Κοσμος

Όρια και αντιφάσεις του ελευθερισμού: Από τον Ντόναλντ Τραμπ στον Xαβιέρ Μιλέι

H ελευθεριακή δεξιά, την οποία εκπροσωπούν οι δύο πρόεδροι, εμπεριέχει μια θεμελιώδη αντίφαση

Σώτη Τριανταφύλλου
ΤΕΥΧΟΣ 914
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνοπτική ανάλυση του ελευθερισμού με αφορμή το πρόγραμμα του Χαβιέρ Μιλέι στην Αργεντινή και του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ

H ελευθεριακή δεξιά, την οποία εκπροσωπούν o Xαβιέρ Μιλέι στην Αργεντινή, το αμερικανικό Ελευθεριακό Κόμμα και το ρεύμα του Ντόναλντ Τραμπ στo εσωτερικό των Ρεπουμπλικανών, εμπεριέχει μια θεμελιώδη αντίφαση: ενώ η βασική της αξία είναι η ελευθερία —του συνεταιρίζεσθαι, του λόγου, της σκέψεως και των ατομικών επιλογών— καθώς και η ισότητα ενώπιον του νόμου, επιβάλλει την πιεστική παρουσία του κράτους στην ιδιωτική ζωή των πολιτών. Έτσι, όταν ο ελευθεριακός Μιλέι, παρεμβαίνοντας στην προσωπική ζωή (ελεύθερη διάθεση του σώματος, δικαίωμα αποφάσεων περί τεκνοποιίας), δήλωσε ότι η άμβλωση ισοδυναμεί με φόνο, δεν προκάλεσε έκπληξη: στην πραγματικότητα, η ελευθεριακή δεξιά ενδιαφέρεται μόνο για την ελευθερία του επιχειρείν, για το laissez faire, χωρίς τους περιορισμούς που θέτουν στο κέρδος οι περισσότερες δημοκρατικές κοινωνίες. Και παρότι πολλοί ελευθεριακοί —ίσως οι περισσότεροι— αντιτίθενται στην επιβολή υποχρεώσεων όπως ο εμβολιασμός για λοιμώδη νοσήματα, η ανακύκλωση ή η απαγόρευση του καπνίσματος σε δημόσιους χώρους, η αντίθεσή τους σε περιοριστικές διατάξεις είναι εκλεκτική και μεροληπτική. Ο ελευθερισμός είναι υποκριτική ιδεολογία και πρακτική που περιλαμβάνει νομικό αυταρχισμό και εξαναγκασμό σε συμμόρφωση.

Στα μέσα του 19ου αιώνα, εμφανίστηκε ως μορφή αριστερής πολιτικής: ήταν η αντιεξουσιαστική και αντικρατική πτέρυγα του σοσιαλιστικού κινήματος στο πλαίσιο του οποίου εξελίχθηκαν οι σοσιαλ-αναρχικοί, οι ελευθεριακοί κομμουνιστές/μαρξιστές και άλλες συναφείς παραλλαγές μεταρρυθμιστών και επαναστατών. Οι ελευθεριακοί εκείνης της εποχής είχαν στόχο την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και την αντικατάσταση του καπιταλισμού από ένα σύστημα κοινής ή συνεταιριστικής ιδιοκτησίας και διαχείρισης: θεωρώντας την ατομική ιδιοκτησία φραγμό για την ελευθερία, αγωνίζονταν για τη δίκαιη ανακατανομή των φυσικών πόρων, και μαζί με άλλα αντιπατερναλιστικά διανοητικά ρεύματα, όπως ήταν αργότερα η αμερικανική New Left, επικεντρώνονταν στον οικονομικό ισοπολιτισμό και τον γεωφιλελευθερισμό, στην πράσινη πολιτική.

