Όσα συζητήθηκαν στα πάνελ σε video, highlights και εικόνες
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
13°
Πανιώνιος: Η ομάδα της Νέας Σμύρνης επιστρέφει δυναμικά σε ποδόσφαιρο και μπάσκετ
«Panthers, Πανιωνάρα, Νέα Σμύρνη, σ’ αγαπώ πολύ»
Αυτό. Ένα απλό σύνθημα μιας χούφτας λέξεων. Στους ρυθμούς του No Limit των 2 Unlimited από τα βάθη των 90s. Που μπορεί να μην λέει τίποτα στους πιτσιρικάδες, αλλά καθορίζει μια ολόκληρη εποχή, προσδιορίζει μια ομάδα, προστατεύεται σαν φυλαχτό στο πραγματικό Γαλατικό χωριό της Αθήνας, στη Νέα Σμύρνη. Είναι τόσα πολλά ο Πανιώνιος, τόσες έννοιες ατάκτως ερριμμένες και ειρημένες.
Η πλατεία, ο Βαρίκας, ο Φάνης που είναι μια ιστορία από μόνος του, ο «Γιώργος», το κάρφωμα του Χένρι Τέρνερ, η μπριζόλα «στου Βαλέσα», ο πόλεμος για τον Πέππα, το κλειστό της Αρτάκης, ο Μάκης ο «Βούδας», ο «Άδωνις», οι γλάστρες στα στενά δίπλα στο γήπεδο, το ρεκόρ του Λάντσμπεργκερ, το Sunrise, ο Μίσσας, το παχύ μουστάκι του Βλάντε, η αγωνία του Κορκίδη, τα «τρομερά μωρά» Καλαϊτζής, Καράγκουτης, Δρελιώζης, ο «Γαλαξίας», ο Κίκι, το σπασμένο ταμπλό του Χάτσον, ο Γάσπαρης και ο Μποσγανάς, ο “Hey Hey P.J.” Μπράουν, το Κύπελλο του ’91, «εκείνη» η σεζόν με Ντούντα, Ζάρκο και Γιαννάκη, ο Μπόμπαν.
Όλα μαζί και όλα χώρια. Να συνδέονται με την αόρατη κλωστή της ιστορίας.
«Η Σμύρνη, μάνα, καίγεται». Ξεριζωμός, χαμένη πατρίδα, παρατημένο βιός, αβάστακτος νόστος, αναγέννηση από -κυριολεκτικές- στάχτες.
Δεν είχαν περάσει 20 ημέρες από την υπογραφή της συνθήκης της Λωζάννης όταν εκδόθηκε το Διάταγμα του Πλαστήρα για την «αναγκαστική απαλλοτρίωση γηπέδου» δίπλα στη Λεωφόρο Συγγρού. Ήταν παραμονής της Παναγίας του 1923, σκάρτος χρόνος μετά την Καταστροφή.
Εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες εκδιωγμένοι, μαζί τους και κάποιες χιλιάδες Αρμένιοι. Άστεγοι, απάτριδες, μόνοι σε μια νέα πατρίδα χρεωκοπημένη, ταπεινωμένη, ανήμπορη να τους προσφέρει έστω μια στέγη, τροφή, τα απολύτως βασικά.
Βρέθηκε εκείνη η ακατοίκητη ως τότε περιοχή, εντάχθηκε το ’24 στο τότε «Νέο Σχέδιο των Αθηνών» και προέκυψε εν αρχή ο αστικός συνοικισμός των εκ Σμύρνης προσφύγων. Γιόμισε η περιοχή μυρωδιές και πόνο απ’ τα παράλια της Ιωνίας, τον Πόντο και τη Μικρασία. Αϊβαλί, Μοσχονήσια, Βουρλά, Έφεσος, Τσεσμέ, Αδραμύττιο, πάνω απ’ όλα Σμύρνη.
