Κοσμος

Γιατί να θες να πας πια στην Αμερική;

Ο αργός θάνατος αυτού του αμερικανικού ονείρου έχει αλλάξει την ευρωπαϊκή φαντασία

eleni_helioti_1.jpg
Ελένη Χελιώτη
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
kevin-lanceplaine-whtcdy2cgyu-unsplash.jpg

Τι συμβαίνει και το αμερικανικό όνειρο έχει άρχισει να μετατρέπεται σε εφιάλτη.

Ο Simon Kuper, ένας βρετανός αρθρογράφος των Financial Times εδώ και πολλά χρόνια, έγραψε πριν λίγες μέρες ένα άρθρο εξηγώντας γιατί οι Ευρωπαίοι δεν ονειρεύονται πια να πάνε στην Αμερική. Ξεκινά μιλώντας για το πρώτο μυθιστόρημα του Franz Kafka, Amerika (1927), όπου ένας έφηβος από την Κεντρική Ευρώπη αποστέλλεται στις ΗΠΑ με ντροπή, έχοντας «αποπλανήσει» την οικογενειακή υπηρέτρια. (Αργότερα αποκαλύπτεται ότι εκείνη είχε, στην πραγματικότητα, κάνει την αποπλάνηση). Στο λιμάνι της Νέας Υόρκης, το αγόρι καλωσορίζεται από έναν πλούσιο ξένο, τον θείο του, ο οποίος αποδεικνύεται γερουσιαστής των ΗΠΑ. Ο καπετάνιος του πλοίου προσφέρει τα συγχαρητήριά του: «Μια λαμπρή καριέρα σας περιμένει τώρα».

Ο Κάφκα χλευάζει το ευρωπαϊκό όνειρο της Αμερικής, που είχε «μολύνει» και τη δική του οικογένεια. Ο ξάδερφος του Otto, ο οποίος είχε μεταναστεύσει στις ΗΠΑ χωρίς να γνωρίζει αγγλικά, κατέληξε να ιδρύει την Kafka Export Company. Όπως αμέτρητοι Ευρωπαίοι, έτσι και ο Kuper μεγάλωσε ονειρευόμενος την Αμερική. Μας λέει όμως ότι ο αργός θάνατος αυτού του ονείρου έχει αλλάξει την ευρωπαϊκή φαντασία.

To 1980, όταν ο ίδιος ήταν 10 χρονών, ο πατέρας του, ένας ακαδημαϊκός, πήρε μία σαββατική άδεια στο Στάνφορντ, οπότε και μετακομίσανε οικογενειακώς στο Πάλο Άλτο της Καλιφόρνια, για ένα χρόνο. Το Πάλο Άλτο τότε ήταν μια ευχάριστη πανεπιστημιούπολη (πολύ πριν τον «πυρετό» της τεχνολογίας και των δισεκατομμυρίων), όπου ένας ακαδημαϊκός μισθός τούς επέτρεψε να ζουν σε ένα διώροφο σπίτι σε μια δεντρόφυτη λεωφόρο. Ένα ηλιόλουστο πρωί, αμέσως μετά την άφιξή τους, είδαν ένα παλιό σπίτι να μεταφέρεται με ένα φορτηγό με επίπεδη βάση σε μια καλύτερη τοποθεσία. Και αυτό, πιστεύει ο Kuper ότι, ήταν η Αμερική: αν κάτι στη ζωή σου ήταν ατελές, το διόρθωνες.

Το 1993 επέστρεψε στις ΗΠΑ για μια ένδοξη χρονιά στο πανεπιστήμιο. Ένα βράδυ σε ένα πάρτι συνάντησε έναν Βρετανό με λονδρέζικη προφορά εργατικής τάξης που είχε βρει την ευτυχία στη Βοστώνη, μια πόλη όπου κανείς δεν ενδιαφερόταν να τον εντάξει σε μια ταξική κλίμακα. Οι ΗΠΑ ήταν, μας λέει, ένα μέρος όπου οι Ευρωπαίοι μπορούσαν να ανακαλύψουν και να «πλάσουν» ξανά τον εαυτό τους. Άρχισε, λοιπόν, να κάνει αιτήσεις για δουλειά εκεί, αλλά τα σχέδιά του εκτροχιάστηκαν όταν οι Financial Timesτου έκαναν μια πρόταση. Αποφάσισε να αρπάξει την ευκαιρία πιστεύοντας ότι οι ΗΠΑ θα παρέμεναν «εκεί» και θα μπορούσε να πάει αργότερα.

Το 2004 παντρεύτηκε μια Αμερικανίδα. Ο ίδιος είναι βέβαιος ότι της μετέφερε και την αγάπη του για τη χώρα της. Κάθε φορά που επισκέπτονταν την οικογένειά της, ο παππούς της τον χαιρετούσε με το «Καλώς ήλθες στην Αμερική!». Αρχικά, η σύζυγός του και εκείνος υπέθεταν ότι θα κατέληγαν στις ΗΠΑ. Περιστασιακά τον πίεζε να υποβάλει αίτηση για πράσινη κάρτα. Σταδιακά, όμως, μας λέει, σταματήσαν να κάνουν αυτή την κουβέντα. Η αμερικανική ζωή έχανε σιγά-σιγά την ελκυστικότητά της. Το 2009 συνάντησε έναν Παλαιστίνιο στον Κόλπο, ο οποίος έστελνε χρήματα σε έναν συγγενή του στην Καλιφόρνια που είχε χρεοκοπήσει λόγω της οικονομικής κρίσης.

