Πολιτικη & Οικονομια

«Μνημόνιο ή ΣΥΡΙΖΑ»;

Γιώργος Παπασπυρόπουλος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ήμουν κι εγώ εκεί. Ένιωσα το κλίμα, τις δονήσεις, τραντάχθηκα με το κράξιμο στον Τσούκαλη της ΔΗΜΑΡ, άκουσα την ομιλία Τσίπρα.

Άκουσα λίγα αλλά ενδιαφέροντα για την εναλλακτική διακυβέρνηση. Για κούρεμα του χρέους, για πάγωμα των δόσεων για τέσσερα χρόνια, για σεισάχθεια στα υπερχρεωμένα νοικοκυριά, για ρήτρα ανάπτυξης στην αποπληρωμή των δανείων. Άκουσα για εγγύηση του κράτους στη διατροφή και την υγεία του πληθυσμού. Δεν άκουσα για έξοδο από το ευρώ, ούτε άμεσα ούτε έμμεσα.

Είδα ανθρώπους με πραγματική αγωνία για το αύριο, το μέλλον το ατομικό και το συλλογικό. Δεν είδα συνιστώσες με τραπεζάκια παρά μόνο τομείς δραστηριότητας και εκδόσεις.

Άκουσα μια ομιλία με πολύ συναίσθημα, άγαρμπες επαναλήψεις παλαιοκομμουνιστικών εικόνων και συνθημάτων αλλά και παρηγορητικό λόγο για ένα λαό που στενάζει από την κρίση και νιώθει μόνος και αβοήθητος. Έναν «ηγετικό λαϊκισμό» που κανένα μεγάλο κόμμα δεν μπορεί να αποφύγει – ένα μητρικό λόγο μέσα σε έναν ωκεανό πατρικών υποδείξεων και απειλών από φίλους και εχθρούς.

Δεν κατάλαβα το δίλημμα «μνημόνιο ή ΣΥΡΙΖΑ». Δεν νιώθω ότι όλα τα παραπάνω δεν είναι ένα ακόμη μνημόνιο που –αν όλα πάνε καλά, όπως σε κάθε διαπραγμάτευση– θα υπογραφεί ανάμεσα στους χρηματοδότες και τη νέα κυβέρνηση. Προφανώς εννοούν τα προηγούμενα μνημόνια, τις λάθος συνταγές που συνομολογούσαν ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και τρόικα. Μνημόνια που εφαρμόστηκαν μόνο λογιστικά με οριζόντια μέτρα που ζητούσαν τα ελληνικά κόμματα ή και η τρόικα κατόπιν υποδείξεως του ντόπιου πελατειακού κατεστημένου. Μνημόνια ακούγαμε και φόρους βλέπαμε, αναδιάρθρωση ακούγαμε απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα βλέπαμε – τώρα και στο δημόσιο. Το σύνθημα θέλει να πει «εδώ το καλό μνημόνιο», το «ελληνικό μνημόνιο», «το μνημόνιο που θα επιβάλλουμε», αλλά η διατύπωση είναι λαϊκιστική και ατυχής – από την περίοδο των συνιστωσών και του ακραίου τυχοδιωκτικού λόγου.

Είδα ένα νέο κόμμα να γεννιέται. Ενιαίο, κανονικό, πιο πολύ σοσιαλδημοκρατικό, παρά νεοκομμουνιστικό. Χωρίς σαφές πρόγραμμα ακόμη, αλλά σε καμιά περίπτωση στην κατάσταση όπου ο Ρούντι Ρινάλντι της ΚΟΕ καλούνταν να δώσει τη μαοϊκή προοπτική του «αντιμνημονιακού» κινήματος. Κάθε βήμα προς τη σοβαρότητα και τη συγκεκριμενοποίηση ενός νεοσοσιαλδημοκρατικού προγράμματος είναι καλό για μια χώρα που κρέμεται στο χείλος του γκρεμού. Αν μάλιστα οι «ακραίοι» έχουν αναλογικά και τα πενιχρά αποτελέσματα στις θέσεις της νέας ηγεσίας που φανταζόμαστε, μια νέα περίοδος ανοίγει με την τρίτη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ μετά την αριστερή στροφή του Α. Αλαβάνου και την παλαβή συγκυβέρνηση των συνιστωσών. Λογικοί άνθρωποι υπάρχουν και στον ΣΥΡΙΖΑ. Και μεταρρυθμιστές, όσο κι αν αυτό βρισκόταν στο απαγορευμένο λεξιλόγιο του αντιμνημονιακού λεξικού της εποχής της μετάβασης από το 4% στο νεοπαπανδρεϊκό 27%.