Πέτρα-πέτρα, πλίνθο-πλίνθο οι 200 της δεκαετίας του ’20, γίναν 6 χιλιάδες στις αρχές του ’30 και πριν ηχήσουν οι σειρήνες τον Οκτώβριο του ’40 είχαν φτάσει ήδη τις 15 χιλιάδες. Έφεραν μαζί στην ψυχή και στο νου κάθε τι που παρέπεμπε στην πατρίδα. Τη δική τους, εκείνη που στερήθηκαν.
Πώς να γλίτωνε ο Πανιώνιος; Η ζωή τους ήταν ο Πανιώνιος. Η διάσπαση του Ορφέα Σμύρνης, το προϊόν της επανένωσης του Αθλητικού Συλλόγου «Γυμνάσιον» με ιδρυτικά μέλη του Ορφέα. Εξ ου και το «Γυμναστικός Σύλλογος Σμύρνης». Έντεκα αθλητικά τμήματα. Στίβος, γυμναστική, κωπηλασία, κολύμβηση, σκοποβολή, ξιφασκία, ποδηλασία, αντισφαίριση, ποδοσφαίριση, πετοσφαίριση (βόλεϊ) και τελευταία η καλαθοσφαίριση. Το μπάσκετ.
Δεν ήταν όμως μόνον αυτό, ενεργά ο ΠΓΣ είχε και τα ούτως ειπείν «περιηγητικά» τμήματα, όπως και τα καλλιτεχνικά. Στην αρχή στα αποδυτήρια του Καλλιμάρμαρου, εκεί, στον ονειρεμένο δρόμο πίσω από το Παναθηναϊκό Στάδιο, σε έναν από τους χώρους που αναβλύζει Ελλάδα και πολιτισμό. Μέχρι που το ’40, όταν πια ο μικρός συνοικισμός είχε γίνει γειτονιά κανονική, μεταφέρθηκαν όλα στη φυσική συνέχεια της ιστορίας, στη Νέα Σμύρνη.
Είχε γίνει ήδη «Κοινότητα» απ’ το 1934, είχαν φυτρώσει τα δυο δημοτικά στην Αγία Παρασκευή και στην Ομήρου. Έστεκαν ήδη περήφανα η Ευαγγελική Σχολή και το περίφημο Εξατάξιο της Νέας Σμύρνης. Πριν το «Όχι» του Μεταξά είχε ήδη ανάψει το πρώτο κερί στην Αγία Φωτεινή, είχε ηχήσει το καμπαναριό της Σμύρνης (το κωδωνοστάσιο της Αγίας Φωτεινής είναι πιστό αντίγραφο εκείνου της Σμύρνης), είχαν διαβαστεί οι χαμένες ψυχές. Ουρές στο Άλσος για τις αγροτικές εορτές, νυφοπάζαρο στα «Ανθεστήρια».
Έμοιαζε ξανά «κανονική» η ζωή μέχρι να ξεσπάσει ο Πόλεμος. Είχαν προλάβει οι άνθρωποι να γνωριστούν, να μονιάσουν, να μοιραστούν τις μνήμες, να αναστενάξουν για όλα όσα άφησαν πίσω, να ξαναγίνουν αισιόδοξοι. Δεν το ‘βαζαν κάτω, επέμεναν πεισματικά, πάλευαν να φυτρώσει το λουλούδι στην ξέρα. Και τα κατάφεραν. Σπουδαίοι άνθρωποι, μοναδικοί, Έλληνες.
Όταν πέρασε ο ζόφος, με την Απελευθέρωση γεννήθηκε κι ο Δήμος. Πρώτος Δήμαρχος ο Ιωάννης Μαγκριώτης, Διδάσκαλος της Θράκης, της Μικρασίας, της Σμύρνης. Συν τω χρόνω η πόλη μεγάλωνε, μετά και τον καταστροφικό Εμφύλιο επεκτάθηκε μέχρι τα όρια της σημερινής της έκτασης. Φάρος, Λουτρά, Νεκροταφείο, Αμφιθέα, μέχρι το 1960 εντάχθηκαν στον Δήμο.
