TV + Series

Ιστορίες και ανέκδοτα από τα πρώτα χρόνια του μεγάλου καναλιού

To Mega γιόρτασε τα 27α γενέθλιά του

114824-667199.jpg
Νατάσσα Καρυστινού
10’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
331274-686101.jpg

Το Mega αντέχει όσο το κρατούν όρθιο οι εργαζόμενοί του.

Τα 27α γενέθλια του Mega γιόρτασαν με τον δικό τους τρόπο οι εργαζόμενοι του καναλιού.

Στις 20 Νοεμβρίου το απόγευμα, όλοι οι υπάλληλοι του καναλιού, διοικητικοί, τεχνικοί και δημοσιογράφοι, συγκεντρώθηκαν στον 7ο όροφο του κτιρίου στη λεωφόρο Μεσογείων με γλυκά και εδέσματα για να ευχηθούν να αντέξει «το σπίτι» τους τις δοκιμασίες που περνάει. Δεν έλειψε και η τούρτα και το γνωστό τραγουδάκι «να ζήσεις Mega και χρόνια πολλά» που τραγούδησαν όλοι μαζί.

Τον Δεκέμβριο του 2009, το Mega, γιορτάζοντας τα 20 χρόνια του, εξέδωσε ένα βιβλίο εσωτερικής κυκλοφορίας, με όλη την μέχρι τότε ιστορία του. Έχει ενδιαφέρον να διαβάσει κανείς το πώς ξεκίνησε το μεγαλύτερο, τότε, κανάλι της Ελλάδας όπως καταγράφεται σε εκείνο το βιβλίο:

Συντονιστείτε στο «Μεγάλο Κανάλι»

Το Mega ιδρύθηκε το 1989 από την εταιρεία Τηλέτυπος Α.Ε., η οποία με τη σειρά της συστάθηκε από τις εταιρείες «Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη ΑΕ», «Πήγασος Εκδοτική και Εκτυπωτική ΑΕ», «Χ.Κ.Τεγόπουλος ΑΕ», «Γενική Εκδοτική Ελλάδος - Μεσημβρινή ΑΕ» και «Καθημερινή ΑΕ Έκδοση Εντύπων» με σκοπό τη λειτουργία ραδιοτηλεοπτικών σταθμών και παραγωγή αντίστοιχων προγραμμάτων.

Το πρώτο διοικητικό συμβούλιο της Τηλέτυπος Α.Ε.

  • Χρήστος Λαμπράκης – Πρόεδρος Διοικητικού Συμβουλίου
  • Γεώργιος Μπόμπολας – Διευθύνων Σύμβουλος
  • Χρήστος Τεγόπουλος – Σύμβουλος
  • Αριστείδης Αλαφούζος – Σύμβουλος
  • Σταύρος-Κίμων Τριανταφυλλίδης – Σύμβουλος

Νοέμβριος του 1989. Το πλαίσιο νόμου Ν.1866/1989 που επιτρέπει την ίδρυση τηλεοπτικών σταθμών στην Ελλάδα έχει ήδη ανοίξει τον δρόμο. Το Mega ετοιμάζεται να ξεκινήσει τη λειτουργία του και οι Έλληνες ανυπομονούν να γνωρίσουν τη νέα εποχή της εικόνας και της πληροφορίας. Το δείχνουν όλα: τα τρόλεϊ και τα billboards της Αθήνας που έχουν γεμίσει με τη συχνότητα του Mega και με το σλόγκαν «Συντονιστείτε στο Μεγάλο Κανάλι» (μια και τα κρατικά κανάλια κράτησαν κλειστή την επικοινωνιακή τους πόρτα για το λανσάρισμα του πρώτου ιδιωτικού τηλεοπτικού σταθμού στη χώρα) και κυρίως οι φήμες και οι συζητήσεις. Αυτές έχουν εξαπλωθεί πολύ πιο γρήγορα από οποιοδήποτε διαφημιστικό spot ή τρόλεϊ εν κινήσει θα μπορούσε ποτέ να τις διαδώσεις… Κι έτσι…

…στις 20 Νοεμβρίου 1989, στις 3 το μεσημέρι ακριβώς, το Mega εκπέμπει το παρθενικό του πρόγραμμα με μία σύντομη εισαγωγή που έκανε ο τότε γενικός διευθυντής του καναλιού Νίκος Σκουλάς.

