Η Ρεβέκκα Καμχή γράφει για τη γνωριμία της με τον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Κακανιά και για την αναδρομική του έκθεση στην γκαλερί της
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
13°
Οδός Αθηνάς: Η ιστορία του δρόμου που χαράκτηκε εξ αρχής στην πόλη από το 1834
Στην ερώτηση «γιατί τα νούμερα της οδού Αθηνάς δεν αρχίζουν από την πιο κεντρική Ομόνοια, αλλά από το πιο παρακατιανό Μοναστηράκι;», η απάντηση μπορεί να ξενίσει το σημερινό Αθηναίο: διότι, όταν σχεδιάστηκε η οδός Αθηνάς, το Μοναστηράκι ήταν στο κέντρο και η μετέπειτα Ομόνοια σχεδόν εξοχή (αρχικά περιοχή Τζηρίτη κι αργότερα πλατεία Όθωνος). Κι αυτό γιατί η πόλη μας ξεκίνησε, ως γνωστόν, από την περιοχή Πλάκας - Ψυρρή κι άρχισε να επεκτείνεται προς Ανατολάς (λόγω του Ανακτόρου, δηλαδή της σημερινής Βουλής) και προς Βορρά, κατά μήκος ακριβώς της οδού Αθηνάς. Η Αθηνάς είναι ο δεύτερος μετά την Αιόλου δρόμος που χαράχτηκε εξαρχής στην πόλη (1834, με αρχικό μήκος πολύ μικρότερο από το σημερινό, αφού και η Αθήνα και η Αθηνάς φτάνανε μόνο μέχρι την Ευριπίδου) κι έλαβε τ’ όνομά της επειδή «ξεκινάει» από τον Παρθενώνα, ο οποίος –σπάνια το σκεφτόμαστε, αλλά– ήταν ναός της Αθηνάς Παρθένου.
Η παλιά Αθηνάς: δρόμος των αντιθέσεων
Αν γίνει η διακηρυγμένη πεζοδρόμηση, δεν θα πρόκειται παρά για ένα ακόμα επεισόδιο στο μακρύ παρελθόν της οδού Αθηνάς, για το οποίο άνετα γράφει κανείς ολόκληρο βιβλίο. Προς τα τέλη του 19ου αιώνα, τα δύο άκρα της οδού είχαν, ακόμα, πολύ διαφορετικό χαρακτήρα: το ομονοιακό κομμάτι (βόρειο) ήταν αστικό και το μοναστηριώτικο (νότιο) λαϊκό. Τη σχετική αστικότητα του βόρειου τμήματος τη μαρτυρούν ακόμα ο «Μέγας Αλέξανδρος» και το «Μπάγκειον» στις δύο γωνίες Αθηνάς και Ομόνοια, το Δημαρχείο, τα μέγαρα πάνω στην πλατεία Εθνικής Αντίστασης, ενώ δυστυχώς δεν τη μαρτυρούν τα κατεδαφισμένα κτίρια του Βαρβακείου Γυμνασίου (όπου η σημερινή Βαρβάκειος λαχαναγορά. Προσοχή, αυτή είναι η Βαρβάκειος, όχι η κρεαταγορά/ιχθυαγορά!) και του Δημοτικού Θεάτρου (απέναντι από το Δημαρχείο, επί της πλατείας Εθνικής Αντίστασης/Κοτζιά).