Μετά το τέλος της Σοβιετικής Ένωσης, ο ελευθεριακός σοσιαλισμός απέκτησε ευρύτερη δημοτικότητα και επιρροή ως μέρος των αντιπολεμικών, αντικαπιταλιστικών και άλλων κινημάτων κατά της παγκοσμιοποίησης. Η χρήση του όρου «ελευθεριακός» (libertaire, libertarian κτλ) παρέπεμπε στον Προυντόν, στον Sébastien Faure, στους αναρχικούς και κομμουνιστές της Κομμούνας και της Τρίτης Δημοκρατίας κατά την οποία είχαν θεσπιστεί οι λεγόμενοι lois scélérates, που, από το 1870, απαγόρευαν την αναρχική προπαγάνδα. Την ίδια εποχή, ο όρος έγινε δημοφιλής στις Ηνωμένες Πολιτείες, κυρίως από τον ατομικιστή αναρχικό Benjamin Tucker, για να εξελιχθεί με την πάροδο του χρόνου σε συνώνυμο του κλασικού φιλελευθερισμού, δηλαδή της «δεξιάς».

Οι όροι μπερδεύτηκαν πολύ. Στις ΗΠΑ ο ρόλος του «κράτους» μεγεθύνθηκε επισήμως το 1919 με την Ποτοαπαγόρευση, η οποία, παρά το φεντεραλιστικό σύστημα, δεν έγινε μόνο law of the land αλλά τροπολογία του Συντάγματος. To σύνθημα-αντίδραση σ’ αυτήν την έντονη νομοθετική πρωτοβουλία του «κράτους» ήταν «Είμαστε πολίτες, όχι τρόφιμοι ιδρύματος», μια πρόταση που μπορεί να μας εμπνεύσει και σήμερα: η ιδέα του πολίτη ως τροφίμου ιδρύματος ή ως νηπίου σε παιδικό σταθμό κυριαρχεί ακόμα και σε μερικές κοινωνίες που εμπνέονται από τον ελευθερισμό — όπως οι ΗΠΑ. Στις ΗΠΑ, μια τερατώδης ποσότητα ομοσπονδιακών και πολιτειακών νόμων ρυθμίζουν τις παραμικρές λεπτομέρειες της ατομικής ζωής. Όσο για τον αμερικανικό όρο liberal σημαίνει κάθε άλλο παρά «φιλελεύθερος» με την ευρωπαϊκή έννοια του όρου: ο Αμερικανός liberal είναι μάλλον αριστερός εφόσον ευνοεί περισσότερη κρατική ιδιοκτησία και ελέγχους στην καπιταλιστική οικονομική δραστηριότητα· αντιθέτως, ο Ευρωπαίος φιλελεύθερος είναι κεντρώος ή δεξιός εφόσον ευνοεί το ελεύθερο επιχειρείν. Προστίθεται ο όρος «συντηρητικός» για να περιγράψει όσους τίθενται υπέρ του ελεύθερου επιχειρείν και ταυτοχρόνως υπέρ περιορισμών στο κοινωνικό εποικοδόμημα, στα «κοινωνικά» ζητήματα.

Στα μέσα του 20ού αιώνα, οι Αμερικανοί δεξιοί ελευθεριακοί υποστήριξαν τον πλήρως αρρύθμιστο laissez-faire καπιταλισμό και τα απαραβίαστα δικαιώματα ατομικής ιδιοκτησίας στη γη, στις υποδομές και τους φυσικούς πόρους. Ο ελευθερισμός τους, η «ελευθεροκρατία», ήταν η αναβίωση του κλασικού φιλελευθερισμού που προέκυψε μετά τον οικονομικό παρεμβατισμό των liberals οι οποίοι αντιμετώπισαν τη Μεγάλη Ύφεση με το New Deal. Aν και ο κρατικός παρεμβατισμός του Φ. Ντ. Ρούσβελτ είχε θετικά αποτελέσματα, η δεξιά ελευθεριακή ανάκρουση ήταν σφοδρή — κυρίως εξαιτίας του φόβου του κομμουνισμού, ο οποίος συνέβαλε στην εξάπλωση του δεξιού φιλελευθερισμού πέραν των ΗΠΑ: δεξιά-ελευθεριακά κόμματα δημιουργήθηκαν στη Βρετανία,  στην Ελβετία, το Ισραήλ, τη Νότια Αφρική και την Αργεντινή. Eπρόκειτο για αίτημα «μιναρχισμού» (ελάχιστου-minimum κράτους), για «κράτη νυχτοφύλακες», τα οποία διατηρούν μόνο εκείνες τις λειτουργίες που θεωρούνται απαραίτητες για τη διαφύλαξη των φυσικών δικαιωμάτων.

