Πολιτικη & Οικονομια

Η διαστροφή της ισότητας

Γιατί η «ισότητα» όπως την αντιλαμβάνεται ο ΣΥΡΙΖΑ είναι λάθος και γιατί δείχνει άγνοια του νομικού πολιτισμού και της έννοιας της δικαιοσύνης

Σώτη Τριανταφύλλου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σχόλιο για τις πολιτικές αντιλήψεις της ισότητας και την ίση πρόσβαση στις ευκαιρίες στον σημερινό κόσμο και την Ελλάδα.

O κ. Τσίπρας διαμαρτυρήθηκε ότι το πρόστιμο των 100 ευρώ για όσους παραμένουν ανεμβολίαστοι δεν είναι αναλογικό κι ότι «οδηγεί σε εξαθλίωση τους χαμηλόμισθους και τους χαμηλοσυνταξιούχους». Πέρα από τη γλαφυρή υπερβολή, στοιχείο της σταθερά φαιδρής αντιπολίτευσης, υπάρχει μια παρεξήγηση περί ισότητας: λες και οι νόμοι πρέπει να εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν του εισοδήματος. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η λύση θα ήταν να κάνουν όλοι το εμβόλιο, το οποίο είναι δωρεάν και προσιτό με απλή διαδικασία ―όμως ο κ. Τσίπρας απομακρύνει, για μια ακόμα φορά, αυτή τη λύση ταλαιπωρώντας όλους μας, και επιπλέον επιδεικνύοντας βαθιά άγνοια του νομικού πολιτισμού. Το δίπολο φτωχοί-πλούσιοι δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να επιτευχθεί διαφοροποίηση του νόμου.

Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν έλεγε ότι η πολιτική είναι δυσκολότερη από τα μαθηματικά: νομίζω ότι γίνεται ακόμα δυσκολότερη όταν οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν γρυ από μαθηματικά. Ίσως ο Αϊνστάιν είχε στο μυαλό του πόσο δύσκολο είναι να αντιληφθούμε την ισότητα και να την εφαρμόσουμε χωρίς να την κακοποιήσουμε. Η ισότητα, ένας από τους θεμελιώδεις στόχους της πολιτικής, είναι μια έννοια διπλή: ομοιότητα ή η «εξομοίωση» από τη μία πλευρά· ισότητα ως δικαιοσύνη από την άλλη. Στην πρώτη περίπτωση τα ίσα πράγματα λογίζονται ως ίδια: πρόκειται για μια απλή ιδέα που δεν μπορεί και δεν πρέπει να ισχύει στην κοινωνία. Ο Αριστοτέλης μάς λέει ότι «αδικία είναι η ανισότητα και δικαιοσύνη είναι η ισότητα», κάνοντας διάκριση μεταξύ της «αριθμητικής» (ή ποσοτικής) ισότητας και της ισότητας «των αναλογιών». Ο κανόνας της αριθμητικής ισότητας σημαίνει το ίδιο σε όλους: αυτό επιζητεί η αριστερά, αν και, όποτε τη συμφέρει, προτείνει «από τον καθένα σύμφωνα με τις δυνατότητές του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του» μεταφέροντας υλικά δεδομένα στο νομικό σύστημα. Όσο για τον κανόνα της ισότητα των αναλογιών σημαίνει το ίδιο στους ίδιους και διαφορετικό στους ανόμοιους. Παράδειγμα: σε όσους φοράνε παπούτσια Νο 40 δίνουμε παπούτσια Νο 40, ενώ σε ανθρώπους με διαφορετικά μεγέθη ποδιών δίνουμε διαφορετικά μεγέθη παπουτσιών. Οι νόμοι στη δημοκρατία είναι ίδιοι για όλους, αλλά η ισότητα στη φορολογία, για παράδειγμα, είναι αναλογικού τύπου: αν όλοι οι άνθρωποι πλήρωναν τον ίδιο φόρο θα προέκυπτε ανισότητα ή θα επιδεινωνόταν η υπάρχουσα.

