Πολιτικη & Οικονομια

Η τρομερή όψη της συγχώρεσης

Η ερώτηση που δεν απαντιέται

Αλέξης Κροκιδάς
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τότε ο Πέτρος πλησίασε τον Ιησού και τον ρώτησε: Κύριε, δηλαδή πόσες φορές θα αμαρτήσει ο αδελφός μου προς εμένα και εγώ θα πρέπει να τον συγχωρώ; Μέχρι εφτά φορές; Και ο Ιησούς του απαντά: Όχι, δεν σου λέω μέχρι εφτά, αλλά μέχρι εβδομήντα εφτά φορές. (Ματθ. 18:21-22).

Πέρα από το χιουμοράκι του Ιησού, ή ίσως του Ματθαίου, και πέρα από το παίγνιο με την υπέρβαση του ιερού αριθμού Εφτά, το ηθικό πρόσταγμα εδώ δεν είναι καθόλου αστείο. Μάλιστα είναι τόσο τρομερό, που προκαλεί δέος.

Το τρομερό δέος της συγχώρεσης, δεν είναι άραγε το τρομερό δέος που κατακλύζει το υποκείμενο, αντιμέτωπο με την ελευθερία στην οποία υπόκειται και στην οποία καλείται να υποκύψει ως υποκείμενο;

Αν μπορώ να συγχωρέσω, μπορώ, γιατί είμαι ελεύθερος. Αλλά η ελευθερία δεν εκπορεύεται από την δυνατότητα να επιλέξω, από ένα Μπορώ, αλλά από ένα Πρέπει. Dukannst, dendusollst! Μπορείς δηλαδή, ακριβώς επειδή πρέπει, έλεγε ο αυστηρότατος φιλόσοφος Immanuel Kant, αναγγέλλοντας μία επανάσταση στην Ηθική σκέψη της Δύσης. Μια επανάσταση, ο μακάβριος απόηχος της οποίας δεν ακούστηκε ίσως στα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Άουσβιτς;

...nach Auschwitzein Gedichtzuschreiben, ist barbarisch... έλεγε ένας άλλος Γερμανός φιλόσοφος, ο Theodor W. Adorno, στα τέλη της δεκαετίας του 1940. Μετά από το Άουσβιτς είναι βαρβαρότητα να γράφει κανείς ποίηση. Δεν είναι δυνατόν να γράφει κανείς ποίηση.

Η συγχώρεση όμως για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας είναι δυνατή;

Πριν επιχειρήσουμε να απαντήσουμε αυτό που ίσως δεν απαντιέται, ας μην ξεχνάμε, ή, αν δεν το μάθαμε ποτέ για να το ξεχάσουμε, ας αναλογισθούμε, εν παρόδω, ότι το ιστορικό κατασκεύασμα «Έγκλημα κατά της ανθρωπότητας» (Crime against Humanity) προσβάλλει θανάσιμα την ίδια την Ηθική. Γιατί κατασκευάστηκε αυτή η ειδική κατηγορία εγκλήματος; Cuibono? Η σχολική απάντηση θα ήταν κάπως έτσι: γιατί η ανθρωπότητα βρέθηκε μπροστά σε μια ανείπωτη βαρβαρότητα, βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα είδος εγκλήματος που διαπράχθηκε σε τέτοια κλίμακα και με τέτοιο σύστημα που ξεπερνούσε τον ανθρώπινο νου, και τον νομικό νου, και όφειλε να ονομάσει αυτό που μέχρι τότε δεν είχε όνομα, όχι μόνο στο όνομα των θυμάτων, αλλά στο όνομα της ανθρωπότητας. Βέβαια ο σχολαστικός καθηγητής ίσως να προσέθετε εδώ ότι αυτό που δεν είχε επίσημα αναγνωρισμένο όνομα/υπόσταση, είχε ωστόσο μια κάποια γενεαλογία και είχε αρχίσει να ακούγεται ψιθυριστά και πριν το 1939 και πάντως σίγουρα πριν από τις δίκες της Νυρεμβέργης. Αλλά για να μην μπερδέψει τους μαθητές (μαθήτριες δεν υπάρχουν στο συγκεκριμένο σχολείο, είναι αρρένων) θα το άφηνε ίσως εκεί.

Δεν πρόκειται βέβαια για ένα αδιάφορο παιχνίδι ονοματο-ποίησης για να περνά η ώρα. Η ώρα περνάει έτσι κι αλλιώς. Αμείλικτα. Δεν σταματά για κανέναν. Einmencschstirbt… undkeine, keine Uhrbleibtstehen…Ένας άνθρωπος πεθαίνει… και κανένα, κανένα ρολόι δεν σταματάει.