Γύρω απ’ την Πλατεία είχαν σηκωθεί και οι πρώτες πολυκατοικίες, σιγά-σιγά είχαν ολοκληρωθεί και οι υποδομές. Από «προσφυγικός συνοικισμός» η Νέα Σμύρνη ήταν πια μια περήφανη πόλη με δρόμους, φωτισμό, νερό, αποχετευτικό δίκτυο, συγκοινωνίες. Ο πληθυσμός διπλασιάστηκε, αλλά τη διασύνδεση με το παρελθόν την ένιωθες, σχεδόν την ακουμπούσες.
Οι Νεοσμυρνιώτες διατήρησαν την ταυτότητα του τόπου, δεν επέτρεψαν να θαφτούν οι αναμνήσεις, να κοπούν οι δεσμοί. Οι μυρωδιές απ’ τα νοικοκυριά, η κουζίνα, οι αποστροφές στο λόγο, οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες κάτω από τα σεμέν στους μπουφέδες και στα σαλόνια. Η ιστορία και οι μνήμες μένουν ζωντανές μονάχα όταν τα στερνά τιμούν τα πρώτα. Δεν υπάρχει δρόμος, στενό, σοκάκι να μην παραπέμπει στις ιστορικές μνήμες. Πρόσωπα, τοπωνύμια, το δράμα της Καταστροφής, το χρονικό της εγκατάστασης στον παρθένο τόπο.
Κι έπειτα το Άλσος που προστατεύτηκε σαν κόρη οφθαλμού. Ένας από τους βασικούς πνεύμονες της Αττικής, με έκταση σχεδόν 50 χιλιάδων τ.μ. που το σφιχταγκαλιάζουν η Ελευθερίου Βενιζέλου, η Εφέσου, η Κορδελιού, η Πατριάρχου Ιωακείμ. Το πρώτο περήφανο απόκτημα του οικισμού των προσφύγων, παραχωρηθέν από την Επιτροπή Καλλιγά στα μέσα της δεκαετίας του ’20, γεμάτο Πεύκα.
Οι παλιοί Νεοσμυρνιώτες θα αναστενάξουν για τα χαμένα παγώνια, την αλεπού, τη «γιορτή του ούζου», τον καραγκιόζη, το «ΣΙΝΕ ΑΛΣΟΣ». Μονάχα τα περιστέρια έχουν απομείνει, παρέα με κοτσύφια, σπουργίτια και άλλα πτηνά που εντάχθηκαν στην πανίδα του Άλσους και μετά την ανάπλαση στα μέσα του 2000.
Πώς ιδρύθηκε ο Πανιώνιος Γυμναστικός Σύλλογος
Είναι από τα ελάχιστα πάρκα στην Αττική με εσάνς Central Park. Υπαίθριο σκάκι, ανοικτό θέατρο, μπαζάρ ντόπιων επιχειρηματιών, κόσμος να αθλείται, οικογένειες να βολτάρουν, πιτσιρικάδες να σκοτώνουν το χρόνο τους, ζευγάρια να ερωτεύονται, παρέες να κουβεντιάζουν για τον Πανιώνιο. Το κοινό συστατικό που τους συνδέει όλους είναι το πάθος.
Σε αυτό το Άλσος φιλοξενήθηκαν πολλάκις φεστιβάλ νεολαίας κομματικού χαρακτήρα. ΚΝΕ-Οδηγητής, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ εσ., Συνασπισμός, ΣΥΡΙΖΑ, πάνω απ’ όλα της ΕΚΟΝ-Ρήγας Φεραίος. Το Άλσος στο θυμικό των περισσότερων αν όχι του «Ρηγά» (άλλωστε και ο Γιώργος ο Κουτελάκης Ρηγάς ήταν), είναι της Αριστεράς. Όπως και η πόλη. Συνεπώς και ο Πανιώνιος. «Κάθε σέξι νέος, είναι Πανιώνιος κι ΕΚΟΝ-Ρήγας Φεραίος» που έλεγε και το σύνθημα στις αρχές της δεκαετίας του ’80.
