«Περού, Ταξίδι 1994»: το ημερολόγιο-βιβλίο της Θεόνης Παγκάλου-Ζερβού
Ταξιδια

«Περού, Ταξίδι 1994»: Το ταξίδι της Θεώνης Παγκάλου-Ζερβού στον νοτιοαμερικάνικο κόσμο

«Το Κούσκο, η πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας, στην περιοχή Αντισούγιο, υπήρξε κέντρο πολιτικό, θρησκευτικό, στρατιωτικό, διοικητικό»
32014-72458.jpg
A.V. Guest
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD
  • UPD
  • 32014-72458.jpg
    A.V. Guest
  • 5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Περού, Ταξίδι 1994»: Διαβάστε ένα απόσπασμα από το ημερολόγιο-βιβλίο της Θεώνης Παγκάλου-Ζερβού

Στο Περού ταξίδεψα το 1994 με την αλησμόνητη εξαδέλφη μου, Κατερίνα Θεοφανοπούλου, και τον συνεταίρο της, Δημήτρη Ανανίδη. Οι δυο τους είχαν ένα μαγαζάκι στο Σύνταγμα, στη στοά που βγαίνει από την Νίκης στην Καραγεώργη Σερβίας, απέναντι από το υπουργείο Οικονομικών. Ζηλευτό μαγαζάκι με πράγματα από την Λατινική Αμερική. Είχαν ταξιδέψει αρκετές φορές σε όλες αυτές τις χώρες και γύριζαν φορτωμένοι με κείνα τα χειροποίητα είδη που κουβαλούν την αρχαία παράδοση και μύθους τόπων μακρινών.

Σε αυτούς τους δύο «εμπορευόμενους-ταξιδευτές» του νοτιοαμερικανικού κόσμου οφείλω το ταξίδι μου και τους ευγνωμονώ.

«Περού, Ταξίδι 1994»: Απόσπασμα από το ημερολόγιο-βιβλίο της Θεόνης Παγκάλου-Ζερβού

LA SIERRA

Κούσκο

Πετάμε με την Aeroperu για το Κούσκο, ώρα 6:15 το πρωί, Σάββατο 20.8.1994.

Ήμαστε στην αίθουσα αναμονής από τις 5:15. Οι αεροσυνοδοί με μπλε ταγέρ, άσπρο πουκάμισο με κόκκινο παπιγιόν και κόκκινα παπούτσια, χαμογελαστές, όπως όλες, επιθεωρούν το σκάφος καθώς ετοιμάζεται για την απογείωση. Η αναγγελία της αναχώρησης γίνεται με μικρά χωνιά από τον τελευταίο πάγκο ελέγχου, και για σιγουριά οι αρμόδιοι υπάλληλοι περιφέρονται με τα χωνιά στην αίθουσα αναμονής.

Για να γλυκάνουν την πτήση μας, μια καραμέλα πορτοκαλιού, ό,τι πρέπει να αλλάξει η γεύση.

Το αεροπλάνο ξεκινάει την ώρα που το φως κατεβαίνει χλομό στην Λίμα και δίνονται οι ταξιδιωτικές οδηγίες. Πετάμε πάνω από τα παραθαλάσσια χωράφια που κρύβουν οι ψηλοί τοίχοι του αεροδρομίου και αφήνουμε πίσω μας την Λίμα.

Ο ήλιος φάνηκε όταν περάσαμε τα σύννεφα, να λούζει ένα δάσος από κορυφογραμμές χιονισμένες ή μη, και στο βάθος νέφη πυκνά σαν πολικό τοπίο.

Μύρισε όμορφα ο καφές και τα καροτσάκια κυλούν γρήγορα να προφθάσουν. Μία ώρα και ένα τέταρτο είναι η πτήση, 7:30 ήμαστε στο Κούσκο.

Στην άφιξη μας υποδέχτηκαν με ένα φλιτζάνι κόκα, να προσαρμοστούμε στο υψόμετρο των 3.400 μ.

