Life in Athens

Έγινε παρεξήγηση

Πέφτουμε από παρεξήγηση σε παρεξήγηση εδώ κι ένα μήνα

Μανίνα Ζουμπουλάκη
ΤΕΥΧΟΣ 235
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

…Πέφτουμε από παρεξήγηση σε παρεξήγηση εδώ κι ένα μήνα, που κάποιος αχρήστογλου πλανήτης είναι ανάδρομος/γριπωμένος/στραβόξυλος. Και πηγαίνουμε αλλού-ντ-αλλού, και συναντάμε λάθος ανθρώπους. Άκου τώρα.

Ήθελα να ξεκινήσω «με μια βαθιά μελαγχολία» και δεν ξέρω πώς μου ’φυγε ξαφνικά, ενώ χαζεύω κάτι μαραμένες γλάστρες στο μπαλκόνι και κάτι μπουκωμένα σύννεφα στον ορίζοντα – έπεσε το μάτι μου σε τσιτάτο του Τζορτζ Μπεστ κι άλλαξα διάθεση. Λέει λοιπόν ο συγχωρεμένος: «Το 1969 έκοψα τις γυναίκες και το αλκοόλ. Ήταν τα πιο δύσκολα 20 λεπτά της ζωής μου». Και, οκέι, δεν είναι ό,τι πιο αστείο έχω διαβάσει, ούτε «χαχαχα» αστείο, καν. Αλλά το ανακάλυψα σ’ ένα γαλλικό βιβλίο για το ποδόσφαιρο, που το πήρα δώρο σε φίλο (ο οποίος τώρα συνειδητοποιώ ότι δεν ξέρει γαλλικά…). Το βιβλίο τέλος πάντων (πεταμένα λεφτά) λέγεται “Tous fous de foot” και βασική προϋπόθεση για να το απολαύσεις είναι 1) να ξέρεις γαλλικά και 2) να ξέρεις από γαλλικό ποδόσφαιρο ή, έστω, από ορολογία. Έχει μέσα και κάτι τσιτάτα του Ερίκ Καντονά («παίζω για να πολεμήσω την ιδέα της ήττας»), του Μαραντόνα («δεν είμαι ο Πελέ, είμαι ο Μαραντόνα»), του Ζιντάν (αφήστε το) κ.λπ., κ.λπ., αλλά ο Τζορτζ Μπεστ είναι όλα τα λεφτά.

Τώρα, πώς έγινε παρεξήγηση και πήρα γαλλικό βιβλίο σε λάθος άνθρωπο… δεν έχω ιδέα. Εδώ πήγα σε μπαρ στο οποίο άλλον θα συναντούσα κι άλλον συνάντησα, όχι επειδή ο ορίτζιναλ δεν ήρθε κι έστειλε στη θέση του ερζάτς, αλλά επειδή πήγα σε λάθος μαγαζί. Το μαγαζί ήτανε μια χαρά, ένας τρίτος φίλος ήρθε όπως όφειλε, απλώς είχαμε ένα κενό στον δεύτερο και… ωωωχου. Ήδη αρχίζει να με πιάνει πονοκέφαλος, και όχι δεν μπορούσα να πάρω τηλέφωνο του τύπου «μα πού είσαι, άχρηστε;» επειδή είχα ξεχάσει το κινητό στο σπίτι. Ή, όπως αποδείχθηκε αργότερα, σε άλλο σπίτι.

Τέλος πάντων το μαγαζί ήτανε το “Rosebud”, μια και η πληροφόρηση ήτανε «απέναντι/ή/και/κοντά στο “Tribeca”»: και τα δύο είναι τέλεια, απλώς για το “Tribeca” έχω γράψει αρκετές φορές (τοπ: σάντουιτς με σολομό. Και κανένα κοκτέιλ, για όσους δεν το έχουνε κόψει). Το “Rosebud” είναι παρόμοιας λογικής, προσεγμένο, με νόστιμα γκαρσόνια, με κομπλικέ καφέδες, χυμούς, πεντανόστιμα σνακς, κοκτέιλς και ατμόσφαιρα αόριστα σινεφίλ. Πράγμα που φαίνεται κι απ’ το όνομά του – νομίζω ότι ποτέ δεν απαντήθηκε το ερώτημα κατά πόσον «μπουμπούκι τριαντάφυλλου» στον «Πολίτη Κέιν» εννοούσε ο Όρσον Ουέλς 1) ένα μπουμπούκι του μπαχτσέ 2) αυτό που είχε στο βρακί της η γκόμενά του 3) το άλλο, που είχε στο δικό της βρακί η γκόμενα του Ουίλιαμ Ράντολφ Χιρστ (το οποίο δεν θα είχε και τεράστιες διαφορές από βρακί σε βρακί, εδώ που τα λέμε) 4) ένα παιδικό έλκηθρο 5) ένα παιδικό όνειρο που καταπατήθηκε οικτρά και αν το σκεφτούμε πάρα πολύ θα μας φέρει βαθιά μελαγχολία, οπότε ας το αφήσουμε. Με ρηχή μελαγχολία πάντα τη βγάζουμε καλύτερα…

Πάντως όταν συναντάς άτομο κατά λάθος, δηλαδή άτομο που δεν είχες την πρόθεση να ξοδέψεις μια ώρα μαζί του στα καλά καθούμενα, είναι ευχής έργο να εμφανίζεται σαν σανίδα σωτηρίας ένας φίλος σου από το πουθενά: τον αρπάζεις απ’ το λαιμό και τον στρώνεις δίπλα σου, ξέροντας ότι έχει καλύτερη διάθεση από σένα (ανυποψίαστος γαρ) και κατά 99% είναι καλύτερος χαρακτήρας (ελάχιστοι είναι χειρότεροι χαρακτήρες από εσένα σε ώρα αιχμής), άρα μπορεί να σώσει το καταδικασμένο απόγευμα λέγοντας αεράτα πράγματα. Μετά καταλαβαίνεις ότι η φιλία είναι ανεκτίμητη. Κάτι είχες ψυλλιαστεί εδώ και 50-60 χρόνια, αλλά κάθε δοκιμασία σε κάνει να αγκαλιάζεις τα κλισέ με κάτι που θυμίζει πάθος. Το οποίο, ένιγουεϊ, ούτε που θυμάσαι πώς είναι εδώ που τα λέμε…

Άλλο μαγαζί, επίσης αόριστα επηρεασμένο από τον «Πολίτη Κέιν» ή ίσως να είναι ιδέα μου: το καινούργιο “Brown Betty”, ένα all day-wine-bar-café-restaurant με πολλά κρασιά, σάντουιτς, βιολογικά σνακς, καφέδες και τα σχετικά. Όλα τα σνακς είναι νόστιμα, μην ακούτε «βιολογικά» και πάει ο νους σας στο πλιγούρι-στόκος. Το όμορφο και ατμοσφαιρικό “Brown Betty”, λοιπόν, είναι ανοιχτό όλη μέρα και τη μουσική την έχει διαλέξει ο Προκόπης Δούκας – δεν τους πάσαρε τα cd, κάθεται και βγάζει πρόγραμμα κάθε τόσο, έτσι ώστε η ατμόσφαιρα του μαγαζιού να ’ναι πάντα πολύ cool και λίγο φευγάτη. Το “Brown Betty” είναι ακριβώς απέναντι από το παλιό μου σπίτι, και γίνομαι έξαλλη που δεν μένω πια εκεί – άλλο ένα μπαρ-καφέ θα συνεχίσει την καριέρα του χωρίς να δίνω όλα μου τα ραντεβού, σωστά και λάθος, στο χώρο του. Γενικά είναι πολύ βολικό να κατεβαίνεις στο μπαράκι/καφέ της γειτονιάς σου με την παντόφλα. Γιατί αν η γειτονιά σου δεν έχει κάμποσα μπαρ/καφέ… σου μένει απλώς η παντόφλα, και δεν λέει καθόλου…

Rosebud, Σκουφά 40 & Ομήρου 60, Κολωνάκι, 210 3392.370

Brown Betty, Τσόχα και Σούτσου, Αμπελόκηποι, 210 6465.180