Πρώτης σειρά που μεταδόθηκε: «Διάστημα 1999».

Και ακολούθησαν:

16.00 Μπάτμαν

16.30 Mega hits

17.30 Δικαίωμα στην αγάπη

18.00 Σλετζ Χάμερ

18.30 Κάπιτολ

19.00 Φάλκον Κρεστ

20.00 Γράμματα και αριθμοί

20.30 Δελτίο ειδήσεων

21.00 Ελληνική ταινία (¨Θανάση πάρε το όπλο σου»)

23.00 Ντετέκτιβ Σπένσερ

24.00 Οι αντίζηλοι

Κανένας αντίζηλος. Το Mega Channel έγινε ακαριαία η μεγάλη αγάπη των Αθηναίων στην αρχή και όλων των Ελλήνων τηλεθεατών αργότερα, στην επικράτεια και σε όλο τον κόσμο.

Τα πρωινά

Κάθε πρωί το όμορφο σήμα με τη βεντάλια του λογότυπου άνοιγε κομψά μέσα σε ένα γαλάζιο, καθαρό ουρανό, ξεκινώντας το πρόγραμμα. Τα βράδια, η βεντάλια έκλεινε το πρόγραμμα μέσα σε ένα μαύρο νυχτερινό φόντο γεμάτο αστέρια ενώ ακουγόταν το πασίγνωστο και δημοφιλές μουσικό σήμα του Δημήτρη Παπαδημητρίου που έγινε από την πρώτη στιγμή σήμα κατατεθέν του καναλιού. Ένα άλλο «χαρακτηριστικό Mega» ήταν, για πολύ καιρό, το «Art of landscapes» που προβαλλόταν τις πολύ πρωινές ώρες, δείχνοντας υπέροχα τοπία του πλανήτη με συνοδεία κλασικής και new age μουσικής – το πρώτο και ίσως μοναδικό chill out πρόγραμμα που πέρασε ποτέ από την ελληνική τηλεόραση. Η αρχή είχε γίνει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Ο επόμενος ιδιωτικός σταθμός ξεκίνησε τη λειτουργία του το βράδυ της 31ης Δεκεμβρίου της ίδιας χρονιάς.

Εκείνη την πρώτη μέρα, στο γραφείο του Γενικού Διευθυντή Νίκου Σκουλά, ανοίγονταν σαμπάνιες. Συμβολική επιβράβευση μίας δύσκολης περιόδου προετοιμασίας που είχε προηγηθεί, γεμάτης άγχος, αβεβαιότητα, απορίες αλλά και τόλμη, ρίσκα και αποφασιστικότητα. Χρειαζόταν πίστη, ενθουσιασμός και ξενύχτια. «Ήμασταν σαν κομάντος τότε, δουλεύαμε μέχρι τις 4 το πρωί» θυμούνται πολλοί από τους ανθρώπους που έζησαν τις ηρωικές εκείνες μέρες στα στούντιο της Παιανίας, της Σταδίου και στα γραφεία της οδού Φιλελλήνων στο Χαλάνδρι. (Αργότερα, το Mega μεταφέρθηκε στο Μαρούσι και μετά όλες οι εγκαταστάσεις και τα στούντιο των ειδήσεων στο γνωστό κτίριο της Λ. Μεσογείων). Λίγο καιρό μετά την έναρξη του σταθμού, ο Νίκος Σκουλάς αποχώρησε και τη θέση του ανέλαβε ο Αντώνης Θεοχάρης, ο οποίος επίσης συνέβαλε αποφασιστικά στην επιτυχία του νέου καναλιού.

Η οδός Φιλελλήνων τότε είχε γίνει κέντρο διερχομένων γεμίζοντας με κίνηση όλες τις ώρες της ημέρας. Η κοντινή ταβέρνα του «Κίτσουλα» ήταν το ΚαΨιΜί των κομάντος, «εκεί που τρώει το Mega» όπως έγινε γνωστή. Και όσο το Mega γινόταν συνήθεια και άρχιζε να διαφαίνεται ακόμα καλύτερα το προφίλ και το πνεύμα του σταθμού, τόσο και οι επισκέψεις άρχιζαν να πληθαίνουν.

