Η Ρεβέκκα Καμχή γράφει για τη γνωριμία της με τον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Κακανιά και για την αναδρομική του έκθεση στην γκαλερί της
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
10°
Νίκος Αλιάγας: Θυμάμαι τον Βασίλη Βασιλικό
Βασίλης Βασιλικός (1933 - 2023): Ο Νίκος Αλιάγας γράφει για τον φίλο του που έφυγε από τη ζωή
Μια ασπρόμαυρη φωτογραφία που δείχνει τα χέρια του να κρατάνε τη χαρακτηριστική πίπα και να «ποζάρουν» πάνω σ ένα τραπεζάκι καφενείου, δίπλα σε ένα φλιτζανάκι ελληνικού καφέ και μια τσαλακωμένη απόδειξη: «Καφέ Χαρά, Αχιλλέως 21, Παλαιό Φάληρο, 18/12/20». Σε μια άλλη, επίσης ασπρόμαυρη, τον δείχνει τη στιγμή που υπογράφει ένα βιβλίο του με αφιέρωση στην μικρή κόρη του Νίκου Αλιάγα που τότε πρέπει να ήταν 9 χρονών. Γράφει ο Βασιλικός στα γαλλικά με τη χαρακτηριστική γραφή του: «Στην Αγάθη, για να το διαβάσει το έτος 20…». Δεν είχε προλάβει να ολοκληρώσει τη χρονιά που ο συγγραφέας λέει στο μικρό κορίτσι να διαβάσει το βιβλίο του και κλικ, η μηχανή του Νίκου, παγώνει τη στιγμή. Σε πόσα χρόνια συστήνει ο συγγραφέας του «Ζ» σ’ ένα κοριτσάκι να διαβάσει το βιβλίο του; «Δεν θυμάμαι τι έγραψε» μου απαντάει ο Νίκος στο τηλέφωνο, «το βιβλίο βρίσκεται τώρα στο σπίτι της Αθήνας». Θυμάται όμως άλλα ο Νίκος, πολύ καλύτερα, τα οποία και σας μεταφέρω. Μου λέει μερικά πράγματα για τον συγγραφέα που γνώρισε στο Παρίσι από τα πρώτα του βήματα, μιλάει γι αυτόν με μεγάλη αγάπη και νοσταλγία.
«Με τον Βασίλη είχαμε μια φιλία 25 ετών. Θυμάμαι την Ευρυδίκη, την κόρη του, μιλούσαμε χθες, τη συλλυπήθηκα, είναι 30 ετών τώρα και τη θυμάμαι κοριτσάκι δηλαδή. Τον Βασιλικό τον γνώρισα στο Παρίσι. Να σου πω δυο-τρία χαρακτηριστικά, πέρα από τον θαυμασμό που είχα για τον συγγραφέα, για τον διανοούμενο… Θυμάμαι όταν ήταν πρέσβης στην UNESCO, τι στάτους είχε, πώς άνοιγαν οι πόρτες για τα ελληνικά θέματα και δρώμενα, είχε τη δύναμη αυτή, σαν συγγραφέας του “Ζ”, να ταρακουνάει τα νερά και να λέει την άποψή του. Τον θυμάμαι ακόμα να παίρνει θέση και για τα μάρμαρα και για τα Γλυπτά του Παρθενώνα μες την καρδιά της UNESCO, ήταν μια πολύ δυναμική προσωπικότητα. Μια άλλη φορά θυμάμαι, πριν την UNESCO, όταν ήμουνα ακόμη στο Euronews, είχαμε βρεθεί στο Τορίνο και τρώγαμε παγωτό 2 η ώρα το πρωί μπροστά στο ξενοδοχείο που είχε αυτοκτονήσει ο Παβέζε, και τραγουδάγαμε Καζαντζίδη, “Η ζωή μου όλη”, “ένα τσιγάρο που δεν το γουστάρω κι όμως το φουμάρω”, και κάτι τέτοια. Ήταν ένας μπον βιβάν, του άρεσαν και τα του πνεύματος, είχαμε μεγάλες συζητήσεις όταν βρεθήκαμε στην εκπομπή του τη φιλολογική που έκανε στην ΕΡΤ3, προσωκρατικούς για παράδειγμα, μιλούσαμε για τον Ηράκλειτο, τον Πίνδαρο κι όλους αυτούς και μου ‘χε μάθει πράγματα πολλά, και βιβλία μου ‘χε δώσει πολλά, ξέρεις όταν είσαι ένας νέος δημοσιογράφος, για να “ποτιστείς”, να εμπλουτίσεις λίγο τις γνώσεις σου, τι άλλο να πω, έχω τόσες μνήμες…
Τα τελευταία χρόνια τον έβλεπα στην Αθήνα, στα νότια προάστια και τα λέγαμε… ήταν μεγάλη μορφή ο Βασίλης, μεγάλη προσωπικότητα, ήταν εικονοκλαστικός, δεν καταλάβαινε, δεν έμπαινε στα κουτιά, ήταν μια ελεύθερη συνείδηση, τον ήξερε όλος ο πλανήτης, και νομίζω έκανε έργο μεγάλο. Όταν συνάντησα κάποτε τον Ουμπέρτο Έκο το πρώτο πράγμα που με ρώτησε ήταν αν ήξερα τον Βασίλη Βασιλικό.