Μέσα στην αίθουσα αφίξεων, δεξιά σε πάγκο περιμένουν γυναίκες να προσφέρουν δωμάτια, και έξω από το αεροδρόμιο επίσης. Δωμάτια και ταξί, μας θύμισε τις Κυκλάδες το σκηνικό. Πουλούσαν και φύλλα κόκας για τσάι, πήρα ένα ματσάκι με 1 σολ, σαν τα φύλλα της δάφνης μου φάνηκαν, βαλμένα με τη σειρά το ένα πάνω στο άλλο. Τσάι δεν έφτιαξα και εντέλει τα πέταξα φεύγοντας από το Περού. Απαγορεύεται να βγει το προϊόν από τη χώρα.

Στο Κούσκο μιλούν δύο γλώσσες Ισπανικά και Κέτσιουα (Quechua), τη γλώσσα των Ίνκας. Ο ωραίος Ιβάν μιλάει όλες τις γλώσσες – Ελληνικά όχι. Προθυμοποιήθηκε να μας βοηθήσει να βρούμε κατάλυμα, να μας ξεναγήσει κλπ. Μας πήγε σε μια πανσιόν, όπου μας κέρασαν ακόμα ένα φλιτζάνι κόκα. Ήταν πολύ πρωί, περί τους 12°C η θερμοκρασία, η παγωνιά αισθητή, η ατμόσφαιρα λαμπερή και ο ουρανός στο βαθύ γαλάζιο.

Ίσως οι γυναίκες να έχουν μεγαλύτερες αντοχές ή μήπως επειδή είμαστε βουνίσιες; πάντως η Κατερίνα και η αφεντιά μου δεν αισθανθήκαμε τη διαφορά του υψομέτρου. Ο Δημήτρης αντίθετα, σαν μοσχαναθρεμμένος, την πρώτη ημέρα ένιωσε κάποια αδιαθεσία. Ανακάτεμα στο στομάχι, μικρή ζαλάδα, συμπτώματα που πέρασαν εντελώς την επομένη.

Αφήσαμε τα πράγματά μας και βγήκαμε να γνωρίσουμε την ονομαστή πρωτεύουσα των Ίνκας. Οι εμπορευόμενοι σύντροφοί μου βιάζο­νταν να δούνε τα χειροτεχνήματα (artesania), να πάρουν μια ιδέα, να ξέρουν τα είδη, τις τιμές κλπ., γιατί την επομένη θα πηγαίναμε στο Πισάκ (Pisac), στο μεγάλο παζάρι που γίνεται κάθε Κυριακή.

Εδώ η παράδοση είναι ζωντανή. Οι γυναίκες φορούν σε μεγάλο ποσοστό τις φορεσιές τους: φαρδιές χρωματιστές φούστες, τα καπέλα τους, τη μάντα στην πλάτη με το παιδί μέσα, να έχουν τα χέρια ελεύθερα, γιατί πάντα κάτι κάνουν καθ’ οδόν. Γνέθουν, πλέκουν ή κρατάνε πράγματα. Τα μαλλιά τους μακριές κοτσίδες δεμένες πίσω. Περιποιημένοι όλοι με τα καλοπλεγμένα, ζακάρ πουλόβερ.

Τα χειροτεχνήματα είναι έργα των γυναικών, οι οποίες είναι όλη μέρα στους δρόμους και στις πλατείες μαζί με τα παιδιά τους. Κέντρο τους είναι το Σαν Μπλας, από την εποχή των Ίνκας. Μια στοά, όπου φτιάχνουν τα εργόχειρά τους και ταυτόχρονα τα πουλάνε. Οι πιο πολλές πλέκουν ζώνες καθισμένες κάτω, κρατώντας τεντωμένο το εργόχειρο με το μεγάλο δάχτυλο του ποδιού. Η ταχύτητα και η επιδεξιότητα είναι κάτι το αξιοθαύμαστο. Εδώ η Αθηνά Εργάνη σε όλο της το μεγαλείο!

