Πολιτικη & Οικονομια

Ο Αϊ-Βασίλης δεν μένει πια εδώ

Το παραμύθι δεν πιάνει

Σπύρος Βλέτσας
ΤΕΥΧΟΣ 595
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κάποτε νομίζαμε ότι όταν το κράτος μοιράζει λεφτά δεν τα πληρώνει κανείς. Αργότερα μάθαμε ότι τόσες παροχές, τόσες πρόωρες συντάξεις, τόσοι διορισμοί, τόσα επιδόματα τόσα πανεπιστήμια και ΤΕΙ πληρώνονταν από δανεικά. Μας έφαγε καιρό να το συνειδητοποιήσουμε. Τώρα που τα δανεικά τελείωσαν και ξέρουμε πλέον ότι ένα από τα βασικά ζητήματα της πολιτικής είναι το πώς μαζεύει τα χρήματα το κράτος και το πώς τα ξοδεύει, ας θέσουμε μερικά ερωτήματα:

• Ποιος έχει μεγαλύτερη ανάγκη, ένα ζευγάρι συνταξιούχων που παίρνουν ο καθένας 850 ευρώ το  μήνα ή μια οικογένεια με δύο παιδιά και τους δύο γονείς άνεργους, που κανείς δεν παίρνει επίδομα ανεργίας, όπως συμβαίνει με το 90% των ανέργων;

• Ποιος έχει μεγαλύτερη ανάγκη, ένας συνταξιούχος που παίρνει 850 ευρώ σύνταξη ή ένας εργαζόμενος με 650 ευρώ μεικτά από τα οποία θα πρέπει να πληρώσει και τις αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές; Όταν τα 650 ευρώ μεικτά αντιστοιχούν στην πλήρη απασχόληση τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα για εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους με μερική απασχόληση.

• Τι είναι προτιμότερο, να μοιράσει κάποιος 600 εκ. σε συνταξιούχους ή να τα προσθέσει στο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων ώστε να δημιουργηθούν δουλειές για δεκάδες χιλιάδες ανέργους σε έργα και υποδομές που θα συμβάλουν στην ανάπτυξη και θα βοηθήσουν στη συνέχεια να βρουν και άλλοι δουλειά; (Από 4,5 δις που ήταν η εθνική συμμετοχή στο πρόγραμμα το 2004, κατέβηκε στα 750 εκ. το 2016, ενώ το κράτος ξοδεύει συνολικά πολύ περισσότερα από τότε.) 

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που εκλέχτηκε λέγοντας ότι θα πάρει τα λεφτά από τους πλούσιους και θα τα μοιράσει στους φτωχούς, μετά την αποτυχία της πολιτικής της το 2015 έβαλε νέους φόρους σε πλούσιους και φτωχούς. Για να μη φανεί το μέγεθος της αύξησης προτίμησε να το μοιράσει στην καθημερινή κατανάλωση, ποντάροντας στο ότι οι πολλές μικρές αυξήσεις θα περάσουν απαρατήρητες.

Η αύξηση του ΦΠΑ και των άλλων φόρων, που επέβαλε η κυβέρνηση, πάνω στις  αυξήσεις που είχαν επιβάλει οι προηγούμενες, επιβαρύνουν δυσανάλογα τα νοικοκυριά με πολύ μικρό εισόδημα. Τον ίδιο ΦΠΑ πληρώνουν πλούσιοι και φτωχοί, μόνο που στους πρώτους τρώει λίγο από το περίσσευμα, άλλα στους δεύτερους τρώει εισόδημα που δεν φτάνει. Οι χαμηλοσυνταξιούχοι, οι άνεργοι, οι φτωχοί, που ξοδεύουν όλα τους τα χρήματα σε τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης, βυθίστηκαν περισσότερο στη φτώχεια. 

