- CITY GUIDE
- PODCAST
-
17°
Seating: Όταν η εστίαση μετατράπηκε σε ρινγκ
Επαγγελματίες της εστίασης και επισκέπτες των εστιατορίων παίρνουν θέση στη διαμάχη του seating
Τι είναι το seating - Η ανάρτηση του Ηλία Μαμαλάκη - Τι λένε επαγγελματίες της εστίασης και επισκέπτες των εστιατορίων για την τακτική που ακολουθείται.
Στην Κυψέλη υπάρχει ένα καφενείο γεμάτο με νυσταλέους παππούδες. Έχει λίγα τραπεζάκια στον πεζόδρομο, μεζεδάκια παλιακά. Μου αρέσει πολύ. Πλησιάζω τον ιδιοκτήτη του, ένα μουστακαλή μεσήλικα με μια λερωμένη ποδιά τυλιγμένη στη μέση του. «Έχετε τάβλι;» τον ρωτάω κι είμαι σίγουρη ότι αποκλείεται η απάντηση να είναι αρνητική σε τούτο τον τόπο που δεν ξέφυγε ποτέ από τη δεκαετία του ’70. Ο ιδιοκτήτης/σερβιτόρος/μάγειρας, μου ρίχνει ένα γρήγορο βλέμμα και απαντά: «Ναι, αλλά μπορείς να παίξεις μόνο μέσα, γιατί, αν άφηνα το τάβλι έξω, δεν θα σηκώνονταν ποτέ από τα τραπέζια μου!». Χαμογελάω με την ντόμπρα απάντηση, διαλέγω ένα τραπεζάκι στη δροσιά του πεζόδρομου, έτσι κι αλλιώς δεν ήρθα για το τάβλι. Σκέφτομαι πως τούτος εδώ ίσως να μην έχει ακούσει ποτέ την λέξη “seating”, αλλά να που η δική του πολιτική δεν απέχει και πολύ. Είναι απλά η προσπάθειά του να κάνει κουμάντο στα τραπέζια, να διαχειριστεί την κίνηση και τον χρόνο των θαμώνων του.
Το seating, τακτική που, να το πούμε κι αυτό, ακολουθείται εδώ και χρόνια στο εξωτερικό και συζητιέται από τους εγχώριους επιχειρηματίες όλο το διάστημα της καραντίνας, έφτασε στα αυτιά των περισσότερων από εμάς λίγες μέρες πριν, όταν ο εξαιρετικά αγαπητός στο ευρύ κοινό και αρκετά δραστήριος στα social media Ηλίας Μαμαλάκης έκανε μία ανάρτηση στον προσωπικό του λογαριασμό στο Facebook. Το post πυροδότησε εκατοντάδες σχόλια, άλλες αναρτήσεις, δημοσιεύσεις σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα, δημιούργησε υπέρμαχους και πολέμιους πάνω στο θέμα. Ήταν αρκετοί τόσο αυτοί που έσπευσαν να κατηγορήσουν τον Ηλία Μαμαλάκη, όσο κι εκείνοι που τον υπερασπίστηκαν με πάθος. Όπως, όμως, όλα δείχνουν η λέξη seating θα βρίσκεται για καιρό στο στόμα όσων ασχολούνται με τα εστιατόρια, και στο δικό μας που τα επισκεπτόμαστε. Κι ανεξάρτητα από το πώς μας φαίνεται ή από το πώς μας κάνει να νιώθουμε, αυτή η μικρή λέξη, μπορεί και να κρύβει μέσα της μια λύση.
Τι είναι το seating;
Η πολιτική που εφαρμόζεται σε πολλά εστιατόρια του κόσμου, και που επιτρέπει σε ένα εστιατόριο προκειμένου να διαχειριστεί καλύτερα την πελατεία του (προφανώς και το κέρδος του) να δέχεται κρατήσεις μέσα σε συγκεκριμένα χρονικά όρια. Πράγμα που σημαίνει ότι αν π.χ. κάνεις κράτηση στις 19.00 θα έχεις στη διάθεσή σου το τραπέζι μέχρι τις 21.00, όταν και θα αρχίζει το επόμενο seating και θα καταφτάσουν οι επόμενες κρατήσεις.