Αγόρασα από μια γυναίκα μια μισοφτιαγμένη ζώνη. Με δίδαξε πώς να την συνεχίσω. Μου φάνηκε εύκολο, σαν μικρός αργαλειός με στημόνι και υφάδι και σαΐτα. Αχ, καλή μου γυναίκα! Έτσι έμεινε, όπως την πήρα από τα χεράκια σου!

Και το εμπόριο είναι στα χέρια των γυναικών και των παιδιών. Στις πλατείες, στα τουριστικά μέρη, σαν να μαζεύονται γύρω από τα δικά τους, τα παλάτια των Ίνκας, τους ναούς τους, τους δρόμους που φέρνουν μνήμες από το παρελθόν, κι ας έχουν αλλάξει χέρια και χρήση.

Πολλοί νεαροί άντρες, και λίγες κοπέλες αλλάζουν χρήματα στον δρόμο, ιδίως στην οδό Σολ (Ήλιου), ακόμα και έξω από την Τράπεζα. Καλούν τους τουρίστες να αλλάξουν τα νομίσματά τους.

Μας προειδοποίησαν να μην πέσουμε στην παγίδα: μόλις πάρουν στα χέρια τους το χαρτονόμισμα, το εξαφανίζουν, ήδη έχουν έτοιμο ένα ψεύτικο και στο δείχνουν: «Τι είναι αυτό που μου ’δωσες;» Πέφτουν όλοι απάνω, πού να βρεις άκρη!

Τα κέρματα τα έχουν σε υποτυπώδη τραπεζάκια, τα χαρτονομίσματα στα χέρια.

Και στο Κούσκο χρειάζεται προσοχή. Είναι κάποια μέρη απαγορευμένα για τους τουρίστες, όπως η λαϊκή αγορά. Πήγαινα ανέμελη προς τα κει με τη φωτογραφική μηχανή ανά χείρας, όταν τα σφυρίγματα και τα νοήματα του αστυνομικού με γύρισαν ολοταχώς πίσω.

Η πόλη περιβάλλεται από βουνά. Στο ψηλότερο είναι χαραγμένο σε γεώγλυφο το όνομά της στα Κέτσιουα, QOSQO. Κόσκο σημαίνει ομφαλός και όντως υπήρξε το κέντρο της πρώτης μεγάλης αυτοκρατορίας της Αμερικής, του Ταουαντινσούγιο (Tawantinsuyo), που σημαίνει τέσσερις περιοχές: Αντισούγιο (Antisuyo), Κοντισούγιο (Contisuyo), Κολασούγιο (Collasuyo), Τσιντσαϋσούγιο (Chinchaysuyo) (tawa=τέσσερα, anti=πρωταρχικός, suyo=περιοχή).

Περιλάμβανε το σημερινό Περού, έπιανε μέρος της Χιλής, της Βολιβίας, της Αργεντινής και βόρεια το Εκουαδόρ.

Το Κούσκο, η πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας, στην περιοχή Αντισούγιο, υπήρξε κέντρο πολιτικό, θρησκευτικό, στρατιωτικό, διοικητικό. Λείψανα μόνο σώζονται από τα καλοχτισμένα παλάτια, τα λατρευτικά κέ­ντρα, τα οχυρά.

Οι Ισπανοί κατακτητές έχτισαν πάνω από τα ερείπια που δημιούργησαν, τη δική τους πόλη και τους ναούς. Παρ’ όλα αυτά το Κούσκο διατηρεί την παλαιά δόξα, και ό,τι απέμεινε από τα μνημειώδη κτίσματα, μέσα και γύρω από την πόλη, παραμένουν μάρτυρες του μεγαλείου των Ίνκας.

Η κεντρική πλατεία, η Πλάσα δε Άρμας, όπου δεσπόζει ο καθεδρικός ναός, βρίσκεται ακριβώς στη θέση και με τη λιθόστρωση της Χαουκαϋπάτα (Haucaypata), της πριγκιπικής πλατείας.

