Ελλαδα

Τα δημόσια νοσοκομεία σήμερα

Δεν χοροπηδάμε από χαρά με τα Δημόσια Νοσοκομεία, αλλά χωρίς αυτά θα χοροπηδούσαμε ακόμα λιγότερο

Μανίνα Ζουμπουλάκη
ΤΕΥΧΟΣ 735
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Μανίνα Ζουμπουλάκη γράφει τα αρνητικά και τα θετικά της νοσηλείας σε Δημόσιο Νοσοκομείο στην Ελλάδα

Από κάποια ηλικία και μετά (αν είμαστε τυχεροί) τα τρώμε στη μάπα τα Δημόσια Νοσοκομεία: δεν ξέρετε για τι πράγμα μιλάω αν είστε κάτω των 30 ετών (και τυχεροί)· αλλά ξέρετε απόλυτα περί τίνος πρόκειται, αν είστε άνω των 50 (ήδη, αρκετά τυχεροί). Συγγενείς, φίλοι, παιδιά και γονείς, εμείς ως παθόντες ή ως συνοδοί, μπαινοβγαίνουμε κατά καιρούς όχι για ψύλλου πήδημα, αλλά επειδή μας ζώνουν αρρώστιες, παθήματα, ατυχήματα, τα πάντα όλα. Τα οποία πάντα-όλα πλακώνουν μαζεμένα «από μια ηλικία και μετά», κατά το «εκεί που ήσουν ήμουνα κι εδώ που είμαι θα ’ρθεις», που μας το έλεγαν οι παππούδες μας και βγάζαμε καντήλες, κι ορίστε που ήρθε η ώρα να το πούμε κι εμείς στα παιδιά/εγγόνια/άλλα θύματα.

Θα έχετε ακούσει για ελλείψεις σε φάρμακα, μηχανήματα και βασικά είδη: υποφέρουν τα ελληνικά νοσοκομεία, πόσο μάλλον τα δημόσια. Παρ’ όλα αυτά, το 70% των κλινών καλύπτονται από τα ΔΝ, δηλαδή οι 7 στους 10 ασθενείς ξαπλώνουν σε δωμάτιο ή σε διάδρομο, έστω, Δημόσιου Νοσοκομείου. Εδώ και 150 χρόνια λειτουργεί ο θεσμός του ΔΝ στην Ελλάδα, με ΔΝ μεγάλης δυναμικότητας (άνω των 600 κλινών), ή μικρής δυναμικότητας (250-400 κλινών). Μόνο η Αθήνα έχει 30. Έβγαλα τα ματάκια μου στο ίντερνετ, ψάχνοντας αριθμούς κλινών, νοσοκόμων και γιατρών: το 1934 η Ελλάδα είχε 13.000 κλίνες, το 1939 είχε 16.000, το 1953 υπήρχαν 3.456 νοσοκόμες και μαίες αλλά οι «απαιτούμενες ανάγκες για την κάλυψη θέσεων εργασίας» ήταν για 8.676 νοσοκόμες και μαίες. Δεν έχουν αλλάξει και πολύ τα πράγματα…

Αν έχετε περάσει έστω μία φορά, από ΔΝ, θα νιώσατε ότι δεν είναι καθόλου αρκετές οι νοσοκόμες (για τις μαίες ενδιαφερόμαστε μόνον όταν πρόκειται να γεννήσουμε). Ίσως φωνάξατε «αδερφή!» και χρειάστηκε να περιμένετε κάμποσο, ανάλογα με το ΔΝ στο οποίο σας έριξε η μοίρα/εφημερία. Ίσως πατούσατε κουμπάκι, μπλιν-μπλιν-μπλιν, και πάλι περιμένατε τριάντα τέρμινα, μέχρι που γίνατε καλά επιτέλους και γυρίσατε σπιτάκι σας χωρίς να έρθει νοσοκόμα. Αυτό συμβαίνει όχι επειδή βαριούνται οι νοσοκόμες, αλλά επειδή είναι λίγες: ενώ ο μέσος όρος (στις χώρες του Πρώτου Κόσμου) είναι 9,1 νοσηλευτές/τριες ανά 1.000 κατοίκους, στην Ελλάδα έχουμε 3,6 νοσηλευτές/τριες ανά 1.000 κατοίκους – η Ελβετία, σαν να μην έφτανε που είναι σπασίκλω και γεμάτη αγελάδες, έχει 17,4 νοσηλευτές/τριες ανά 1.000 κατοίκους…