Seating: Η συζήτηση που ξεκίνησε με αφορμή ένα post
Παραθέτω αυτούσια την ανάρτηση του κυρίου Μαμαλάκη, παραλείποντας την ονομασία του εστιατορίου μια και ίδιος σε επόμενη ανάρτησή του αναφέρει ότι όντως –όπως τον προέτρεψαν πολλοί στα σχόλια– θα μπορούσε να κάνει το post χωρίς να αναφέρει το εστιατόριο:
«Πήρα τηλέφωνο το εστιατόριο… στην Κηφισιά, να κλείσω ένα τραπέζι για 4 άτομα. Το… είναι ένα εστιατόριο που αγαπώ πολύ και τον χώρο και το φαγητό. Πηγαίνω τουλάχιστον 2-3 φορές τον μήνα. Θέλω λοιπόν να περιποιηθώ ένα ζευγάρι φίλων που ήλθαν από την Ιταλία. Παίρνω τηλέφωνο και βγαίνει στη γραμμή μία δεσποινίς. –Παρακαλώ, για σήμερα το βράδυ, θα ήθελα ένα τραπέζι για 4 άτομα στις 8.30 μ.μ. – Δυστυχώς, στις 8.30 μ.μ. δεν μπορούμε. Μόνο αν θέλετε στις 8.00 ή στις 9.30 μ.μ. – Μα στους φίλους μας είπαμε 8.30. – Δυστυχώς, δεν γίνεται και να ξέρετε το κάνουμε για το δικό σας καλό, για να εξυπηρετήστε καλύτερα. – Πρώτη φορά μου συμβαίνει αυτό να μου ορίζετε εσείς τι ώρα θα έλθω. Αν δηλαδή ερχόμουν χωρίς κράτηση, και είχατε άδειο τραπέζι δεν θα μου το δίνατε; Να μη σας τα πολυλογώ, την ευχαρίστησα, της είπα και το όνομά μου και της είπα να διαβιβάσει στον υπεύθυνο ότι για εμένα το… τελείωσε, και λυπάμαι για αυτό γιατί μου αρέσει το μαγαζί. Τελικά έκλεισα στο… του αγαπημένου μου Νικόλα που σου δίνουν τραπέζι ό,τι ώρα θες».
Περισσότερο απ’ όλα, ο κ. Ηλίας Μαμαλάκης κατηγορήθηκε ότι χρησιμοποίησε τη φήμη του ονόματός του για να βρει τραπέζι, τη στιγμή που το εστιατόριο δεν διέθετε. Προσωπικά, δεν πιστεύω ότι ισχύει κάτι τέτοιο. Αυτή είναι μια εντύπωση που οφείλεται μάλλον στην κακή διατύπωση –στην ανάρτηση δεν αναφέρεται η λέξη seating, αν και από τα σχόλια κάτω από το post καταλαβαίνουμε ότι όντως για αυτό πρόκειται–, γεγονός που μπορεί εύκολα να οδηγήσει κάποιον στην παρερμήνευση της πρόθεσής του. Όπως και να ’χει, είναι ξεκάθαρο πως διαφωνεί κάθετα με αυτή την πολιτική. Ας δούμε τώρα μια αντίθετη άποψη. Το παρακάτω post δημοσιεύθηκε λίγες μέρες αργότερα στον προσωπικό λογαριασμό του δημοσιογράφου και bar consultant Γιάννη Κοροβέση, πάλι στο Facebook. Το επέλεξα μέσα σε τόσα άλλα για την ψύχραιμη αντιμετώπιση του θέματος.
«Ωραία θα ήταν να μπορούμε να επισκεπτόμαστε όποιο εστιατόριο θέλουμε, όποτε θέλουμε και με όσο μεγάλη παρέα θέλουμε. Ακόμη καλύτερο θα ήταν οι τιμές τους να ήταν -50% από ότι είναι τώρα και να έχουμε υψηλή ποιότητα, με 2-3 σερβιτόρους συνέχεια διαθέσιμους για να μας εξυπηρετήσουν. Δυστυχώς, δεν μπορούν να συμβούν όλα αυτά σήμερα. Όχι γιατί “η εστίαση δεν έχει πλέον ως βασικό πυλώνα της την εξυπηρέτηση”, αλλά γιατί ζούμε σε μια τουριστική πόλη και εντός της θερινής σεζόν ο κόσμος είναι περισσότερος, οι τιμές έχουν αυξηθεί –αφού οι μέρες μας μαστίζονται από ακρίβεια παγκοσμίως– και ταυτόχρονα τα εστιατόρια θα πρέπει, προκειμένου να παραμείνουν ανταγωνιστικά αλλά και να επιβιώσουν, να προσαρμοστούν τόσο με την ποιότητα των παρεχόμενων προϊόντων και υπηρεσιών, όσο και με τις περιβαλλοντικές επιταγές και ανάγκες του σύγχρονου κόσμου.
