Πολιτικη & Οικονομια

Η ελευθερία λόγου στα χέρια μερικών δισεκατομμυριούχων

Η προσπάθεια περιορισμού της ισχύος των «Big Tech» εταιρειών από την ΕΕ είναι η πρώτη σε τόσο μεγάλη κλίμακα. Μένει να φανεί σε τι βαθμό θα είναι αποτελεσματική.

Σοφία Καλαμαντή
ΤΕΥΧΟΣ 829
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η εξαγορά του Twitter από τον Έλον Μασκ, η ελευθερία του λόγου, η πολιτική ορθότητα και η λογοκρισία.

«Με τον όρο “ελευθερία του λόγου” εννοώ απλώς αυτό που συμμορφώνεται με τον νόμο. Είμαι κατά της λογοκρισίας που υπερβαίνει κατά πολύ τον νόμο». Με αυτά τα λόγια, ο Elon Musk έσπευσε πριν από λίγες μέρες να κατευνάσει τις έντονες αντιδράσεις που προηγήθηκαν στο άκουσμα της αγοράς του Twitter από τον ίδιο. Αριστερές πολιτικές ομάδες, ακτιβιστές αλλά και καλλιτέχνες εξέφρασαν από την πρώτη στιγμή της ανακοίνωσης την ανησυχία τους για την εξαγορά της πλατφόρμας από τον «πλουσιότερο άνθρωπο του κόσμου», η περιουσία του οποίου, σύμφωνα με το περιοδικό Forbes, αγγίζει τα 276.6 δισ. δολάρια. Ο Musk δεν έχει κρύψει στο παρελθόν την εναντίωση και την ενόχλησή του προς τους περιορισμούς που έχει επιβάλει το ιδεολογικό πλαίσιο της πολιτικής ορθότητας στον δημόσιο λόγο, ιδιαίτερα στην αμερικάνικη δημόσια σφαίρα. Καθόλου τυχαίο ότι η δήλωση με την οποία επιβεβαίωσε την ανακοίνωση της αγοράς ξεκαθάριζε με τρόπο εμφατικό τις βλέψεις του για τον μέλλον της πλατφόρμας: «Η ελευθερία του λόγου είναι το θεμέλιο μιας λειτουργικής δημοκρατίας, και το Twitter είναι η ψηφιακή πλατεία της πόλης όπου συζητούνται θέματα ζωτικής σημασίας για το μέλλον της ανθρωπότητας», τόνισε στην ανακοίνωσή του.

Από την πλευρά τους, συντηρητικοί πολιτικοί παράγοντες και δημοσιολογούντες αντέδρασαν με ανακούφιση και ενθουσιασμό, εκφράζοντας την πεποίθηση ότι η εξέλιξη αυτή θα εγκαινιάσει μια νέα εποχή για τον δημόσιο λόγο παγκοσμίως. Εφόσον το όραμα της ψηφιακής δημόσιας έκφρασης όπως το οραματίζεται ο Musk ευοδωθεί, ο διάλογος θα είναι, κατά τους ίδιους, όχι απλώς περισσότερο ελεύθερος, αλλά και περισσότερο ειλικρινής, προσφέροντας βήμα σε φωνές που έως τώρα παραγκωνίζονταν, ενώ στην πραγματικότητα εκπροσωπούν μεγάλη μερίδα κόσμου, που φοβάται να εκφραστεί εξαιτίας της ενδεχόμενης κατακραυγής. Μπορεί έως έναν βαθμό να κατανοήσει κανείς τους λόγους των θετικών αποκρίσεων και των επευφημιών. Τα τελευταία χρόνια, το Twitter έχει σε μεγάλο βαθμό εξελιχθεί σε ένα εργαλείο ιντερνετικού λιντσαρίσματος. Η χρήση ενός πιασάρικου hashtag και μερικά σύντομα tweets με μορφή συνθηματολογίας ήταν τα όπλα που, εφόσον συγκεκριμένες ομάδες γνώριζαν πώς να χρησιμοποιήσουν συντονισμένα, αρκούσαν ώστε ένας χρήστης να βρεθεί αίφνης υπό πολιορκία, δεχόμενος ύβρεις και απειλές για τα λεγόμενα και τις θέσεις του. Tο τοπίο των social media χρήζει πράγματι αναδιάρθρωσης, ως προς το τι μπορεί να ειπωθεί και τι όχι, και κυριότερα ως προς το ποιος θα αποφασίζει για αυτό.

Όμως, ακόμη κι αν η πολιτική ορθότητα και η woke κουλτούρα της πολιτικής ταυτοτήτων έχουν επιτύχει μια ιδιόμορφη «κατάληψη» στη δημόσια κρίση του ορθού και του αποδεκτού, σε τι βαθμό είναι σωστό να εναποθέσουμε τις ελπίδες μας για υγιή διάλογο σε μία καθαρά «προσωποκεντρική» μεταβολή, όπως η εξαγορά μιας πλατφόρμας από έναν δισεκατομμυριούχο με –αναπόφευκτα– προσωπική ατζέντα, πιστεύω και κίνητρα; Την απάντηση έρχεται να δώσει σε πρόσφατο άρθρο της η Washington Post, στο οποίο με μια συνοπτική αλλά εξαιρετικά ουσιαστική χαρτογράφηση αναδεικνύει ότι το τοπίο των ισχυρότερων μιντιακών πόλων σε όλον τον κόσμο διευθύνεται πλέον από ένα μικρό κλαμπ δισεκατομμυριούχων. O Elon Musk ήρθε στην πραγματικότητα λίγο καθυστερημένα να συναντήσει τους Mark Zuckerberg, Bill Gates και Jeff Bezos σε αυτό το παιχνίδι ελέγχου της πληροφορίας και καθορισμού της ατζέντας, οι κανόνες του οποίου επανακαθορίζονται συνεχώς από τους ίδιους, αφού είναι είτε οι ιδιοκτήτες, είτε οι μεγαλύτεροι επενδυτές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τους μεγάλους μιντιακούς ομίλους.