Από την άλλη, η νότια απόληξη της οδού Αθηνάς μπορεί από αρκετά νωρίς να χαρακτηριστεί λαϊκή, αφού:
● Το Μοναστηράκι ήταν ήδη κέντρο μικρεμπορίου μεταχειρισμένων ειδών (εδώ έδρευε ο μικρομαγαζάτορας παλαιοπώλης Γιουσουρούμ, του οποίου το όνομα κατέληξε συνώνυμο με το Μοναστηράκι και με το μεταχειρισμένο είδος γενικά)
● Η περιοχή από Μοναστηράκι προς Θησείο ήταν κέντρο επεξεργασίας μετάλλου και λεγόταν Γύφτικα (γι’ αυτό και ο κεντρικός δρόμος βαφτίστηκε Ηφαίστου, από το όνομα του θεού-σιδερά. Ακόμα επιβιώνουν εδώ σιδεράδικα, βιδάδικα, καλατζίδικα και, ιδίως, μαγαζιά μεταλλικών επίπλων)
● Η περιοχή από Μοναστηράκι προς Πανδρόσου ήταν κέντρο εμπορίου φτηνών ρούχων και παπουτσιών (λεγόταν Αμπατζήδικα ή Τσαρουχάδικα. Και τώρα ακόμα στα ίδια ακριβώς μέρη, όπως ξέρετε, πουλάνε σαντάλια και άλλα ελαφρά παπούτσια) Στο Μοναστηράκι μεταφέρθηκε από το Θησείο το τέρμα του αστικού τρένου Πειραιάς-Αθήνα (του σημερινού ηλεκτρικού), που ανεβοκατέβαζε προς το επίνειο τον παράλιο κόσμο της φτώχειας
● Η περιοχή Ψυρρή, από τη μονή Αθηνάς προς την οδό Πειραιώς, ήταν φτωχική, μάγκικη και εργατική (βιοτεχνίες, ιδίως δερματάδικα).
Άρα η οδός Αθηνάς, αν και σύντομος δρόμος, είχε σημαντικές διαφοροποιήσεις στα δύο άκρα του, όπως π.χ. σήμερα η Σόλωνος (Κολωνάκι το ένα άκρο, Κάνιγγος στο άλλο).
Η Αθηνάς δρόμος της πιάτσας
Σταδιακά, όμως, ολόκληρη η Αθηνάς εξέκλινε επί το λαϊκότερον και κατέληξε δρόμος της πιάτσας, αφού:
● Η Δημοτική ή Κεντρική Αγορά συγκέντρωνε κάθε μέρα εντός της χιλιάδες λαϊκούς ανθρώπους: τον κόσμο των χασάπηδων, που λόγω επαγγέλματος διέθεταν και πρόχειρα όπλα (μαχαίρια, μπαλτάδες κ.λπ. Ο Ασπρέας και ο Ροΐδης γράφουν πολλά για τις αληθινές μάχες μεταξύ χασάπηδων - στρατού!), τους φτωχούς αγοραστές που έρχονταν απ’ όλη την Αθήνα (τις νέες συνοικίες Νεάπολη, Εξάρχεια, Βάθεια, Μεταξουργείο, Μουσείο, Κολωνό κ.λπ.) ελπίζοντας σε καλύτερες τιμές, αλλά κι έναν τεράστιο αριθμό μικρεμπόρων.
● Απέναντί της, γύρω από το προαναφερθέν Βαρβάκειο, αναπτύχτηκε εμπόριο μεταχειρισμένων και κλεμμένων ειδών, σε μικρομάγαζα, πάγκους, όρθιους και πλανόδιους πωλητές: η λέξη «Βαρβάκειο» μέχρι τον πόλεμο λειτουργούσε σαν συνώνυμο του Μοναστηράκι/πλατεία Αβησσυνίας.
● Όλος αυτός ο αρσενικός πληθυσμός χρειαζόταν χώρους κοινωνικής συγκέντρωσης: ο περίφημος «Οδηγός των Αθηνών» του Νικ. Ιγγλέση (1911) καταγράφει μια έντονη μέρα πλήθος από καφενεία, οινοπωλεία, οινομαγειρεία, ζαχαροπλαστεία, εστιατόρια, γαλακτοπωλεία και κουρεία πάνω στο δρόμο και στα πέριξ δρομάκια. Ακόμα, υπήρχαν πολλά ξενοδοχεία για τους επαρχιώτες εμπόρους και αγοραστές (μερικά σώζονται και σήμερα, όπως το μεγαλοπρεπές ερείπιο «Βενετία», στη βορειοανατολική γωνία με την Ευριπίδου).
● Μαζί με τον «κανονικό» κόσμο συρρέανε επίσης οι κατεξοχήν άνθρωποι της πιάτσας: πορτοφολάδες, πλανόδιοι του θεάματος, αεριτζήδες, λούστροι, μπράβοι, ζητιάνοι, μικροαπατεώνες, παπατζήδες, πλανόδιοι μουσικοί. Συναφώς, επόμενο ήταν να αναπτυχθεί και η πορνεία, τόσο επί της οδού Αθηνάς όσο και στα πέριξ της.