Η λειτουργία των εστιατορίων με διαφορετικά time slot, το επονομαζόμενο seating, ως προέκταση ενός σφιχτού συστήματος κρατήσεων, θεωρώ πως πλέον είναι εκ των ων ουκ άνευ για όλους τους παραπάνω λόγους. Το εστιατόριο καταφέρνει να διαχειριστεί πιο αποτελεσματικά τους καλεσμένους, το προσωπικό, την προετοιμασία της κουζίνας –άρα μειώνει και τη σπατάλη τροφίμων– και τα λοιπά λειτουργικά του έξοδα – παγκόσμια ενεργειακή κρίση, το έχετε ακούσει; Τι σημαίνει όμως αυτό στην πράξη; Ότι η κουζίνα δεν πετάει πλέον τρόφιμα, το προσωπικό δεν αναλώνεται σε εξαντλητικές βάρδιες, αξιοποιούνται πλήρως όσο το δυνατόν περισσότερα τραπέζια και η επιχείρηση λαμβάνει τη μέγιστη δυνατή είσπραξη βάσει δυνατοτήτων, ποιότητας και φήμης, ενώ ο καλεσμένος λαμβάνει και το καλύτερο δυνατό σέρβις και προϊόν.
Το μόνο που απαιτείται για να λειτουργήσει όλο το παραπάνω προσαρμοσμένο στη σύγχρονη κοινωνία οικοσύστημα εστίασης είναι η συγκατάνευσή μας. Αν πάλι δεν μας αρέσει όλο αυτό, μπορούμε να επισκεπτόμαστε επιχειρήσεις εστίασης που δεν λειτουργούν έτσι. Όχι όμως να διαπομπεύουμε τις επιχειρήσεις που το εφαρμόζουν.
Ο χώρος της εστίασης τράβηξε τα πάνδεινα κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Δεν ζητά κανείς να υπάρξει επιείκεια σε προϊόντα και υπηρεσίες. Κατανόηση στον εκσυγχρονισμό και τον ορθολογισμό της λειτουργίας τους, όμως, οφείλουμε να δείξουμε όλοι. Η δαιμονοποίηση του seating και του συστήματος κρατήσεων είναι απαράδεκτη, ειδικά όταν ένας έτερος τρόπος για να αποφύγουν οι επιχειρήσεις το κλείσιμό τους είναι η φοροδιαφυγή και η μαύρη εργασία».
Συζήτησα με επιχειρηματίες της εστίασης, μάγειρες, σεφ, αλλά και επισκέπτες εστιατορίων. Για να είμαι ειλικρινής, κατανοώ και τις δύο πλευρές του νομίσματος. Από τη μία, αντιλαμβάνομαι ότι στη χώρα της ταβέρνας και του γλεντιού, εδώ που ο χρόνος είναι ρευστός και σχεδόν ποτέ δεν περιορίζεται, είναι δύσκολο να αλλάξουμε τη νοοτροπία μας στον τρόπο που διασκεδάζουμε. Όμως, όπως και σε κάθε σοβαρή συζήτηση έτσι κι εδώ οφείλουμε να συνυπολογίζουμε το πλαίσιο όπου γίνεται η συζήτηση. Και σε αυτή τη χρονική περίοδο το πλαίσιο είναι μάλλον… δυσοίωνο. Τα εστιατόρια, μετά από δύο χρόνια καραντίνας, βρίσκονται μπροστά σε ένα δύσκολο χειμώνα γεμάτο με ανατιμήσεις στις πρώτες ύλες τους (που στην πλειονότητά τους αυξάνονται κάθε δύο εβδομάδες!), στο ρεύμα, στα νοίκια τους. Έχουν δύο επιλογές: είτε να αυξήσουν τις τιμές με κίνδυνο να χάσουν την πελατεία τους, είτε να βρουν μια άλλη λύση, όπως η πολιτική του seating, που θα τους επιτρέπει να αυξήσουν τον κόσμο που υποδέχονται. Δεν είμαι, όμως, ούτε εστιάτορας, ούτε μάγειρας. Για αυτό και ζήτησα τη γνώμη δύο ανθρώπων της εστίασης.