Ο κατάλογος των μορφών ισότητας είναι μακρύς: πολιτική, κοινωνική, νομική, ακόμα και ριζοσπαστική οικονομική (τίποτα σε κανέναν). Στον σημερινό κόσμο και στη φιλελεύθερη δημοκρατία μάς ενδιαφέρει περισσότερο η «ισότητα των ευκαιριών», μια ισότητα επίσης διττή, που μπορούμε να αντιληφθούμε με δύο πολύ διαφορετικούς τρόπους. Μια πρώτη έννοια της ισότητας των ευκαιριών είναι η ίση πρόσβαση στις ευκαιρίες. Η δεύτερη είναι οι ίσες αφετηρίες. Στην πρώτη περίπτωση, μιλάμε για ίση αναγνώριση της ίσης αξίας, της ίσης ικανότητας και προσπάθειας. Αυτή η ισότητα προωθεί αυτό που ονομάζουμε αξιοκρατία: ίση σταδιοδρομία για την ίση ικανότητα, ίσες ευκαιρίες για να γίνει κάποιος άνισος με τους άλλους· να γίνει, για παράδειγμα, μεγάλος επιστήμονας ή μεγάλος καλλιτέχνης. Στη δεύτερη περίπτωση ζητάμε να εξομοιωθούν οι αρχικές συνθήκες. Έτσι, ενώ η ίση πρόσβαση στις ευκαιρίες αίρει τα εμπόδια, η ισότητα των αφετηριών είναι κάτι που πρέπει να κατασκευαστεί. Η πρόσβαση στις ευκαιρίες σημαίνει πρόσβαση σε διαδικασίες: στη μόρφωση, στην εργασία, στην παραγωγή πλούτου κτλ. Αντιθέτως, το σημείο εκκίνησης του καθενός εξαρτάται από τις ίσες συνθήκες και περιστάσεις από υλική και πολιτιστική άποψη.

Η πρώτη ισότητα είναι η φιλελεύθερη, η δεύτερη είναι η μαρξιστική. Πώς μπορούμε να επιτύχουμε πλήρη ισότητα αφετηρίας; Υπάρχουν πολλές ριζοσπαστικές ιδέες: για παράδειγμα, η προσφορά εκ μέρους του κράτους ενός «αρχικού κεφαλαίου» σε κάθε άτομο 20-25 ετών με παράλληλη κατάργηση των κληρονομιών. Το να αρχίζουν δηλαδή όλοι οι άνθρωποι από ένα μηδέν που δεν είναι ακριβώς μηδέν.

Στην αρχή της Γαλλικής Επανάστασης, ο Ζαν-Πολ Μαρά έγραφε στον Camille Desmoulins: «Ποιο είναι το νόημα της πολιτικής ελευθερίας για όσους δεν έχουν ψωμί; Εξυπηρετεί μόνο τους θεωρητικούς και τους φιλόδοξους πολιτικούς». Σοβαρή ερώτηση, αλλά ανεπαρκής απάντηση. Ο Desmoulins το διαπίστωσε σύντομα όταν κατέληξε στη γκιλοτίνα μαζί με άλλους προσκείμενους στον Νταντόν. Η ελευθερία, πράγματι, δεν δίνει ψωμί· ούτε ενδιαφέρεται για το ποιος πεινάει ― αν και εδώ πρέπει να σημειώσω ότι η ελευθερία επιτρέπει τη διεκδίκηση του ψωμιού. Αλλά αν το ψωμί είναι το παν για εκείνους που δεν το έχουν, γίνεται ένα τίποτα (ή σχεδόν) για όσους το έχουν. Δεν ζεις μόνο με ψωμί. Το ερώτημα του  Mαρά προκαλεί ένα άλλο ερώτημα: σε τι χρησιμεύει η ανελευθερία όταν δεν έχουμε ψωμί; Απάντηση: σε τίποτα. Όποιος αρνείται την ελευθερία με αντάλλαγμα το ψωμί είναι βλαξ με περικεφαλαία. Η ελευθερία δεν δίνει ψωμί και το ψωμί δεν δίνει ελευθερία. Αυτό το χονδροειδές λάθος, διέπραξε, μέσω της εσφαλμένης ιδέας για την ισότητα, «ο υπαρκτός μαρξισμός», ο κομμουνισμός: το αποτέλεσμα ήταν βάσανα για ενάμισι δισεκατομμύριο ανθρώπους. Για να γυρίσουμε σελίδα πρέπει να καταλάβουμε ότι όλα εξαρτώνται από την εξίσωση των «εξισωτών», δηλαδή από την υπακοή όλων στους ίδιους νόμους. Η ισότητα είναι ένα πρόβλημα της πολιτικής ελευθερίας (δηλαδή συνταγματικής μηχανικής), όχι πρόβλημα υλικής ισότητας.

Η λογική του κ. Τσίπρα βρίσκεται στη ρίζα της ανομίας στην Ελλάδα. Ο εννοούμενος ως αριστερός παραβάτης, που διαπράττει ας πούμε «πολιτικά» εγκλήματα (κατ’ αριστερή φαντασίωση), αντιμετωπίζεται διαφορετικά από τον δεξιό ή τον απολιτικό. Αν τα ΑΕΙ λυμαίνονταν ακροδεξιές ομάδες και όχι ακροαριστερές, θα είχαν διωχθεί προ πολλού. Αλλά, η διαφοροποίηση του νόμου, η οποία παρατηρείται και σε άλλες ομάδες με σκοπό άλλοτε τον κατευνασμό, άλλοτε τη διεστραμμένη ιδέα για την ισότητα, δεν εμποδίζει μόνο την ευταξία για την οποία έτσι κι αλλιώς αδιαφορεί ο ΣΥΡΙΖΑ, εμποδίζει τη δικαιοσύνη για την οποία υποτίθεται ότι ενδιαφέρεται.