Τι κάνουμε όταν μπαίνουμε σε ΔΝ, ως συγγενείς ή συνοδοί ασθενών:

  • Βρίσκουμε τα σωστά ασανσέρ, αυτά που λειτουργούν, όχι όσα είναι για φορεία, σκουπίδια και προσωπικό.
  • Κουβαλάμε ξηρά τροφή, για τις ώρες που κλείνει το κυλικείο. Βρίσκουμε όμως το κυλικείο οπωσδήποτε.
  • Βρίσκουμε τις τουαλέτες, αυτές που είναι για συνοδούς: βασικά είναι μία τουαλέτα ανά όροφο, χωρίς στεφάνι, εννοείται χωρίς χαρτί, συνήθως με ζαβό καζανάκι, και συνήθως σιχαμένη.
  • Μας γίνεται μάθημα, φροντίζουμε να πάμε τουαλέτα πριν το ΔΝ.
  • Αν έχει τουαλέτα το κυλικείο, είναι σχεδόν θεά. Την εντοπίζουμε για ώρα ανάγκης.
  • Το κυλικείο του μέσου ΔΝ είναι οικονομικότερο από τα καφέ γύρω από το οποιοδήποτε ΔΝ, ακόμα κι αν δεν έχει τόση ποικιλία.  Σπεσιαλιτέ του είναι ο καραβίσιος καφές. Σπανιότερα, η καραβίσια τυρόπιτα. Έχει καπουτσίνο και πανίνι(α), αλλά διαλέγουμε τις σταθερές αξίες.
  • Στα περισσότερα ΔΝ υπάρχουν μπουκάλια (σκαλωμένα στους τοίχους έξω από τα ασανσέρ) με οινοπνευματώδες αντισηπτικό. Τα εντοπίζουμε κι αυτά.
  • Δεν κοιτάμε από τις ανοιχτές πόρτες μέσα στα δωμάτια.
  • Δεν κοιτάμε αν είναι κάπου ξηλωμένα τα σοβατεπιά. Είναι. Εμείς κοιτάμε αλλού.
  • Έχουμε μαζί βιβλίο, για όταν κοιμηθεί ο ασθενής μας: το μπλε φως των κινητών ενοχλεί, ιδίως όταν μπλεδιάζει σε θάλαμο με άλλους 3-4 ασθενείς και συγγενείς τους. Το βιβλίο είναι σιγουριά, με μίνι φακό ανάγνωσης για τις δύσκολες ώρες.
  • Δεν γκρινιάζουμε: κανένας δεν μπαίνει σε ΔΝ ή σε οποιοδήποτε Ν, για να κάνει πεντικιούρ. Ο μέσος Έλληνας δεν συμπαθεί τα νοσοκομεία – νοσηλεύεται μόνον στο παραπέντε, όταν δεν μπορεί να το αποφύγει με την καμία…
  • Τα ωράρια είναι τρελά, όλοι ξυπνάνε χαράματα και πηγαινοέρχονται και ξυπνάνε τους υπόλοιπους, φέρνουν φαγητό σε ώρες που δεν σκεφτόμαστε το φαγητό, κλείνουν τα φώτα από τις 9.00 μ.μ., γενικά μπαίνουμε σε πρόγραμμα ΔΝ.
  • Δεν φωνάζουμε στο κινητό. Όσο κι αν μας πιάνει απελπισία – είμαστε σε ΔΝ, ας το συνηθίσουμε.
  • Δεν κλαίμε, ως συνοδοί. Όσο κι αν μας πιάνει απελπισία.