Η άποψη των ανθρώπων της εστίασης για το Seating
Ο Αλέξανδρος Τσιοτίνης, σεφ και ιδιοκτήτης του εστιατορίου CTC και πρόσφατα βραβευμένος με το πρώτο του αστέρι Michelin, μας λέει: «Αχ αυτή η έρμη η γλώσσα, κόκκαλα δεν έχει μα κόκκαλα τσακίζει… Θαυμάζω τους ανθρώπους που όχι μόνο έχουν πράγματα να πουν αλλά και τον τρόπο να τα πουν, μου αρέσει να διαβάζω ανθρώπους που με την ευφράδειά τους ζωντανεύουν σκέψεις, αισθήματα, συναισθήματα. Λατρεύω ακόμα και τη δυνατότητα που δίνει αυτή η σύγχρονα παλιομοδίτικη λαϊκή κοινωνία των social media στον καθένα, να εκφέρει την γνώμη του , να προβληματιστεί, να “επιτεθεί”, να δικάσει και να καταδικάσει. Θα σταθώ λοιπόν κ εγώ, σε ένα post, μια “επίθεση”, που έκανε ο, ειλικρινά αγαπημένος μου, Ηλίας Μαμαλάκης για μια νέα πολιτική που έρχεται ή μάλλον ήρθε, στην εστιατοριακή σκηνή της Ελλάδας και ονομάζεται seating.
Ναι ναι, ξέρω για πολλούς πως το θέμα “seating” σήμερα κάνει τον θόρυβο που είχε κάνει πριν κάποιο καιρό η απαγόρευση του καπνίσματος. Θα παραθέσω την άποψή μου μέσα από 3 θέματα, με μια κοινά αποδεκτή, θέλω να ελπίζω, παραδοχή, πως τα εστιατόρια είναι Επιχειρήσεις (και θέλω να το κρατήσουμε αυτό στο μυαλό μας), που σκοπό έχουν την καλύτερη δυνατή παροχή των υπηρεσιών τους. Και αυτές οι υπηρεσίες συμπεριλαμβάνουν το σερβίρισμα του φαγητού στον σωστό χρόνο, με τις σωστές θερμοκρασίες και πολλές άλλες λεπτομέρειες που μπορούν να βελτιώσουν την εμπειρία του πελάτη, είτε μιλάμε για ταβέρνα είτε για γαστρονομικό εστιατόριο.
Θέμα πρώτο: Το εστιατόριο σέβεται την κράτησή μας, εμείς όμως πόσες φορές είμαστε αφερέγγυοι απέναντί της; Για παράδειγμα, ξέρετε πόσες φορές έχω ακούσει για ταυτόχρονες κρατήσεις σε διάφορα εστιατόρια ώστε να επιλέξει η παρέα τελευταία στιγμή; Ξέρετε πόσες φορές πελάτες μας ακυρώνουν την κράτησή τους 30 λεπτά πριν ή πόσα non shows έχουμε;
Τι μπορούμε να κάνουμε εμείς απέναντι σε αυτή τη συμπεριφορά; Απολύτως τίποτα. Απλά να σκύψουμε το κεφάλι και να πούμε “οκ, κρίμα”. Ο πελάτης αυτός διατηρεί το δικαίωμα να μην τηρήσει την κράτηση του, εμείς από την άλλη πώς διασφαλίζουμε την κράτηση και τα έσοδά μας;
Θέμα δεύτερο: Ένα εστιατόριο έχει στη διάθεσή του κάποια συγκεκριμένα τετραγωνικά και έχει καταστρώσει ένα συγκεκριμένο business plan, το οποίο ακολουθεί προκειμένου να μπορεί να είναι κερδοφόρα επιχείρηση. Σήμερα, ύστερα από 2 έτη λειτουργίας με αποστάσεις, κυρώσεις, κλειστά μαγαζιά, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την εξής συνθήκη: οι πρώτες ύλες αυξημένες 25%, το κόστος προσωπικού 20% και το κόστος ενέργειας 110%. Το εστιατόριο όμως έχει ακόμα τον ίδιο αριθμό καθισμάτων. Ποια είναι λοιπόν η λύση; Α: αυξήσεις των τιμών ή Β: προσπάθεια αύξησης των πελατών;
Θέμα τρίτο: Η μετακύληση μια κράτησης μισή ώρα πριν ή μετά από την επιθυμητή δεν είναι σε καμία των περιπτώσεων τρόπος να κάνει ένα μαγαζί “δίπλωμα” του τραπεζιού. Απλά προς τιμήν του, πάντα κατά την άποψη μου, προσπαθεί να προσφέρει καλύτερες υπηρεσίες στον πελάτη του, αφού δυστυχώς εάν σε ένα εστιατόριο ανοίξουν οι πόρτες και έρθουν όλοι οι πελάτες μαζί, θα καταλήξουμε να διαβάζουμε νέες κριτικές περί καθυστερήσεων, παραψημένου φαγητού, λαθών κτλ.
