Θεματα

Παναγιώτης Κουμουνδούρος: Όσα δεν ξέρεις για τον 28χρονο νικητή του MasterChef 2022

Για πέντε μήνες τον έβλεπες να τρέχει σε έναν γαστρονομικό μαραθώνιο στην τηλεόραση, σήμερα ίσως τον δεις στο μπαράκι της γειτονιάς σου

Κατερίνα Καμπόσου
ΤΕΥΧΟΣ 837
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Ο Παναγιώτης Κουμουνδούρος νικητής του MasterChef 2022, μιλά για το παιχνίδι, την καταγωγή του, τη μαγειρική και τα μέρη που συχνάζει.

Ο Παναγιώτης Κουμουνδούρος παρκάρει το μηχανάκι μπροστά στο καφέ που έχουμε δώσει ραντεβού στο Παγκράτι. Μέχρι να φτάσει στο μέρος που κάθομαι έχει αποσπάσει αρκετά «γεια σου, Πανούλη». «Είναι το παλικάρι που κέρδισε στο MasterChef», συζητάει μια παρέα. Ο ίδιος, χαλαρός, χαμογελάει σε όλους. 

Για όποιον δεν παρακολουθούσε τον διαγωνισμό, ο Παναγιώτης κρατούσε ένα χαμηλό προφίλ, απέφευγε τις ίντριγκες και τις εντάσεις. Το πρώτο πράγμα που παρατήρησαν οι κριτές πάνω του, αλλά και εμείς ως τηλεθεατές, είναι η ομοιότητά του με τον πρώτο Έλληνα MasterChef, τον Άκη Πετρετζίκη.  Σύντομα όμως οι περισσότεροι σχολιάζαμε πόσο εξελισσόταν βδομάδα με την βδομάδα – τόσο γρήγορα που μετά από ένα γαστρονομικό μαραθώνιο 5 μηνών, κατάφερε να βρεθεί στον τελικό που τράβηξε σχεδόν 10 μέρες. Ήταν στη δοκιμασία αντιγραφής του πιάτου της κορυφαίας Βρετανής chef Clare Smyth, όπου συγκέντρωσε τελικά την υψηλότερη βαθμολογία και αναδείχτηκε μεγάλος νικητής του MasterChef 6 κερδίζοντας φυσικά και το έπαθλο των 50.000 ευρώ! Κουβεντιάζοντας  όμως μαζί του, καταλαβαίνω πως συνεχίζει να παραμένει ο κουλ τύπος που γνωρίσαμε στην πρώτη audition.

Ο Παναγιώτης Κουμουνδούρος / © Θανάσης Καρατζάς

«Γεννήθηκα στον Πειραιά, έχω δύο αδέρφια που είμαστε σαν φίλοι μεταξύ μας και μια σταθερή παρέα, ίδια για πάνω από μια δεκαετία. Στο σχολείο δεν ήμουν διαβαστερός, κάποια στιγμή στα 15 μου η μαμά μου είπε, “εφόσον δεν υπάρχει περίπτωση να διαβάσεις, ας κρατήσουμε τα λεφτά που δίνουμε τσάμπα στα φροντιστήρια σε κάτι που θα πιάσει τόπο μετά το λύκειο”. Συμφώνησα. Στις διακοπές μας κατεβαίνουμε στη Μάνη, συγκεκριμένα κοντά στο Μαρμάρι απ’ όπου έχουμε καταγωγή. Όλη η περιοχή εκεί φημίζεται για το λάδι της, το παστό κρέας, το σύγκλινο που φτιάχνουν και που το καπνίζουν με φασκόμηλο. Η αγαπημένη μου ανάμνηση όμως σχετικά με το φαγητό έχει να κάνει με τη γιαγιά μου η οποία μετέτρεπε σε γλυκό του κουταλιού ό,τι πιο κουλό μπορείς να φανταστείς, από μελιτζάνα μέχρι αγγουράκι. 

Η μαγειρική, μέχρι να τη σπουδάσω, ήταν κάτι άγνωστο για μένα, δεν είχα ποτέ προσπαθήσει να φτιάξω ούτε αυγά. Όμως, παραδόξως, πάντα μου άρεσε να παρακολουθώ εκπομπές μαγειρικής και σχετικά ντοκιμαντέρ. Μετά το σχολείο αποφάσισα να πάω σε σχολή πάνω σε αυτό, και μόλις τελείωσα έπιασα δουλειά κατευθείαν. Με όσους φτασμένους σεφ τύχαινε να συναναστραφώ, όλοι μου έλεγαν το ίδιο πράγμα, «πρέπει να βγεις έξω». Και τους άκουσα. Ο ένας από τους κολλητούς μου ήταν ήδη στο Λονδίνο και δούλευε σε κουζίνα, όποτε σκέφτηκα να πάω εκεί για να έχω παρέα, σε μια αγορά που είναι πιο open minded γύρω από τη γαστρονομία και έχει μεγαλύτερο κοινό να απευθυνθείς. Τετάρτη πήγα, Πέμπτη δούλευα… κατευθείαν στα βαθιά, σε ένα fine dining εστιατόριο μέσα στο Hilton.

Το MasterChef προέκυψε γυρίζοντας από το Λονδίνο, σε κάποια φάση που ένιωσα μέσα μου ότι θα μπορούσα να ανταπεξέλθω στις απαιτήσεις του παιχνιδιού, με πιο απλά λόγια δεν θα γινόμουν… ρόμπα, με βάση τα όσα έμαθα σε μαγειρικό επίπεδο. Μα να τους μοιάζω με τον Πετρετζίκη; Αυτός είναι κούκλος, παραδέξου το, μοναδικός σε αυτό που κάνει, όποιος πάει να συγκριθεί μαζί του έχει χάσει απ’ τα αποδυτήρια! Δεν θα ξεχάσω το άγχος της πρώτης μέρας και την audition που έπρεπε να περάσω για να μπω στο σπίτι, δεν είχα συνηθίσει άλλωστε να μαγειρεύω σε κάμερες και να προσέχουν τόσοι άνθρωποι το παραμικρό που λέω. Στην αρχή ήμασταν 24 άτομα στο παιχνίδι, δεν ήξερα σε τι επίπεδο ήταν ο καθένας, ούτε κατά πόσο μπορώ να προχωρήσω μέχρι το τέλος, απλά το ένστικτό μου έλεγε ότι θα τα πάω σχετικά καλά μέχρι ένα σημείο. Όταν μείναμε 10 παίχτες, μου πέρασε για πρώτη φορά η σκέψη ότι ίσως φτάσω στον τελικό. Εκείνη τη μέρα είχαμε να αντιγράψουμε το άπαιχτο πιάτο της καλύτερη σεφ στον κόσμο, της Κλερ Σμιθ, καλκάνι με μια μπαλοτίνα πατάτας και πράσου και μια σάλτσα από καπνιστά μύδια κι άλλες τεχνικές. Ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που πήρα ένα βραβείο. Το έπαθλο είναι πιο βαρύ απ’ ό,τι περίμενα, το έχω στο δωμάτιο μου και με τα χρήματα που κέρδισα θα πάω, για αρχή, ένα ταξίδι στην Ασία, να δοκιμάσω και να δω πράγματα, και μετά βλέπουμε.

© Θανάσης Καρατζάς

Οι κριτές είναι και οι τρεις αυστηροί αντικειμενικά, ο καθένας με τις δικές του ιδιαιτερότητες. Όταν μας έκριναν δεν χαρίζονταν, στις υπόλοιπες φάσεις όμως κάναμε χαβαλέ, καταλάβαιναν κι αυτοί ότι είχαμε περίεργη ψυχολογία και ήταν πρόθυμοι να βοηθήσουν όπως μπορούν. Το ίδιο και ο Αλέξανδρος Χαραλαμπόπουλος με τον Νίκο Θωμά που μας καθοδηγούσαν στο παιχνίδι. Αυτός που με άγχωνε πιο πολύ απ’ όλους ήταν ο Κοντιζάς, ωστόσο μ’ αρέσει τόσο πολύ το στιλ του και οι κινήσεις του στα masterclasses που ήταν σαν χορογραφίες, που θα ήθελα να δουλέψω μαζί του. Δεν θα ήθελα να ανοίξω δική μου επιχείρηση προς το παρόν, απλά να δουλεύω σε μια κουζίνα κοντά σε μεγάλους σεφ.