Στην Ελλάδα, οι συγγενείς και φίλοι καλύπτουν πολλές φορές τα κενά των νοσηλευτών και αποκλειστικών: όλο και κάποιος θα μείνει με τη γιαγιά ένα δίωρο το απόγευμα, και κάποιος άλλος ένα τετραωράκι τη νύχτα. Ο ΕΟΠΥΥ πληρώνει την αποκλειστική μέχρι 8 νύχτες το μήνα, 12 νύχτες αν το γράψει ο γιατρός. Κι όταν λέμε «πληρώνει», δίνει 30 ευρώ τη νύχτα, 45 ευρώ τα Σαββατοκύριακα και αργίες. Άρα ο μέσος ασθενής σε ΔΝ επιστρατεύει όλη την παρέα κι όλο του το σόι, και καλά κάνει. Στις βόρειες χώρες δεν πατάει ψυχή στα νοσοκομεία, δημόσια ή ιδιωτικά – ο ασθενής, από την ώρα που μπαίνει, ξεχνάει τον έξω κόσμο και ή συνέρχεται μάνι-μάνι, ή ας μην τα συζητάμε και χαλάμε τις καρδιές μας. Στην Ελβετία τα ίδια, παρά τις αγελάδες, άρα κανείς δεν είναι τέλειος.

Έχουν τα θετικά τους, όμως, τα ΔΝ: κανένας δεν σκοτώνεται να χειρουργήσει ασθενή αν δεν είναι απαραίτητο, ή να κρατήσει κρεβατωμένο τον ασθενή, περισσότερο από όσο είναι απολύτως απαραίτητο. Τα κρεβάτια είναι λίγα, το νοσηλευτικό προσωπικό επίσης, τα φάρμακα λείπουν, το ΔΝ δεν έχει την όρεξή σου. Θέλει να γίνεις καλά και να πάρεις δρόμο, άμεσα. Επενδύει σε αυτό όσο μπορεί – στο να γίνεις καλά. Το «όσο μπορεί» έχει σημασία: δεν μπορεί, πράγματι, το ΔΝ να σου κάνει αξονικές, ή άλλες προχωρημένες εξετάσεις με διαστημικά μηχανήματα, που δεν τα έχει, ή αν τα έχει, υπάρχει ουρά μηνών στην οποία πρέπει να στηθείς. Μερικές φορές δεν μπορεί να σε χειρουργήσει και σε στέλνει αλλού, ή δεν έχει τη φαρμακευτική αγωγή που χρειάζεσαι, και σε στέλνει ακόμα πιο αλλού.

Το προσωπικό, στριμωγμένο, ταλαίπωρο και όχι-καταπληκτικά-πληρωμένο-και-λίγα-λέω, το προσωπικό του ΔΝ δεν φταίει, ούτε το ΔΝ, που κάνει ό,τι μπορεί με τα μέσα τα οποία διαθέτει…

Το παράθυρο ίσως δεν κλείνει/δεν ανοίγει, η πόρτα τρίζει, η τουαλέτα ψιλο-ζέχνει, η κουβέρτα γρατζουνάει, μια λάμπα είναι καμένη στο θάλαμο, οι καρέκλες για τους συνοδούς είναι άβολες, κάνει πολλή ζέστη/όχι αρκετή ζέστη, το πάτωμα κολλάει, ο αέρας μυρίζει κλεισούρα και απελπισία – αλλά ο στόχος σου, ως συνοδός, είναι να γίνει καλά ο άνθρωπός σου και να τον πάρεις να φύγετε όσο γίνεται πιο γρήγορα. Άρα, δεν δίνεις σημασία στα σοβατεπιά...