Εν κατακλείδι, θα ήθελα να πω πως υπάρχουν σωστές επιχειρήσεις και λάθος επιχειρήσεις, όπως καλοί και κακοί πελάτες.
Ιδανικά θα έπρεπε να υπάρχουν κανόνες που θα μπορούσαν σωστά να ακολουθηθούν και από τις δύο πλευρές, επιχειρήσεις και πελάτες. Όπως και να ’χει όμως, πριν καταδικάσουμε μια από τις δυο πλευρές, ας προσπαθήσουμε να δούμε πίσω από την εκάστοτε πολιτική. Και εάν δεν μας αρέσει, ως νέοι Αντωνάκηδες “παίρνουμε το καπελάκι μας” και πάμε σε κάτι άλλο, που ίσως μας ταιριάζει καλύτερα. Δεν υπάρχει λόγος όμως να προσπαθούμε να κατασπαράξουμε μια έντιμη και ηθική οπτική».
Ο Κωστής Καρατζιάς, συνιδιοκτήτης στα πολύ επιτυχημένα Tarantino (σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα) και στο ολοκαίνουργιο Asiaki, λέει: «Πρέπει να πάρω ξεκάθαρη θέση, ε; Είμαι από τους αναποφάσιστους. Νομίζω πάντως πως όλα τα ορίζει το κάθε πρότζεκτ. Επίσης κανένα πρότζεκτ δεν είναι για όλους. Δεν γίνεται η γεύση σου να αρέσει σε όλους, όπως και είναι ακατόρθωτο το κόνσεπτ σου να το καταλαβαίνουν όλοι. Ναι, γελάω όταν στο μπεργκεράδικο μας παίρνουν για κρατήσεις. Όχι γιατί δεν καταλαβαίνω την αγωνία του κόσμου να βρει τραπέζι να φάει… Είναι, όμως, φαστ φουντ. Στο Tarantino προσπαθούμε να μεταφέρουμε στον κόσμο ότι δεν έγινε και κάτι να περιμένεις και 10-15 λεπτά και στο πικ τάιμ κανένα μισάωρο… Ούτως ή άλλως, fast food είμαστε. Θέλεις να φας κάτι ποιοτικό… ε, δώσε μας λίγο χρόνο και θα ανταμειφθείς. Και τώρα, εγώ ο ίδιος και πάλι, σε ένα άλλο πρότζεκτ θα ζητήσω από τον κόσμο να σεβαστεί το seating. Ναι, στο Asiaki λειτουργούμε με seating. Για πολλούς λόγους. Υπάρχει ένα μενού 12 πιάτων με διαφορετικές υφές, ύλες και γεύσεις που απαιτεί χρόνο. Ο χρόνος είναι συγκεκριμένος για να νιώσει άνετα ο πελάτης, να γνωρίσει το μενού μας, να ετοιμαστεί το φαγητό του και να σερβιριστεί στο τραπέζι του. Είναι ένα πρότζεκτ που απαιτεί περισσότερο χρόνο. Είναι σαν να περιμένεις καλεσμένους στο σπίτι σου και πρέπει να ετοιμάσεις τα πάντα για αυτούς. Να μαγειρέψεις για αυτούς, να φτιάξεις τις θέσεις τους, να σκεφτείς τη μουσική, να κρυώσεις τα κρασιά… Δεν βάζεις όποιον να ’ναι στο σπίτι σου, και όταν καλείς κόσμο, θέλεις να τον ευχαριστήσεις».