Ομόνοια, Αθηνάς, Ηλεκτρικός
● Αλλά ο παράγοντας που ολοκλήρωσε τη μετατροπή της Αθηνάς σε δρόμο της πιάτσας στάθηκε η εξέλιξη της ίδιας της κάποτε αστικής Ομόνοιας. Η Μεγάλη Πλατεία άρχισε να γίνεται λαϊκότερη, αρχικά επειδή ήταν το σημείο συγκέντρωσης των ανθρώπων από τις (φτωχικές) δυτικές συνοικίες (ενώ το Σύνταγμα έπαιζε τον ίδιο ρόλο για τις σαφώς πλουσιότερες βόρειες και νότιες, και εν μέρει για τις ανατολικές). Η εξέλιξη αυτή εντάθηκε από την ανάπτυξη του ηλεκτρικού. Ο ηλεκτρικός αρχικά επεκτάθηκε μέχρι τη γωνία Λυκούργου και Αθηνάς, δίπλα στην Ομόνοια, εκεί που σήμερα βρίσκεται το κεντρικό κτίριο των ΗΣΑΠ: ήταν ένας σταθμός υπόγειος μεν, ανοιχτός δε, όπως περίπου το σημερινό Μοναστηράκι. Αργότερα, ο ηλεκτρικός ενώθηκε με το τρένο της Αττικής –ανοίχτηκε δηλαδή μια σήραγγα 300 μέτρων από τη Λυκούργου μέχρι την πλατεία Λαυρίου– και ο κεντρικός σταθμός του νέου, ενιαίου ηλεκτρικού σιδηροδρόμου Πειραιάς-Κηφισιά εγκαινιάστηκε υπόγειος από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, κάτω ακριβώς από τη σκαμμένη πλατεία Ομονοίας.
Η Αθηνάς και η Ομόνοια, όπως τις ξέρουμε σήμερα, είναι κυρίως έργο του ηλεκτρικού. Ο ηλεκτρικός ήταν που έφερνε το φτωχό κόσμο της πόλης στο δρόμο-άξονα που μας απασχολεί (Μοναστηράκι-Ομόνοια = δυο πλατείες, δυο σταθμοί), αφού οι αγρότες είχανε τα γαϊδούρια τους και οι αστοί τις άμαξες κι αργότερα τ’ αυτοκίνητά τους. Ώστε η Αθηνάς έγινε δρόμος της πιάτσας από τη συνδυασμένη λειτουργία των αγορών (Δημοτική, Βαρβάκειος, μικρεμπόριο), των μικροπαράνομων και του ηλεκτρικού. Για να ολοκληρώσουμε την εικόνα, ας προσθέσουμε ότι τον παλιό καιρό πολλές χιλιάδες φτωχόπαιδα κυκλοφορούσαν στην Αθηνάς και στην Ομόνοια –μπακαλόγατοι, θεληματάρηδες, βοηθοί μαγαζιών, καλφάκια, λουστράκια, μεταφορείς πραγμάτων, λαχειοπώλες– στους οποίους προστίθενταν και οι κοπανατζήδες μαθητές. Τώρα η εθνολογική σύνθεση αυτής της μάζας έχει διαφοροποιηθεί, καθώς οι περισσότεροι αργόσχολοι είναι αλλοδαποί.
● Η Αθηνάς απόγινε στα Δεκεμβριανά του ’44. Το Μοναστηράκι και του Ψυρρή ελέγχονταν από τον ΕΛΑΣ, η Ομόνοια από την κυβέρνηση και τους Βρετανούς, η Αθηνάς ήτανε στη μέση. Δεν μπορούμε να το φανταστούμε εύκολα, αλλά οι οδομαχίες που έγιναν εδώ είναι από τις σκληρότερες. Το Βαρβάκειο, ας πούμε, έτσι πυρπολήθηκε και καταστράφηκε. Και σε ορισμένα παλιά κτίρια μπορείτε να δείτε ακόμα τις τρύπες από τις σφαίρες των αντιμαχομένων (αν κοιτάτε ψηλά), ενώ σε άλλα τις έχουν πρόσφατα επουλώσει (π.χ. στο ρετιρέ στη γωνία με την Ευπόλιδος –εκεί που είναι ο Κωτσόβολος– τις εξαφάνισαν μόλις το 2004, λόγω Ολυμπιάδας).