Και λοιπόν; Τι να κάνουμε, θα ρωτούσε ίσως κάποιος (εγώ δεν θα το ρωτούσα). Να πεθάνουμε κι εμείς; Τουλάχιστον έχουμε τώρα, ή εν πάση περιπτώσει την κτίζουμε σιγά σιγά, μια συλλογική συνείδηση για το τι σημαίνει έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Και μπορούμε έτσι να αντιμετωπίσουμε όσα έγιναν στην Ρουάντα, στο Νταρφούρ, Βοσνία Ερζεγοβίνη, Ανατολικό Τιμόρ, στην Νότια Αφρική την περίοδο του Απαρτχάιντ, γιατί όχι και στην Χιλή του Πινοσέτ, την γενοκτονία των κουλάκων επί Στάλιν, τις κτηνωδίες του Βασιλιά του Βελγίου Λεοπόλδου του Δεύτερου στο Κονγκό…

Αυτός  κατάλογος δεν είναι οδυνηρός μόνο για αυτά που περιέχει, αλλά και γιατί είναι κατάλογος, ένα μενού δηλαδή. Και δεν τελειώνει εδώ, όχι γιατί είναι μακρύς, αλλά γιατί δεν έχει τέλος. Μπορούμε να προσθέτουμε το μενού και να αφαιρούμε απ’ αυτό, ad libitum. Και φυσικά μπορούμε να διαλέξουμε τι θα φάμε. Στις 17 Ιουλίου 1998 στην Ρώμη, 120 χώρες ψήφισαν υπέρ της συνθήκης της Ρώμης για την εγκαθίδρυση ενός διαρκούς διεθνούς δικαστηρίου για την εκδίκαση εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας (υπήρχαν άλλες τρείς κατηγορίες), εφτά ψήφισαν κατά, και 21 απείχαν. Για το ιστορικό, τρείς από τις εφτά που καταψήφισαν, ήταν οι ΗΠΑ, η Κίνα και το Ισραήλ.

Αλλά η συγχώρεση; Η έννοια της συγχώρεσης έχει θεμελιακή θέση στην Χριστιανική και βέβαια και στην ευρύτερη Αβρααμική παράδοση. Αν προσπαθούσαμε με κάποιου είδους νοητική χειρουργική επέμβαση ακριβείας να αφαιρέσουμε μόνο την συγχώρεση, τίποτα άλλο, από αυτήν την παράδοση, θα βλέπαμε μπροστά στα μάτια μας ολόκληρο το οικοδόμημα να καταρρέει.

Και πάλι, πες ότι τα καταφέρναμε με κάποιον τρόπο, και ότι τώρα στεκόμασταν μπροστά στα συντρίμμια που θα είχαν σωριαστεί μπροστά μας, ίσως σαν τον άγγελο της ιστορίας του Walter Benjamin. Μπροστά μας τα συντρίμμια. Αλλά τουλάχιστον, δεν θα κρατούσαμε στα χέρια μας την συγχώρεση, καθαρή, άσπιλη, χωρίς προϋποθέσεις, χωρίς την παραμικρή πρόσμειξη από οτιδήποτε δεν είναι συγχώρεση;

Δεν θα μπορούσαμε τουλάχιστον να έχουμε αυτό; Πιo εύκολο θα ήταν για τον Σάϋλοκ να κόψει την λίβρα σάρκας που διεκδικούσε και φυσικά να την κόψει ακριβώς, ούτε ένα κλάσμα της ουγγιάς πιο πολύ, ούτε ένα κλάσμα πιο λίγο, και να μην χύσει ούτε μία σταγόνα αίμα, παρά για εμάς να κόψουμε την συγχώρεση και μόνο αυτή από το σώμα της ιστορίας.

Και τελικά, για να επιστρέψουμε στην ερώτηση που δεν απαντιέται. Είναι η συγχώρεση δυνατή; Όχι ως ανταλλαγή, π.χ. μου ζητάς ειλικρινή συγγνώμη, σε συγχωρώ, όχι υπό προϋποθέσεις, όχι για θεραπευτικούς λόγους, πχ συγχωρώ για να αισθάνομαι καλύτερα, όχι γιατί έχω το δικαίωμα να συγχωρήσω, και ποιός μου έδωσε αυτό το δικαίωμα που ιστορικά ανήκε στον βασιλιά; Η συγχώρεση είναι δυνατή, απαντά, ένας Γάλλος αυτή τη φορά φιλόσοφος, μόνο όταν είναι αδύνατη. Η συγχώρεση είναι συγχώρεση μόνο όταν καλείται να συγχωρέσει το ασυγχώρητο. Αλλά αν το συγχωρέσει, δεν είναι πια ασυγχώρητο.

Εμείς το λέμε πιο απλά. Από τότε που βγήκε η συγγνώμη, χάθηκε το φιλότιμο. Αλλά ακόμα και ο σοφός ελληνικός λαός μπορεί να λέει μπούρδες. Γιατί από τότε που βγήκε η συγγνώμη, δεν χάθηκε το φιλότιμο, αλλά η ίδια η συγχώρεση.