Στα Γραφεία Ειδήσεων στη Σταδίου και στην Παιανία βέβαια, η κινητικότητα υπήρχε πάντα λόγω αντικειμένου αλλά κι εκεί, γρήγορα, η ομάδα των δημοσιογράφων άρχισε να αυξάνεται καθώς βελτιωνόταν συνεχώς η ταχύτητα και η παρουσίαση της είδησης. Ο πρώτος επικεφαλής του ειδησεογραφικού τμήματος του Mega ήταν ο Ιάσων Μοσχοβίτης με τον Γιώργο Λεβεντογιάννη υπεύθυνο για τα ρεοπορτάζ και τον Γιάννη Πρετεντέρη υπεύθυνο του πολιτικού ρεπορτάζ. Η δημοσιογραφική ομάδα είχε από την πρώτη μέρα δυνατά ονόματα: τη Λιάνα Κανέλλη, τον Αιμίλιο Λιάτσο, τον Νίκο Χατζηνικολάου και νέους, μοντέρνους δημοσιογράφους που είχαν έναν καινούργιο λόγο – τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο, την Τζένη Μελά, την Εύα Μαυρογένη, την Βίκυ Παλαιολόγου και τον Νίκο Στραβελάκη. Όλοι αυτοί, μαζί με τους ανθρώπους που είχαν ήδη εμπειρία από την κρατική τηλεόραση, όπως ο Αγαμέμνονας Φαράκος, ο σκηνοθέτης Άκης Σταματιάδης και ο Δημήτρης Πετρόπουλος, έκαναν το ειδησεογραφικό τμήμα να αποτελεί το ισχυρό προφίλ του Mega.

Κάτι παρόμοιο συνέβαινε και στο «ψυχαγωγικό τμήμα». Η ομάδα που έστησε το πρόγραμμα, ο Κώστας Γιαννίκος, ο Τζώνη Καλημέρης, ο Απόστολος Δοξιάδης, καθώς και ο Δημήτρης Νόλλας με τον Λευτέρη Ξανθόπουλο, που έκαναν την επιλογή των σήριαλ, κατάφεραν να μαζέψουν γύρω τους ένα αξιόλογο επιτελείο συνεργατών –από καλλιτεχνικό, οργανωτικό, μέχρι τεχνικό επίπεδο– που αμέσως έδωσαν στο κανάλι τη δυναμική και φρέσκια ταυτότητα που διατηρούσε πάντα. «Το γραφείο του Κώστα Γιαννίκου έγινε κάτι σαν μύθος» θυμούνται οι παλιοί. «Η επιτυχία ήταν απίστευτη. Το Mega ήταν ένα κανάλι που προσέφερε φρέσκο, καινούργιο πρόγραμμα, άλλες σειρές, άλλη αισθητική. Προκάλεσε ενθουσιασμό. Ένα-δυο μήνες μετά την έναρξη και έβλεπες να περνάει από τα γραφεία όλο το καλλιτεχνικό σύμπαν της Αθήνας, σκηνοθέτες, σεναριογράφοι, ηθοποιοί ακόμα και παραγωγοί της ΕΡΤ, προτείνοντας ιδέες, σενάρια… Ήταν σαν να άνοιξε ένα καινούργιο μπαρ και όλοι έπρεπε να περάσουν από εκεί».

Πρώτος Τεχνικός Διευθυντής ήταν ο Γιώργος Γαμπρίτσιος, ο άνθρωπος που έστησε την τεχνική υποδομή του σταθμού. Βασικός του συνεργάτης ήταν ο Θωμάς Σιωζόπουλος (μετέπειτα διευθυντής λειτουργίας του σταθμού). Στις αρχές του 1990 στην ομάδα προστέθηκε και ο Γιάννης Κωτόπουλος (κατόπιν τεχνικός διευθυντής του Mega). Υπεύθυνος των Εσωτερικών Παραγωγών ήταν ο Φίλιππος Σαπουντζάκης. Κι ακόμα, Οικονομικός Διευθυντής ήταν ο Αλέξης Σκαναβής, Εμπορικός Διευθυντής ο Αλέξανδρος Κυδωνάκης και στη θέση του Διευθυντή Προσωπικού ήταν τότε ο Απόστολος Στίγκας.