Η κυβέρνηση κατηφορίζει προς τον αυταρχισμό καθημερινά. Το πλιάτσικο του πελατειακού κομματικού κράτους/συστήματος απέναντι σε ό,τι εισόδημα έχει απομείνει στον κόσμο της εργασίας, συνεχίζεται με αφόρητες φορολογικές επιδρομές. Η ανάπτυξη δεν έχει καμιά πιθανότητα με αυτή την κυβέρνηση. Υπάρχει όχι για να σώσει ό,τι σώζεται (κι εδώ είναι απογοητευτική η μετάλλαξη του Γ Στουρνάρα σε απολογητή της υποκρισίας), αλλά για να σώσει τους υπεύθυνους της χρεοκοπίας από την απόδοση ευθυνών και το σύστημα των κρατικοδίαιτων ελίτ από τις αναλογικές υποχρεώσεις τους στα βάρη της κρίσης.

Με αυτήν την πολιτική δεν υπάρχει μέλλον. Το νιώθουμε στο πετσί μας –το ’νιωσε και η ΔΗΜΑΡ πέραν των δικών της ευθυνών. Το «σύστημα» έχει τη δική του ατζέντα – και οι Ευρωπαίοι ανάξιους και υποκριτές συνομιλητές. Ίσως μάλιστα η δραχμή μαζί με ένα κούρεμα bonus είναι και η τελευταία τους επιθυμητή παρέμβαση στο αμετανόητο ελληνικό πολιτικό σύστημα. Και χωρίς καν ΣΥΡΙΖΑ...

Οι μεταρρυθμιστικές δυνάμεις έχουν χάσει κάθε ελπίδα από τη δικομματική συνεργασία του παλιού συστήματος – δεν έχουν κανένα σχέδιο, καθημερινά εξευτελίζουν την έννοια «μεταρρύθμιση» και τιμούν την παλαιοκομματική τους προέλευση και «ιδεολογία». Αν χθες ήταν ρίσκο να εμπιστευθεί κανείς τον ΣΥΡΙΖΑ της εξόδου από το ευρώ και του ατυχήματος της δραχμής, σήμερα, με την πολιτική αυτής της κυβέρνησης και τα δυο είναι βεβαιότητες – από αλλού. Έτσι αλλάζουν και οι προτεραιότητες για τους μεταρρυθμιστές. Εκεί που υπήρχε η ελπίδα υπάρχει απογοητευτική βεβαιότητα κι εκεί που υπήρχε τυχοδιωκτισμός και αβεβαιότητα, αρχίζουν και σχηματίζονται πιθανότητες. Ίδωμεν...

Το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί έτσι απλά να προσπεραστεί σαν ένα ακόμη χωρίς σημασία επεισόδιο στη μακρά πορεία της «παλαβής αριστεράς των συνιστωσών». Γιατί κάτι αλλάζει. Ήδη καταργήθηκε μόλις χθες ένα ιστορικό κόμμα, ο Συνασπισμός, μαζί με μια πλειάδα συνιστωσών. Η «βίαιη ωρίμανση» (του Γ. Δραγασάκη) δείχνει να υλοποιείται. Και ο ΣΥΡΙΖΑ από μέρος του προβλήματος μπορεί να γίνει μέρος της λύσης. Ίσως έχει τη δύναμη να ανατρέψει ένα σύστημα που εισέβαλε μέσα του ως βαθύ ΠΑΣΟΚ σε μια αναπόφευκτη πορεία διεύρυνσης – να ενσωματώσει την απόπειρα ενσωμάτωσής του, να ξεφύγει από την παλαβομάρα της υιοθέτησης κάθε αιτήματος δίκαιου και άδικου, μερικού και γενικού, αλλαγής αλλά και συντήρησης. Το συνέδριο θα δείξει.