Seating - Η άποψη του κόσμου
Ρωτήσαμε επτά άτομα, που επισκέπτονται συχνά εστιατόρια της Αθήνας, τι πιστεύουν για το seating:
- Χριστίνα (55 ετών) «Πιστεύω πως με έναν πραγματικά καλό προγραμματισμό μπορεί να συμβεί χωρίς “στραμπουλήγματα”. Επειδή όμως υπάρχει το ανθρώπινο στοιχείο (που είναι απρόβλεπτο), σε συνδυασμό και με μία ανάγκη που τη χρυσοπληρώνεις πλέον, δεν θα ήθελα να μου συμβεί. Και γενικά αποφεύγω να κάνω κράτηση, αν μου πουν πως έχω περιορισμό στον χρόνο».
- Λυδία (24 ετών) «Είναι σπαστικό. Ανεξάρτητα από το αν θα κάτσεις μισή ώρα ή δύο… Πρέπει να ’σαι με το ρολόι».
- Πέτρος (25 ετών) «Εντάξει, αν έχεις λάβει ήδη ενημέρωση από κατά την κράτηση, ξέρεις τι να περιμένεις. Αλλά εξαρτάται. Αν είστε μεγάλη παρέα, ο περιορισμός δεν παίζει. Αν είναι κράτηση για δείπνο για δύο άτομα, νομίζω πως οι 2,5 ώρες είναι οκ».
- Ναταλία (31 ετών) «Θα το δεχόμουν από ένα καλό, gourmet εστιατόριο. Αλλά όσες φορές μου το έχουν πει από μαγαζιά που είναι, ας πούμε, μεζεδοπωλεία, απλά δεν έχω πάει».
- Εύα (45 ετών) «Γιατί πρέπει οτιδήποτε κάνει ο άνθρωπος από ανάγκη ή ευχαρίστηση να πρέπει κάποιος να το εκμεταλλευτεί μέχρι το μεδούλι; Δεν μου αρέσει, για οποιοδήποτε μαγαζί! Αν τώρα, το σκεφτώ ψύχραιμα, οκ… Αλλά πραγματικά χρειάζεται; Εγώ σαν πελάτης σίγουρα δεν το χρειάζομαι, οπότε απαντώ ότι με χαλάει».
- Μιχάλης (32 ετών) «Εγώ που είμαι της δουλειάς (σ.σ. είναι μάγειρας) καταλαβαίνω πολύ παραπάνω. Είναι άσχημο να πηγαίνεις σε ένα μαγαζί να πίνεις δύο καφέδες ή να παίρνεις ένα πιάτο και ένα κρασί και να κρατάς το τραπέζι 3 ώρες, όταν το μαγαζί είναι ασφυκτικά γεμάτο. Δεν μιλάμε για ποτό, όπου θες να αράξεις, αλλά για ένα εστιατόριο, που έχει άλλα κόστη. Είναι μαλακία, αν το μαγαζί είναι γεμάτο. Σαν επαγγελματίας θα σου πω ότι αν έχω 10 τραπέζια και ανοίγω συγκεκριμένες ώρες (γιατί ο κόσμος δεν τρώει στις 17.00, ούτε στις 18.00, ούτε στις 19.00, αλλά από τις 20.00 μέχρι τις 23.00), το seating μπορεί να με σώσει. Γιατί αν πας και κάτσεις 1- 1.30 ώρα, αυτό σημαίνει ότι το μαγαζί μπορεί να γεμίσει 2,5 με 3,5 φορές».
- Ρώτησα ακόμη έναν μάγειρα τον Κώστα (35 ετών) να πει τη γνώμη του ως επαγγελματίας, αλλά κι ως πελάτης: «Το seating βοηθά πολύ την κουζίνα με δύο τρόπους: πρώτον γιατί δεν θα “μπουκώσει” η κουζίνα, δηλαδή δεν θα έρθουν όλες οι παραγγελίες μαζί, οπότε και η δική σας εξυπηρέτηση θα είναι καλύτερη. Δεύτερον, γιατί έτσι μπορείς να υπολογίσεις ακριβώς τις μερίδες που θα δώσεις σε ένα βράδυ, με αποτέλεσμα να μην έχεις φύρα. Τώρα, σαν πελάτης, δεν νομίζω ότι με επηρεάζει ιδιαίτερα, καθώς συνήθως δεν κάθομαι πάνω από 1,30 ή 2 ώρες σε ένα εστιατόριο. Θέλω να φάω και να φύγω».
Κι εσείς τι λέτε;
Μπορείτε να συμμετάσχετε στο poll που θα βρείτε παρακάτω και να μοιραστείτε τη γνώμη σας: