Υπάρχουν μερικές ιστορίες που όσες φορές και να τις ακούσεις, ακόμη κι αν τις ξέρεις απέξω, δεν χάνουν τη γοητεία τους. Πιθανότατα οι ιστορίες των κόμικ που μεταφέρονται σε θεαματικές, ηχηρές, φιλόδοξες κινηματογραφικές περιπέτειες για τις πολλές αίθουσες δεν είναι από αυτές, αφού χρειάζονται το στιβαρό δεκανίκι των ασταμάτητων ειδικών εφέ και μια μαζική διαφημιστική καμπάνια για να συνεχίσουν να υπάρχουν. Φταίει επίσης ότι οι μεγάλες επενδύσεις (το φιλμ του Γουέμπ κόστισε σύμφωνα με εκτιμήσεις 200 εκατομμύρια δολάρια) απαιτούν ακόμη μεγαλύτερα έσοδα, οπότε κανείς δεν ρισκάρει με ένα τόσο ακριβό προϊόν. Το «The Amazing Spider-Man 2» δοκιμάζει να ισορροπήσει σε έναν μάλλον εύθραυστο ιστό, αυτόν μιας ταινίας που οφείλει να συντηρήσει ένα ακριβό franchise και αυτής που θέλει να είναι πιστή στις προσδοκίες των φαν. Αυτής που θέλει να ικανοποιήσει τον κατώτερο κοινό παρανομαστή του μεγάλου κοινού κι αυτής που φιλοδοξεί να αφήσει το σημάδι της στην ποπ κουλτούρα. Πώς τα καταφέρνει; Κανένα πρόβλημα στο πρώτο τμήμα της εξίσωσης: Οι χρηματοδότες και τα πιτσιρίκια των multiplex θα τρίβουν τα χέρια τους, όσο για τους υπόλοιπους αναμφίβολα δεν θα απογοητευθούν, ακόμη κι αν το φιλμ του Γουέμπ έχει μάλλον περισσότερους κακούς απ’ όσους χρειάζεται, μια εξοντωτική διάρκεια και μια δομή που μοιάζει αποσπασματική και κομμένη σε επεισόδια. Έχει όμως κι έναν εξαιρετικό Άντριου Γκάρφιλντ στο ρόλο του διχασμένου κεντρικού ήρωα και ένα υπέροχο «κορίτσι» στην Γκουέν Στέισι της Έμα Στόουν. Και την αίσθηση ενός φιλμ που ναι μεν είναι εκεί για να βγάλει όσο το δυνατόν περισσότερα χρήματα, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν μπορεί να δοκιμάσει να το διασκεδάσει στην πορεία.
- ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μαρκ Γουέμπ
- ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Άντριου Γκάρφιλντ, Έμα Στόουν, Τζέιμι Φοξ