Έτσι μια φτωχή οικογένεια εργαζομένων με παιδιά και 7.000 ευρώ ετήσιο εισόδημα –που τα βγάζει πέρα με χίλιες στερήσεις– χρηματοδότησε μέσω παλιών και νέων φόρων το πλεόνασμα, από το οποίο η κυβέρνηση αποφάσισε να ενισχύσει το ζευγάρι των συνταξιούχων με εισόδημα πάνω από 20.000 ευρώ (850x2Χ12=20.400).

Είναι φανερό ότι η κυβέρνηση δεν επιλέγει το πού θα δοθούν οι ενισχύσεις με κριτήριο το ποιος έχει τη μεγαλύτερη ανάγκη, ούτε με το πώς θα πιάσουν καλύτερα τόπο. Μοιράζει χρήματα που μάζεψε από τη φορολόγηση ακόμη και των φτωχών με κριτήριο το κομματικό όφελος. 

Όμως, δεν είναι μόνο αυτό. Τα μέσα ενημέρωσης δημιούργησαν την εντύπωση ότι οι συνταξιούχοι είναι οι πιο αδικημένοι της κρίσης και η κυβέρνηση, πέρα από την πελατειακή στόχευση, επιδιώκει και επικοινωνιακά οφέλη, εκμεταλλευόμενη τη γενική συμπάθεια προς τους συνταξιούχους. Ανάλογη είναι και η καλλιέργεια συμπάθειας προς τους «ενστόλους», όπως ανάλογη ήταν και η στάση της κυβέρνησης Σαμαρά όταν τους έδωσε μέρος των ενισχύσεων του 2014 (το υπόλοιπο είχε δοθεί σε φτωχά νοικοκυριά, ανεξάρτητα από το αν τα αποτελούσαν συνταξιούχοι, άνεργοι ή εργαζόμενοι).

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πολλοί συνταξιούχοι ζουν σε συνθήκες φτώχειας και χρειάζονται ενίσχυση πολύ μεγαλύτερη από αυτή που παρέχει η κυβέρνηση Τσίπρα. Δεν μπορούμε όμως να αγνοούμε ότι το ελληνικό κράτος ξοδεύει κάθε χρόνο περισσότερα από 15 δις για συντάξεις, αναλογικά τα περισσότερα σε ολόκληρο τον κόσμο.  Πώς γίνεται, τώρα, το κράτος να δίνει τόσα πολλά και να έχουμε τόσους φτωχούς συνταξιούχους;

Γίνεται γιατί υπάρχουν προνομιακές-χαριστικές συντάξεις και κυρίως επειδή υπάρχουν 700.000 συνταξιούχοι κάτω των 65 ετών (οι μισοί κάτω από 59) και επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό με 7,7 δις. Μάλιστα η μέση σύνταξη στους συνταξιούχους κάτω των 65 είναι κοντά στα 1.200 ευρώ, ενώ στους άνω των 65 είναι 800. 

Ο λόγος που υπάρχουν τόσοι φτωχοί συνταξιούχοι είναι η άλλη όψη του νομίσματος των χαριστικών ρυθμίσεων και των συντάξεων σε νέους ανθρώπους. Το ελληνικό πελατειακό σύστημα δεν είναι μόνο η κύρια αιτία της χρεοκοπίας, είναι και ένα εντελώς άδικο σύστημα που σε άλλους μοίραζε προνόμια και άλλους άφηνε αβοήθητους στη φτώχεια.

Τις αδικίες του πελατειακού συστήματος υποσχέθηκε να συντηρήσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Υποσχόταν τη συνέχιση των «κεκτημένων» και δεν εντόπιζε κανένα απολύτως προνόμιο που θα ήταν δίκαιο να περικοπεί, για να ενισχυθούν όσοι χρειάζονται προστασία. Η συνέχεια είναι γνωστή. 

Οι τελευταίες παροχές  είναι καταδικασμένες στη συνείδηση των πολιτών, γιατί όλοι πλέον γνωρίζουν ότι τα χρήματα αυτά έχουν μαζευτεί από το στύψιμο φορολογουμένων και επιχειρήσεων. Το παραμύθι δεν πιάνει. Το κράτος Αϊ-Βασίλης δεν μένει πια εδώ.