Ομάδα προσφύγων, τοις πράγμασιν φιλική στις ιδέες της Αριστεράς, με πραγματικά ασύλληπτη ιστορία. Το σεργιάνι του Δημητρού Δάλλα στον συνοικισμό μετά τον ξεριζωμό, τα βουρκωμένα μάτια όταν έβρισκε τα παιδιά, οι αγκαλιές όταν πρωτοσυναντούσε τους αθλητές του στα παραπήγματα. Το πρωτεύον ήταν ότι σώθηκαν, μετά ερχόταν η «σωμασκία» όπως λεγόταν τότε ο αθλητισμός και η άθληση.
Είκοσι παιδιά πρωτοβρήκε ο Δάλλας, μαζί με τον Σοφοκλή Μάγνη, εκ των περιζήτητων γυμναστών. Αυτοί οι άνθρωποι ίδρυσαν ξανά τον Πανιώνιο μετά το ’22, αυτοί οι άνθρωποι διατήρησαν τη φλόγα ζωντανή. Ο Πανιώνιος πρωτοεμφανίστηκε στη ζωή της Ελλάδας ουσιαστικά τον Ιανουάριο του 1923, όταν το ποδοσφαιρικό τμήμα έδωσε το πρώτο του παιχνίδι εναντίον του Παναθηναϊκού.
Έκτοτε μπήκε το νερό στ’ αυλάκι και συλλήβδην γεννήθηκαν αθλητές-μύθοι για την ιστορία του αθλητισμού στη χώρα μας. Στη συλλογική μνήμη έχουν παραμείνει κυρίως οι ποδοσφαιριστές και οι μπασκετμπολίστες, αλλά ο Πανιώνιος συν-έγραψε την ιστορία του ελληνικού αθλητισμού. Αθανασιάδης, Καραμπάτης, Σακελλαρόπουλος, Βεϊνόγλου, Κοκκίνης, Κορρές, οι Πετροπουλάκηδες, ο Μισαηλίδης, οι πρώτες γυναίκες, Σοφία Μπεναρδή, οι αδελφές Καραμπάτη, η Στεργίου. Όλες και όλοι πιονέροι του ελληνικού αθλητισμού με δεκάδες διακρίσεις σε πανελλήνιο και βαλκανικό επίπεδο και συμμετοχές σε Ολυμπιακούς Αγώνες.
Σε ποδόσφαιρο και μπάσκετ η λίστα είναι ατέλειωτη, οι φυσιογνωμίες πραγματικά ξεχωριστές και τόσες πολλές που είναι αδύνατον να απαριθμηθούν όλες. Ομάδες με σπάνια διαδρομή, ανέλπιστους τίτλους, τρομερά highlights στη διαδρομή τους. Κοινή συνισταμένη η αίσθηση της οικογένειας, τα θετικά και τα αρνητικά της γειτονιάς, του τόπου όπου όλοι γνωρίζονται με όλους, δεν υπάρχουν μυστικά και ψέματα.
Δήμος και Σύλλογος άρρηκτα συνδεδεμένοι, ειδικά από τη Μεταπολίτευση κι έπειτα που το αξίωμα ανέλαβε ο εμβληματικός Μπάμπης Μπεχλιβανίδης που έφυγε από τη ζωή το 2016. Μικρασιάτης, «ρέκορντμαν» δήμαρχος επί 19 συναπτά έτη, από το 1975 μέχρι το 1994. Ιδρυτικό στέλεχος της ΕΠΟΝ, φυλακισθείς στα κελιά των Βουρλών και εξορισθείς σε Μακρόνησο, Γυάρο, Λέρο, Ωρωπό, ήταν από τις πλέον αναγνωρίσιμες και αγαπητές φιγούρες της πόλης. Κυνηγήθηκε από τον Παπαδόπουλο, καταδικάστηκε σε φυλάκιση, είδε το φίλο του, Παναγιώτη Ελή να δολοφονείται από τον Κώτσαρη στον Ιππόδρομο.
