Κοσμος

Πόσο μακριά μας είναι η Ιταλία;

Οι τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις στην Ευρώπη -και όχι μόνο- απέδειξαν ότι μία (ή ένας) Μελόνι δεν είναι δύσκολο να εμφανιστεί όταν υπάρξουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις

Γιάννης Μεϊμάρογλου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Οι πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία και κατά πόσο «αγγίζουν» την Ελλάδα.

Δεν έχουν περάσει παρά ελάχιστοι μήνες από τότε που η Ιταλία αποτελούσε υπόδειγμα υπεύθυνης, συναινετικής αντιμετώπισης της οικονομικής και ενεργειακής κρίσης από το σύνολο σχεδόν των δυνάμεων του πολιτικού της συστήματος. Ο πρώην κεντρικός τραπεζίτης της Ευρώπης είχε αναλάβει τα ηνία της χώρας οδηγώντας την σε ασφαλή και απάνεμα λιμάνια σε μια περίοδο επικίνδυνης διεθνούς περιδίνησης. Η εξασφάλιση του ευρωπαϊκού πακέτου των 200 δισ. ευρώ για την επανεκκίνηση της οικονομίας της είναι χαρακτηριστική των ευεργετικών αποτελεσμάτων της «τεχνοκρατικής» διαχείρισης του Μάριο Ντράγκι.

Η συνέχεια είναι γνωστή. Μια συνετή διαχείριση δεν μπορεί να κάνει θαύματα και οι θαυματοποιοί λαϊκιστές περισσεύουν στις μέρες μας. Οι ακροδεξιοί «Αδελφοί της Ιταλίας» και η θαυμάστρια του «πατριώτη» Μουσολίνι αρχηγός τους δεν δυσκολεύτηκαν να σαγηνεύσουν τους Ιταλούς με το παραδεισένιο όραμά τους. Έδωσαν εξάλλου μια χρυσή ευκαιρία στους αποτυχημένους Μπερλουσκόνι και Σαβίνι να επανακάμψουν στη εξουσία από την οποία είχαν ήδη εκδιωχθεί πανηγυρικά από το εκλογικό σώμα. Η θριαμβευτική νίκη της Τζιόρτζια Μελόνι είναι μια ακόμα απόδειξη των συνεπειών της δυσκινησίας του ευρωπαϊκού υπερωκεάνιου, ιδιαίτερα στις φουρτούνες.

Πόσο αγγίζουν ωστόσο τη χώρα μας οι πολιτικές εξελίξεις στη γειτονική Ιταλία; Ως προς την περίοδο της πρωθυπουργίας Ντράγκι η απάντηση είναι απολύτως αρνητική: Καθόλου. Το ενδεχόμενο να συναινέσουν, σε μια κρίσιμη έστω συγκυρία, τα κόμματα στο πρόσωπο του πρωθυπουργού κινείται στον χώρο της επιστημονικής φαντασίας. Στην Ελλάδα, η πολιτική σταθερότητα έχει ταυτιστεί με την κοινοβουλευτική αυτοδυναμία ενώ η πρόθεση συνεργασίας εκλαμβάνεται ως απεμπόληση αρχών και εκτοξεύεται ως κατηγορία. Άλλωστε, οι κυβερνήσεις συνεργασίας στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης είτε «επιβλήθηκαν από τον μνημονιακό κατακτητή» είτε έγιναν για λόγους νομής της εξουσίας και μόνον.

Σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο ενός ελληνικού «φαινομένου Μελόνι», πολλοί εμφανίζονται ακόμα καθησυχαστικοί θεωρώντας το φαινόμενο πολύ ακραίο για τη δική μας πραγματικότητα. Μπορεί, λένε, κάποιος «θεωρητικός του φασισμού» να χαιρέτησε ναζιστικά στη δίκη ενός χρυσαυγίτη - χωρίς να συγκινηθεί η δικαστική έδρα - αλλά είναι γνωστός «γραφικός» νοσταλγός. Μπορεί ένας πρώην ποδοσφαιριστής που φόρεσε το εθνόσημο να ζήτησε να τεθεί εκτός νόμου το ΚΚΕ αλλά είναι κι αυτός «γραφικός» και «περιθωριακός». Μπορεί να ίδρυσε κόμμα από τη φυλακή ο Κασιδιάρης αλλά το κόμμα του, δημοσκοπικά τουλάχιστον, δεν πιάνει ακόμα το όριο εισόδου στη Βουλή.

Την ίδια στιγμή ο ακροδεξιός λαϊκισμός φαίνεται να σταθεροποιεί την επιρροή του ενώ διάφορες προσωπικότητες και στελέχη της συντηρητικής παράταξης δεν διστάζουν να εκφράζουν τη δυσφορία τους ή και να διαχωρίζουν τη θέση τους από τις επίσημες θέσεις της ηγεσίας της. Κάποιοι προχωρούν στην ίδρυση νέων πολιτικών μορφωμάτων. Αλλά κι από την άλλη πλευρά τα πράγματα δεν είναι καθόλου καθησυχαστικά. Η «Ριζοσπαστική Αριστερά» δεσμεύεται για την ολική επαναφορά των αδιέξοδων πολιτικών της, ενστερνίζεται ουσιαστικά πολλά από τα επιχειρήματα του Πούτιν ενώ έχει ήδη αποδείξει την ικανότητά της να συνεργάζεται με την Ακροδεξιά, έστω και «αναγκαστικά»…

Οι δύσκολες μέρες που έρχονται για όλο τον κόσμο και για τη χώρα μας δεν δικαιολογούν κανένα εφησυχασμό. Οι τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις στην Ευρώπη -και όχι μόνο- απέδειξαν ότι μια (ή ένας) Μελόνι δεν είναι δύσκολο να εμφανιστεί όταν υπάρξουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις. Η ανάγκη για πολιτική σταθερότητα, τη μόνη που μπορεί να αποτρέψει ανάλογες εξελίξεις, είναι αναγκαία όσο ποτέ άλλοτε. Μια πολιτική σταθερότητα όμως που δεν θα στηρίζεται σε μια αμφίβολη, αγχώδη και εύθραυστη μειοψηφική αυτοδυναμία αλλά σε μια ευρύτερη συμμαχία των μεταρρυθμιστικών και αντιλαϊκιστικών δυνάμεων.