Κοσμος

Ταϊβάν, πρώην Φορμόζα

Γιατί δεν αναγνωρίζεται το κράτος της Ταϊβάν, αν και πληροί τις προϋποθέσεις της συνθήκης του Μοντεβιδέο;

Τριαντάφυλλος Δελησταμάτης
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Οι σχέσεις Ταϊβάν - Κίνας και η σημασία της επίσκεψης της Νάνσι Πελόζι.

Το νησιωτικό κράτος της Ταϊβάν, πρώην «Φορμόζα», δεν είναι διεθνώς αναγνωρισμένο. Κι όμως, από το 1949, η τοπική διοίκηση θεωρεί τον εαυτό της τη μοναδική νόμιμη κυβέρνηση ολόκληρης της Κίνας η οποία έπεσε στα χέρια των κομμουνιστών του Μάο. Πρόκειται για μια χώρα με πληθυσμό λίγο πάνω από 23 εκατομμύρια ανθρώπους που με το όνομα «Δημοκρατία της Κίνας» αναγνωρίζεται μόνο από 14 κράτη (2021) ―Αγία Λουκία, Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες, Άγιος Χριστόφορος και Νέβις, Αϊτή, Γουατεμάλα, Εσουατίνι, Μπελίζ, Ναουρού, Νήσοι Μάρσαλ, Νικαράγουα, Ονδούρα, Παλάου, Παραγουάη, Τουβαλού―, κανένα από τα οποία δεν είναι μεγάλος διεθνής παίκτης. Για να μη δυσαρεστηθεί η Λαϊκή Κίνα που τη θεωρεί επαρχία της, οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία και πολλές ευρωπαϊκές χώρες με τις οποίες έχει στενές σχέσεις, αποφεύγουν να προχωρήσουν στην αναγνώριση του de facto κράτους. Κι όμως η Ταϊβάν πληροί τις προϋποθέσεις της συνθήκης του Μοντεβιδέο ώστε να θεωρηθεί κυρίαρχο κράτος, δηλαδή: α) μόνιμο πληθυσμό, β) καθορισμένη έκταση, γ) ενεργή κυβέρνηση και δ) ικανότητα να διατηρεί διπλωματικές σχέσεις με άλλα κράτη. Εξάλλου, είναι μέλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και της Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού, ενώ έχει διατελέσει και παρατηρητής-μέλος στον Π.Ο.Υ.

Όταν έγινε η κινεζική επανάσταση, η Ταϊβάν ξεχώριζε ήδη από την ηπειρωτική Κίνα διότι είχε υπάρξει επί πενήντα χρόνια ιαπωνική αποικία. Με την επικράτηση του Μάο τσε Τουνγκ, ο ηττημένος στρατηλάτης Τσιαν Κάι Σεκ αναγκάστηκε να διαφύγει στην Ταϊβάν μαζί με σχεδόν δύο εκατομμύρια πρόσφυγες ―οι περισσότεροι εκ των οποίων ήταν στρατιώτες― κουβαλώντας ράβδους χρυσού, αρχαία εκθέματα και άλλα λάφυρα. Με λίγα λόγια η ηπειρωτική Κίνα πέρασε στα χέρια των κομμουνιστών και τα νησιά στα χέρια των εθνικιστών που έστησαν δικτατορικό καθεστώς. Αυτό το καθεστώς ίσχυε μέχρι το 1987 και περιείχε τακτική «λευκής τρομοκρατίας», ενώ στην ηπειρωτική Κίνα επικρατούσε η κόκκινη τρομοκρατία. Η Κίνα του Μάο δεν παραιτήθηκε από τη διεκδίκηση της Ταϊβάν: σε όλη τη δεκαετία του 1950, η εμπόλεμη κατάσταση μεταξύ των εθνικιστών και των κομμουνιστών συνεχιζόταν και το κινεζικό πυροβολικό βομβάρδιζε τα παράκτια νησιά Τσιν Μεν χωρίς ωστόσο να καταφέρει να τα προσαρτήσει. Κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1960 και 1970, στην Ταϊβάν, παρά την αυταρχική διακυβέρνηση, σημειώθηκε μεγάλη οικονομική ανάπτυξη στην οποία συνέβαλαν το ευνοϊκό φορολογικό κλίμα και οι εμπορικές σχέσεις με τις ΗΠΑ. Η Ταϊβάν έγινε η δεύτερη πιο ταχέως αναπτυσσόμενη οικονομία της Ασίας μετά την Ιαπωνία.