Η Αθηνάς σήμερα
Η σημερινή Αθηνάς, με τα πεζοδρόμιά της που πρόσφατα φάρδυναν, στενεύοντας το οδόστρωμα, διατηρεί αρκετά από τα παλιά χαρακτηριστικά της: οι δύο βασικές προαναφερθείσες αγορές ακμάζουν, πολλά παλιά κτίρια επιζούν (σε ποικίλες βαθμίδες κατάρρευσης ή διάσωσης), το μικρεμπόριο θάλλει. Μάλιστα τα είδη που πωλούνται, όπως βλέπετε στις ταμπέλες που αναπαράγω εδώ, αποτελούν κατεξοχήν εξέλιξη της παλιάς Αθηνάς: αντρικά σπορ ρούχα και παπούτσια, εργατικές φόρμες και «αξεσουάρ» (μονωμένες μπότες, κράνη, γάντια, φωσφορίζοντα τζάκετ, γυαλιά ηλεκτροσυγκόλλησης, μάσκες κ.λπ.), ρούχα «υπερμεγέθη» για χοντρούς (άντρες πάντα), εργαλεία, συσκευές και μηχανήματα, ναυτιλιακά είδη, είδη περίφραξης, ταξιδιωτικά, φτηνά δέρματα, είδη μνημόσυνου κ.λπ. Εδώ εξακολουθεί να χτυπάει η καρδιά του χοντρεμπόριου και λιανεμπόριου των τροφίμων: κρέατα, τυριά, όσπρια, μπαχαρικά, αυγά, αλλαντικά, ζαχαρώδη. Τα καροτσάκια «ό,τι πάρετε € 1», τα φτηνά είδη οικιακής χρήσης και οι πλανόδιοι ποτέ δεν μετοικήσανε. Οι κάθετοι δρόμοι (Βύσσης, Πολυκλείτου, Βορέου, Αγ. Θέκλης, Καΐρη κ.λπ.) εξακολουθούν να έχουν τα πάντα, σχεδόν σε οποιοδήποτε μικροείδος. Τα περίπτερα εξακολουθούν στην πλειονότητά τους να μην είναι περίπτερα, αλλά μικρά εμπορικά καταστήματα που πουλάνε ζώνες, «μπανάνες», κασκόλ, γυαλιά, πορτοφόλια, σημαίες, κασκόλ, μάλλινες κουκούλες κ.λπ. Οι σαράφηδες διατηρούνται και ανανεώνονται κάτω από το εγκαταλειμμένο ξενοδοχείο «(Μ)πάγκειο(ν)».
Υπάρχουν όμως και σημαντικές διαφορές από τον παλιό καιρό, οι οποίες μάλιστα κινούνται προς εντελώς αντίθετες κατευθύνσεις: και προς το κυριλέ και προς το λαϊκό, ακόμα και το λούμπεν.
Προς το κυριλέ έχουμε την πρόσφατη εμφάνιση του Notos Home (πρώην Κλαουδάτος) επί της πλατείας Εθνικής Αντίστασης, το οποίο έφαγε το τσοντάδικο «Αρίων» (ο χώρος του σινεμά είναι τώρα μέρος των υπογείων του πολυκαταστήματος). Έχουμε επίσης υποκαταστήματα όλων των μεγάλων τραπεζών πάνω στο δρόμο (ίσως κάτι παραπάνω να ξέρουν). Ορισμένα μαγαζιά μόδας και εστίασης στο νέο ύφος, που ανοίξανε είτε σε νέα κτίρια είτε σε παλιά ανακαινισμένα ισόγεια. Δυο τρία μεγάλα ή ανακαινισμένα ξενοδοχεία που μαζεύουν πολλούς τουρίστες. Φαγητάδικα σαφώς πιο «κανονικά» από τα συζητήσιμα παλιά μαγέρικα με τη βιτρίνα, ενώ τα καφενεία έχουν σχεδόν εξαφανιστεί (εξαίρεση η σπουδαία «Θέμις»). Τα γραφεία του προαστιακού, γωνία Κρατίνου. Το δημοσιοϋπαλληλικό κόσμο του Δημαρχείου και τις συνεχείς γιορτές του Δήμου πάνω στην πλατεία Εθνικής Αντίστασης, που φέρνουν συνέχεια πανηγυριώτικο κόσμο. Κυρίως, όμως, έχουμε τη μεγάλη διαφοροποίηση της περιοχής Ψυρρή επί το πλέον κυριλέ και τη λειτουργία του μετρό, που φέρνει στην Αθηνάς σαφώς πιο «κανονικό» κόσμο, ιδίως νεολαία.