Τη δεδομένη στιγμή, τα μεγαλύτερα κέντρα πληροφόρησης, υπεύθυνα για τη διάδοση ειδήσεων σε παγκόσμιο επίπεδο, διευθύνονται από μερικούς κροίσους δημιουργώντας εξαιρετικά σοβαρό ζήτημα κλίμακας: η δυνατότητα επιβολής ελέγχου, ρύθμισης και περιορισμών σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο τείνει να εκλείψει οριστικά. Η εξακρίβωση του αλγόριθμου που χρησιμοποιούν οι πλατφόρμες αλλά και ο τρόπος χρήσης των προσωπικών δεδομένων που συλλέγονται από τα προφίλ των χρηστών γίνεται όλο και πιο δύσκολο να διερευνηθούν, πόσο μάλλον να εισαχθούν σε ένα νομικό πλαίσιο με συγκεκριμένους περιορισμούς, τους οποίους οι πανίσχυροι ιδιοκτήτες θα είναι υποχρεωμένοι να ακολουθήσουν. Η ανακοίνωση της εξαγοράς του Twitter από τον Musk συνέπεσε με την ανακοίνωση της οριστικοποίησης ενός νέου προσχέδιου νόμου της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Πράξη για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες». Όπως εξήγησε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen, το συγκεκριμένο πακέτο μέτρων «στέλνει ισχυρό μήνυμα σε όλους τους Ευρωπαίους, σε όλες τις επιχειρήσεις της ΕΕ και στους διεθνείς ομολόγους μας». Τα μέτρα πρόκειται να αφορούν τον περιορισμό της ρητορικής μίσους, την προστασία των δικαιωμάτων των καταναλωτών στο ηλεκτρονικό εμπόριο και, το πιο σημαντικό, την εξέταση των προτάσεων περιεχόμενου στα προφίλ από τους αλγόριθμους, καθώς και την επιβολή αυστηρής λογοδοσίας για τον τρόπο λειτουργίας τους.

Είναι άραγε αυτός ο «νόμος» στον οποίον αναφερόταν ο Musk στη δήλωσή του για τη λογοκρισία; Πόσο διατεθειμένος θα είναι o ίδιος να συμμορφωθεί με αυτόν όταν φτάσει η ώρα και, κυριότερα, πόσο εφικτή θα είναι στην πράξη η εφαρμογή της λογοδοσίας για τον τρόπο που ο αλγόριθμος του Twitter θα συλλέγει δεδομένα, θα προωθεί ειδήσεις, θα επιτρέπει ή θα «κατεβάζει» tweets και προφίλ; Ήδη πάντως τα πρώτα σύννεφα για την εφαρμογή της νομοθεσίας έχουν κάνει την εμφάνισή τους. Κατά την πρώτη ανακοίνωση του προσχέδιου νόμου τον περασμένο Δεκέμβριο, η εμπορική ένωση «Computer and Communications Industry Association», που εκπροσωπεί την Amazon, το Facebook, το Twitter και την Google, ανέφερε σε δήλωσή της: «Ανυπομονούμε να συνεργαστούμε με τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής της ΕΕ για να διασφαλίσουμε ότι οι προτάσεις πληρούν τους δεδηλωμένους στόχους, ώστε οι Ευρωπαίοι να συνεχίσουν να αποκομίζουν όλα τα οφέλη των ψηφιακών προϊόντων και υπηρεσιών. Ελπίζουμε ότι οι μελλοντικές διαπραγματεύσεις θα επιδιώξουν να καταστήσουν την ΕΕ ηγέτη στην ψηφιακή καινοτομία, όχι μόνο στην ψηφιακή ρύθμιση».

Ήδη η απόπειρα εκμετάλλευσης ενός εμμέσως διχαστικού διλήμματος «καινοτομία ή ρύθμιση» κάνει αχνά την εμφάνισή της, προϊδεάζοντας για τα όσα θα ακολουθήσουν στη σύγκρουση των τεχνολογικών κολοσσών με τα περιφερειακά κέντρα σχεδιασμού και εφαρμογής πολιτικών. Η προσπάθεια περιορισμού της ισχύος των «Big Tech» εταιρειών από την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η πρώτη σε τόσο μεγάλη κλίμακα. Μένει να φανεί σε τι βαθμό θα είναι αποτελεσματική και εάν θα αποτελέσει κίνητρο για αντίστοιχες πρωτοβουλίες σε παγκόσμιο επίπεδο, ώστε να εισέλθουμε σε μια νέα εποχή για την ψηφιακή παρουσία ατόμων και επιχειρήσεων. Όλα αυτά, ενώ ταυτοχρόνως οι στοχεύσεις του Elon Musk για την ψηφιακή συνδιάλεξη θα αποκρυσταλλώνονται με ταχείς ρυθμούς, φέρνοντας επίσης νέα δεδομένα στη συζήτηση.