Πολιτικη & Οικονομια

Μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη: σκέψεις και προτάσεις

Kάτι θα μπορούσαν να συνεισφέρουν

4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Καθυστερήσεις στην εκδίκαση και την τελεσιδικία αποφάσεων που αγγίζουν τα όρια της αρνησιδικίας… Άσκηση διά δικαστικών αποφάσεων πολιτικής (συχνά με δημοσιονομικές επιπτώσεις, άρα και με συνέπειες εις βάρος των αδύναμων ή μη επαρκώς οργανωμένων ή μη επαρκώς εκπροσωπούμενων κοινωνικών κατηγοριών)… Ανασφάλεια στον τρόπο εφαρμογής του δικαίου… Εξαρτήσεις ή «χρέη» της δικαστικής προς την εκτελεστική εξουσία… Άθλια λειτουργία του σωφρονιστικού συστήματος: στην ουσία λειτουργεί ως μεταπτυχιακό ή ως πρακτική άσκηση επί του εγκλήματος… Σύστημα και τρόπος εφαρμογής ποινών που δεν ευνοούν ούτε τη γενική ούτε την ειδική πρόληψη κ.ο.κ.

Αυτές, μαζί με πολλές άλλες, είναι οι βασικές παθολογίες και παθογένειες του δικαστικού, δικαιοδοτικού και σωφρονιστικού της χώρας μας. Οι, δε, συνέπειες τους –και– στην παραγωγή ή τη διαιώνιση της οικονομικής υπανάπτυξης είναι, πιστεύω, παραπάνω από εμφανείς.

Κατά συνέπεια… Η προσπάθεια αντιμετώπισης ή περιορισμού των γενεσιουργών αιτίων και των εστιών που τις παράγουν θα δικαιολογούσε κάποιον ευρύτερο προβληματισμό επί ορισμένων θεσμικών μεταρρυθμίσεων, ενδεχομένως πρόσφορων να επενεργήσουν ευεργετικά προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση. Και με πρόθεση συμβολής σε ένα τέτοιο διάλογο καταθέτω κάποιες σχετικές προτάσεις.

Η διατήρηση του ομφάλιου λώρου μεταξύ εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας

Η δικαστική λειτουργία είναι πασιφανές πως συνίσταται στην άσκηση ουσιωδέστατης πολιτειακής εξουσίας («ο τύραννος στις δημοκρατίες είναι ο ανακριτής» έλεγε ο Β. Ουγκώ), χωρίς ωστόσο οι λειτουργοί της να διαθέτουν, τουλάχιστον στη χώρα μας, άμεση δημοκρατική νομιμοποίηση. Δεδομένου λοιπόν πως τέτοια νομιμοποίηση μόνον εμμέσως αντλούν, από το πολιτικό σύστημα, ενδεχομένως δεν είναι σκόπιμη η πλήρης αποκοπή του ομφάλιου λώρου που τους συνδέει με αυτό, δηλαδή με την πολιτική εξουσία. Άλλο, όμως, η πολιτική και άλλο η –στενά– εκτελεστική εξουσία.

Προτείνω, συνακόλουθα, για την επιλογή της ηγεσίας της Δικαιοσύνης να υιοθετηθεί μια μέθοδος μη στερούμενη αναλογιών με τις ακολουθούμενες για την επιλογή των ανεξάρτητων αρχών διαδικασίες: να απαιτείται μια ειδική πλειοψηφία, π.χ. των 2/3 των μελών του, ενός οργάνου στη σύνθεση του οποίου θα συμμετέχουν αναλογικά και οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης, εφόσον υπερέβησαν ένα εκλογικό ποσοστό, υψηλότερο ίσως του απαιτουμένου για την εκπροσώπησή τους στη Βουλή. Ενώ σκόπιμη, πιθανότατα, θα ήταν η αυτοδίκαιη και με ισότιμη ψήφο συμμετοχή στο όργανο αυτό των απερχόμενων ηγεσιών των ανώτατων δικαστηρίων, εκπροσώπων των μεγαλύτερων δικηγορικών συλλόγων της χώρας, των νομικών σχολών, ενός εκπροσώπου του ΠτΔ, ενδεχομένως των πρώην προέδρων αυτοπροσώπως κ.λπ.