Οι λέξεις κλειδιά: Διαφορετικό χιούμορ, άποψη και ενημέρωση. Όμως, ακόμα κι αν το ζητούμενο ήταν καταρχάς «ένα κανάλι που να μην έχει καμία σχέση με την ΕΡΤ», τα πράγματα δεν ήταν τόσο διασκεδαστικά όσο ακούγονται. Η «εκπαίδευση» και οι ιδέες έπρεπε να έρθουν με την πληροφόρηση. Οι υπεύθυνοι παρακολουθούσαν ό,τι κανάλι μπορούσαν να δουν ταξιδεύοντας στο εξωτερικό ή με τροφοδοσία από «πηγές» που είχαν σε άλλες χώρες – το ίδιο έκαναν όλοι τότε, άλλωστε. Υπήρξε άνθρωπος του Mega που ταξίδευε στην Αμερική και έμενε κλεισμένος στο ξενοδοχείο επί μία εβδομάδα για να βλέπει τηλεόραση… Όλα έπρεπε να γεννηθούν από το μηδέν. Στην τεράστια αποθήκη του προγράμματος με τα εκατοντάδες ράφια, στην Παιανία, 4-5 μέρες πριν την έναρξη του σταθμού ο Πέτρος Μπούτος έβλεπε με άγχος να υπάρχουν «το πολύ δέκα κασέτες» – και αναρωτιόταν τι πρόκειται να γίνει. Και φυσικά, όπως συμβαίνει (σχεδόν) πάντα στην τηλεόραση, όλα ήρθαν στην ώρα τους, σωστά και με άψογο timing.

Timing σημαίνει ατέλειωτες τεχνικές πρόβες και προγραμματισμός «με μοναδικό εφόδιο ένα βασικό κομπιούτερ» όπως θυμάται η υπεύθυνη ροής προγράμματος τότε, Τζένη Σταυροπούλου. «Με τον Πέτρο Μπούτο, που εργαζόταν στην Παιανία εκείνη την περίοδο, είχαμε μεγάλη μανία με τη μηχανοργάνωση και την ακρίβεια. Προσπαθήσαμε να μεταφέρουμε όλο το πρόγραμμα στο κομπιούτερ, ενώ η επικεφαλίδα σε όλα τα meeting εκείνων των ημερών, πριν το κανάλι βγει στον αέρα, ήταν “Θα ρυθμίζουμε το ρολόι μας με τις ειδήσεις των 8.30”. Για μένα ειδικά, αυτό είχε γίνει κάτι σαν στόχος ζωής. Ούτε 8.31, ούτε 8.29. Το Mega θα ήταν το Γκρίνουιτς. Επειδή το πρόγραμμα που χρησιμοποιούσαμε μετρούσε το χρόνο σε 24 frames ανα 1 δευτερόλεπτο, επί ένα μήνα γινόταν φοβερές συζητήσεις αν, στη διάρκεια των 18 ωρών εκπομπής, θα είχαμε απώλεια 3 λεπτών… Και αν στην τηλεόραση το frame μίας ταινίας είναι 24άρι ή γίνεται 25άρι και χάσουμε το ένα δευτερόλεπτο». Το πελώριο θέμα όχι μόνο λύθηκε, αλλά άρχισε και η ροή να κυλάει με κωδικούς αριθμούς στα προγράμματα, κάτι πρωτοφανές για τα δεδομένα.