Θυμάμαι όμως κι ένα σημαντικό. Όταν πέθανε ο φίλος μου, ο συγγραφέας Άρης Φακίνος, το ’98, εγώ ακόμα δεν είχα ξεκινήσει τα σόου, ήμουνα στη δημοσιογραφία, τότε του ζήτησα βοήθεια για να στείλουμε τη σορό του Άρη στην Ελλάδα και έγινε δημοσία δαπάνη χάρη στον μακαρίτη τον Βασίλη Βασιλικό. Πήγα και τον είδα στο γραφείο του, νομίζω είχε πάρει τηλέφωνο τον Πάγκαλο τότε και μας βοήθησε πάρα πολύ ώστε η σορός του φίλου μου, Άρη Φακίνου, να ταξιδέψει και να πάει στο Μαρούσι, στη μάνα του, ζούσε η μάνα του τότε… και κάναμε όλο το ταξίδι. Τέτοιος άνθρωπος ήταν ο Βασιλικός. Δεν το σκέφτηκε δεύτερη φορά, μου λέει, οκ, θα βοηθήσω εγώ για να επιστρέψει στη γενέτειρά του ο Άρης Φακίνος. Αυτό δεν το ξέχασα ποτέ, αυτό δείχνει και το ποιόν του Βασίλη, δεν σκέφτηκε το πώς και το γιατί, το έκανε! Έπραξε. Είναι σημαντικό αυτό.
Στην Αθήνα, κάθε φορά που γενικά βρισκόμασταν και τα λέγαμε, τον φωτογράφιζα. Είχα πάντα μια μηχανή, έτσι για πλάκα, για την πάρτη μας, γελάγαμε κιόλας και λέγαμε τα των Παρισίων. Σήμερα που πέρασα το πρωί από το Σαν Ζερμέν, από τα καφέ, εκεί που πηγαίναμε, είπα, «α ρε γαμώτο, πώς περνάει η ζωή»... Νομίζω κλείνει ένα μεγάλο κεφάλαιο με τον θάνατο του Βασίλη και η σκέψη μου είναι στην Ευρυδίκη, την κόρη του, και στην υψίφωνο την γυναίκα του, Βάσω Παπαντωνίου, που λάτρευε».
Κοιτάζω τις φωτογραφίες που τράβηξε στον Βασιλικό εκείνο τον χειμώνα του 2020 στο Παλιό Φάληρο. Και θυμάμαι τα λόγια του όταν κάποτε τον ρώτησαν γιατί φωτογραφίζει με αυτό το τόσο ιδιαίτερο στυλ. Είχε απαντήσει:
«Δεν φωτογραφίζω γιατί έχω βεβαιότητες, φωτογραφίζω γιατί αισθάνομαι την ανάγκη να μετατρέψω τις ανέκαθεν ανησυχίες μου απέναντι στον αξεπέραστο χρόνο σε εικόνες που αντιστέκονται στα δήθεν κεκτημένα της πραγματικότητας μας. Δεν φωτογραφίζω για να δείξω ή να υποδείξω αλλά για να μην ξεχάσω αυτό που αισθάνομαι… Τις φωτογραφίες τις φαντάζομαι την ώρα που εστιάζω, τις ικετεύω νοερά να έρθουν σε μένα. Δεν τις κλέβω από τον χρόνο, τις δανείζομαι από το πέρασμά του. Στο κάδρο ψάχνω τον αρχικό αντίκτυπο της πρώτης ματιάς, εκείνη την ανυποψίαστη στιγμή που μια οπτική ανταλλαγή γίνεται συνομιλία. Φωτογραφίζω για να προσπαθήσω να καταλάβω όλα όσα δεν λένε οι λέξεις».
Ο Βασίλης Βασιλικός κηδεύεται σήμερα, 4 Δεκεμβρίου, στο Α' Νεκροταφείο
Δειτε περισσοτερα
Μια Θεσσαλονικιά ποιήτρια του Μεσοπολέμου έρχεται πάλι στο προσκήνιο
«Η αρχιτεκτονική είναι η τέχνη της διάρκειας»
Η Kovacs μιλάει στην Athens Voice λίγες μέρες πριν τη συναυλία της στην Αθήνα
Οι ταινίες, οι αριθμοί, οι αλλαγές, οι διαμάχες
Ένα φαινόμενο που η παρουσία του μεταξύ ψηφιακού κόσμου και αληθινών γειτονιών καταργεί τα όρια μεταξύ κατασκευασμένου και υπαρκτού