Για δυο πράγματα έχει μείνει στην ιστορία ο Μπεχλιβανίδης: το ένα είναι η πίστη του στις ιδέες της Αριστεράς και το άλλο η αγάπη του για τον Πανιώνιο. Μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ Εσ. θεμελιωτής των φεστιβάλ στο Άλσος κάθε Σεπτέμβριο. «Θούριος» και «Αυγή» ντυμένα με το κυανό και το ερυθρό του Πανιωνίου.
Καθ’ όλη τη δεκαετία του ’80, τον Πανιώνιο τον «έτρεχαν» στελέχη του ΚΚΕ Εσ. και της ευρύτερης Ανανεωτικής Αριστεράς. Ελευθεριάδης, Λαγουρός, Μιχαηλίδης, μάζευαν τους Ρηγάδες και τους έβαζαν στο γήπεδο και στις σάλες. Τον Πανιώνιο δεν γίνεται να μην τον αγαπήσεις κι έτσι σιγά-σιγά γινόταν συνήθεια και καθήκον. Όλη η νεολαία της περιοχής δεν μπορούσε να «ξεστρατίσει», να γίνει κάτι άλλο.
Οι μεγάλοι παίκτες του Πανιωνίου και οι «Πάνθηρες»
Το ’83 γεννήθηκαν και οι «Πάνθηρες», ο οργανωμένος σύνδεσμος των οπαδών του Συλλόγου, οι οποίοι δεν ήταν τίποτε λιγότερο από τους νέους που μαζεύονταν στην κεντρική πλατεία και καθόριζαν τις τάσεις. «Όταν νιώθεις αδελφό το διπλανό σου» ήταν το motto. Αθλητική εφημερίδα απ’ το Λώλο, καφέ στο «Γαλαξία» ή απέναντι στο Sunrise που το συνδύαζες και με παγωτό καϊμάκι (με βύσσινο) στο θρυλικό «Γιώργο», το στέκι όπου μπορούσες να πετύχεις τον Πορτοκάλογλου να γρατζουνάει μια κιθάρα.
Χάζι, μόδα, φλερτ και ανθρώπινες σχέσεις δίπλα στις πάπιες. Κι έπειτα ήταν κι ο «Άδωνις». «Πάμε στου Άδωνη για καφέ που πηγαίνουν τεκνά και φρικιά και αράζουνε και αθλητές. Και που πηγαίνει και μία χοντρή νευρικιά, Κυριακή, να της φύγει το στρες» που τραγουδούσε και η Άλκηστις. Από τη δεκαετία του ’50 εκεί, με πασαρέλα από τον αφρό του καλλιτεχνικού, πνευματικού, πολιτικού και αθλητικού γίγνεσθαι της πόλης.
Στις καρέκλες του έχει καθίσει όλος ο Πανιώνιος, από το Σαραβάκο μέχρι τον Κορωναίο και τον Καμίτση μέχρι τον αρχισκόρερ Διαμαντόπουλο, το «Κιτσάκι». Πέρασμα, σημείο συνάντησης, τοπόσημο της ανερχόμενης, της αισιόδοξης και της σουρεαλιστικής Νέας Σμύρνης. Ήταν το «γραφείο» του Μάκη του Δενδρινού, το σημείο απ’ όπου περνούσε ο Ανδρέας Βαρίκας για να ακούσει μια καλή κουβέντα και να βρει το θάρρος να συνεχίσει την τρέλα του με τον Πανιώνιο.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη φυσιογνωμία από το Βαρίκα. Ηλεκτρολόγος Μηχανικός, πολυσχιδής προσωπικότητα, μεταφραστής εγχειριδίων αρχιτεκτονικής, ποιητικών συλλογών, φιλοσοφικών δοκιμίων. Η τρέλα του ήταν ο Πανιώνιος και δει το τμήμα μπάσκετ. Εκείνος είναι ο αναμορφωτής, ο θεμέλιος λίθος της απίστευτης παραγωγικής διαδικασίας ανάδειξης ταλέντων μέσω της αξιοποίησης των τμημάτων υποδομών του Συλλόγου.