Από την άλλη, προς τη λαϊκή κατεύθυνση συντείνουν: η γειτνίαση με τόπους συγκέντρωσης ναρκομανών, από Αθηνάς και προς τα δυτικά της. Οι άστεγοι που τα βράδια κοιμούνται κάτω από τις αψιδωτές εισόδους του «Μεγάλου Αλεξάνδρου» και την ανοιχτή στοά του κτιρίου των ΗΣΑΠ. Οι τσιγαρούδες που πουλάνε λαθραία τσιγάρα, πάλι στο κτίριο των ΗΣΑΠ. Η έντονη παρουσία φτωχών αλλοδαπών, των οποίων οι τόποι συγκέντρωσης είναι στην Κουμουνδούρου και στο Γεράνι, ένα δυο δρόμους και πάλι δυτικά της Αθηνάς (Μενάνδρου, Σοφοκλέους, Γερανίου κ.λπ.). Η απέθαντη «Φτερού», που κάθε πρωί κάνει σταθερά τη βόλτα της στο Μοναστηράκι και στην Αθηνάς, με μια φωνή που σκεπάζει τους θορύβους των αυτοκινήτων. Οι παπατζήδες που εξακολουθούν να εμφανίζονται στο τέλος της βδομάδας, όταν οι εργατικοί άνθρωποι έχουν πάρει το βδομαδιάτικό τους. Τα τσοντάδικα «Αθηναϊκόν», δίπλα στο Δημαρχείο, και «Αβέρωφ», απέναντι από τον παλιό Λαμπρόπουλο (Notos Galleries). Η πορνεία, που έχει μεν φύγει από τα επί του δρόμου παλιά ξενοδοχεία («Σεσίλ», «Μενελάιον» κ.λπ.), ασκείται όμως απρόσκοπτα στα αντίστοιχα της Σοφοκλέους ή της Ευριπίδου, με τις καλντεριμιτζούδες ορατές από την Αθηνάς.
Πού –ίσως– πάει το πράγμα
Κλείνοντας, έχω τη γνώμη ότι η Αθηνάς ξαναποκτά το μεικτό χαρακτήρα που είχε όταν ξεκίνησε. Μόνο που τώρα ο μεικτός αυτός χαρακτήρας δεν αφορά τα δύο άκρα της οδού, όπως κάποτε, αλλά κατανέμεται και διασπείρεται σ’ όλο το μήκος του ταυτόχρονα. Δίπλα δίπλα έχεις την τράπεζα και τον πλανόδιο, το πρεζόνι και την πελάτισσα του Notos Galleries, το στέλεχος του προαστιακού και τον οξυγονοκολλητή που ψωνίζει τα εργαλεία του, τον τσοντόβιο και τη Φινλανδέζα τουρίστρια, το συνταξιούχο που ψωνίζει γαβράκια στην Κεντρική Αγορά και τα παιδιά που πάνε στου Ψυρρή να γλεντήσουνε, το σαράφη και τον υπάλληλο του Δημαρχείου, το χασάπη και τον αργόσχολο παρατηρητή (εμένα). Νομίζω ότι αυτός ο μεικτός χαρακτήρας, με κυριαρχία –ακόμα– του λαϊκού στοιχείου, είναι που κάνει γοητευτικό, απροσδόκητο και μοναδικό, θα έλεγα, το μεγάλο αυτό δρόμο.