Σήμερα το μέσο ωρομίσθιο των ΗΠΑ είναι περίπου το ίδιο με όταν είχε μετακομίσει στο Πάλο Άλτο. Ο ίδιος βλέπει αμερικανούς φίλους να ανησυχούν για το πώς θα πληρώσουν την υγειονομική περίθαλψής τους, τα πανεπιστημιακά τους χρέη, την πανεπιστημιακή εκπαίδευση των παιδιών τους και τις δικές τους ελπίδες για συνταξιοδότηση. Του θυμίζουν τον χαρακτήρα στο μυθιστόρημα «Amerika», ο οποίος εργάζεται την ημέρα κάνοντας αγγαρείες, και σπουδάζει τη νύχτα. Όταν ερωτάται πότε κοιμάται, απαντά: «Θα κοιμηθώ όταν τελειώσω με τις σπουδές μου. Προς το παρόν πίνω μαύρο καφέ».

Η ευρωπαϊκή στάση απέναντι στους Αμερικανούς, λέει ο Kuper, μετατοπίζεται από φθόνο σε συμπόνια. Την άνοιξη, ιρλανδοί δωρητές συγκέντρωσαν εκατομμύρια δολάρια για τους ιθαγενείς Choctaw που επηρεάστηκαν από την Covid-19. Το δώρο ήταν ένα ευχαριστώ: το 1847 οι Choctaw είχαν στείλει χρήματα σε Ιρλανδούς που είχαν αποδεκατιστεί από τον λιμό της πατάτας.

Η προφανής «αντεπίθεση» σε όλα αυτά είναι ότι οι άνθρωποι που ζουν στο παλιό σπίτι του Kuper στο Πάλο Άλτο (τώρα αξίας 5,4 εκατομμυρίων δολαρίων) είναι πλούσιοι πέρα ​​από κάθε φαντασία και εργάζονται για εταιρείες που διαμορφώνουν την ύπαρξή μας. Είναι αλήθεια αυτό, λέει – αν και υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες να γίνετε δισεκατομμυριούχοι, αν αυτό θέλετε, στη Σκανδιναβία παρά στις ΗΠΑ. Επίσης, η κοινωνική κινητικότητα της Βόρειας Ευρώπης είναι πλέον υψηλότερη. Για να μην πούμε για τις καταστροφικές πυρκαγιές της Καλιφόρνια που «έβαψαν» πορτοκαλί τους ουρανούς του Πάλο Άλτο φέτος το καλοκαίρι.

Οι ΗΠΑ σήμερα θυμίζουν την Αργεντινή, ισχυρίζεται ο Kuper. Όταν ήταν στο Μπουένος Άιρες το 2002, παίρνοντας συνέντευξη από απογόνους Ιταλών, Ισπανών, Βρετανών και Πολωνών κατά τη διάρκεια μιας ακόμη οικονομικής κρίσης, σκέφτηκε: οι παππούδες τους πήγαν σε λάθος χώρα. Θα έπρεπε να είχαν μεταναστεύσει στις ΗΠΑ. Ένας αργεντινός ιστορικός όμως τον διόρθωσε: στις αρχές του περασμένου αιώνα, αυτοί οι άνθρωποι πήραν τη σωστή απόφαση. Δεν θα μπορούσαν να γνωρίζουν ότι το πιο πολύτιμο πράγμα που θα άφηναν πίσω τους θα ήταν τα ευρωπαϊκά πιστοποιητικά γέννησής τους. Μέχρι το 2002 τα εγγόνια τους έκαναν ουρά για διαβατήρια στα ισπανικά και ιταλικά προξενεία.

Ομοίως, οι φτωχοί σκανδιναβοί αγρότες που εγκαταστάθηκαν στο αμερικανικό Midwest έκαναν μια συνετή επιλογή. Ωστόσο, οι συγγενείς τους που έμεναν πίσω κατέληξαν να ζουν καλύτερα. Ο Ντόναλντ Τραμπ θέλει λιγότερους μετανάστες από «σκατοχώρες» και περισσότερους «από μέρη όπως η Νορβηγία». Το ερώτημα είναι γιατί οι Νορβηγοί να θέλουν να έρθουν στην Αμερική σήμερα, με εξαίρεση τους εργαζόμενους στον τομέα της ανθρωπιστικής βοήθειας. Αντιθέτως, ο Kuper υποψιάζεται ότι πολλοί Σκανδιναβοί, Γερμανοί και Ιρλανδοί-Αμερικανοί βρίσκονται τώρα στη σοφίτα ψαχουλεύοντας για το πιστοποιητικό γέννησης του παππού τους.


Με στοιχεία από το FT Weekend

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