Από την πρώτη μέρα, ένα ακόμα από τα χαρακτηριστικά «νέα ήθη» που έφερε το Mega στην Ελληνική Τηλεόραση ήταν τα εντυπωσιακά trailers. Επηρεασμένος και από τις τάσεις που επικρατούσαν στην αμερικάνικη τηλεόραση, ο υπεύθυνος για τα trailers Θανάσης Δούκας τα έντυσε με χρώμα, μουσική, χιούμορ και έμπνευση, ενώ την ευθύνη των μοντέρνων graphics είχε τότε ο Θωμάς Σιωζόπουλος. Το τμήμα των trailers, σκηνοθέτες, παραγωγοί, μοντέρ, γραφίστες, κειμενογράφοι και εκφωνητές, δημιούργησαν όλοι μία νέα σχολή που βρήκε πολλούς μιμητές.

Έτσι, όλες αυτές οι αναμνήσεις, η ταινιοθήκη «χωμένη όλη μέσα σε ένα κομπιούτερ», τα cartoons που έπαιζαν σε 16άρια φιλμάκια από τη μουβιόλα, ατάκες όπως «θα φάμε μία ίντσα από τον υποτιτλισμό», το «Εσύ αποφασίζεις» που έβγαινε από τη Σταδίου «γιατί είχε τηλέφωνα», όλα αυτά τα μικρά ανέκδοτα, το χιούμορ και η νοσταλγία έγιναν τα στοιχεία αυτού του ταξιδιού του Mega. Οι μικρές ιστορίες για μικρά καθημερινά επιτεύγματα αλλά και μικρά λάθη είναι που δημιουργούν τη γοητεία μίας μεγάλης ιστορίας.

Θα μπορούσαμε να θυμηθούμε το «Ντάλας» που διαφημιζόταν σαν το σούπερ πρόγραμμα που επιτέλους έρχεται στην ελληνική τηλεόραση και στην πρεμιέρα παίχτηκε το δεύτερο επεισόδιο από λάθος κωδικοποίηση.

Ή μία άλλη, ξένη κωμική σειρά, «που παίχτηκε ένα μεσημέρι με μεταγλωττισμό στα απόλυτα τούρκικα και αυτό το κατάλαβαν όλοι όταν ήταν πια το επεισόδιο στον αέρα».

Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε και τους ηρωισμούς. Στα στούντιο της Παιανίας, δίπλα από το δωμάτιο από όπου έβγαινε το πρόγραμμα ροής, υπήρχε το δωμάτιο με τη μονταζιέρα. Πολλά προγράμματα μονταρίζονταν εκεί, κυρίως εορταστικά, πασχαλινά κ.λπ., ενώ η κασέτα έφευγε κατευθείαν δίπλα για να παίξει στον αέρα, πολλές φορές στο όριο του χρόνου. Ένα επεισόδιο του «Miami Vice» που έπρεπε να προβληθεί στις 10.30 το πρωί, ήρθε αργοπορημένα εξαιτίας της απεργίας των εκτελωνιστών και άρχισε να μεταδίδεται στις 11.30 το πρωί. Προβαλλόταν και παράλληλα από δίπλα έμπαιναν ανα πεντάλεπτο οι υποτιτλισμοί.

Μυθικοί όμως έχουν μείνει οι αγώνες δρόμου που έκαναν κούριερ, παραγωγή και ροή για να προλάβουν, να έρχονται και να παίζουν στην ώρα τους, οι φρεσκομονταρισμένες κασέτες των «Δέκα μικρών Μήτσων», σε μία εποχή χωρίς ψηφιακές αποστολές και κινητή τηλεφωνία. Η εκπομπή είχε επικαιρότητα ακόμα και της ίδιας της ημέρας προβολής της αφού μονταριζόταν ελάχιστη ώρα πριν προβληθεί. Εφιάλτης. Σε τέσσερα ουσιαστικά break, το πρόγραμμα ερχόταν ανα 15λεπτα. Αγία Παρασκευή – Παιανία, με σκυταλοδρομία. Μηχανάκι έπαιρνε την κασέτα από άλλο μηχανάκι που περίμενε στα μέσα της διαδρομής. Κάποια φορά μάλιστα είχαν ανοίξει διάπλατα και οι μεγάλες πόρτες των στούντιο ώστε, μπαίνοντας σαν πύραυλος ο κούριερ, να μη χάσει καν χρόνο κόβοντας ταχύτητα.