Αποτολμώ μάλιστα την πρόβλεψη ότι, και να γίνει η πεζοδρόμηση της Αθηνάς, είναι τόσο έντονη η παρουσία του λαϊκού στοιχείου, ώστε ο δρόμος δεν θ’ αλλάξει πολύ προς το κυριλέ. Ή, ακόμα ακριβέστερα, η αλλαγή μπορεί να επέλθει μόνο στο κομμάτι προς Μοναστηράκι/Ψυρρή, αντίστροφα από τον παλιό καιρό. Διότι από την Ευριπίδου μέχρι την Ομόνοια τα λαϊκά στοιχεία που προανάφερα εμφανίζονται τόσο ισχυρά, ώστε δεν είναι, ελπίζω, εξοβελίσιμα. Εξάλλου, πόσους «Ψυρρήδες» μπορεί να σηκώσει αυτή η πόλη;
Σημερινά αξιοσημείωτα - αξιοθέατα
● Το κτίριο του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων (ΜΤΠΥ), Αθηνάς και Λυκούργου, έργο Κουρεμένου, πρόσφατα ανακαινισμένο
● Το Δημαρχείο, έργο Κάλκου (1874), με νεότερες προσθήκες
● Το συγκρότημα κτιρίων της Εθνικής Τράπεζας (δύο νεοκλασικά κι ένα σύγχρονο, ενωμένα), πλατεία Εθνικής Αντίστασης, όπου υποδειγματική ανάδειξη ανασκαφικών ευρημάτων
● Η ανασκαφή μέσα στη βορειοανατολική πλευρά της ίδιας πλατείας, ορατή μεν, κλειστή δε για το κοινό
● Οι σαράφηδες (=αργυραμοιβοί), με τις όρθιες ορθογώνιες βιτρίνες τους από ξύλο και γυαλί, που εμπορεύονται νομίσματα, χρυσό κ.λπ.
● Τα τρομερά περίπτερα
● Οι λίαν αργόσχολες πλατείες Καραμάνου (μεταξύ Βορέου –και όχι Βορεού– και Βύσσης) και η ανώνυμη μεταξύ Δημαρχείου –Classical Grand Hotel– και οδού Λυκούργου
● Η μεγάλη ποικιλία φρούτων και λαχανικών, αλλά και διαφόρων ειδών διατροφής, στη Βαρβάκειο και πέριξ
● Οι πολλές στοές (μεγαλύτερη αυτή της ΕΥΔΑΠ), έστω κι αν κλείνουν το βράδυ με κάγκελα ● Η καφετέρια του Notos Home, για τη μοναδική της θέα
● Το μπαχαρικάδικο «Το βάλσαμο», γωνία Ευριπίδου, και η ανάλογη πιάτσα κατά μήκος της Ευριπίδου
● Το μέγαρο Μελά, πλατεία Εθνικής Αντίστασης, πρώην Μέγαρο ΤΤΤ και Κεντρικό Ταχυδρομείο, έργο Τσίλερ (1874)
● Το καφενείο «Θέμις» Ευπόλιδος και Απελλού, πλατεία Εθν. Αντίστασης, με μαντεμένια/μαρμάρινα τραπέζια και παλιό πλακάκι, σε νεοκλασικό κτίριο
● Ο «Μπουλούκος», Αθηνάς 53, κεμπαπτζίδικο υψηλής ποιότητας
● Τα βυζαντινού ρυθμού κτίριο Αθηνάς και Σοφοκλέους, τα πάμπολλα νεοκλασικά και το μοντέρνο μεσοπολεμικό κτίριο Αθηνάς και Βορέου
● Το παλιό βυζαντινόμορφο εκκλησάκι της Παναγίας Ρόμβης (=οικογενειακό της οικογένειας Ρόμπη ή Ρούμπη, μα επικράτησε ο τύπος της υπερδιόρθωσης), Αθηνάς 30
● Η πιάτσα των αλλαντικών από Σοφοκλέους μέχρι Αρμοδίου και κατά μήκος της Αρμοδίου ● Τα δύο μεγάλα πετ σοπ, στις γωνίες με Κρατίνου και Σοφοκλέους
● Το πρώτο μουσικό περίπτερο της πόλης, αριστερά της εισόδου του Δημαρχείου, για το οποίο θρυλείται ότι υπήρξε –το περίπτερο!– έδρα λαϊκής δισκογραφικής εταιρείας
Δειτε περισσοτερα
Μια Θεσσαλονικιά ποιήτρια του Μεσοπολέμου έρχεται πάλι στο προσκήνιο
«Η αρχιτεκτονική είναι η τέχνη της διάρκειας»
Η Kovacs μιλάει στην Athens Voice λίγες μέρες πριν τη συναυλία της στην Αθήνα
Οι ταινίες, οι αριθμοί, οι αλλαγές, οι διαμάχες
Ένα φαινόμενο που η παρουσία του μεταξύ ψηφιακού κόσμου και αληθινών γειτονιών καταργεί τα όρια μεταξύ κατασκευασμένου και υπαρκτού