Βεβαίως μια τέτοια μεταρρύθμιση, για να θεσμοθετηθεί, θα απαιτούσε σε τελική ανάλυση συνταγματική αναθεώρηση. Θα μπορούσαν, ωστόσο, οι σημαντικές πολιτικές δυνάμεις της χώρας να δεσμευθούν δημόσια –δημιουργώντας ντε φάκτο συνθήκη του πολιτεύματος– πως, μέχρις ότου καταστεί δυνατή η επιψήφιση και ολοκλήρωση αυτής της αναθεώρησης, θα ακολουθούν την προαναφερόμενη πρακτική, με την έννοια πως η εκάστοτε κυβέρνηση θα επιλέγει για την ηγεσία των ανώτατων δικαστηρίων τις προσωπικότητες που θα προτείνει το εν λόγω όργανο (το οποίο θα έχει συσταθεί και έως τότε θα λειτουργεί, τυπικά, ως συμβουλευτικό). Ενώ, εφόσον δεν επιτυγχάνεται η απαιτούμενη ειδική πλειοψηφία, θα μπορούσε να προβλεφθεί ανάδειξη προσωρινής ηγεσίας, π.χ. μονοετούς διάρκειας, διά κληρώσεως διεξαγόμενης μεταξύ των πέντε ή επτά παλαιοτέρων αντιπροέδρων ή εκλογή του προσωρινού πρόεδρου από όργανο με στενότερη σύνθεση, όπως το προαναφερόμενο, χωρίς συμμετοχή των εκπροσώπων των κομμάτων.

Επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης

Επιπροσθέτως προς τις θεσμοθετημένες ή υπό θεσμοθέτηση προβλέψεις εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών, επί ποινικών υποθέσεων σχετικά μικρής ποινικής απαξίας (π.χ. πλημμεληματικού χαρακτήρα), θα μπορούσε να προβλεφθεί η απευθείας τελεσιδικία πρωτοβάθμιων αποφάσεων τριμελών δικαστηρίων, εφόσον λαμβάνονται ομοφώνως, αλλά και με συμφωνία του εισαγγελέα έδρας. Ενώ για τα βαρύτερα εκ των πλημμελημάτων θα μπορούσε επίσης να θεσμοθετηθεί η τελεσίδικη εκδίκασή τους σε πρώτο βαθμό από εφέτες ή προέδρους πρωτοδικών. Ένα τέτοιο μέτρο θα προκαλούσε, βέβαια, τη συνδικαλιστική αντίδραση των δικηγόρων, η εισαγωγή του ωστόσο θα αναδείκνυε την αποφασιστικότητα του πολιτικού συστήματος για τολμηρές τομές (χωρίς, επί της ουσίας, βλάβη της ποιότητας της παρεχόμενης δικαιοσύνης). Επίσης, σκόπιμη θα ήταν η εξαιρετικά περιοριστική πρόβλεψη στον Κώδικα Ποινικής και Πολιτικής Δικονομίας των λόγων αναβολής εκδίκασης επίδικης υπόθεσης, καθώς και η πειθαρχική δίωξη δικαστών, επιρρεπών στις συχνές και άνευ βασάνου αναβολές.

Μερική αναστολή ποινής

Το ελληνικό νομικό σύστημα προβλέπει είτε έκτιση εξοντωτικών ποινών –που δημιουργεί και πρόβλημα χωρητικότητας των φυλακών– είτε ολοσχερή αναστολή των καταλογιζόμενων ποινών. Το τελευταίο, βέβαια, περιορίζει και την ειδική και τη γενική αποτρεπτική λειτουργία του δικαιοδοτικού συστήματος. Εάν, αντίθετα, προβλεπόταν, όπως σε ξένα νομικά συστήματα, η έκδοση ποινών με μερική αναστολή, του τύπου «δύο μήνες εγκλεισμός σε φυλακή και τρία χρόνια φυλάκιση με αναστολή», τότε η προοπτική φυλάκισης –και η κοινωνική της απαξία– ασφαλώς θα λειτουργούσαν αποτρεπτικά. Ενώ το «επικρεμάμενο υπόλοιπο» πιθανότατα θα απέτρεπε τις πράξεις υποτροπής των αποφυλακιζόμενων με μια τέτοια εκκρεμότητα.