Η διαδικασία εκδημοκρατισμού και ο εκλογικός νόμος του 1996 ήταν ένα ορόσημο στην πολιτική ιστορία της χώρας: ένα είδος επιτυχημένης εισαγωγής δημοκρατίας από τις ΗΠΑ η οποία συνοδεύτηκε από την κατασκευή ταϊβανικής συνείδησης. Μέχρι σήμερα βασικό στοιχείο της πολιτικής ζωής στην Ταϊβάν είναι ότι υπάρχουν κόμματα υπέρ της ταϊβανικής ταυτότητας που υποστηρίζουν την ανεξαρτησία, και κόμματα υπέρ των στενότερων σχέσεων με τη Λαϊκή Κίνα που υποστηρίζουν την επανένωση με τη Λαϊκή Κίνα κάποτε και υπό όρους.

Οι σχέσεις με το Πεκίνο παραμένουν φυσικά σε εκκρεμότητα. Απευθείας συνομιλίες αντιπροσώπων του Πεκίνου και της Ταϊπέι έλαβαν χώρα στις 12 Ιουνίου του 2008, για πρώτη φορά μετά από 13 χρόνια σιωπής, στο περιθώριο μιας οικονομικής διάσκεψης. Συναντήθηκε ο πρόεδρος της Κίνας Χου Τσιν Τάο με τον Βίνσεντ Σιού, τον εκλεγμένο αντιπρόεδρο της Ταϊβάν, ως αντιπρόσωποι των πολιτικών τους κομμάτων και όχι ως αρχηγοί κρατών: την επόμενη μέρα υπογράφηκε στο Πεκίνο ιστορική συμφωνία για την έναρξη τακτικών αεροπορικών πτήσεων ανάμεσα στις δύο χώρες. Στο τέλος του 2008 εγκαινιάστηκαν οι πρώτες αεροπορικές συνδέσεις με το δρομολόγιο Σενζέν-Ταϊπέι και ακολούθησε ένα ακόμα δρομολόγιο από την Ταϊπέι προς τη Σαγκάη και ξεκίνησε απευθείας εμπόριο και ταχυδρομικές υπηρεσίες. Αλλά το πρόβλημα του καθεστώτος της Ταϊβάν δεν λύθηκε.

Ποια θέση πρέπει να πάρει κανείς; Είχε δίκιο η Νάνσι Πελόζι να ανακινήσει το ζήτημα; Ή η επίσκεψή της στην Ταϊβάν έριξε λάδι στη φωτιά σε ένα διεθνές περιβάλλον που φαίνεται εκρηκτικό; Στο μεταξύ, τις τελευταίες ημέρες ο κινεζικός στρατός προχώρησε στις μεγαλύτερες ναυτικές και αεροπορικές ασκήσεις της ιστορίας του στο στενό της Ταϊβάν, ένδειξη της οργής που προκάλεσε στο Πεκίνο η πρόεδρος της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων. Ήταν η πρώτη υψηλού επιπέδου επίσκεψη Αμερικανού πολιτικού στην Ταιβάν, μετά από 25 χρόνια και οι αντιδράσεις υπήρξαν σφοδρές: ακόμα και οι New York Times αγανάκτησαν. «Κάποιοι πολιτικοί στις ΗΠΑ ενδιαφέρονται μόνο για τα προσωπικά τους συμφέροντα και παίζουν ανοιχτά με τη φωτιά στο θέμα της Ταϊβάν», σχολίασε ο Κινέζος υπουργός Εξωτερικών, Βανγκ Γι, Είναι η επίσκεψη μια κίνηση πίεσης της Ουάσιγκτον προς τον Κινέζο Πρόεδρο και την εθνικιστική του ατζέντα ενόψει του συνεδρίου του Κ.Κ. Κίνας, όπου επιδιώκει να αναδειχθεί ισόβιος ηγέτης; Είναι μια κίνηση συνεπής προς τις αρχές της προέδρου της Βουλής, για την υπεράσπιση της δημοκρατίας έναντι αυταρχικών καθεστώτων, αλλά σε κάποια διάσταση με την τακτική της προεδρίας να αποφύγει ένα διπλό μέτωπο με Κίνα και Ρωσία ταυτόχρονα; Πράγματι, το timing μπορεί να κριθεί λανθασμένο: όμως, μπορούμε να αναρωτηθούμε ποιο θα ήταν το σωστό timing και γιατί αυτή η ιδεώδης στιγμή δεν ήρθε εδώ και 73 χρόνια. Για πολλούς, η Λαϊκή Κίνα με το μεγάλο της μέγεθος και την οικονομική της ισχύ εκφοβίζει και εκβιάζει ολόκληρο τον κόσμο: αδιαφορεί για τα ανθρώπινα δικαιώματα, δεν αναλαμβάνει ευθύνες για τη ρύπανση και τις επιδημίες και επιμένει σε μια ακόμα cold case στο ζήτημα της Ταϊβάν.