Μια παραλλαγή μιναρχιστών ήταν οι αναρχοκαπιταλιστές που προσέβλεπαν στην αντικατάσταση όλων των δημόσιων θεσμών με ιδιωτικούς, κάτι που στην πράξη σημαίνει αντικατάσταση της αστυνομίας με ιδιωτικές πολιτοφυλακές, μισθοφορικό στρατό, ιδιωτικό οδικό δίκτυο, ιδιωτικά μέσα μεταφοράς. Ωστόσο, ακόμα και σε ελευθεριακά κόμματα όπως το Tea Party, ο βαθμός ιδιωτικοποίησης που προτείνεται παρουσιάζει κάποιες αποκλίσεις. Εξάλλου, όπως είπα, η πλήρης ιδιωτικοποίηση και ελαχιστοποίηση του κράτους σκοντάφτει στις επιταγές των δεξιών ελευθεριακών για τα «χρηστά ήθη»: ποιος ορίζει τι είναι αυτά τα ήθη (η Βίβλος; το Κοράνι; το Μπαγκαβάτ Γκίτα; οι τοπικές και οικογενειακές παραδόσεις;) και ποιος φορέας θα τα επιβάλλει; Οι δεξιοί ελευθεριακοί σιχαίνονται τον αριστερό ελευθεριακό ηδονισμό. Από αυτήν την αντίφαση προέκυψε ο «χριστιανικός ελευθερισμός» και τα κινήματα fusionism που δεν προβάλλουν το αίτημα της απόλυτης προσωπικής ελευθερίας· που παραδέχονται τη διάκριση μεταξύ επιχειρηματικής και κοινωνικής ελευθερίας.

Στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 ένας αυξανόμενος αριθμός Αμερικανών με κλασικές φιλελεύθερες πεποιθήσεις άρχισαν να αυτοχαρακτηρίζονται ελευθεριακοί υπό την επήρεια θεωρητικών όπως ο Murray Rothbard και ο Robert Nozick —ο οποίος επιχειρηματολογούσε εναντίον του κοινωνικά «φιλελεύθερου» (liberal) John Rawls. Σιγά σιγά, ο ελευθερισμός στις Ηνωμένες Πολιτείες ταυτίστηκε, εν πολλοίς, με τον συντηρητισμό, μια λέξη με συγκεχυμένο νόημα και όρια. Πάντως, με λίγα λόγια, οι δεξιοί ελευθεριακοί ισχυρίζονται ότι η φορολογία είναι κλοπή, όπως οι αριστεροί ελευθεριακοί ισχυρίζονται ότι η περιουσία είναι κλοπή· συχνά, οι δύο αντίθετες παραλλαγές του αμερικανικού ελευθερισμού ευνοούν εξωτερική πολιτική μη παρεμβατισμού ή απομονωτισμού — αν και η αφετηρία τους διαφέρει.

Ο δεξιός ελευθερισμός οφείλει πολλά στον John Locke, στον Friedrich Hayek και στον Ludwig Von Mises και αναφέρεται ως συνέχεια ή ως αποτέλεσμα της ριζοσπαστικοποίησης του κλασικού φιλελευθερισμού, σύμφωνα με τον οποίον η κυβέρνηση δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να προστατεύει τους πολίτες από τη βία, την απάτη, την καταλήστευση κι από άλλες αρνητικές ελευθερίες. Αλλά, αυτό το παλαιότερο ελευθεριακό ιδεώδες του κράτους νυχτοφύλακα ή του μιναρχισμού —είτε ήταν εφικτό είτε ήταν ουτοπικό— έχει φθαρεί από τον παράγοντα του λαϊκισμού: οι ελευθεριακοί λαϊκιστές αντιτίθενται στη «μεγάλη κυβέρνηση» και στη φορολογία —κάτι που αρέσει σε πολλούς σαν ένα είδος ευχάριστης μουσικής— χωρίς να προειδοποιεί ότι η «μικρή» κυβέρνηση και η χαμηλή ή η μηδενική φορολογία σημαίνει τεράστια έξοδα για το κάθε άτομο χωριστά· για παράδειγμα, ακριβή ιδιωτική εκπαίδευση ή υπέρογκα διόδια στους αυτοκινητοδρόμους. Στο μεταξύ, ενώ κάποιοι ελευθεριακοί υποστηρίζουν τη νομιμοποίηση των «παραβάσεων» χωρίς θύματα, όπως η χρήση μαριχουάνας, και αντιτίθενται στα υψηλά επίπεδα φορολογίας και κρατικών δαπανών για την υγεία, την πρόνοια και την εκπαίδευση, άλλοι —κι εδώ έγκειται η αντίφαση— είναι κοινωνικά τόσο συντηρητικοί ώστε δεν αντέχουν τις ατομικές επιλογές (αθεΐα, αντισύλληψη, έκτρωση, γάμο μεταξύ ομοφύλων, ναρκωτικά) ακόμα κι όταν αυτές δεν τους αφορούν καθόλου. Την ατομική ελευθερία που πρεσβεύουν ψαλιδίζει η πεποίθησή τους περί «αρετής» που τους φέρνει κοντά στους πουριτανούς και ηθικολόγους κομμουνιστές — όχι ότι το παραδέχονται, φυσικά.