Εκεί έβγαινε αποκλειστικά ο Ίνκα (Βασιλιάς), για τις τελετουργίες στον προαιώνιο θεό-δημιουργό Βίρακοτσια ή Πατσιακάμακ, στον πατέρα Ήλιο (Inti), τη μητέρα Γη (Πατσιαμάμα), τα αστέρια, καθώς επίσης και στους προπάτορες Ίνκας.

Μια στοά τον προστάτευε τις βροχερές ημέρες.

Στη μέση της πλατείας υπήρχε μια πηγή. Το νερό έβγαινε από μια στρογγυλή πέτρα σκεπασμένη με φύλλα χρυσού, και από εκεί με χρυσούς σωλήνες διοχετευόταν δίπλα, στο Κόρι Κάντσια (Qori Cancha=χρυσό παλάτι): ιερό του Ήλιου, της Σελήνης και των Αστεριών. Εκεί φυλάσσονταν και οι μούμιες των Ίνκας. Ήταν το θρησκευτικό και πνευματικό κέντρο του Ταουαντισούγιο και έδρα του Ουίλκα Ούμα (Willca Uma=ιερή κεφαλή). Ο «Βιλαόμα» όπως τον έλεγαν οι Ισπανοί, εκτός από θρησκευτικός ηγέτης και θεολόγος, ήταν αστρολόγος και σύμβουλος του Ίνκα.

Στη θέση του Κόρι Κάντσια, του οποίου σώζονται τα ισχυρά τείχη, χτίστηκε ο Άγιος Δομίνικος.

Ο ποταμός Ουρουμπάμπα (Urubamba) ή Ουϊλκανότα (Wilcanota), που πηγάζει πάνω από το Κούσκο, τρέχει να συναντήσει τον Αμαζόνιο, ενώ μια φλέβα νερού του ποταμού Σάπι (Saphi) είχε μεταφερθεί με σκεπαστό κανάλι στην Χαουκαϋπάτα (Haucaypata) και την χώριζε από την Κουσιπάτα (Kusipata), την πλατεία της χαράς.

Έτσι λέγεται και σήμερα η πλατεία αυτή και παίζει η μουσική όλη μέρα.

Στην Κουσιπάτα συγκεντρώνονταν και διασκέδαζαν τις μεγάλες γιορτές, μαζί και οι στρατιώτες, όταν γύριζαν από τους πολέμους.

Από τις πλατείες αυτές ξεκινούσαν, σταυρωτά οι 4 μεγάλοι δρόμοι για τις 4 επαρχίες (suyus) της αυτοκρατορίας και διαιρούσαν την πόλη σε 4 μέρη, αριθμό ιερό των Ίνκας.

Οι νέοι κάτοικοι έμεναν προς την πλευρά της επαρχίας τους, και η εθνότητά τους ξεχώριζε από το καπέλο.

Το Κούσκο είναι δομημένο σε σχήμα πούμα, το ζώο που συμβολίζει τη δύναμη και την ισχύ του Ίνκα. Οριζόταν δε σε Κάτω Πόλη (Urin Ciudad), όπου πρωτοεγκαταστάθηκαν, και Πάνω Πόλη (Hanan Ciudad).

Προς την Κάτω Πόλη σώζεται η λιθοδομή από το παλάτι του Ίνκα Ρόκα, του πρώτου βασιλιά της δυναστείας Hanan Koskos. Πρόκειται για μνημείο εξαιρετικής τέχνης, αξιοθαύμαστο για την απόλυτη προσαρμογή της μιας πέτρας με την άλλη, και κείνης με τις 12 γωνίες, χωρίς υλικό συγκόλλησης. Από πάνω έχει ένα κτίσμα ισπανικής αρχιτεκτονικής, που ενώνει τους δύο πολιτισμούς, λένε σήμερα οι Περουβιανοί.

Οι ντόπιοι το δείχνουν με υπερηφάνεια, και όλοι κάπου εδώ λημεριάζουν, όπου ήταν τα παλάτια των βασιλέων τους και οι ιεροί χώροι. Ξέρουν δε το κάθε τι από την ιστορία τους, γιατί περνάει από γενιά σε γενιά με τις διηγήσεις, όπως παλιά.

Δειτε περισσοτερα