Ειδικός τόπος έκτισης ποινών

Παράλληλα προς τους προβλεπόμενους πλέον εναλλακτικούς τρόπους έκτισης ποινών (συνήθως με την παροχή κοινωνικού έργου), θα μπορούσε να θεσμοθετηθεί η δυνατότητα έκτισης ποινών εκτός φυλακής –π.χ. σε μικρά νησιά της αγόνου γραμμής– ακόμη και καταδικαζόμενων για κακουργηματικές πράξεις, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Ποιες; α) Η φύση της πράξης και η προσωπικότητα του καταδικασθέντος –«εγκληματίας εκ περιστάσεως» ή «ειδικών συνθηκών»– να δημιουργούν τη βεβαιότητα πως αυτός, μη εγκλειόμενος σε σωφρονιστικό κατάστημα, δεν αποτελεί κίνδυνο για τους άλλους ανθρώπους. Και τι κοινωνικό κίνδυνο, πράγματι, θα προκαλούσε, περιορισμένος σε ένα μικρό νησί, ο καπετάνιος που καταδικάστηκε για πρόκληση ναυαγίου και ανθρωποκτονίες κατά συρροή εξ αμελείας; Ο επαγγελματίας οδηγός, πρόξενος πολύνεκρου ατυχήματος; Ο ταμίας τράπεζας που υπεξαίρεσε χρήματα; Ενδεχομένως, ακόμη και ο εξ ερωτικού πάθους ανθρωποκτόνος; β) Η τοπική κοινωνία να συμφωνεί στη «φιλοξενία» τέτοιου είδους καταδίκων. γ) Ο καταδικασθείς να αναλαμβάνει ο ίδιος το πλήρες κόστος της διαμονής του στον τόπο του περιορισμού του, κάτι που και εξοικονόμηση δημοσίου χρήματος θα επέφερε και την τοπική κοινωνία θα ενίσχυε. Ενδεχομένως, δε, θα προκαλούσε και άλλες παράπλευρες ωφέλειες (προφανείς σε κάποιες περιπτώσεις, όπως π.χ. η παραμονή ενός ηλεκτρολόγου ή ενός φυσικοθεραπευτή σε ένα μικρό νησί της αγόνου γραμμής). δ) Τέλος, δε, σε απολύτως ειδικές περιπτώσεις, να υπάρχει εγγυοδοσία και ανάληψη –από κάποιον ευκατάστατο πολίτη– της αστικής ευθύνης για ενδεχόμενες ζημίες σε περιουσίες που θα μπορούσε να προκαλέσει κατά τον περιορισμό του ο καταδικασμένος.

Κατηγοριοποίηση σωφρονιστικών συστημάτων

Να καταστεί επιβεβλημένος ο διαχωρισμός των κρατούμενων ανάλογα προς τη φύση του αδικήματος για το οποίο καταδικάστηκαν, την αξιολόγηση –από δικαστές, ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς– της προσωπικότητάς τους, την ηλικία τους, το αν είναι υπότροποι, το αν θεωρούνται εκπαιδεύσιμοι, αν κρίνεται πως διαθέτουν κάποιο ταλέντο κ.λπ.

Νομίζω, λοιπόν, πως οι προαναφερόμενες προτάσεις κάτι θα μπορούσαν να συνεισφέρουν στην ποιότητα του δικαιοδοτικού και σωφρονιστικού συστήματος της χώρας μας, του οποίου η μέχρι σήμερα λειτουργία μόνο άψογη δεν θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί…