Πολιτικη & Οικονομια

Μέρες εθνικού πένθους

Οι χειροκροτητές. Οι θεομηνίες. Το αόρατο νήμα

Γιώργος Παναγιωτάκης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Μια ευχάριστη έκπληξη περίμενε τον πρωθυπουργό στο χωριό Εράσμιο της Ξάνθης. Κάτοικοι του χωριού συγκεντρώθηκαν σε ένα σημείο του δρόμου από όπου θα περνούσε και σταμάτησαν την πομπή των αυτοκινήτων. Στα χέρια τους κρατούσαν λουλούδια και μόλις ο πρωθυπουργός κατέβηκε, τον αγκάλιασαν και του πρόσφεραν ανθοδέσμες λέγοντάς του: «Σε περιμέναμε πολύ ώρα». Μία γυναίκα τού είπε: «Σε ευχαριστούμε πολύ γιa αυτά που είπες χθες το βράδυ» (σ.σ. για τη διανομή του κοινωνικού μερίσματος).»

Η παραπάνω συγκινητική σκηνή, την οποία τόσο ζωντανά περιγράφει το δημοσίευμα του Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων, διαδραματίστηκε την Τρίτη. Ας τη φανταστούμε για λίγο: Τα σκουρόχρωμα αυτοκίνητα κινούνται γοργά στους επαρχιακούς δρόμους του κάμπου της Ξάνθης. Ο πρωθυπουργός, αποκαμωμένος και με τις σκοτούρες να τριβελίζουν το πρωθυπουργικό κεφάλι του, κατεβάζει το παράθυρο. Ρουφάει τη μυρωδιά του κάμπου και την υγρή ανάσα του Νέστου που κυλά αμέριμνος εκεί κοντά. Ξάφνου, ο οδηγός φρενάρει. Ο πρωθυπουργός για μια στιγμή ανησυχεί. Γρήγορα, ένα πλατύ χαμόγελο χαράζει το κουρασμένο του πρόσωπο. Είναι απλά οι κάτοικοι του Εράσμιου που, φορτωμένοι με άνθη, στέκονται στο οδόστρωμα. Τον υποχρεώνουν να βγει, τον αγκαλιάζουν, τον φιλούν…

Όχι, κακόπιστοι. Την πράξη αυτή δεν την είχε σκεφτεί κάποιος υπεύθυνος επικοινωνίας. Δεν την είχε οργανώσει κάποιο κομματικό στέλεχος της περιοχής. Έτσι, στα ξαφνικά, ένας χωρικός πέταξε την ιδέα στο καφενείο. Σύντομα, τα λόγια του έβγαλαν φτερά και έφτασαν σε όλους τους μαχαλάδες. «Ναι», είπαν οι πάντες, «ας τρέξουμε να τον αγκαλιάσουμε, να τον ευχαριστήσουμε. Εσείς, Μαριώ και Λένα, να μαζέψετε τα λουλούδια και εσύ κυρ Κώστα που πιάνουν τα χέρια σου, φτιάξε τις ανθοδέσμες». «Να βάλω να ψήσω και μια πίτα;» θα ρώτησε η κυρά Φωτεινή που η μάνα της ήρθε πρόσφυγας από την Ανατολική Θράκη. «Όχι δεν προφταίνουμε. Δεν πειράζει, αρκούν τα λουλούδια. Θα καταλάβει αυτός. Όλα τα καταλαβαίνει. Αισθάνεται τον λαό, νιώθει τις ανάγκες του. Το απέδειξε και με το μέρισμα που αποφάσισε να μας δώσει».

Την ίδια πάνω κάτω ώρα, στο όρος Πατέρας, πάνω από την Μάνδρα Αττικής, άρχισε να βρέχει. Τη νύχτα η βροχή δυνάμωσε και οι  παράλογες χαράξεις των δρόμων, τα μπαζωμένα ρέματα, οι γυμνές από δέντρα πλαγιές, οι εγκάρσια χτισμένες βιομηχανικές μονάδες, οι μεγάλες αποθήκες, οι αυθαίρετες κατασκευές της κάθε επιχείρησης, τα σπίτια, τα σπιτάκια, οι ράμπες, τα τοιχάκια,  όλα τα παραπάνω μαζί και ένα ένα ξεχωριστά, στέλνουν το ποτάμι στην κατοικημένη περιοχή.