Το 1971, δημιουργήθηκε στις ΗΠΑ το Ελευθεριακό Κόμμα που παίρνει μέρος στις προεδρικές εκλογές αποσπώντας από 0,5% μέχρι 2,2% των ψήφων. Στη δεκαετία του 1980, ο Ronald Reagan και ο Ron Paul ήταν πολύ κοντά στους ελευθεριακούς, αλλά ο Reagan δεν δίσταζε να στέλνει την ομοσπονδιακή εθνοφυλακή όπου πίστευε ότι χρειαζόταν λίγος εκφοβισμός ή λίγο ξύλο: στα μάτια του, το «μικρό κράτος» ήταν εκείνο που πρόσφερε στον πολίτη ισχνές υπηρεσίες προνοίας αλλά ενθουσιώδη προστασία της ατομικής ιδιοκτησίας και της εργοδοσίας. Επιπλέον, κατά παράδοξο τρόπο, η Reaganomics μετέτρεψε το εμπορικό έλλειμμα των Ηνωμένων Πολιτειών σε χρέος, με αποτέλεσμα, για πρώτη φορά μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, να γίνουν έθνος-οφειλέτης: το μικρό κράτος πήγε περίπατο και ο Ron Paul γύρισε την πλάτη στον Reagan.

Δεν ήταν ο μόνος. Ο «νεοφιλελευθερισμός» του Reagan έγινε αφορμή αναβίωσης των αντικαπιταλιστικών και αντιδυτικών ψευδοελευθεριακών κινημάτων τα οποία εκδηλώνουν αυταρχισμό αντίστοιχο με εκείνον των δεξιών αντιπάλων τους. Ο ελευθεριακός δικαιωματισμός βρίσκεται σε διαλεκτική σχέση με τον ελευθεριακό συντηρητισμό κινημάτων όπως το Tea Party: αμφότερα τα κινήματα εγκαλούνται για μίσος εναντίον της αντίθετης γνώμης, καθώς και για έλλειψη σαφούς οικονομικού οράματος. Αλλά, αν από τις παρατηρήσεις της αδικίας και της εκμετάλλευσης γεννήθηκε η θεωρία της πρωταρχικής συσσώρευσης και το πολιτικό κίνημα του Μαρξ περί δικαιοσύνης και ισότητας —λάθος εξ αρχής διότι τοποθετεί την ελευθερία σε δεύτερη μοίρα— η ελευθερία δεν ταυτίζεται βεβαίως με το επιχειρείν. Ο σοσιαλιστής αρνείται την ελευθερία παρουσιάζοντας την απουσία της σε ουτοπικό περιτύλιγμα, ενώ ο φιλελεύθερος έχει πίστη στην ανθρώπινη νοημοσύνη, άρα στην ελευθερία. Ο πρώτος αρνείται κάτι, ο δεύτερος προχωρεί και δημιουργεί κάτι. Ο ελευθεριακός —δεξιός και αριστερός— είτε έχει υπερβολική πίστη στην ανθρώπινη νοημοσύνη και αρετή είτε δεν έχει καθόλου και αδιαφορεί για το αποτέλεσμα.