Κοντά στο Τμήμα από τα τέλη της δεκαετίας του ’60, κανονικό μέλος της διοίκησης από το ’77, όταν ως αρχηγός της αποστολής ταξίδεψε με τον Πανιώνιο στην Ελβετία για τον αγώνα με την Πιγί για το Κόρατς. Ο Κορκίδης είδε τη φλόγα στα μάτια και τον παρακίνησε να ασχοληθεί ακόμη πιο ενεργά.
Ο Πανιώνιος μετά το ποδόσφαιρο εξελίχθηκε σε πυλώνα και του ελληνικού μπάσκετ, οι πρώτες επιτυχίες δεν άργησαν να έρθουν με κορυφαία τη συμμετοχή στους τελικούς της Α1 το ευλογημένο 1987, εναντίον του Άρη του Γκάλη, του Γιαννάκη και του Ιωαννίδη. Δεν πρόλαβε για 8 μήνες το επιστέγασμα της προσπάθειας δεκαετιών, την κατάκτηση του Κυπέλλου Ελλάδος το 1991 στο ΣΕΦ, στον τελικό με τον Κυπελλούχο Ευρώπης ΠΑΟΚ του Πρέλεβιτς.
Από την άνοδο από τη Β’ Εθνική το 1981, στον πρώτο τίτλο της ιστορίας του Πανιωνίου. Μια δεκαετία χορταστικού, αυθεντικού, πηγαίου μπασκετικού ταλέντου και μεθοδικότητας. Αδιάλειπτες ευρωπαϊκές συμμετοχές, ανάδειξη και συμμετοχή μυθικών προσωπικοτήτων στο εγχώριο μπασκετικό σύμπαν. Φάνης Χριστοδούλου, Νίκος Λινάρδος, Γιώργος Γάσπαρης, Δημήτρης Φωσσές, Χρήστος Χριστοδούλου, Θοδωρής Καραμανώλης, Τάκης Κορωναίος, Γιώργος Μποσγανάς, Νίκος Σερέτης, Αχιλλέας Μέντζος, στον πάγκο ο Μάκης Μενδρινός, ο Κώστας Μίσσας, η συντριπτική πλειοψηφία παιδιά του Πανιωνίου.
Όταν το μπάσκετ άλλαξε για πάντα μετά την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος από την Εθνική ομάδα, ο Πανιώνιος ήταν έτοιμος. Γιατί και η Νέα Σμύρνη ήταν έτοιμη και είχε ωριμάσει με τρόπο γλυκό, ομαλό, σαν το καλό κρασί στο δρύινο βαρέλι. Ο Πανιώνιος μεγάλωσε, τόσο πολύ που έφτασε κοντά και σε τελικό ευρωπαϊκής διοργάνωσης το ’94, πριν διαλυθούν όλα.
Η τελευταία δεκαετία του Millenium είναι η «χρυσή» του ελληνικού μπάσκετ, ο Πανιώνιος διακρίθηκε, αλλά απώλεσε τις αρχές του. Εξαργύρωσε τα θεμέλια του Βαρίκα με ευρωπαϊκές διακρίσεις, υψηλές θέσεις στο πλέον ανταγωνιστικό ελληνικό (επαγγελματικό πια) πρωτάθλημα, αλλά η πλήρης επαγγελματοποίηση του σπορ από το 1999 και εντεύθεν τον οδήγησαν στη φθίνουσα πορεία και στην οριστική εγκατάλειψη του ονείρου.