Την Τετάρτη το απόγευμα, με τους νεκρούς να έχουν φτάσει στον ασύλληπτο αριθμό 15 (αργότερα αυξήθηκαν και άλλο) ο πρωθυπουργός, άρτι αφιχθείς από τη θριαμβευτική περιοδεία του στη Θράκη, κηρύσσει τριήμερο πένθος. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης σπεύδει επί τόπου για αυτοψία. Η περιφερειάρχης υποβάλλει μηνυτήρια αναφορά «προκειμένου αυτή τη φορά κάποιοι και κάποιες να τιμωρηθούν».

Οι εφημερίδες  και τα ειδησεογραφικά σάιτ, από τη μεριά τους, κάνουν πανομοιότυπα αφιερώματα στις πλημμύρες του παρελθόντος στην Αττική. Μαθαίνουμε τις χρονολογίες και τους αριθμούς απέξω: Τον Νοέμβριο του 1895 οι νεκροί ήταν εξήντα ένας. Τον Νοέμβριο του 1925, οκτώ. Τον Νοέμβριο του 1934, έξι. Τον Νοέμβριο του 1961, σαράντα τρεις. Τον Νοέμβριο του 1977, τριάντα εφτά. Τον Οκτώβριο του 1994, δεκαεφτά. Τον Ιανουάριο του 1996, δύο. Όλοι σε φτωχές ή υποβαθμισμένες περιοχές.    

Στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Τα Νέα» της 4ης Νοεμβρίου 1977, βλέπουμε φωτογραφίες μικρών παιδιών από το Κερατσίνι, τη Νίκαια, το Αιγάλεω, του Ρέντη, το Μοσχάτο. Πάνω δεξιά διακρίνουμε και έναν ηλικιωμένο, νεκρό σε μια παράξενη στάση –τότε οι εφημερίδες δημοσίευαν ακόμη τέτοιες εικόνες. Αν σκύψουμε κοντά μπορούμε να διαβάσουμε και τη λεζάντα: «Ο μπάρμπα-Αλέκος, αγνώστων λοιπών στοιχείων. Τον φωτογράφισε ο ηθοποιός Βασίλης Μπουγιουκλάκης». Ναι, ο ίδιος (συχωρεμένος πια) που λίγα χρόνια αργότερα έκανε τις αξέχαστες εκπομπές του στο Κανάλι 29, αναφωνώντας κάθε τρεις και λίγο: «Προσκυνώ τη χάρη σου λαέ μου!».

Υπάρχει ένα αόρατο νήμα που τα συνδέει όλα αυτά: Τις «αυθόρμητες» εκδηλώσεις των χειροκροτητών, τα καλλιεπή άρθρα των πρακτορείων, τα μπαζωμένα ρέματα των προαστίων, τις τσιμεντένιες ιδιοκατασκευές των επιχειρήσεων, τις «πρωτοφανείς» θεομηνίες που πνίγουν τις φτωχογειτονιές κάθε Νοέμβρη, τους «πρωτοφανείς» ανέμους που κατακαίνε τα δάση κάθε Ιούλη, τις εξαγγελίες των αρμοδίων, τις σταράτες δηλώσεις των δημάρχων και των περιφερειαρχών, τα μαχητικά ρεπορτάζ των τηλεοπτικών σταθμών, τις ευθύνες που θα αποδοθούν και δεν αποδίδονται, τα έργα που θα γίνουν αλλά δεν γίνονται, τα κονδύλια που εξανεμίζονται μυστηριωδώς, τα πρωθυπουργικά διαγγέλματα, τις αναρτήσεις των κομματικών υπαλλήλων στα social media, τις αυτοψίες των αρχηγών της αντιπολίτευσης που αργότερα θα γίνουν πρωθυπουργοί και θα κηρύσσουν εκείνοι τα τριήμερα πένθη… Είναι ένα νήμα καλά μπλεγμένο γύρω μας που οριοθετεί και καταδεικνύει, για μία ακόμη φορά, τη συλλογική αποτυχία μας.