Κάποια άλλη φορά επί «Μήτσων», μετά από 6λεπτο διαφημιστικό break και χωρίς να έχει έρθει ακόμα η κασέτα της συνέχειας, η υπεύθυνη ροής (λίγο πριν το εγκεφαλικό που ένιωθε ότι θα πάθει) έβαλε ξανά να παίξει η έναρξη του επεισοδίου. Ήταν το μόνο που μπορούσε να κάνει, αφού θυμήθηκε ότι το επεισόδιο ξεκινούσε με τραγούδι του Λάκη Λαζόπουλου. Μέσα στα 3 λεπτά του τραγουδιού ήρθε και η δεύτερη κασέτα – και η καρδιά των υπευθύνων επέστρεψε στη θέση της.

Τίποτα όμως δεν μπορούσε να ξεπεράσει το θρίλερ της αναμονής ενός επεισοδίου του «Τι ψυχή θα παραδώσεις μωρή», όταν η κασέτα απλώς δεν έφτασε ποτέ στον προορισμό της. «Έπεσε μέσα σε έναν υπόνομο» ήταν η δικαιολογία. Και ήταν αλήθεια.

Κασέτες έφευγαν ταχυδρομικά και για Θεσσαλονίκη, καθημερινά για τους δύο πρώτους μήνες, όταν αποφασίστηκε ότι το Μεγάλο Κανάλι θα λειτουργήσει κι εκεί ως ξεχωριστός σταθμός. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος να φτάσει το πρόγραμμα στο σταθμό αφού δεν υπήρχε κύκλωμα – στην αρχή, μάλιστα, δεν έβγαιναν καν ειδήσεις στη Θεσσαλονίκη. Όταν η ομάδα της Αθήνας ανέβαινε επάνω κουβαλώντας σε βαλιτσάκια το πρόγραμμα, το άγχος τους ήταν μήπως περάσουν οι αποσκευές από τα μηχανήματα και πάθουν κάτι τα βίντεο.

Σήμερα αυτά μπορεί να φαίνονται απλοϊκά προβλήματα, τότε όμως μπορούσαν να προκαλέσουν ακόμα και τον Νο.1 φόβο και τρόμο κάθε καναλιού – το Απόλυτο Μαύρο. «Στη Θεσσαλονίκη, τον πρώτο καιρό» θυμούνται οι άνθρωποι εκείνη της ομάδας, «το κανάλι συστεγαζόταν με τα γραφεία μεγάλης τοπικής εφημερίδας σε μία πολυκατοικία. Είχαμε βάλει κάποιες μονταζιέρες στο κουζινάκι και στο δωμάτιο υπηρεσίας, και από εκεί έβγαινε το πρόγραμμα, το οποίο προσπαθούσαμε να ξεκινάει όσο το δυνατό πιο νωρίς, γύρω στις 11 το πρωί. Ξαφνικά, τη δεύτερη εβδομάδα, ένα μεσημέρι γύρω στις 2, που είναι και σημαντική ώρα, βλέπουμε ένα υπέροχο μαύρο στις οθόνες μας και ακούμε μια φασαρία. Κατεβαίνουμε στην είσοδο ανήσυχοι και ανακαλύπτουμε ότι δεν υπάρχει ρεύμα. Είχε πάθει βραχυκύκλωμα η κουζίνα της κυρίας που μαγείρευε από τον επάνω όροφο και κατέβασε τον γενικό της πολυκατοικίας περιμένοντας τη ΔΕΗ».

Κι έτσι έπεσε το Mega, έστω και για ελάχιστα λεπτά, σε μαύρο.