Η κρίση έκανε την κατάσταση μη αντιμετωπίσιμη, τα νομικά τρικ στέρεψαν, η πόλη άλλαξε, έπαψε να είναι οικογένεια, γειτονία, να τον αισθάνεται δικό της. Η πτώση στη Β’ Εθνική το 2015 σήμανε το τέλος μιας ολόκληρης ρομαντικής εποχής. Και τι δεν τελείωσε εκείνη τη δεκαετία. Πόσα και πόσοι χάθηκαν, πόσο καταστροφική υπήρξε εκείνη η κινούμενη άμμος για τις ζωές όλων μας.
Ο Πανιώνιος και στο ποδόσφαιρο και στο μπάσκετ λύγισε υπό το βάρος των χρεών. Έπαψε να είναι βιώσιμη εταιρεία. Ίσως επειδή δεν υπήρξε ποτέ εταιρεία. Παρέα ήταν, συνοδοιπόρος ονείρων, ο μίτος που ήταν πάντα εκεί για να οδηγεί στο φως της διεξόδου. Στο τμήμα μπάσκετ χρειάστηκε πάλι μια παρέα ανθρώπων για να τον επαναφέρουν στη ζωή. Με απινιδωτή το Φάνη. Γιατί Πανιώνιος χωρίς Φάνη δεν γίνεται.
Πέρασε καιρός είναι η αλήθεια προκειμένου να πειστεί και να επιστρέψει από την Πάρο και την ησυχία του. Μπήκε μπροστά στο πρότζεκτ, συσπείρωσε τον κόσμο, ξύπνησε το θυμικό, εξασφάλισε την έξωθεν καλή μαρτυρία για έναν σύλλογο που ταλαιπωρήθηκε πολύ. Η μοίρα θέλησε την άνοδο στην Α1 να την κερδίσει εναντίον μιας ακόμα ταλαιπωρημένης ομάδας, του Ηρακλή. Με σημειολογία στη σεζόν, ότι η έτερη ομάδα της Νέας Σμύρνης, ο Μίλων, είχε ήδη εξασφαλίσει το απευθείας εισιτήριο για τα σαλόνια των μεγάλων.
Ο Πανιώνιος χρειάστηκε το μπαράζ των Λιοσίων. Δυο σοβαροί άνθρωποι στη διοίκηση και τη χρηματοδότηση, ο Θόδωρος Μικρόπουλος και ο Παναγιώτης Ηλιάδης, ο general manager Χρήστος Μαγγίνας, ο πολύτιμος Παναγιώτης Τριαντόπουλος, ένα στοχευμένο πρότζεκτ, μια ομάδα δυσκολοκατάβλητη, με ταλέντο, εμπειρία, καλό προπονητή και staff, σπουδαία ατμόσφαιρα. Ο Φάνης βρήκε τις δυο άκρες του μίτου και τις ένωσε. «Γενικός Αρχηγός». Δεν υπήρχε καταλληλότερος τίτλος απ’ αυτόν. Μόνο έτσι μπορούσε να επιστρέψει ο Πανιώνιος.
Δειτε περισσοτερα
Το δώρισε στο Μουσείο Μπενάκη Παιχνιδιών και τώρα κυκλοφορεί και σε βιβλίο
Η λαμπερή ιστορία της γυναίκας που επαναπροσδιόρισε τη μόδα
Η Kovacs μιλάει στην Athens Voice λίγες μέρες πριν τη συναυλία της στην Αθήνα
Μια Θεσσαλονικιά ποιήτρια του Μεσοπολέμου έρχεται πάλι στο προσκήνιο
Η Ρεβέκκα Καμχή γράφει για τη γνωριμία της με τον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Κακανιά και για την αναδρομική του έκθεση στην γκαλερί της