Ελλαδα

Εθνικό Σχέδιο και όχι καλαθοπλεκτική στη ΔΕΘ

«Η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης εδώ και δεκαετίες δίνει περισσότερο την εντύπωση ενός πολιτικού φεστιβάλ»

48307-107498.jpg
Νίκος Χριστοδουλάκης
ΤΕΥΧΟΣ 840
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Θεσσαλονίκη
© Unsplash/ Miltiadis Fragkidis

Ο Νίκος Χριστοδουλάκης, καθηγητής και πρώην υπουργός, γράφει για τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης.

Η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ) εδώ και πολλές δεκαετίες δίνει περισσότερο την εντύπωση ενός πολιτικού φεστιβάλ παρά ενός θεσμού αφοσιωμένου στην προβολή ελληνικών προϊόντων και τεχνολογικών επιτευγμάτων, όπως εύλογα θα περίμενε κανείς να είναι ο αποκλειστικός στόχος της.

Με το που θα γίνουν τα εγκαίνια από μια κουστωδία κοσμικών και εκκλησιαστικών αξιωματούχων ξεκινά ένα μακρύ πανηγύρι της κυβέρνησης που πλέκει μικρά ή μεγάλα «καλάθια» οικονομικών παροχών και τα ανακοινώνει προς διάφορα κοινωνικά στρώματα. Μετά ακολουθούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης που διαρρήδην αμφισβητούν την επάρκεια των εξαγγελιών και διεκδικούν πολλαπλάσιες σε μια ατέρμονη πλειοδοσία υποσχέσεων από το δημόσιο ταμείο.

Το ίδιο φυσικά θα γίνει και φέτος αλλά με δύο κρίσιμα στοιχεία που θα δώσουν μια νέα και πρωτόγνωρη διάσταση στο παραδοσιακό πολιτικό πανηγύρι. Το πρώτο χαρακτηριστικό είναι ότι σε λίγους μήνες θα λάβουν χώρα εκλογές, ενώ ταυτόχρονα το εγχώριο πολιτικό κλίμα έχει απροσδόκητα οξυνθεί από το θέμα των υποκλοπών της ΕΥΠ και τη μικροκομματική αναμόχλευση του εκλογικού συστήματος. Για να αλλάξει τη δυσάρεστη τρέχουσα ατζέντα, η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να κάνει ένα συνολικό απολογισμό της θητείας της θέτοντας από τώρα τα βασικά διλήμματα της επερχόμενης αναμέτρησης, και είναι ηλίου φαεινότερο ότι για να το επιτύχει δεν θα διστάσει να κάνει όσο το δυνατόν περισσότερες προεκλογικές εξαγγελίες προς πάσα κατεύθυνση και κατηγορία ψηφοφόρων.

Όμως υπάρχει και ένα δεύτερο χαρακτηριστικό που θα έπρεπε να την κάνει πιο συνετή γιατί στην τρέχουσα συγκυρία παραμονεύουν πρωτοφανείς αβεβαιότητες, κίνδυνοι και απειλές για την ελληνική και την ευρωπαϊκή οικονομία. Κυρίως λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και του ενεργειακού εκβιασμού που ασκεί ο Πούτιν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά επίσης και της απότομης πρόσφατης ανόδου των επιτοκίων για να αντιμετωπιστεί το ξαφνικό πρόβλημα του πληθωρισμού. Πάνω που η Ευρώπη και η Ελλάδα νόμιζαν πως θα βγουν από την ύφεση με το τέλος της πανδημίας, ο κοινός παρονομαστής αμφοτέρων των εξελίξεων είναι το ενδεχόμενο μιας νέας, βαθιάς και παρατεταμένης υποτροπής της οποίας ούτε καν τη διάρκεια δεν μπορούν να εκτιμήσουν.
Οι νέες αυτές συνθήκες δεν επιβαρύνουν απλώς το οικονομικό κλίμα αλλά ενδέχεται να οδηγήσουν σε μείζονες κοινωνικές αναστατώσεις και οικονομικές περιπέτειες το επόμενο διάστημα. Και αυτό με τη σειρά του θέτει περιορισμούς στην κυβέρνηση, τα κόμματα και τους κοινωνικούς φορείς που θα έπρεπε να υιοθετήσουν μια πολύ πιο προσεκτική, προνοητική και επιφυλακτική στάση για τον τρόπο που θα καλυφθούν οι ανάγκες της κοινωνίας, και τα περιθώρια χρηματοδότησης που κάθε φορά θα χρειάζονται. Με κανένα τρόπο δεν πρέπει από τώρα να δεσμευτούν όλοι οι διαθέσιμοι δημόσιοι πόροι σε προεκλογικές παροχές που θα είναι αδύνατον να ανακληθούν αργότερα, γιατί αν τυχόν χρειαστεί να εφαρμοστούν και άλλες πολιτικές ενίσχυσης η χώρα δεν θα μπορεί πλέον να βρει κεφάλαια αφού το κόστος δανεισμού θα έχει γίνει απλησίαστο.

Με λίγα λόγια, η χώρα θα πρέπει να οργανώσει την άμυνά της βήμα-βήμα ανάλογα με την έκταση των απειλών και τις συνέπειες των διαταραχών που τους επόμενους μήνες θα κλυδωνίζουν την οικονομία και θα υπονομεύουν την παραγωγή, την απασχόληση και τη συνοχή της κοινωνίας. Κάτι τέτοιο όμως απαιτεί ένα σοβαρό και ευέλικτο σχέδιο έκτακτης ανάγκης που θα το εποπτεύει μια ομάδα εγνωσμένου κύρους και αξιοπιστίας και όχι να ασχολείται με κομματικούς υπολογισμούς για το πώς θα πλέξει το καλάθι της ΔΕΘ με μόνο στόχο και καημό τα ποσοστά των εκλογών. Περίπου όπως έγινε με την πρώτη περίοδο της πανδημίας με την καθολική κινητοποίηση των ειδικών και όλων των αρμόδιων φορέων, πριν αρχίσει η κυβέρνηση να μπλέκεται στα πόδια τους για να εξωραΐσει τις ανεπιθύμητες στατιστικές.

• Ο Νίκος Χριστοδουλάκης είναι καθηγητής και πρώην υπουργός.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