Η δημοσιότητα ήρθε απότομα αλλά δεν με ενοχλεί. Στα social media δεν ήμουν ποτέ ιδιαίτερα ενεργός και ξαφνικά όταν άνοιξα το instagram μετά από το παιχνίδι βρέθηκα μπροστά σε χιλιάδες ακόλουθους και εκατοντάδες μηνύματα, όλα θετικά-παραδόξως. Η αλληλεπίδραση με τον κόσμο μού φτιάχνει τη διάθεση, δεν θα σου πω ψέματα ότι δεν μ’ αρέσει που με αναγνωρίζουν στον δρόμο, και προσπαθώ να πιάνω κουβέντα με όλους – άλλωστε επί τόσους μήνες με στήριζαν στο παιχνίδι.

Τρώω πολύ γενικά. Μου αρέσει η ελληνική κουζίνα, αυτή που μεγάλωσα και θέλω να την εξελίξω δημιουργικά όσο μπορώ και γιατί όχι να την παντρέψω με στοιχεία της ασιατικής κουζίνας που επίσης αγαπώ. Το χειρότερό μου σε μια κουζίνα είναι το να καθαρίζω όστρακα, κατά τα άλλα τρώω και χρησιμοποιώ όλα τα υλικά που υπάρχουν. Σπίτι μου δεν μαγειρεύω ποτέ, δουλεύω όλη μέρα και όταν τελειώσω δεν έχω αντοχή να ξαναμπώ σε κουζίνα. Από την άλλη, όταν έχω ρεπό προτιμώ να βγω έξω για φαγητό. Θα έλεγα ότι τρώω πολλά σουβλάκια και burgers, συχνάζω σε παγωτατζίδικα και συνοικιακά ζαχαροπλαστεία και μετά βγαίνω για ποτά στο Σύνταγμα, στην πλατεία Καρύτση, στα Εξάρχεια ή στον Πειραιά. Οι φίλοι μου μού ζητούν συνέχεια να τους μαγειρέψω, αν τους ρωτήσεις θα σου πουν με παράπονο ότι τους έχω φτιάξει κάτι 1-2 φορές μέσα στα 15 χρόνια που κάνουμε παρέα και πράγματι δεν σου λένε ψέματα.

Η γαστρονομία στην Αθήνα περνάει μια ενδιαφέρουσα φάση. Ακούγεται συχνά η φιλοσοφία του zero waste, που εγώ την έζησα πολύ στο Λονδίνο και μου αρέσει, αφού έτσι μειώνεις τη φύρα σου ως εστιατόριο, ταυτόχρονα κάνεις και κάτι παιχνιδιάρικο γιατί δοκιμάζεις συνδυασμούς που δεν είχες σκεφτεί ποτέ. Το κατά πόσο οι Έλληνες, πέρα από όσους δραστηριοποιούνται στην Αθήνα, έχουν ακουστά για αυτό το «κύμα» και είναι έτοιμοι να το δεχτούν, δεν το ξέρω. Την ώρα πάντως που η τιμή στο σουβλάκι κοντεύει να φτάσει τα 4 ευρώ, ίσως κάποιοι μπουν στη σκέψη να ψαχτούν πάνω σε μια διαφορετική φιλοσοφία φαγητού. Πέρα από τα ωραία γαστρονομικά πράγματα που γίνονται, χρειάζεται και λίγη αγάπη παραπάνω στον κλάδο μας. Για παράδειγμα, τα παιδιά που δουλεύουν σεζόν στα νησιά όλη μέρα για λεφτά λιγότερα απ’ όσα θα έπρεπε, που αργούν να τους τα δώσουν κιόλας, που κοιμούνται σε κοντέινερ και με τους εστιάτορες να προσπαθούν να βγάλουν ξύγκι από τη μύγα –ίσως επειδή κι αυτοί δεν έχουν τη στήριξη του κράτους που θα έπρεπε– είναι συνθήκες που μας πάνε πίσω στον τομέα μας. Συμπέρασμα, θα έλεγα ότι έχουμε ανάγκη λίγο περισσότερο ανοιχτό μυαλό και σεβασμό».

© Θανάσης Καρατζάς

Τον Παναγιώτη Κουμουνδούρο αυτό το διάστημα μπορείς να βρεις στην κουζίνα του Sense Athens.