουσικής συνόδευε τη δουλειά μου. Όταν οι άνθρωποι που φωτογράφιζα παρασέρνονταν από τη μουσική και οι εκφράσεις τους κορυφώνονταν, τότε πατούσα το κλείστρο. Μουσικοί, χορευτές και φωτογράφος γίνονταν ένα, απόλυτα συντονισμένοι με τη μουσική.
Ο Mallett επισημαίνει πως «στο καλύτερο έργο του Δήμου, η μουσική παρήγαγε τις φωτογραφίες», αναδεικνύοντας τη φωτογραφία ως μια αισθητηριακή σύνθεση που δεν περιορίζεται στο οπτικό πεδίο αλλά αγκαλιάζει και τον ήχο, τη ροή, την ενέργεια.
Η νύχτα και το φως παίζουν ιδιαίτερο ρόλο στο έργο σας. Πώς το εξηγείτε αυτό;
Όπως φαίνεται και στη συνέντευξη που έδωσα στον Mark Mallett, ήταν η νύχτα που δημιούργησε για μένα τη μεταφυσική ατμόσφαιρα που προσπάθησα να κρατήσω στο έργο μου που εκτείνεται σε 20 χρόνια. Η ένταση της εμπλοκής μου ήταν πηγή έμπνευσης και αποκάλυψης — ένα ντοκουμέντο ανθρώπων που χάνουν τον εαυτό τους στον χορό. Όπως γράφει ο Keats και παραθέτει ο Mallett: «Who can tell the dancer from the dance?»
Η νύχτα, σύμφωνα με τον Δήμου, είναι το σημείο όπου «τα πράγματα γεννιούνται και εξαφανίζονται», και το φως που αναδύεται από το σκοτάδι είναι το κεντρικό μοτίβο στη σύνθεση και τη θεματολογία του έργου.
Αυτή η μεταφυσική διάσταση ενισχύεται από την τεχνική του αργού κλείστρου που επιτρέπει στην κίνηση να εμφανίζεται ως φως και πνεύμα, μεταμορφώνοντας τους χορευτές σε «ουσίες» που αρμόζουν σε έναν «σουρεαλιστικό χορό».
Πιστεύετε ότι το φως μπορεί να μας μεταφέρει σε μία πνευματική εμπειρία με όχημα τη φωτογραφική μηχανή;
Όταν το φως από τη νύχτα φωτίζει τα πρόσωπα, μπορεί να δημιουργήσει πνευματική εμπειρία. Για παράδειγμα, το φως που πέφτει στο πρόσωπο του «τρελού του χωριού», απομονωμένου από την κοινότητα, προκαλεί έναν εκτοπισμένο, εξαγνιστικό χαρακτήρα.
Το φως που αναδύεται από τη νύχτα και «καθίζει» πάνω στις εκφράσεις των ανθρώπων, δημιουργεί συχνά μια σχεδόν ιερή, μεταφυσική αίσθηση, ενισχύοντας την έννοια του «παροδικού» και του πνευματικού μέσα στο έργο.
Το πέρασμα, η ουσία της ζωής και της τέχνης
Το πέρασμα είναι, τελικά, αυτό για το οποίο είμαστε όλοι εδώ. Η φωτογραφία υπάρχει για να το βιώσεις, να το ζήσεις και να το αποκαλύψεις.
Θεωρείτε ότι οι εικόνες σας καταγράφουν την «Ελλάδα που φεύγει» ή τη μεταμορφώνουν σε κάτι νέο;
Ως φωτογράφοι, πρέπει να αποκαλύπτουμε με το εσωτερικό μας μάτι την εξωτερική ύπαρξή μας. Τίποτα δεν είναι δεδομένο. Μέσα από την προσωπική μας οπτική δημιουργούμε νόημα.
Τα πανηγύρια έχουν αλλάξει με τα χρόνια; Νιώθετε ότι έχει χαθεί κάτι από την αυθεντικότητα που φωτογραφίσατε;
Τα πανηγύρια ήταν απλά όχημα για παρατήρηση και σκέψη. Αυτό που καταγράφηκε, ελπίζω ως τέχνη, ανήκει σε μια εποχή και μιλάει από μόνο του. Το τι χάθηκε ή διασώθηκε, ας το κρίνει ο θεατής.
Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση όταν φωτογραφίζετε σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού, όπως αυτές των νυχτερινών πανηγυριών;
Τα τεχνικά θέματα δεν έχουν μεγάλη σημασία, λύνονται διαισθητικά, μέσα στην ένταση της στιγμής.
Τι σημαίνει φωτογραφία για εσάς;
Το να φωτογραφίζεις σημαίνει να εργάζεσαι για να δημιουργήσεις ένα νέο όραμα του κόσμου.
Έχετε υπάρξει δάσκαλος, επιμελητής, καλλιτεχνικός διευθυντής – πώς αυτές οι ιδιότητες επηρέασαν τη φωτογραφική σας ματιά;
Όλες οι δραστηριότητες γύρω από τη φωτογραφία που έχω ακολουθήσει έχουν εμπλουτίσει τη φωτογραφική μου όραση.
Το έργο σας έχει παρουσιαστεί σε τόσο διαφορετικά μέρη – από το Παρίσι ως την Κίνα. Πώς αντιδρούν διαφορετικοί πολιτισμοί στο ελληνικό πανηγύρι;
Οι θετικές αντιδράσεις δεν οφείλονται τόσο στο πολιτισμικό θέμα όσο στην μοναδικότητα της οπτικής του έργου.
Έπειτα από τόσα χρόνια δημιουργίας, τι σας κινητοποιεί σήμερα ως φωτογράφο; Υπάρχει ακόμη ένα «ανείπωτο» θέμα;
Καθώς ανατρέχω στο αρχείο μου για μια αναδρομική έκθεση, ελπίζω να εμφανιστεί το επόμενο θέμα.
Σύντομο Βιογραφικό
Ο John Demos (Γιάννης Δήμου), γεννημένος στη Θεσσαλονίκη το 1944, είναι ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες φωτογράφους της μεταπολεμικής περιόδου. Σπούδασε Ιστορία της Τέχνης στο Σικάγο και επέστρεψε στην Ελλάδα όπου δίδαξε και δραστηριοποιήθηκε έντονα στον χώρο της φωτογραφίας. Το έργο του έχει εκτεθεί παγκοσμίως, από το Παρίσι έως την Κίνα, ενώ σειρές όπως «Η Ελλάδα που Φεύγει», «Panigiria» και «Σκιές της Σιωπής» θεωρούνται πλέον ιστορικές. Η φωτογραφική του γλώσσα συνδυάζει ντοκουμέντο και ποίηση, μυστικισμό και ρεαλισμό, πάντα με βαθιά ανθρωποκεντρική ματιά.
Δειτε περισσοτερα
Η τρυφερή ματιά ενός αρχιτέκτονα στην πέτρα, τους ανθρώπους και τα δέντρα του τόπου
Οι θεματικές συζήτησης και οι προσωπικότητες που θα συμμετέχουν Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
Με το νέο του άλμπουμ «Ανάμεσα» ανανεώνει το ελληνικό τραγούδι. Πριν βρεθεί «Ανάμεσα σε φίλους» στο Παλλάς, ταξιδέψαμε μαζί του ακούγοντας και μιλώντας
Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση
Οι Κώστας Μηλιαράς και Γιώργος Παπακώστας μιλούν για το ντεμπούτο των The Dionysians «Να Κάψουμε το Χθες»