Ευτυχώς δεν συνέβη ξανά κάτι τέτοιο. Μετά από λίγο καιρό, το πρόγραμμα άρχισε να πηγαίνει με κύκλωμα. Οι ειδήσεις μεταδίδονταν από την Αθήνα. Και μετά από ένα σύντομο χρονικό διάστημα το κανάλι άρχισε να εκπέμπει σε 24ωρη βάση. Η κάλυψη του δικτύου έφτασε το 98%. Όλοι έβλεπαν αυτόν το σταθμό με άποψη, που προτιμούσε να έχει εκπομπές σαν τις «Τρεις Χάριτες» και τους «Απαράδεκτους», να στεγάσει την επιστροφή ενός ανθρώπου που είχε γράψει ιστορία στην ελληνική τηλεόραση, του Φρέντυ Γερμανού, όταν ξεκίνησε τις εκπομπές με τίτλο «Ελλάς υπό το μηδέν» το 1991 ή την τολμηρή «Μαλβίνα hostess». Κι ακόμα πρωτοποριακές ιδέες χορηγών όπως το «Today in music history» ή για πρώτη φορά, μεγάλες παραγωγές ζωντανών εκπομπών με πολυπληθή καστ, συναυλιακές εγκαταστάσεις και εξέδρες, ταξιδεύοντας σε πόλεις και νησιά της Ελλάδας. Κι ακόμα τη διοργάνωση τηλεμαραθωνίων για φιλανθρωπικούς σκοπούς – ο πρώτος έγινε το 1996 με οικοδέσποινα την Ρούλα Κορομηλά και με μεγάλη ανταπόκριση του κοινού, τόσο σε προσφορές όσο και σε τηλεθέαση.

Το Mega ήταν από την πρώτη στιγμή ένα μεγάλο κανάλι, με μεγάλα νούμερα στις μετρήσεις. Σε αυτό συνέβαλε ιδιαίτερα και το αθλητικό τμήμα του σταθμοιύ που, από την αρχή, «έπαιξε δυνατά» σε έναν τομέα που πραγματικά είναι πεδίο σκληρού ανταγωνισμού για τα τηλεοπτικά κανάλια σε όλο τον κόσμο.  Μεταδόσεις, αποκλειστικότητες, αθλητικά γεγονότα αλλά και ομάδα ένθερμη, ενημερωμένη, γρήγορη και αμερόληπτη. Οι πρώτοι άνθρωποι που επάνδρωσαν το αθλητικό τμήμα ήταν ο Σταύρος Τσώχος, ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος και ο Νίκος Κατσαρός. Το αθλητικό τμήμα του Mega υπάγεται στη Γενική Διεύθυνση Ειδήσεων και Ενημέρωσης.

Γρήγορα, το εκτόπισμα που είχε το κανάλι στην ελληνική ζωή, στην ενημέρωση και στον καλλιτεχνικό κόσμο, έφερε και τις περιφερειακές «μυθολογίες», όπως συμβαίνει σε όλο τον τηλεοπτικό πλανήτη. Το κοινό συζητούσε για το ποιο προφίλ επιμένει να προτιμάει η Μιμή Ντενίση αλλά και για τις συνεντεύξεις που έδιναν στον Νίκο Χατζηνικολάου μεγάλα ονόματα της πολιτικής, καλλιτεχνικής και αθλητικής επικαιρότητας της Ελλάδας. Υιοθετούσε τα τρελά συνθήματα του Βλάσση Μπονάτσου ή τους ακροβατικούς νεολογισμούς της Μαλβίνας αλλά έδειχνε το ενδιαφέρον του και για σημαντικές στιγμές τηλεόρασης όπως η αποκλειστική συνέντευξη του Αμπντουλάχ Οτσαλάν από το κρησφύγετό του, λίγες μέρες πριν συλληφθεί, στον Κώστα Βαξεβάνη. Η μυθολογία του σταρ σίσστεμ συνυπήρξε με την εγκυρότητα, τη σοβαρότητα και το κύρος ενός ενημερωτικού σταθμού που παρέμεινε ταυτόχρονα και ο πλέον εύρωστος τηλεοπτικός σταθμός της χώρας. Η επιτυχία αυτή στηρίχθηκε κυρίως στις σημαντικές επενδύσεις που διενεργήθηκαν διαχρονικά για την αγορά του πλέον σύγχρονου ηλεκτρονικού και τεχνικού εξοπλισμού καθώς και στις δαπάνες για την αγορά και την παραγωγή τηλεοπτικού προγράμματος. (…)

*Το παραπάνω κείμενο ήταν απόσπασμα από το βιβλίο «20 χρόνια Mega», εκδ. Τηλέτυπος ΑΕ, σε κείμενα των Γιάννη Νένε – Νίκου Φωτάκη.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